Ο Ανρί Ματίς, ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες του εικοστού αιώνα, του οποίου οι στυλιστικές καινοτομίες (μαζί με εκείνες του Πάμπλο Πικάσο) μετέβαλαν ριζικά την πορεία της σύγχρονης τέχνης και επηρέασαν την τεχνοτροπία πολλών γενιών νεότερων ζωγράφων. Στο τεράστιο έργο του συμπεριλαμβάνονται η ζωγραφική, το σχέδιο, η γλυπτική, οι γραφικές τέχνες (χαρακτικά, χαρακτικά σε λινόλαιο, λιθογραφίες), καθώς και εικονογράφηση βιβλίων. Τα θέματά του ποικίλλουν, από τοπία, νεκρές φύσεις, προσωπογραφίες, εσωτερικοί χώροι, ενώ ο καλλιτέχνης επικεντρώνεται ιδιαίτερα στη γυναικεία φιγούρα.
Σπούδασε Νομικά στο Παρίσι και έδειξε ενδιαφέρον για την τέχνη όταν ήταν ήδη 21 ετών. Το 1891, αποφάσισε να κάνει σπουδές γύρω από την τέχνη και ακολούθησε την παραδοσιακή ακαδημαϊκή πορεία του δέκατου ένατου αιώνα, πρώτα στην Académie Julian (χειμώνας 1891-1892, με το συντηρητικό William-Adolphe Bouguereau), και στη συνέχεια, στην École des Beaux-Arts (1892, με το ζωγράφο του συμβολισμού Gustave Moreau).
Οι πίνακες με τα φωτεινά χρώματα άρχισαν να πολλαπλασιάζονται μετά το 1917, όταν ο ίδιος περνούσε πολύ χρόνο στη γαλλική Ριβιέρα, στη Νίκαια. Εκείνη την εποχή αντανακλά στο έργο του το αισθησιακό χρώμα του περιβάλλοντός. Τότε ολοκληρώνει και ορισμένα από τα πιο συναρπαστικά έργα του. Κύριο αντικείμενο παρέμεινε η γυναικεία φιγούρα ή μια δούλα ντυμένη με ανατολίτικη φορεσιά.
Το πρώιμο έργο του, το οποίο ξεκίνησε να εκθέτει το 1895, χαρακτηρίζεται από τη στεγνή ακαδημαϊκή γνώση, η οποία ήταν ιδιαίτερα εμφανής στα σχέδιά του. Ανακαλύπτοντας όμως τα καλλιτεχνικά κινήματα που συνυπήρχαν ή διαδέχτηκαν το ένα το άλλο, όπως ο νεοκλασικισμός, ο ρεαλισμός, ο ιμπρεσιονισμός, και ο νεο-ιμπρεσιονισμός, άρχισε να πειραματίζεται με μια ποικιλία από στυλ, χρησιμοποιώντας νέα είδη στις πινελιές του, προσθέτοντας φως, για να δημιουργήσει τη δική του εικαστική γλώσσα.
Στην παλέτα και την τεχνική του, το πρώιμο έργο του Ματίς είχε επιρροές της παλαιότερης γενιάς των συμπατριωτών του: Εντουάρ Μανέ και Πολ Σεζάν. Το καλοκαίρι του 1904, κατά την επίσκεψη στον φίλο του καλλιτέχνη Πολ Σινιάκ στο Σαν Τροπέ, ο Ματίς ανακάλυψε το λαμπρό φως της νότιας Γαλλίας, το οποίο αργότερα, συνέβαλε σε μια πολύ πιο φωτεινή παλέτα.
Οι πίνακες με τα φωτεινά χρώματα άρχισαν να πολλαπλασιάζονται μετά το 1917, όταν ο ίδιος περνούσε πολύ χρόνο στη γαλλική Ριβιέρα, στη Νίκαια. Εκείνη την εποχή αντανακλά στο έργο του το αισθησιακό χρώμα του περιβάλλοντός. Τότε ολοκληρώνει και ορισμένα από τα πιο συναρπαστικά έργα του. Κύριο αντικείμενο παρέμεινε η γυναικεία φιγούρα ή μια δούλα ντυμένη με ανατολίτικη φορεσιά.
Τα δύο σπουδαία έργα του Ματίς
Το 1929, ο Ματίς σταματάει για λίγο τη ζωγραφική στο ατελιέ του. Ταξίδεψε στην Αμερική, πήγε στην Αϊτή και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, τη Βαλτιμόρη, το Μέριλαντ και την Πενσυλβάνια. Ένας σημαντικός συλλέκτης έργων σύγχρονης τέχνης, και ιδιοκτήτης των μεγαλύτερων έργων του Ματίς στην Αμερική, ο Δρ Albert Barnes, ανέθεσε στον καλλιτέχνη να ζωγραφίσει μια μεγάλη τοιχογραφία για την πινακοθήκη του αρχοντικού του.
Ο Ματίς επέλεξε το θέμα του χορού, ένα θέμα που τον απασχολούσε από τις αρχές του Φωβισμού. Η τοιχογραφία (σε δύο εκδόσεις, λόγω ενός λάθους σε διαστάσεις) εγκαταστάθηκε τον Μάιο του 1933 στο Ίδρυμα Barnes (Merion, PA.). Στη σύνθεσή του υπογράμμισε την απλότητα των γυναικείων μορφών σε πληθωρική κίνηση με γεωμετρικό υπόβαθρο.
Ο Ματίς πειραματιζόταν όλη του τη ζωή με το σχέδιο. Ως η πιο άμεση έκφραση των σκέψεων του καλλιτέχνη, συχνά τον βοήθησε να εξασκηθεί στη σύνθεση, να λύσει υφολογικά προβλήματα ή να κατεβάσει νέες ιδέες. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, δημιούργησε μια σειρά σχεδίων από στυλό και μελάνι, ενώ στις αρχές του 1940 ασχολήθηκε με γραμμές πιο κομψές, ασκίαστες, σχεδιάζοντας απλουστευμένες γυναικείες μορφές και νεκρή φύση.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας του '50, τα σχέδιά του έγιναν πιο τολμηρά, η γραμμή περιγράμματος παχύτερη και οι μορφές ακόμη πιο απλουστευμένες απαλλαγμένες από κάθε λεπτομέρεια. Τα τελευταία μεγάλα σχέδια του, τα έκανε με ένα παχύ πινέλο που τοποθετούσε σε ένα μακρύ ραβδί και αποτελούνταν μόνο από περίγραμμα.
Η γλυπτική ήταν άλλη μία τέχνη με την οποία καταπιάστηκε ο Ματίς από τα πρώτα χρόνια του και έγινε πηγή έμπνευσης για τη ζωγραφική. Περισσότερα από τα μισά γλυπτά του είχαν ολοκληρωθεί μεταξύ 1900 και 1910. Η δημιουργικότητα του Ματίς είχε επεκταθεί στο χώρο των γραφικών τεχνών και της εικονογράφησης βιβλίων.
Αλλά το κορυφαίο επίτευγμα της καριέρας του Ματίς ήταν το παρεκκλήσι του Ροζάριο στη Vence της γαλλικής Ριβιέρας (1948-1951), για το οποίο ο ίδιος δημιούργησε όλες τις τοιχογραφίες, τα έπιπλα, τους 14 σταθμούς του σταυρού, τα βιτρό παράθυρα, ακόμη και τα άμφια των ιερέων.
Η ομορφιά και η απλότητα αυτού του έργου αποτέλεσε το πνευματικό Gesamtkunstwerk (συνολικό έργο) του Ματίς και επιβεβαίωσε τη δημιουργική ιδιοφυΐα του. Το 1941 ο Ματίς είχε διαγνωστεί με καρκίνο του δωδεκαδακτύλου και ήταν μόνιμα καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Ήταν σε αυτή την κατάσταση όταν ολοκλήρωσε το μαγευτικό παρεκκλήσι του Ροζάριο.
O Mατίς έγινε αρχικά διάσημος ως "βασιλιάς της Φωβιστών", ένα ακατάλληλο όνομα για αυτή την ευγενική πνευματική υπόσταση: δεν υπήρχε αγριάδα σε αυτόν, αν και υπήρχε πολύ πάθος. Η έννοια φωβισμός προέρχεται από τη γαλλική λέξη -fauve που μπορεί να μεταφραστεί άγριο θηρίο (χρησιμοποιείται πολλές φορές για να δηλώσει και τα αιλουροειδή) και δεν θα έπρεπε να συγχέεται με την ελληνική λέξη -φόβος. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1905 στην πρώτη έκθεση της ομάδας των φωβιστών στο Παρίσι. Ο σπουδαίος ζωγράφος πέθανε στις 3 Νοεμβρίου του 1954, από καρδιακή προσβολή.
Το άρθρο γράφτηκε από την Ανδρονίκη Κολοβού το 2014
σχόλια