Στα μέσα του 14ου αιώνα, λίγο πριν από την επιδημία της μαύρης πανώλης ή του μαύρου θανάτου που έπληξε την Ευρώπη, την Ασία και τη βόρεια Αφρική, που μέτρησαν 100 έως 200 εκατομμύρια νεκρούς και ήταν από τις πλέον καταστροφικές στην παγκόσμια ιστορία, ο Πάολο Βενετσιάνο, που λογίζεται ως ο πρώτος μεγάλος ζωγράφος της Βενετίας και ιδρυτής της βενετσιάνικης σχολής, εκτέλεσε πολλές παραγγελίες και δημιούργησε μια σειρά από έργα τέχνης, διακοσμημένα με χρυσό, με μνημειακά τρίπτυχα-βωμούς και μικρούς λατρευτικούς πίνακες, που του ανατέθηκαν από πλούσιους προστάτες που ήθελαν να προσευχηθούν και να σωθούν από τα γήινα δεινά.
Μέσα στα χρόνια κομμάτια αυτών των λατρευτικών εικόνων διασκορπίστηκαν σε πολλές συλλογές και ειδικά ένα τρίπτυχο που επανενώθηκε μετά από δεκαετίες και δείχνει την τεχνοτροπία αλλά και το προσωπικό ύφος του Βενετσιάνο, αποτελεί το επίκεντρο της έκθεσης στο μουσείο Γκετί του Λος Άντζελες, «Τέχνη και αφοσίωση στη Βενετία του 14ου αιώνα», που θα διαρκέσει μέχρι τις 3 Οκτωβρίου.
Η έκθεση προβάλλει αριστουργήματα ρίχνοντας φως σε έναν ζωγράφο αρκετά παραγνωρισμένο εκτός Ιταλίας και αποδεικνύει πόσο η χρήση χρώματος στα έργα του επηρέασε τους μετέπειτα Ενετούς δασκάλους.
Ο Πάολο Βενετσιάνο ζωγράφιζε με επιρροή από τις βυζαντινές εικόνες και τον ρυθμό που συνδέθηκε με τις εξελίξεις της ζωγραφικής τέχνης στην ιταλική χερσόνησο, αλλά και τη μεταμόρφωση της πόλης του, της Βενετίας, σε κοσμοπολίτικο πολιτιστικό τοπίο.
Μέσα στο περιβάλλον μιας εντελώς διαφορετικής οπτικής κουλτούρας του Λος Άντζελες, η έκθεση αυτή μοιάζει με εξαίρεση.
Τα κομμάτια του επανενωμένου τρίπτυχου ήταν στο μουσείο Γκετί, στην Εθνική Πινακοθήκης Τέχνης (NGA) στην Ουάσιγκτον και στο Μουσείο Τέχνης Worcester στη Μασαχουσέτη. Για την επανασυρμολόγηση του έργου, κάτι που έγινε για πρώτη φορά και προϋπέθετε μια απαιτητική εργασία, χρησιμοποιήθηκε ειδικά κατασκευασμένος μεταλλικός οπλισμός, ενώ ένα άλλο άθικτο τρίπτυχο με δάνειο από την Galleria Nazionale di Parma στην Ιταλία περιγράφει σκηνές από τη ζωή του Ιησού και άλλων βιβλικών μορφών.
Τα χρώματα του Βενετσιάνο, χρυσό, κοραλί και βενετσιάνικο μπλε, επηρέασαν πολλούς μεταγενέστερους καλλιτέχνες, από τον Τζεντίλε ντε Φαμπιάνο μέχρι τον Ντιέγκο Βελάσκεθ. Ο Πάολο Βενετσιάνο ζωγράφιζε με επιρροή από τις βυζαντινές εικόνες και τον ρυθμό που συνδέθηκε με τις εξελίξεις της ζωγραφικής τέχνης στην ιταλική χερσόνησο, αλλά και τη μεταμόρφωση της πόλης του, της Βενετίας, σε κοσμοπολίτικο πολιτιστικό τοπίο.
Ο Πάολο Βενετσιάνο, επίσημος ζωγράφος της Ενετικής Δημοκρατίας, υπήρξε ενεργός ζωγράφος από το 1333 έως και το 1358, με πολλά χρονολογημένα και υπογεγραμμένα έργα αυτή την περίοδο. Διακρίθηκε για τα περίτεχνα altarpieces, βωμούς και πολυμορφικά τέμπλα, και ήταν ο πρώτος που ζωγράφισε το θέμα της στέψης της Παναγίας. Γεννήθηκε σε μια οικογένεια καλλιτεχνών και διαχειρίστηκε ένα μεγάλο εργαστήριο στο οποίο συνεργάστηκε με τους γιους του, Μάρκο, Λούκα και Τζιοβάνι.
Οι γιοι του ζωγράφισαν το περίφημο Pala d' Oro, ένα antependium (είδος μετόπης) που βρίσκεται πίσω από την Αγία Τράπεζα της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου στη Βενετία. Δυστυχώς πολλά κομμάτια αυτού του έργου έχουν χαθεί.
Οι βυζαντινές, ιταλικές και βορειοευρωπαϊκές επιρροές στην τέχνη του συνέχισαν να εμπνέουν αργότερα Βενετούς δασκάλους, όπως τον Τζιοβάνι Μπελίνι και τον Τζάκοπο Τιντορέτο.
Αν και ο Βενετσιάνο είχε μεγάλο αντίκτυπο στην πορεία της ιστορίας της ευρωπαϊκής τέχνης, το έργο του σπάνια συζητείται εκτός της Ιταλίας, αλλά δείχνει ότι με τα έργα του η ζωγραφική έφτασε σε νέα ύψη, μέσω της βαθιάς εμπλοκής του με την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της πατρίδας του.