Γεννημένος στο Κιάτο Κορινθίας σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Γιάννη Μόραλη, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα κοντά στην Ελένη Ζογγολοπούλου. Το 1956 παρουσίασε την πρώτη του έκθεση στην Αθήνα και λίγο μετά εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου σπούδασε στην École des Beaux-Arts λιθογραφία, ζωγραφική με τον Αντρέ Λοτ, ψηφιδωτό και φρέσκο με τον Τζίνο Σεβερινί. Κέντρο της διεθνούς τέχνης το μεταπολεμικό Παρίσι του έδωσε όλα όσα χρειαζόταν για να εξελιχτεί καλλιτεχνικά. Τη μεγάλη γνώση, την ελευθερία έκφρασης, την απομόνωση να πειραματιστεί, τον διάλογο με τους ομότεχνους του, τις σπουδαίες γκαλερί. Σύντομα άρχισε να πηγαινοέρχεται στη Νέα Υόρκη, η μητρόπολη η οποία επίσης έμελε να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του όπου ο Αλέξανδρος Ιόλας τον πήρε υπό την προστασία του κι άρχισε να του οργανώνει εκθέσεις. Αμέτρητες παραγγελίες, μεγάλη παραγωγή συχνά μεγάλης κλίμακας. Τότε ήταν που ξεκίνησε και τα ταξίδια του στην Άπω Ανατολή και την Περσία. Μετά από είκοσι χρόνια το 1975 η νοσταλγία τον έκανε να επιστρέψει οριστικά στην Ελλάδα, αν και ποτέ δεν την είχε εγκαταλείψει καθώς συχνά λάμβανε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις.
Eνέταξε τη ζωγραφική και τη γλυπτική του σε εγκαταστάσεις/ installations και γλυπτικά περιβάλλοντα όπου οι συμβολισμοί και η κυριαρχία των χρωμάτων υπογράμμιζαν την αδιαμφισβήτητη ταυτότητα του.
Αντισυμβατικός, φαντασμαγορικός, η ζωγραφική του - συνθέσεις επάνω σε μεγάλες επιφάνειες-, χαρακτηρίζεται από τους έντονους, σχεδόν εκτυφλωτικούς χρωματισμούς, το κόκκινο, το μπλε, το λευκό αλλά και η υπόλοιπη παλέτα, πράσινο και κίτρινο, όπως επίσης το χρώμα του χρυσού και το ασημιού. Συχνά χρησιμοποιούσε πτυχωτό πλαστικό σπάζοντας την παραδοσιακή φόρμα των ταμπλό κι έτσι προσδίδοντας στα έργα του ανάγλυφη, κυματιστή μορφή. Πάντα σε αναζήτηση του ελληνικού ψυχισμού και του ελληνικού τοπίου με μία παράδοξη, ανεικονική, και μεταφυσική αναπαράσταση του. Το ίδιο εφάρμοζε και στα γλυπτά του που παραπέμπουν στην κλασσική ελληνική αγαλματοποιία αλλά με την επέμβαση χρωμάτων προκαλώντας τη διαφορετική ερμηνεία τους. Σε μία διάθεση να απλώσει τη δημιουργικότητα του ενέταξε τη ζωγραφική και τη γλυπτική του σε εγκαταστάσεις/ installations και γλυπτικά περιβάλλοντα όπου οι συμβολισμοί και η κυριαρχία των χρωμάτων υπογράμμιζαν την αδιαμφισβήτητη ταυτότητα του.
Το 1984 η Πινακοθήκη Πιερίδη οργάνωσε και παρουσίασε αναδρομική έκθεση του έργου του. Παρόλ' αυτά δεν έπαψε να δημιουργεί και να εκθέτει ακατάπαυστα ενώ τα τελευταία χρόνια είχε δηλώσει ότι πολύ θα τον διασκέδαζε να μπορούσε να ζωγραφίσει με νέα παιδιά γκραφίτι στους τοίχους της πόλης! Απεβίωσε χθες Τρίτη 14 Οκτωβρίου, σε ηλικία 80 χρονών.
σχόλια