O Στηβ Γιανάκος μας πιέζει τα τελευταία 50 σχεδόν χρόνια να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι κάθε σκληρή και παραμορφωτική ερμηνεία της πραγματικότητας είναι πολύ πιο δελεαστική από οποιαδήποτε άλλη ήπια και συγκαταβατική και για τον λόγο αυτό, σε τελική ανάλυση, είναι πολύ πιο ανακουφιστική και εποικοδομητική.
Ο Γιανάκος είναι Αμερικανός ελληνικής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1938 στο Μπρούκλιν και είναι απόφοιτος του περίφημου Pratt Institute. Ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη και ενώ εντάσσεται στο φάσμα της pop art, από την αρχή της καριέρας του ακολούθησε έναν δικό του δρόμο, που απέκλινε από το κύριο ρεύμα της και τη στενή της σχέση με την αγορά και τα μίντια. Είναι ένας καλλιτέχνης ατρόμητος, ως εάν ο ίδιος να μην έχει συνείδηση της αδιακρισίας των σκέψεων που μεταφέρει στον καμβά, ενώ έχει πραγματικά πλήρη και υπερανεπτυγμένη αντίληψη του τι καταρρακώνει. Επιπλέον, έχει και μια εντυπωσιακή ικανότητα στο ψιλό κοσκίνισμα του κόσμου που μας περιβάλλει, στην τερατώδη πλευρά του οποίου, συγχρόνως, δείχνει αξιοσημείωτη αντοχή. Η σεξουαλική επιθυμία, η ανενδοίαστη κλίση προς τα ναρκωτικά και το σύμπαν της βίας είναι μόνο μερικά από τα θέματα που επανεμφανίζονται τακτικά στις συνθέσεις του. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι κάθε έργο του αποτελεί ένα χαριτωμένο βάθρο από το οποίο εκτινάσσεται ένας πίδακας δυνάμεων. Και με τη χάρη που διαθέτει κάθε σιντριβάνι, αυτός ο πίδακας, καθώς υψώνεται, χωρίζεται σε δύο ροές ψυχικής ενέργειας, τις οποίες παράγουν δύο διαφορετικές γεννήτριες: η αθωότητα και η λαγνεία. Οι ενέργειες αυτές, ενώ εκπορεύονται ταυτόχρονα από τον καμβά, φαντάζουν σαν μη γίνονται αντιληπτές από τα πρόσωπα που εικονίζονται σε αυτόν. Ή, ακόμα χειρότερα, τα πρόσωπα ίσως αγνοούν εσκεμμένα αυτές τις δυνάμεις που τα επηρεάζουν. Ως εκ τούτου, ο θεατής καταλήγει κάθε φορά στο ότι ένα πέπλο τραγικής ειρωνείας περιβάλλει τα πρόσωπα της σύνθεσης, επειδή ο ίδιος γνωρίζει κάτι παραπάνω για το ανελέητο των περιστάσεων στις οποίες αυτά έχουν περιέλθει. Κυρίως, όμως, επειδή διαπιστώνει ότι δεν θα γλιτώσουν ποτέ από τις περιστάσεις που τα κρατούν δεσμώτες τους.
Η τωρινή έκθεσή του στην γκαλερί ΑΔ είναι «λιτή» όσον αφορά τον αριθμό των εκτιθέμενων έργων, αλλά σίγουρα είναι πάρα πολύ «μεστή» όσον αφορά το μήνυμά της, που αναφέρεται στο διαρκές θρίλερ του Εγώ που καταδιώκεται και κατατροπώνεται από το σκοτεινό τέρας της επιθυμίας.
Θα μπορούσε να καταλήξει κάποιος στο συμπέρασμα ότι στα έργα του ο Στηβ Γιανάκος έχει μια σταθερή προτίμηση για τις «προμηθεϊκές» περσόνες. Μόνο που το μαρτύριο στο οποίο έχουν καταδικαστεί δεν το έχει επιβάλει κάποιος θεός, παρά πρόκειται για μια προσωπική επιλογή τους που στόχο έχει μια ακόμα πιο δυστυχισμένη, απολαυστική δυστυχία (μια δυστυχία που τυλίγει το όλον, όπως μια διπλή δόση επικάλυψης σοκολάτας τυλίγει μια γκοφρέτα – με αδιαμφισβήτητη αφθονία και κύριο στόχο την τέρψη. Γι' αυτό και κανείς δεν διαμαρτύρεται). Γενικότερα, ένα μήνυμα που κομίζουν τα έργα του Γιανάκου είναι ότι ο ίδιος, ως δημιουργός, πετάχτηκε μέχρι την άκρη του συναισθηματικού κόσμου των προσώπων που απεικονίζει και επέστρεψε από κει με άδεια χέρια, έχοντας διαπιστώσει ότι δεν υφίσταται κανένας αναβρασμός, παρά μόνο αυτή η «δυστυχισμένη απολαυστική δυστυχία», η οποία ήταν ήδη ορατή από την πρώτη στιγμή. Για τον λόγο αυτό, η διαβόητη «δυστυχία μέσα στον πολιτισμό» έχει σε κάθε περίπτωση μια κάπως γελοία όψη.
Ωστόσο, τα έργα του Στηβ Γιανάκου περιέχουν και κάτι το αινιγματικό για τον θεατή, όσο αινιγματικό μπορεί να γίνει ένα τεστ με ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών, του οποίου ο σκοπός είναι να ανιχνεύσει κατά πόσο κάποιος πιστεύει αληθινά τις πουριτανικές αντιλήψεις, τις οποίες, υπό κανονικές συνθήκες, θα διατεινόταν επίμονα ότι τις πιστεύει και τις υποστηρίζει. Η σωστή συμβουλή προς τον θεατή θα ήταν να απαντά όσο πιο κυνικά μπορεί στο «ερωτηματολόγιο» που του θέτει το έργο, γιατί μόνο έτσι θα πετύχει καλύτερη βαθμολογία στο «τεστ» και θα φανερωθεί η αποτυχία του πουριτανισμού όταν έρχεται αντιμέτωπος με την ανθρώπινη φύση. Αν αυτό δεν γίνει, τότε μια καταπακτή ανοίγει και ο θεατής πέφτει μέσα της για να τον ξεβράσει σε μια θέση ταύτισης με τις φιγούρες που εικονίζονται στο έργο.
Η τωρινή έκθεσή του στην γκαλερί ΑΔ είναι «λιτή» όσον αφορά τον αριθμό των εκτιθέμενων έργων, αλλά σίγουρα είναι πάρα πολύ «μεστή» όσον αφορά το μήνυμά της, που αναφέρεται στο διαρκές θρίλερ του Εγώ που καταδιώκεται και κατατροπώνεται από το σκοτεινό τέρας της επιθυμίας. Εστιάζει, επίσης, τις παράλογες περιπτύξεις της σεξουαλικότητας με τον εχθρό της, που είναι το άγχος. Πρόκειται για μια έκθεση που γεννήθηκε από ένα υλικό καλά ωριμασμένο, το οποίο μένει γυμνό, έχοντας βγάλει τον ζεστό χιτώνα της ειρωνείας, με αποτέλεσμα να μη θέτει πλέον πολλές ερωτήσεις, αλλά αντιθέτως, χωρίς παρακράτηση ενέργειας, να χαρίζει στιβαρές απαντήσεις.
Με αφορμή όλα αυτά ζητήσαμε από τον κ. Γιανάκο να επιλέξει μερικά έργα του από το σύνολο της καλλιτεχνικής του πορείας, τα οποία ο ίδιος αγαπά, επειδή κρίνει ότι αποκαλύπτουν κάτι σημαντικό για τον ίδιο.
Ιδού οι επιλογές και τα σχόλιά του:
Εξαρτάται από το πού βρίσκεσαι. Μερικές φορές το hot-dog είναι νοστιμότερο από την μπριζόλα.
Οι Έλληνες είναι κακομαθημένοι, όπως ακριβώς κι εγώ. Με βοηθούν να αυτοσυγκεντρώνομαι.
Συνήθως μου αρέσει κάτι που υπογράφεται από τη φράση: «Άγνωστος καλλιτέχνης».
Η επιτυχία και η διασημότητα με βοηθάει να αποπληρώνω λογαριασμούς.
Το γέλιο θα μπορούσε να θεωρηθεί μέτρο σύγκρισης για έναν επιτυχημένο πίνακα.
Αυτό είναι ένα καλό έργο... Γι' αυτό, προσοχή στους ηλίθιους επιμελητές.
Αδιάντροπα ερωτικά; Αναμφίβολα ναι. Πρέπει να είναι κανείς ξεχωριστό άτομο για να το εκτιμήσει.
Αλλάξτε τον τίτλο, γιατί δεν είναι δικός μου.
Οι σέξι γυναίκες είναι δώρο Θεού. Πρέπει όμως να θυμάστε ότι έχω ζωγραφίσει και τα «Άσχημα Κορίτσια».
Αγαπώ αυτό το οποίο κάνω και αυτόν με τον οποίο το κάνω.
Η εμμονή μου με την αθωότητα και την παιδικότητα οφείλεται στον ίδιο ακριβώς λόγο για τον οποίο κάποιοι διαιωνίζουν το ανθρώπινο είδος.
Η δουλειά μου είναι να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω ενδιαφέροντα θέματα. Ακριβώς όπως ο ηθοποιός ερμηνεύει διαφορετικούς ρόλους.
Το εάν είναι αθώα, βίαιη ή απενοχοποιημένη η εποχή μας εξαρτάται από την ταινία που παρακολουθείτε.
Σκεφτείτε ότι ο προπάππους μου ήταν χασάπης.
Υπάρχει ένα καρτούν με δύο ηλικιωμένες κυρίες οι οποίες απευθύνονται σε έναν σκυφτό νέο, καθώς μια νεαρή κοπέλα περνά από μπροστά του και του λένε: «Σφύριξε, βρε ηλίθιε!».