Η ετήσια έκθεση του ΔΕΣΤΕ στα παλιά Σφαγεία στην Ύδρα φέτος έχει τίτλο «199», σαφής αναφορά στους εορτασμούς των 200 χρόνων από την Επανάσταση, με ένα έτος μείον και μια ειδική εγκατάσταση του Κωστή Βελώνη, όπου οκτώ νεκρικά προσωπεία αγωνιστών του 1821, αντιπαραθέσεις και συσχετισμοί του ιστορικού υλικού επιδιώκουν την αντισυμβατική προσέγγιση του εθνικού μας αφηγήματος.
Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται για επετειακή έκθεση, τουλάχιστον όχι με τους αυστηρούς όρους ενός ανάλογου εγχειρήματος, με ηθικολογικές ερμηνείες και σχετικά ιδεολογήματα. Αντιθέτως, ο καλλιτέχνης ευελπιστεί ότι η έκθεση αυτή θα προκαλέσει και θα συμβάλει στην επανεξέταση της σχέση μας με την Ιστορία, επαναπροσδιορίζοντας ταυτόχρονα τον ρόλο της τέχνης στις μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί εξηγεί όλα όσα προκάλεσαν σ' εκείνον τα προσωπεία των γεννητόρων μας, που αναπόδραστα τον έφεραν αντιμέτωπο με τη συλλογική ιστορική μνήμη.
— Η θεματική της έκθεσης στα Σφαγεία ήταν ανάθεση ή δική σου πρόταση;
Ήταν μια πρόταση από την πλευρά του ΔΕΣΤΕ σε σχέση με τα νεκρικά προσωπεία των αγωνιστών. Παρότι σπανίως ανοίγομαι σε μια προσωπομετρική θεματολογία, η σύμπτωση της ενότητας με τον πιερότο, με τη σχέση της μάσκας με το προσωπείο και τις πολλαπλές ταυτότητες που δεν τελειώνουν ποτέ, ως μια ανάγνωση της ίδιας της Ιστορίας, με κινητοποίησε να την αντιληφθώ ως μια συναρπαστική συνέχεια. Το φαντασματικό εδώ δεν περιοριζόταν στο επίπεδο του συμβολισμού, η υλικότητα αυτών των προσωπείων εμπεριείχε στην αφήγησή της την επιδραστικότητα του ζωντανού, καθώς και κάποιο ίχνος που αντιστέκεται στη φθορά και στη λήθη.
Από την άλλη, έχει ενδιαφέρον το ότι ο πιερότος, από τον οποίο εμπνεύστηκα την παράλληλη έκθεσή μου «Ghost Βeggar» στην Αθήνα, είναι ο μόνος χαρακτήρας της κομέντια ντελ' άρτε που δεν έχει μάσκα. Απλώς είναι πουδραρισμένο το πρόσωπό του, οι υπόλοιποι φορούν τη μάσκα.
Ο επετειακός χαρακτήρας αυτής της έκθεσης μπορεί να μην είναι κάτι ανακριβές, αλλά τίθεται με διαφορετικούς όρους. Μοιάζει σαν να ψελλίζει κάτι από ένα απολεσθέν σύμπαν, έναν ανακαλούμενο χώρο ο οποίος με παρασέρνει στην επιστροφή.
— Που είναι ένα είδος μάσκας κι αυτό.
Ναι, είναι ένα είδος μάσκας. Όμως αν η μάσκα του πιερότου είναι το δέρμα του, έχει μια αντιστοιχία με τα νεκρικά εκμαγεία των αγωνιστών, με την έννοια ότι είναι πιστές αναπαραστάσεις του προσώπου τους κι εδώ δεν μελετάμε το καλλιτεχνικό φαινόμενο μιας ερμηνείας αλλά μιας ταυτολογικής μεταφοράς από το πρόσωπο στον γύψο και από κει στον πολλαπλασιασμό του από τον μπρούντζο. Δηλαδή βρίσκεται ανάμεσα στη γλυπτική και στην ανθρωπολογία. Δεν πρόκειται για ερμηνείες καλλιτεχνικές και υποκειμενικές για το πώς ήταν τα πρόσωπα των αγωνιστών του '21.
— Παρ' όλα αυτά, βασίστηκες σε νεκρικά προσωπεία του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της Αθήνας. Άρα υπάρχει μια νατουραλιστική αναφορά.
Η νατουραλιστική αναφορά είναι το ίδιο το τεκμήριο του νεκρικού προσωπείου των αγωνιστών. Η γλυπτική εφαρμόζει τις τεχνικές της για τη διατήρηση του προσώπου.
— Αυτό θυμίζει τη συνήθεια που είχαν κάποτε στα χωριά να φωτογραφίζουν τους νεκρούς ανάμεσα στην οικογένεια, ενώ δεν ήταν πια στη ζωή.
Δεν το έχω μελετήσει αυτό, αλλά με συγκινεί βαθύτατα αυτή η ανάγκη για τη συμμετοχή στη ζωή, ακόμα και αν οι συγγενείς του νεκρού γνωρίζουν την απουσία της ψυχής από το φροντισμένο σώμα. Στην περίπτωση των προσωπείων, φοιτητές της Καλών Τεχνών αποτύπωναν τον νεκρό σε γύψο και το πρώτο καλούπι το μετέφεραν σε μπρούντζο. Μιλάμε για 8 μπρούντζινες μάσκες.
— Ποιοι είναι αυτοί;
Δυνατές προσωπικότητες με πολύ ανθρώπινα πάθη, πέρα από τη στερεότυπη και εξιδανικευμένη εικόνα του «αγωνιστή». Συνήθως η επέτειος αποδυναμώνει ακόμη περισσότερο τον ήρωα, αφού σε αυτόν επαναλαμβάνονται οι στενές αφηγήσεις για τις οποίες δοξάζεται. Ανάμεσά τους είναι ο Μακρυγιάννης, ο Λαγουμιτζής, που απέκτησε αυτό το όνομα επειδή άνοιγε τεράστια λαγούμια και κατατρόπωνε τους Τούρκους, ο Κώστας Νταλερόπουλος, δηλαδή ο Μπούκουρας, ο πρώτος θεατράνθρωπος της Αθήνας, πλούσιος έμπορος και αγωνιστής αλλά και φεμινιστής, που έστειλε την κόρη του να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Ιταλία, ντύνοντάς την άντρα για να γίνει αποδεκτή. Διψούσε για γνώση και μόρφωση, σε αντίθεση με αρκετούς από την παρέα, οι οποίοι, ανάμεσα στα άλλα τους χαρίσματα, συμπεριφέρονταν και ως κατσαπλιάδες.
Στις μάσκες βρίσκεται και ο Κολοκοτρώνης, ο μόνος με ανοιχτά μάτια, χυτευμένος και με αυτή την απόκλιση από τον Λάζαρο Σώχο (σ.σ. σημαντικός γλύπτης του 19ου αι.), ο αγωνιστής Κώστας Μπότσαρης, ο μικρότερος αδελφός του Μάρκου, ο βαρόνος φιλέλληνας Eduard von Rheineck, ο Παναγιώτης Γιατράκος, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.
— Αν και δεν έχει σκοπό να αποτελέσει μια έκθεση πατριδογνωσίας, είναι η πρώτη από τις επετειακές που περιμένουμε από δω και μπρος σε σχέση με τους εορτασμούς του '21. Άλλωστε την τιτλοφορείτε «199».
Ισχύει. Ο επετειακός χαρακτήρας αυτής της έκθεσης μπορεί να μην είναι κάτι ανακριβές, αλλά τίθεται με διαφορετικούς όρους. Μοιάζει σαν να ψελλίζει κάτι από ένα απολεσθέν σύμπαν, έναν ανακαλούμενο χώρο ο οποίος με παρασέρνει στην επιστροφή. Και μετά είναι ο τρόπος που πραγματευόμαστε την Ιστορία. Υπάρχουν κάποια κενά στα οποία θεωρώ ότι η ορθολογική αντιμετώπιση της Ιστορίας δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις. Η κατανόηση αυτού του φαινόμενου χρειάζεται διαφορετικές αφηγήσεις, οι οποίες συμπληρώνουν αυτό το εξίσου παράδοξο αρχειακό υλικό των χρόνων γύρω από την Επανάσταση με τα νεκρικά πορτρέτα.
— Αλλά η επιθυμία για εθνική αφύπνιση και ελευθερία είναι δυνατή στους ανθρώπους.
Ναι, κι αυτό προσφέρει άλλους τρόπους θέασης της Ελληνικής Επανάστασης. Υπήρχαν οικονομικά συμφέροντα και διάφοροι λόγοι για να επαναστατήσουν και να διαφοροποιηθούν. Παρ' όλα αυτά, ο γενικός ξεσηκωμός δεν μπορεί να ερμηνευτεί με τα κριτήρια που γνωρίζουμε μέχρι τώρα.
Με τον εμφύλιο, μάλιστα, μεταξύ τους φανέρωσαν ο ένας στον άλλο απίστευτες μεταστροφές ή και αντιφάσεις και ο τρόπος με τον οποίον τους αντιμετωπίζω στην έκθεση είναι κάτω από το πρίσμα μιας πιθανής συνωμοσίας. Όλοι για όλους και ο καθένας για τον εαυτό του. Βρίσκονται περιορισμένοι σε έναν μικρό χώρο, διαχωρισμένο από το υπόλοιπο κτίσμα του σφαγείου και αλληλοκοιτάζονται. Το μόνο κοινό στοιχείο μεταξύ τους είναι ότι όλοι τους είναι Φιλικοί. Μπορεί ο ρόλος του ιστορικού να είναι χρήσιμος συμβουλευτικά, αλλά στην πράξη το διακύβευμα οφείλεται στις καθημερινές συζητήσεις με την αρχιτέκτονα Λήδα Λυκουριώτη, τον Δάκη Ιωάννου και τον σύμβουλο του ΔΕΣΤΕ, Γιώργο Τζιρτζιλάκη.
Στη συνολική αποτίμηση του ιστορικού φαινομένου αυτές οι μάσκες ανοίχτηκαν στην ανήσυχη σημειολογία του φανταστικού, με την ντεριντιανή έννοια ενός ίχνους που έρχεται για να μας εξαρθρώσει ‒ εδώ με την έννοια της αναδόμησης του παρόντος σε σχέση με ένα συμβάν που δεν μπορεί να αποτελεί το αποκλειστικό αντικείμενο μιας προκαθορισμένης επετείου. Όχι, δεν είναι τα 200 χρόνια αλλά η καθημερινή μας διαπραγμάτευση με την Ιστορία, το πώς συνδιαλεγόμαστε με τις φαντασιακές μας ταυτίσεις. Έναν χρόνο νωρίτερα ή, μάλλον, κάποιους μήνες πριν, σε αυτή την έκθεση, έχουμε αρχίσει να αμφιβάλλουμε για τις ιστορικές βεβαιότητες και η διαφορά από την ημερομηνία της επετείου για την Ελληνική Ανεξαρτησία είναι η επιβεβαίωση αυτής της απόκλισης.
— Πρόκειται για τον προσωπικό σου επαναπροσδιορισμό σε σχέση με την παλιγγενεσία;
Ο προσωπικός μου επαναπροσδιορισμός γίνεται με τη φαντασματική παρουσία αυτών των νεκρικών εκμαγείων.
— Όντας ευαισθητοποιημένος σε σχέση με τα δικαιώματα των ζώων, η ανάγκη να εκθέσεις μέσα σε χώρο πρώην σφαγείων σε έκανε να αναφερθείς στον μύθο του Κυπάρισσου. Αυτή η πληροφορία πού συναντάει τους αγωνιστές του '21;
Υπάρχει ο συμβολισμός της θυσίας. Και η θυσία συνδέεται με τους γενάρχες μας ή τους έμμεσους συγγενείς μας, όπως θέλεις πες το. Είναι μια αφορμή να δούμε τα Σφαγεία όχι ως μια ατοπία, τον χώρο στον οποίο γίνονται κάποιες εκθέσεις. Το σφαγείο δεν μπορεί να αποκρύψει αυτήν τη θυσία, η οποία φέρει τις απωθήσεις του νεωτερικού βίου με την άδικη αντιμετώπιση των μη ανθρώπινων θηλαστικών.
— Οπτικά πώς πιστοποιείται αυτή η αναφορά;
Η ενεργοποίηση ξεκινά και μόνο με την είσοδο στο σφαγείο. Αναφερόμαστε στο σφαγείο και νιώθουμε κάποιον σεβασμό. Όλοι αυτοί οι σωροί πτωμάτων έχουν μαζευτεί στο ασυνείδητο κι εμείς αυτό που κάνουμε είναι ότι συνδιαλεγόμαστε με αυτές τις δυσάρεστες εμπειρίες. Κυπαρίσσια υποδέχονται τον επισκέπτη στην είσοδο των Σφαγείων, αλλά, όπως κι εσύ μου ανέφερες, ο Κυπάρισσος στη μυθολογία είναι ο άτυχος θηρευτής του αγαπημένου του ελαφιού, ο οποίος ήταν απαρηγόρητος και ο Απόλλωνας, αφού τον λυπήθηκε, τον μετέτρεψε σε δέντρο. Όμως στην ιδέα της χρήσης των κυπαρισσιών ως υποδοχέων του σφαγείου συντέλεσε καθοριστικά το διάσημο έργο του Arnold Böcklin «Το νησί των νεκρών», το οποίο μου πρόσφερε τεκμήρια για να αρθρώσω αυτή την αφήγηση του επέκεινα στην Ύδρα. Υπάρχει μια αλληλεξάρτηση στους μύθους και τα γεγονότα.
Εξάλλου, χωρίς τις διαστάσεις του μύθου που παίρνει στην υπόλοιπη Δύση ο θάνατος του λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι, το όραμα της Επανάστασης δεν θα ήταν εφικτό. Το έργο του Böcklin, λοιπόν, είναι το πλαίσιο γύρω από το οποίο κινείται η έκθεση ως ένα ιδιότυπο αρχειακό υλικό. Το επέκεινα είναι το περιβάλλον μαζί με τις μάσκες των αγωνιστών σε ένα περιβάλλον αναδρομικής θλίψης που εκφέρει το συλλογικό υποσυνείδητο της ελληνικής ψυχής.
— Έτσι κι αλλιώς, η Επανάσταση συνδέεται με τον θάνατο, δεν είναι μόνο κλέος και δόξα.
Ακριβώς. Εδώ όμως ο θάνατος είναι μια σύντομη περίοδος στασιμότητας ανάμεσα σε μια διαδικασία συνεχούς ανατροφοδότησης.
— Ενώ έχεις δηλώσει στο παρελθόν την αντίθεσή σου στη μνημειακότητα, εν τέλει είναι σαν να αγιοποιείς τους αγωνιστές.
Υπάρχει μια μνημειακότητα, η οποία έχει ιδεολογικό πρόσημο και σε αυτό συνήθως ανταποκρίνεται η δημόσια γλυπτική. Αλλά η μνημειακότητα μπορεί να υφίσταται χωρίς τους σαφείς όρους μιας κυρίαρχης ανάγνωσης της Ιστορίας. Την αντιλαμβάνομαι πια μέσα στο πλαίσιο μιας performative υλικότητας. Είναι μια γλυπτική που αποδέχεται την ιδέα της μεταμόρφωσης μέσα από τη φθαρτότητα της ανθρώπινης φύσης.
Το μνημειακό στην ευρύτερη πρόσληψή του έχει συνδυαστεί με την απόκρυψη του ευάλωτου, του εύθραυστου, και θεματικά είναι συνδεδεμένο με την υπεροψία του νικητή. Αυτός ορίζει και τον τρόπο που ερμηνεύεται η Ιστορία. Αλλά υπάρχει και μια γλώσσα που μέσα από την υλική της συνθήκη αντιστέκεται στην επερχόμενη συντριβή, ηττάται και ξαναγεννιέται. Το ερώτημα είναι πώς γίνεται αυτό εφικτό μέσα από την ακινησία του μνημείου, τη στιβαρότητα του γλυπτικού όγκου και, στην περίπτωση αυτής της έκθεσης, μέσα από ένα σύμπλεγμα από μαρμαρόπετρες.
Υπάρχει κάτι «ακατάστρεπτο», όχι με την έννοια του άφθαρτου, όπου μπορούμε να εντοπίσουμε την αφέλεια της μνημειακής γλυπτικής και της θεσμικής εκπροσώπησης της διατήρησης της μνήμης, όταν μια γλυπτική που αφήνεται στη φθορά της συντρίβεται, αλλά εξακολουθεί να υφίσταται έχοντας την ικανότητα να είναι μνημειακή. Αυτός είναι και ο λόγος που κάποια έργα είναι καλυτέρα στο πέρασμα των χρόνων απ' ό,τι στη γέννησή τους, αφού έχουν δημιουργηθεί οι συνθήκες ώστε το τυχαίο να προσδώσει αβίαστη χάρη σε μια σύνθεση. Τα φρέσκα έργα του εργαστηρίου πολύ εύκολα μπορούν να γίνουν σφιχτά και αναλώσιμα.
— Υπάρχει, πάντως, μια συνθήκη απολίθωσης.
Η συνθήκη της απολίθωσης είναι ένας τρόπος για να ξεγελάσεις τη φθαρτότητα. Αφορά μια διαφορετική σύλληψη του να είσαι ζωντανός. Στην ελληνική μυθολογία η πέτρα ποτέ δεν είναι αμέτοχη ως προς την ανθρώπινη φύση, παρότι φαινομενικά είμαστε προετοιμασμένοι για το αντίθετο. Από τον Δευκαλίωνα, που ρίχνει τις πέτρες τη μία μετά την άλλη πίσω του και γεννιούνται άνθρωποι, μέχρι τις πέτρες που έπεσαν από τον ουρανό και την αντιστοιχία τους στις τρεις Χάριτες, παρατηρούμε την ανάγκη να εξηγηθεί αυτή η ανοίκεια σιωπή του πράγματος.
Μπορεί, άραγε, κάποιος να αντιληφθεί στη μουσική του απολιθώματος περισσότερα πράγματα απ' ό,τι στους συνήθεις ήχους του ανθρώπινου μικροπεριβάλλοντος; Ίσως αυτή η βεβιασμένη ανάγκη της χαράς του πλήθους να μην είναι τίποτε άλλο παρά μια υστερική εκδήλωση της άρνησης στη λήθη. Ισχύει τόσο για την επαναστατημένη Ελλάδα όσο και για τη σχέση μας με την Ιστορία.
— Πώς νιώθεις που λίγα μέτρα από τα Σφαγεία βρίσκεται το Ιστορικό Μουσείο της Ύδρας, γεμάτο από τεκμήρια και μνημειακού τύπου πορτρέτα ηρώων της Επανάστασης;
Νιώθω ότι συμμετέχω σε αυτό. Το να το αποφύγεις και να το λοιδορήσεις είναι φυγοπονία.
Κωστής Βελώνης - 199
Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, Project Space, Παλιά Σφαγεία, Ύδρα
27/6-1/11
Ώρες λειτουργίας: Καθημερινά 11:00-13:00 & 19:00–22:00 (Τρίτη κλειστά)
Κωστής Βελώνης - Ghost Beggar
Kalfayan Galleries, Χάρητος 11, Κολωνάκι
Επιμέλεια: Έφη Φαλίδα
10/6-26/9
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα 11:00-15:00, Τρίτη-Παρασκευή 11:00-19.00, Σάββατο 11:00-15.00
σχόλια