Όταν η ακρόαση της μουσικής συναντά την 9η τέχνη, το αποτέλεσμα είναι ένα ανθολόγιο με πολύχρωμες καρικατούρες που έχουν στιγματίσει με μοναδικό τρόπο την ιστορία του subculture ελληνικού πενταγράμμου. Ο Νίκος Δαλαμπύρας, εκδότης κόμικς της «Ένατης Διάστασης», και ο Jacek Μanakiowski, ιθύνων νους της έκδοσης «Song Stories», παρουσιάζουν μια εικονογραφημένη αφήγηση αφιερωμένη στο 11ο Street Mode Festival. Επτά δημιουργοί κόμικς έρχονται αντιμέτωποι με επτά μουσικούς, φιλοξενούμενους του Street Mode, και μας προσφέρουν μια φεστιβαλική εμπειρία που αποτυπώνεται μέσα σε 70 σελίδες και ένα ταξίδι στην κουλτούρα του δρόμου και την ψυχή των κόμικς.
Έχει πάψει να θεωρείται ανεξερεύνητος τόπος το ελληνικό κόμικ και η κοινότητα των δημιουργών αυξάνεται με αλματώδη ρυθμό. Αυτό σημαίνει, μοιραία, πως δεν είναι καλό το υλικό στο σύνολό του, αλλά και πως απαντάται πιο συχνά και είναι πλέον αναγνωρίσιμο.
— Πώς προέκυψε η ιδέα οπτικοποίησης και έντυπης αφήγησης μιας σειράς songs stories; Και γιατί επιλέξατε να γίνει αυτό με την μορφή κόμικς;
Jacek Μanakiowski: Γράφω εδώ και χρόνια ιστορίες πίσω από τα τραγούδια. Και σίγουρα ανάμεσα σε μουσικόφιλους το βασικό θέμα συζήτησης είναι η μουσική. Θυμάμαι μια φορά πως σε μια άσχετη συζήτηση ρώτησα τον Νίκο αν γίνεται μια τέτοια ιστορία πίσω από ένα τραγούδι να γίνει κόμικς. Η απάντηση του ήταν ξεκάθαρα απλή: ΌΛΑ μπορούν γίνουν κόμικς! Η ιδέα αυτή συζητήθηκε αρκετές φορές, μια και οι αποκλειστικότητες που είχα από ελληνικές μπάντες γίνονταν ολοένα και περισσότερες. Και μετά από μια σειρά ατυχών γεγονότων ήρθε μια ευτυχής κατάληξη!
Νίκος Δαλαμπύρας: Ο Jacek και εγώ συνδεόμαστε με φιλία αρκετών χρόνων και προφανώς ήξερα τo blog του, μέσω τoυ οποίου κατά καιρούς διάβαζα τα άρθρα του. Μου εξήγησε κάποια στιγμή πως θα τον ενδιέφερε να βρει έναν τρόπο αυτά τα άρθρα να καταλήξουν σε κάποιας μορφής έκδοση. Μια κι εγώ ασχολούμαι με τις εκδόσεις κόμικς, του πρότεινα λοιπόν να τον βοηθήσω να τα μετουσιώσει σε σενάρια για κόμικς, και έτσι κι έγινε.
— Ήταν το Street Mode Festival η αφορμή για τη δημιουργία του; Πρόκειται για ένα τιμητικό εγχείρημα αφιερωμένο στο φεστιβάλ;
Νίκος: Η αντίστοιχη φιλία μου με τον Γιάννη Ευσταθίου, που είναι η «ψυχή» του Street Mode Festival, και το ενδιαφέρον του για την πορεία του φεστιβάλ κόμικς «Comic N' Play»», που είναι κατά κάποιο τρόπο το δικό μου «πνευματικό τέκνο», έφερε την κοινή επιθυμία να βρούμε έναν τρόπο να εντάξουμε τα κόμικς στην ευρύτερη street κουλτούρα του φεστιβάλ κι έτσι η ιδέα του Jacek μας φάνηκε ως η καταλληλότερη «γέφυρα» ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους.
Jacek: Μου φάνηκε πάρα πολύ καλή η ιδέα της συνεργασίας αυτής. Είμαι αρκετά χρόνια εθελοντής στο Comic N' Play και παρακολουθώ και το Street Mode Festival. Άρα η ιδέα αυτής της συνεργασίας μου φάνηκε παραπάνω από θαυμάσια.
— Ποιοι συντελούν στη δημιουργία του νέου εγχειρήματος που φιλοξενεί το Street Mode Festival;
Nίκος: Απευθυνθήκαμε σε Έλληνες δημιουργούς κόμικς που θεωρούμε πως έχουν αξιόλογη εργογραφία, ιδιαίτερη και αναγνωρίσιμη προσωπική γραμμή και που αγαπάνε το Street Mode festival και τους καλλιτέχνες που φιλοξενεί, ώστε να είναι γι' αυτούς η συμμετοχή τους μια ευχάριστη πρόκληση και εμπειρία. Έτσι λοιπόν, στο άλμπουμ «Song Stories» θα δείτε ιστορίες εικονογραφημένες από την πένα των: Σταύρου Κιουτσιούκη, Έφης Θεωδοροπούλου, Άρη Λάμπου, Κλήμη Κεραμιτσόπουλου, Γιώργου Καμπάδαη, Σοφίας Σπυρλιάδου και Νικόλα Στεφαδούρου.
— Η νέα γενιά Ελλήνων δημιουργών κόμικς απευθύνεται σε εξειδικευμένο κοινό;
Νίκος: Υπάρχει μεγάλη ποικιλία αναγνωσμάτων διαθέσιμων στο ευρύ κοινό. Ισχύει όμως πως θα πρέπει κάποιος να είναι υποψιασμένος για να ανακαλύψει όλα αυτά τα καταπληκτικά έργα και να εντοπίσει τους καλλιτέχνες που τον εκφράζουν περισσότερο. Όπως και με τη μουσική, έτσι και με τα κόμικς, όλα είναι θέμα προσωπικού γούστου.
Σταύρος Κιουτσούκης: Έχει πάψει να θεωρείται ανεξερεύνητος τόπος το ελληνικό κόμικ και η κοινότητα των δημιουργών αυξάνεται με αλματώδη ρυθμό. Αυτό σημαίνει, μοιραία, πως δεν είναι καλό το υλικό στο σύνολό του, αλλά και πως απαντάται πιο συχνά και είναι πλέον αναγνωρίσιμο. Κρατώντας το θετικό στοιχείο, τα νέα ελληνικά κόμικς, είτε απευθύνονται στο ευρύ κοινό, είτε σε πιο απαιτητικούς αναγνώστες, είναι μια τέχνη σε σχετική άνθιση και φυσικά λειτουργούν πολύ καλά επικοινωνιακά ως εφαρμοσμένη τέχνη.
— Τι χαρακτηρίζει τη μορφή του «Song Stories»;
Νίκος: Το «Song Stories» είναι μια ανθολογία που συγκεντρώνει συγχρόνως αντιπροσωπευτικά δείγματα δύο διαφορετικών μορφών τέχνης: των κόμικς και της μουσικής. Έχουμε σίγουρα ξαναδεί κόμικς που ασχολούνται με βιογραφίες μουσικών ή που φιλοτεχνούν τους στίχους κάποιου τραγουδιού. Αυτό όμως που κάνουμε εμείς εδώ είναι ουσιαστικά ένα εικονογραφημένο ντοκιμαντέρ.
Jacek: Στην ουσία προσπαθώ να μην κάνω μια στείρα αφήγηση των γεγονότων που συνδέονται με τη δημιουργία του τραγουδιού. Προσπαθώ να μπω στην ίδια την «ψυχή» του τραγουδιού και του δημιουργού. Αυτό που προσπαθώ να δείξω είναι ότι ένα τραγούδι δεν είναι απλά 4 λεπτά από νότες και στίχους. Είναι μια συμπυκνωμένη γνώση κλειδωμένη μέσα σε λίγες νότες και μερικούς στίχους, η οποία απλά ζητάει από κάποιον να την ξεκλειδώσει. Και προσπαθούμε να βοηθήσουμε ώστε ο ακροατής και αναγνώστης να βρούνε αυτό το κλειδί.
— Τι είναι αυτό που κάνει το Street Mode πηγή ενδιαφέροντος και έμπνευσης για μια ιστορία εικονογράφησης αφιερωμένης σε αυτό; Τι επιδιώκει να παρουσιάσει και να επικοινωνήσει;
Νίκος: Στόχος μας είναι να δώσουμε στον αναγνώστη μια εμπειρία αντίστοιχη με τη μουσική ποικιλομορφία που προσφέρει η φεστιβαλική εμπειρία του Street Mode. Δηλαδή πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ τους καλλιτέχνες, που όλοι τους όμως έχουν τη δική τους πορεία μέσα στον χώρο που κινούνται, συγκεντρωμένους μέσα σε μια έκδοση.
— Η ανάγκη οπτικοποίησης της μουσικής, που εκφράζεται μέσα από αυτό το εγχείρημα, αποδεικνύει και τη δύναμη της εικόνας; Τι προσφέρει αυτή η εικονογράφηση και ποια ανάγκη εκφράζει τελικά;
Νίκος: Νομίζω πως διαβάζοντας αυτό το κόμικς θα μπορέσει να δει κάποιος πως κάτω από το προσωπείο της δημόσιας εικόνας του κάθε καλλιτέχνη τελικά βρίσκεται απλώς ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, με τις δικές του αδυναμίες και ανησυχίες.
Jacek: Δεν είναι μια ανάγκη οπτικοποίησης μιας ιστορίας. Είναι μια συνεύρεση διαφορετικών εκφράσεων της ίδιας της τέχνης. Η εικόνα που προσφέρει η μουσική, η λογοτεχνία και τα κόμικς είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που μας επιβάλλεται μέσα από τους «μαύρους καθρέφτες». Οι εικόνες που δημιουργούν αυτές οι εκφράσεις της τέχνης δεν είναι μια μασημένη τροφή για τον νου, που έχει σκοπό τη νάρκωσή του, αλλά αφήνουν παράθυρο στην φαντασία. Χωρίς τη φαντασία είναι ανολοκλήρωτες. Η δύναμη που αναφέρεις εσύ αντιτίθεται σε αυτήν της τέχνης.
Σταύρος: Η οπτικοποίηση της μουσικής εν γένει δεν είναι κάτι καινούργιο, αρκεί να σκεφτούμε τα βίντεο κλιπ. Ειδικά με το κόμικ που έχει ως αντικείμενο την αφήγηση ιστοριών, έρχονται στο προσκήνιο οι ιστορίες πίσω από τα τραγούδια, όχι ως απλές αφηγήσεις ή συνεντεύξεις, αλλά δραματοποιημένες και ως μια άλλη πρόταση στο πώς θα προσφερθούν στους φαν των γκρουπ.
— Πυρήνας του εγχειρήματος είναι οι υποκουλτούρες του μουσικού στερεώματος. Είναι ο συγκεκριμένος χώρος αυτός που χαρίζει μια ιδιαιτερότητα και περισσότερο ενδιαφέρον στην αφήγηση και εικονογράφηση των ιστοριών αυτών; Θα είχε την ίδια δυναμική, πιστεύετε, αν τοποθετούμασταν σε έναν τελείως διαφορετικό χώρο, όπως αυτόν της ποπ για παράδειγμα;
Νίκος: Νομίζω πως όλοι οι καλλιτέχνες που αναφέρονται στο «Song Stories» είναι πολύ αναγνωρίσιμοι στον χώρο τους και υπό αυτή την έννοια θα έλεγα πως είναι ήδη όλοι τους pop (από το popular = δημοφιλείς). Θεωρώ πως όλοι οι καλλιτέχνες θα ήθελαν το μήνυμα τους να αγγίξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό. Μέσα από την προσπάθειά μας, δίνεται η ευκαιρία να φτάσει το μήνυμά τους σε ακροατήριο που δεν θα είχαν κάποιο κοινό σημείο επαφής μαζί του διαφορετικά.
Jacek: Καταρχάς θα διαφωνήσω με το όρο «υποκουλτούρα». Οι δημιουργοί είναι άνθρωποι που λειτουργούν όπως όλοι. Έχουν τις ανάγκες που έχουν όλοι οι άνθρωποι. Δεν υπάρχει καμιά υποκουλτούρα επομένως, είναι διαφορετικές εκφράσεις της τέχνης. Η ποπ μουσική, όταν αποτελεί έκφραση της τέχνης, γίνεται αυτόματα και μέρος της. Όταν όμως χειραγωγείται, τότε παύει να είναι και μέρος της.
Σταύρος: Το ίδιο το μέσο (κόμικ) είναι ένα ποπ προϊόν για μένα, οπότε ως τέτοιο πρέπει να προσεγγίζει τις ιστορίες. Οπότε η εξιστόρηση οποιασδήποτε θεματικής γίνεται μέσα από την ποπ αισθητική των κόμικς, ανεξαρτήτως της πηγής. Θα λέγαμε πως για να αφηγηθώ μια ιστορία από τον Μεσαίωνα δεν είναι υποχρεωτικό να την πω μόνο με ένα μαντολίνο κι έναν αφηγητή, αλλά μπορώ να την κάνω κόμικ, ταινία, τηλεοπτική σειρά κ.ο.κ. Αντίστοιχα κι εδώ, το κόμικ ως αφηγηματικό μέσο καταπιάνεται με ένα μουσικό είδος μιας οποιασδήποτε κουλτούρας.
— Κάθε ιστορία υπογράφεται από διαφορετικό δημιουργό, πράγμα που σημαίνει και διαφορετικό ύφος, διαφορετική αισθητική, προσωπικό στίγμα. Πού θα συγκλίνει όλο αυτό; Είναι απαραίτητο να υπάρχει κοινή γραμμή σε τέτοιου είδους εγχειρήματα;
Νίκος: Με τον συνέταιρο μου (Πάνος Κρητικός - Ένατη Διάσταση) θέλαμε η κάθε ιστορία να είναι τόσο ξεχωριστή όσο και τα τραγούδια που στάθηκαν η αφορμή για τις αφηγήσεις. Το αποτέλεσμα μας δικαιώνει απόλυτα ως εκδότες.
Σταύρος: Το ενδιαφέρον στην ποικιλία των στυλ είναι ότι πρόκειται για μια ανθολογία υλικού, ανάλογη με το μουσικό υλικό. Καθένας από εμάς εκφράζει ίσως καταλληλότερα το συγκεκριμένο τραγούδι ή, στην περίπτωσή μου, το ύφος του εγχειρήματος (ως δημιουργός της εισαγωγικής ιστορίας).
— Το να απέχει το ύφος της μπάντας με αυτό του εικονογράφου είναι ωστόσο κάτι ριψοκίνδυνο ή είναι κάτι θεμιτό; Έχουν λόγο έγκρισης οι μπάντες σε όλο αυτό ή οφείλει ο εικονογράφος να συμμορφωθεί με το ύφος του μουσικού;
Nίκος: Όλες τις ιστορίες, προτού καν εκτυπωθούν, τις είχαμε παρουσιάσει στους ίδιους τους καλλιτέχνες, ώστε να είμαστε σίγουροι ότι το αποτέλεσμα τους αντιπροσωπεύει ως προς το περιεχόμενο και την αισθητική.
Σταύρος: Αν και οι μουσικοί γνωρίζουν εκ των προτέρων το σχεδιαστικό ύφος του καλλιτέχνη, το τελικό αποτέλεσμα είναι ελεύθερο στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής ελευθερίας της έκφρασης. Τουλάχιστον αναφορικά με το αισθητικό κομμάτι. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια καθοδηγούμενη δουλειά, που θα ήταν και άνευ αξίας.
σχόλια