Γεννήθηκα στον Κολωνό, σε μια περιοχή που όταν ήμουν μικρή είχε χωράφια και αλάνες, σε μια οικογένεια την οποία σημάδεψε η ιστορία ενός έρωτα. Ο πατέρας μου είδε τη μητέρα μου στο πεζοδρόμιο, περνώντας από τη λεωφόρο στα Μέγαρα, και κατέβηκε για να τη γνωρίσει. Την ερωτεύτηκε τρελά και έμεινε εκεί για να της κάνει κόρτε.
Ο πατέρας μου πέθανε νωρίς, όταν ήμουν πολύ μικρή, αλλά η μητέρα μου είχε πάντα αυτόν τον έρωτα μέσα της, δεν ξαναπαντρεύτηκε. Για μένα, η μητέρα μου είναι το πρότυπο της απόλυτης αγάπης για τα πράγματα, για τους ανθρώπους, για τον σύντροφο, με άλλες αξίες. Αυτό το πράγμα είναι το βαρίδι της οικογένειας και το δικό μου το προσωπικό, ένα εσωτερικό βαρίδι, συναισθηματικό, που μου υπενθυμίζει ότι υπάρχει έρωτας, υπάρχει αγάπη, υπάρχουν σχέσεις, μπορείς να δημιουργήσεις αυτές τις σχέσεις, δεν είναι κάτι ευτελές.
• Ήμουν ένα πολύ ντροπαλό παιδί, μίλησα πολύ αργά. Δεν μιλούσα πολύ, γενικά, ήμουν σχεδόν κατατονική και δεν αισθάνθηκα ποτέ φυσιολογικά στον χώρο της εκπαίδευσης, τουλάχιστον στο πρώτο κομμάτι της. Πήγα γυμνάσιο και λύκειο στο Μουσικό Σχολείο της Παλλήνης, το οποίο είχε και πάρα πολλά άλλα κομμάτια των τεχνών: πολύ καλά εικαστικά, Ιστορία της Τέχνης, γενικά μια πολύτεχνη έκφραση.
• Μουσική έκανα από πέντε χρονών. Η μουσική για μένα είναι η βάση όλων, με την έννοια ότι από πάρα πολύ μικρή ηλικία, σχεδόν από 12 χρονών, ήξερα ότι θα πάω στην Καλών Τεχνών, γιατί από τότε αντιδρούσα στην παρτιτούρα. Την εποχή των εξετάσεων το πόδι μου αποκτούσε τικ. Ως μουσικός διάβαζα τη μουσική γλώσσα, αλλά πάθαινα αλλεργία και δεν μπορούσα να ενταχθώ σε αυτό που λέμε «μηχανισμό της εκτέλεσης».
Από κει μπήκα στη διαδικασία να κάνω περφόρμανς, δηλαδή να αποδίδω την παρτιτούρα και να την εκτελώ εγώ, αυτόνομα. Γι' αυτόν τον λόγο, στη διάρκεια της μουσικής μου πορείας, έχω παίξει τα πάντα, από παραδοσιακή μέχρι κλασική, έχω τραγουδήσει βυζαντινή, έχω παίξει τζαζ, free jazz, ροκ, πανκ, experimental. Έχω παίξει μουσική στο Λος Άντζελες και στη Νέα Υόρκη πολύ, γιατί πήρα το τσέλο μαζί μου όταν πήγα για τα μεταπτυχιακά στο Κολούμπια. Είχα ολοκληρώσει τις μουσικές μου σπουδές και συνέχισα να παίζω μουσική ως ένα σημείο. Από το 2012 και μετά άρχισε να κλείνει η περίοδος που το τσέλο ήταν σαν δεύτερο σώμα μου και το κουβαλούσα παντού. Η μουσική καθαυτή, όμως, είναι βάση, πρώτη ύλη.
Ένα έργο περφόρμανς, ακριβώς επειδή είναι εικαστικό έργο, δεν το έχω γράψει, το έχω φανταστεί, το έχω διακρίνει, και τη στιγμή που γίνεται, υπάρχει. Η περφόρμανς, ως τέχνη, δεν είναι ούτε παραστατική ούτε αναπαραστατική ακριβώς, είναι η γέφυρα που ενώνει αυτά τα δύο και τα κάνει κάτι παραπάνω από τέχνη.
• Στην Καλών Τεχνών μπήκα για να σπουδάσω ζωγραφική, αλλά από τον πρώτο χρόνο έκανα περφόρμανς. Tο «Πολυτεχνείο» το έκανα το 1999, όταν ήμουν στο δεύτερο έτος. Την Καλών Τεχνών τη θυμάμαι με πολλή αγάπη, γιατί υπήρχε η Παπασπύρου, η οποία ήταν πάρα πολύ δοσμένη – σκληροπυρηνική κατάσταση. Ή είσαι ή δεν είσαι, κι αν δεν είσαι, δεν υπάρχεις. Δεν μπορούσες να μην πας στη σχολή, στο εργαστήριο.
Στην Καλών Τεχνών γαλουχείς το τέμπο, τον ρυθμό της καλλιτεχνικής παραγωγής, αυτό που λέμε καλλιτεχνικό έργο. Αν δεν έχεις το παράδειγμα προς μίμηση, δεν μπορείς ούτε κι εσύ να δημιουργήσεις, να φτιάξεις το δικό σου τέμπο. Το ζήτημα είναι πώς καταφέρνει ένας καλλιτέχνης να σε εμπνεύσει ώστε ως νέος καλλιτέχνης να αποκτήσεις τον δικό σου ρυθμό, τη δική σου «ιδιορρυθμία», όπως λέει ο Μπαρτ. Είναι εκπληκτικό, υπάρχει και στον μοναχισμό αυτό πάρα πολύ, δηλαδή ότι είμαστε μια κοινότητα, αλλά σεβόμαστε την ιδιορρυθμία. Μέσα από τη μουσική αρχίζεις να αποκτάς αυτή την ευαισθησία και την απόλαυση των διαφορετικών ρυθμών. Αυτό κάνει η Καλών Τεχνών.
• Όταν ξεκίνησα να κάνω περφόρμανς δεν ήξερα καν τι ήταν, μετά πήγα στη βιβλιοθήκη και άρχισα να ψάχνω. Όλοι λέγανε «κάνω δράση» και δεν το καταλάβαινα ακριβώς. Υπήρχαν καλλιτέχνες που έκαναν δράσεις, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, τη συγκεκριμένη εποχή, το μέσο της περφόρμανς ήταν επέκταση ενός άλλου μέσου ή είχε την έννοια της κοινωνικής παρέμβασης, της παρεμβατικότητας στον δημόσιο χώρο. Στο κομμάτι της αρχιτεκτονικής συνεχίζει να είναι κοινωνική δράση, αλλαγή του χάρτη.
• Για το «Πολυτεχνείο» μού έκαναν τρεις μηνύσεις για προσβολή της δημοσίας αιδούς –παρότι δεν ήμουν γυμνή– και πήγα με την Κούρτοβικ στο δικαστήριο. Είναι τρομερό. Και ο μόνος λόγος που ήμουν ντυμένη ήταν γιατί ήθελα όντως να κρατήσει, γιατί η «παρτιτούρα» του έργου ήταν η εξής: «αυτό το υποκείμενο μπροστά στην πύλη, απέναντι απ' την πύλη, απέναντι απ' την Ιστορία, γίνεται η μνήμη, το μνημείο που βλέπει την Ιστορία, που αποκρίνεται στην Ιστορία». Και η ιδέα ήταν ότι εγώ θα μείνω έτσι, ακίνητη, μέχρι που να φύγει όλη η πορεία από τον χώρο του Πολυτεχνείου και να μείνει άδεια η πύλη, μόνη της. Και μένει αυτό το υποκείμενο μόνο του, να συνεχίζει να κοιτάζει.
Επειδή ήξερα ότι θα διαρκούσε τουλάχιστον τρεις ώρες μέχρι να μαζευτεί όλος ο κόσμος και να ξεκινήσει η πορεία προς την Αμερικανική Πρεσβεία, δεν ήθελα να με σταματήσουν, ήθελα να απλωθεί το έργο στη συνολική του διάρκεια. Όταν πήγαμε στο δικαστήριο, εξήγησα ότι ήταν εικαστικό έργο που έγινε για να «αφυπνίσει» και όχι για να προσβάλει, και έδινα προσκλήσεις στους δικαστές για την πρώτη μου ατομική έκθεση στην Gazon Rouge.
• Στη Νέα Υόρκη πήγα το 2006. Πήρα πέντε υποτροφίες για να σπουδάσω στο Κολούμπια και έμεινα δέκα χρόνια. Πηγαινοέρχομαι ακόμα, έχω επαφή, φίλους, αλλά δεν θέλω να ζήσω μόνιμα εκεί, γιατί το καλλιτεχνικό έργο δεν πρέπει να περιχαρακώνεται χωροταξικά. Πρέπει να διευρύνεται, συνέχεια να προσπαθεί να δει με ποιον τρόπο μπορεί να υπάρξει σε διαφορετικούς τόπους, σε διαφορετικές συνθήκες, και για μένα το να επιστρέψω στην Ελλάδα ή το να είμαι στην Ελλάδα γι' αυτό που είναι το εργαστήριο είναι κάτι πολύ καινούργιο.
Τη βλέπω πολύ διαφορετική την Αθήνα και την Ελλάδα απ' ό,τι όταν ήμουν εδώ ως φοιτήτρια. Επίσης, όταν είμαι εδώ δεν αισθάνομαι ότι είμαι ακριβώς εδώ, φέρω κάποιες εμπειρίες, παίρνω από αυτές που έχω εδώ και τις πάω αλλού. Οι καλλιτέχνες είναι δορυφόροι, αν δεν μπορούν να μεταδώσουν και να πάρουν με ευκολία, δεν μπορούν να παραγάγουν έργο. Όταν έφευγα για την Αμερική, έλεγα «φτιάχνω τη γέφυρα μιας αρχαίας αυτοκρατορίας, που έχει παρακμάσει, και μιας νέας, που πρόκειται να παρακμάσει». Έτσι τη βλέπω την Αμερική. Και παρακμάζει. Αυτό είναι για μένα και οι δύο τόποι.
• Με τα χρόνια κατάλαβα ότι ο τρόπος δουλειάς σου, η προσωπική σου πορεία και η διαδικασία που ακολουθείς μπορούν να φανούν χρήσιμα στους άλλους. Μετά από πολλά χρόνια δουλειάς έχω μια δική μου πρακτική, που με συνοδεύει ως προετοιμασία και ως αποθεραπεία από έργα περφόρμανς που έχουν σωματική και ψυχική επιβάρυνση. Κάνοντας αυτές τις τεχνικές σε μορφή εργαστηρίων με βάση την περφόρμανς, είδα ότι βοήθησαν τους ανθρώπους, άρχισε να καλυτερεύει η φυσική και ψυχική τους κατάσταση και άρχισα να αναρωτιέμαι μήπως αυτή η πρακτική, της οποίας η βάση είναι η τέχνη, η αισθητική, μπορεί να γίνει και κάτι άλλο που να περιέχει τη συνθήκη της ίασης. Έτσι κι αλλιώς, τα έργα περφόρμανς, καθώς διαρρηγνύουν και το δημόσιο και το ιδιωτικό, γίνονται βάση για να συμβεί αποσυμπίεση και ανάρρωση.
• Η ίαση είναι πρακτική, με όλη την έννοια που αυτό προϋποθέτει, την πρακτική της καθημερινότητας, την πρακτική του πώς αφουγκράζομαι το σώμα μας, τον εαυτό μας σε σχέση με κάποιον άλλον. Ξεκίνησα αυτή την πρακτική στη Νέα Υόρκη δέκα χρόνια πριν και την περίοδο της documenta έκανα τα μεγάλα εργαστήρια, όπου είδα ότι δεν λειτουργεί σε ομάδα, έτσι ξεκίνησα τις ένας προς έναν συνεδρίες με πρωτόκολλο ανωνυμίας και την υποστήριξη τριών πόλων, των ιδρυμάτων ΤAVROS στην Aθήνα, Μimosa House στο Λονδίνο, De Appel στο Άμστερνταμ, και στον χώρο τέχνης Ύλη[matter]HYLE, που είναι και το εργαστήριό μου. Μια πρακτική που είναι προσωπική γίνεται εργαλείο και τρόπος για να αισθανθεί κάποιος καλά σωματικά.
Δεν μπορεί να είναι όλοι καλλιτέχνες και δεν μπορεί να είναι όλοι τεχνίτες. Ο τεχνίτης έχει το πρότυπο αλλά στην τέχνη δεν υπάρχει ανάθεση μέσω προτύπου, η παραγωγή του έργου τέχνης συμβαίνει γιατί υπάρχουν κάποιοι που μπορούν να δημιουργήσουν τη γλώσσα τους και να τη δώσουν σε όλους.
• Ένα έργο περφόρμανς, ακριβώς επειδή είναι εικαστικό έργο, δεν το έχω γράψει, το έχω φανταστεί, το έχω διακρίνει, και τη στιγμή που γίνεται, υπάρχει. Η περφόρμανς, ως τέχνη, δεν είναι ούτε παραστατική ούτε αναπαραστατική ακριβώς, είναι η γέφυρα που ενώνει αυτά τα δύο και τα κάνει κάτι παραπάνω από τέχνη.
• Η περφόρμανς δημιουργεί μια άλλη ρίζα σε αυτό που λέμε «αξία του έργου» και στην αγορά της τέχνης. Επειδή δεν υπάρχει η ιδιώτευση, η περφόρμανς δεν λειτουργεί με τα κριτήρια της ιδιοκτησίας όπως ένα οποιοδήποτε αντικείμενο ή προϊόν. Δεν έχει υλική υπόσταση, αλλά παράγει υλικό, οπότε πώς μπορείς να την ανταλλάξεις; Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο η περφόρμανς είναι ένα τόσο σύγχρονο μέσο και από τα πιο ριζοσπαστικά στον χώρο των εικαστικών τεχνών, γιατί παίρνει το στοιχείο των παραστατικών τεχνών και το διευρύνει σε τέτοιο επίπεδο, το κάνει τόσο δημόσιο. Δεν μπορεί να το αγοράσει ο άλλος, να το πάρει σπίτι του, αλλά το κάνει δικό του τη στιγμή της εμπειρίας, τη στιγμή που συμβαίνει. Από τη στιγμή που είναι συμβάν, υπάρχει επειδή έχει μάρτυρες.
• Ανακοινώθηκε η θέση μου στην Καλών Τεχνών, αλλά δεν έχω ξεκινήσει ακόμη, περιμένω να ορκιστώ για να ξεκινήσω. H περφόρμανς είναι από τα πιο σύγχρονα μέσα, ενώνει τις παραστατικές και τις αναπαραστατικές τέχνες, δημιουργεί υβρίδια, καινούργιους τρόπους. Είναι ένα διεπιστημονικό μέσο και θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να βυθιστεί κανείς μέσα σε αυτό.
• H τέχνη δεν είναι μια ιδιότητα του ανθρώπου, είναι ο ίδιος άνθρωπος, το σώμα, η κοινωνία, ο τρόπος που φτιάχνονται οι κοινωνίες, ο κόσμος, η ρυμοτόμηση, η αρχιτεκτονική. Η τέχνη δεν είναι το επιπλέον αλλά η ουσία του, είναι αυτό που είναι ο άνθρωπος, ο πολιτισμός.
• Μου αρέσει να περπατάω, να κάνω βόλτες με τα πόδια, και ο λόγος που ζω στο κέντρο είναι επειδή μου αρέσουν οι αλλαγές της ώρας και οι διαφορετικές διαδρομές από τα Εξάρχεια στην Κυψέλη, απ' την Κυψέλη στα Πατήσια και από κει στον Κολωνό. Είμαι παιδί της πόλης, δεν μπορώ χωρίς την πόλη. Λατρεύω στην Αθήνα το ότι είναι πολυποίκιλη, τώρα ακόμα περισσότερο. Παλιότερα δεν ήταν τόσο ενδιαφέρουσα, τώρα κάθε μέρα έχει και κάτι καινούργιο να ανακαλύψεις. Η πόλη πρέπει να είναι ένας τόπος σαν το σφουγγάρι, δεν είναι πέτρα, αυτό είναι η μητρόπολη.
• Αυτό που προσβάλλει την αισθητική μου είναι όταν θεωρεί κάποιος ότι είμαι ίδια με αυτόν και δεν έχει την περιέργεια να με ανακαλύψει, να με γνωρίσει. Δεν υπάρχει τίποτα ίδιο. Μπορεί να έχουμε όλοι δύο πόδια, δύο χέρια, να είμαστε όμοιοι, αλλά δεν είμαστε ίδιοι. Προσβάλλει την αισθητική μου όταν μου μιλάει κάποιος και νομίζει ότι με ξέρει. Ε, όχι, δεν με ξέρεις, έλα να ανακαλύψουμε ο ένας τον άλλον με αυτή την αυθόρμητη περιέργεια της ανακάλυψης. Αυτό είναι για μένα αισθητική.
• Υπάρχει μια καχυποψία στον χώρο της τέχνης, γιατί εδώ θεωρούν ότι τέχνη είναι κάτι επιπλέον, ένα χόμπι που κάποιος το εξασκεί επειδή μπορεί, επειδή έχει την ευχέρεια, κοινωνική και οικονομική. Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο πολλοί από εμάς να δίνουμε την εντύπωση ότι κάνουμε τέχνη επειδή μπορούμε. Κάνουμε τέχνη επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς και κάποιοι από εμάς, τους καλλιτέχνες, δεν θέλουμε να γίνουμε ούτε εργάτες ούτε αφεντικά.
• Η κατάσταση στα εικαστικά στην Ελλάδα είναι μεταιχμιακή, ειδικά μετά την documenta. Υπήρχε αυτό το φούσκωμα ότι κάτι συμβαίνει, αλλά τώρα πρέπει να δούμε τι συμβαίνει όντως. Θεωρώ, επίσης, ότι συμβαίνει στην τέχνη αυτό που έχει συμβεί και στην οικονομία της Ελλάδας: έχει στηριχτεί στην παροχή υπηρεσιών, στο service και όχι στην παραγωγή και στην υποστήριξή της. Όλη η οικονομία, ειδικά τα τελευταία δέκα χρόνια της κρίσης, έχει στηριχτεί σε αυτό. Όταν αυτό συμβεί στην τέχνη, δεν είναι τέχνη πλέον, αλλά τεχνική. Οπότε, είμαστε σε ένα μεταιχμιακό στάδιο, όπου κάποιοι από εμάς πρέπει να αποφασίσουν αν θα κάνουν τέχνη ή θα παρέχουν υπηρεσίες ως τεχνίτες.
Δεν μπορεί να είναι όλοι καλλιτέχνες και δεν μπορεί να είναι όλοι τεχνίτες. Ο τεχνίτης έχει το πρότυπο αλλά στην τέχνη δεν υπάρχει ανάθεση μέσω προτύπου, η παραγωγή του έργου τέχνης συμβαίνει γιατί υπάρχουν κάποιοι που μπορούν να δημιουργήσουν τη γλώσσα τους και να τη δώσουν σε όλους. Η ελληνική γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι η δική του γλώσσα, αλλά ανήκει σε όλους. Η περφόρμανς που κάνω εγώ είναι η δική μου περφόρμανς, δεν είναι η περφόρμανς γενικά.
Υπάρχει μια καχυποψία στον χώρο της τέχνης, γιατί εδώ θεωρούν ότι τέχνη είναι κάτι επιπλέον, ένα χόμπι που κάποιος το εξασκεί επειδή μπορεί, επειδή έχει την ευχέρεια, κοινωνική και οικονομική. Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο πολλοί από εμάς να δίνουμε την εντύπωση ότι κάνουμε τέχνη επειδή μπορούμε.
• Αν η κοινωνία συνεχίσει να βρίσκεται σε υποτέλεια, δεν θα μπορεί να δημιουργήσει τέχνη.
• Το έργο μου «Βαθιά Πληγή» παρουσιάζεται στην πρόσοψη της γκαλερί Breeder για να βρίσκεται σε συνεχή δημόσια θέα. Πρέπει να τη δεις την πληγή, ότι υπάρχει, για να πάρεις την πληροφορία που χρειάζεσαι ώστε να ξέρεις τι συμβαίνει, για να μπορέσεις ή να την επουλώσεις, να την θεραπεύσεις, ή να την ανοίξεις ξανά, για να δημιουργηθεί καινούργια πληροφορία. Η πληγή είναι πληροφορία, είναι αυτό που μας κάνει διαφορετικούς, δηλαδή το πώς σ' εσένα έχει εντυπωθεί η μνήμη ενός πράγματος, μιας συνθήκης. Δεν μπορεί κανείς να μείνει αλώβητος, ούτε οι κοινωνίες είναι αλώβητες. Δεν μπορείς να τις προστατεύσεις τόσο, ώστε να μην πληγωθούν ποτέ, γιατί μέσα από αυτήν τη διαδικασία της αναγνώρισης της πληγής μπορεί να γίνει αλλαγή και μετάλλαξη.
• Η πληγή είναι πληροφορία. Ο τρόπος που επουλώνεις την πληγή σε κάνει αυτό που είσαι, ο τρόπος που θεραπεύεσαι και που πας παρακάτω. Είναι αυτό που σε κάνει να είσαι αυτό που είσαι.
Η Γεωργία Σαγρή παρουσιάζει το έργο της «Deep Cut» στην γκαλερί The Breeder, στην πρόσοψη του κτιρίου της οδού Ιάσονος, στον Δημόσιο Χώρο, από τις 11/6.
Η ερευνητική της πρακτική IASI (Recovery: ΙΑΣΗ), που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2020 στο Mimosa House στο Λονδίνο, φιλοξενείται αυτή την περίοδο στον χώρο TAVROS, στην Αθήνα, και θα συνεχιστεί στο Ίδρυμα De Appel, στο Άμστερνταμ (2021).
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
Το νέο τεύχος της LIFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ
σχόλια