VASSILIKOS
Amazing Grey
[Inner Ear]
Θεωρητικά πρόκειται για το τέταρτο προσωπικό άλμπουμ του Βασιλικού, αλλά πρακτικά είναι το πρώτο του, αφού είναι το μόνο που περιλαμβάνει αποκλειστικά δικά του τραγούδια και όχι διασκευές. Το λέμε, γιατί εδώ και μια δεκαετία ήταν κάπως παροπλισμένος στ' ακούσματά μας ο Βασιλικός, αφού νομίζαμε πως ό,τι ήταν να δώσει το είχε δώσει με τους Raining Pleasure, και πως δεν του απέμενε τίποτ' άλλο πια από εκείνο τον σίγουρο μα ακίνδυνο ρόλο, δίπλα σε άλλα μεγάλα ονόματα του τραγουδιού μας, να διασκευάζει Αττίκ ή Τσιτσάνη.
Να όμως δέκα χρόνια μετά (δέκα χρόνια μετά το "Vintage" του 2009), που έρχεται να μας διαψεύσει. Γιατί, εδώ, ο Βασιλικός βρίσκει ξανά τη δύναμη να γράψει πρωτότυπα ποπ τραγούδια, με πολλά συν και ίσως ένα κάποιο μείον. Ας ξεκινήσουμε απ' αυτό το τελευταίο...
Θεωρούμε «μείον», για μια τέτοια δουλειά, ουσιαστικής επανεμφάνισης του τραγουδοποιού, να μην υπάρχει ένα σταθερό σχήμα πίσω του, αλλά το στούντιο και κάποιοι περιστασιακοί μουσικοί εδώ κι εκεί. Ίσως αυτό να είναι δικαιολογημένο λόγω του grey του τίτλου (και του χρώματος του βινυλίου), που αντανακλά προφανώς τις «γκρίζες μέρες», που γράφτηκαν αυτά τα συχνά φωτεινά (και άρα amazing) τραγούδια, αλλά δεν παύει σαν γεγονός να επιδρά στη δύναμη των σκοπών του (των συνθέσεων τού Βασιλικού εννοούμε), που φέρνουν στη μνήμη μας εδώ κι εκεί τις μεγάλες μέρες του παλιού του συγκροτήματος.
Ο Βασιλικός ξέρει να γράφει τραγούδια για το μεγάλο κοινό και αυτό δεν κρύβεται. Το αν θα το βρει το μεγάλο κοινό ή αν θα το ξαναβρεί βεβαίως μπορεί να είναι ένα θέμα προς συζήτηση, που δεν αφορά όμως σ' αυτή καθ' αυτή την αξία των συνθέσεών του.
Κι είναι καλό αυτό; – για να περάσουμε, σιγά-σιγά, και στα θετικά. Φυσικά και είναι καλό, αφού κανείς δεν πρέπει να αγνοεί το παρελθόν του, αλλά πατώντας πάνω σ' εκείνο να φτιάχνει κάτι καινούριο. Είναι σημαντικό, με άλλα λόγια, να βλέπεις στην καινούρια δουλειά κάθε τραγουδοποιού ψήγματα, φανερά και λιγότερο φανερά της διαδρομής του, ωραία ενταγμένα στο σήμερα, που να κουβαλάνε μνήμες, δίχως να αγνοούν το νέο.
Διαθέτει λοιπόν τα τραγούδια που μπορούν να κάνουν τη διαφορά το "Amazing Grey" και πρώτο ανάμεσα σ' αυτά θα τοποθετούσαμε το "The opposite of love", που είναι εξαίρετο από όποια πλευρά και να το δεις.
Vassilikos - The Opposite Of Love (Official Audio)
Ο Βασιλικός ξέρει να γράφει τραγούδια για το μεγάλο κοινό και αυτό δεν κρύβεται. Το αν θα το βρει το μεγάλο κοινό ή αν θα το ξαναβρεί βεβαίως μπορεί να είναι ένα θέμα προς συζήτηση, που δεν αφορά όμως σ' αυτή καθ' αυτή την αξία των συνθέσεών του.
Καλό τραγούδι είναι και το επόμενο, το "Tik boom crash", με τον Βασιλικό να δείχνει άνεση μεγάλου τραγουδιστή (όχι πρωτόφαντο), γράφοντας και πιο απλά (αν το θέλει), δίχως ιδιαίτερες υπαρξιακές περιπλοκές όσον αφορά στους στίχους, μα και σε σχέση με τα μέτρα. Το λέμε, γιατί το επόμενο τραγούδι του, το "You wouldn't last a day in my head", διαθέτει ένα πολύ δυνατό «ανέβασμα», που θα μπορούσε να επέχει και ρόλο ρεφρέν ("I wish that I was missing you..."), πριν ακολουθήσει ένα δεύτερο με chorus ("You wouldn't last a day in my head..."), που υποβαθμίζει το αρχικό και ωραιότερο.
Το "Blue", που είναι κι αυτό ωραίο τραγούδι και κλείνει την πλευρά, δείχνει το γιατί ο Βασιλικός θα μπορούσε να ήταν ο καλύτερος μαθητής του Freddie Mercury, απευθυνόμενος δυνητικά σ' ένα πλατύτερο ακροατήριο (και πέραν της χώρας εννοούμε). Φωνή με εύρος και άνεση, με ηχόχρωμα γλυκό, άψογη (η φωνή) τόσο στις υψηλές περιοχές, όσο και στις χαμηλότερες. Δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο, για να είσαι ένας «τέλειος» τραγουδιστής για όλους.
Στην ίδια γραμμή και το "Amazing grey", που ανοίγει τη δεύτερη πλευρά, ένα sunshine pop τραγούδι ("There's a place where we're all beautiful / and all we have is all we need"), που αναδεικνύεται από την crooner-ίστικη ερμηνεία του Βασιλικού – αν και από 'κει κάτω δεν ακούμε άσματα στα ίδια στάνταρντ των προηγουμένων. Ή για να είμαστε περισσότερο ακριβείς δεν ακούμε άσματα με κάποιο hook, που θα είναι πάντα απαραίτητο (το hook) μέσα στο ποπ περιβάλλον.
Ίσως να εμφανίζονται εδώ και κάποιες «άλλες» επιθυμίες του τραγουδοποιού, για κάτι περισσότερο σύνθετο, εσωστρεφές, απαιτητικό, δύσκολο, βαρυφορτωμένο, μπαρόκ... πώς αλλιώς να το χαρακτηρίσουμε; Μένουν βεβαίως και σ' αυτές τις περιπτώσεις ("Venus in an ambulance") κάποια ξεπετάγματα, κάποια μέτρα, κάποια ρεφρέν, που δείχνουν τις ικανότητες του Βασιλικού να ξαφνιάζει πάντα ευχαρίστως.
Χαιρετίζουμε, λοιπόν, την επανεμφάνιση του τραγουδοποιού στη δισκογραφία, για πρώτη φορά με δικό του υλικό, και ευελπιστούμε σε μιαν ανάλογη ή και ακόμη καλύτερη συνέχεια.
SOKRATIS SINOPOULOS QUARTET
Metamodal
[ECM Records / AN Music]
Ο λυράρης (βασικά πολίτικη λύρα) Σωκράτης Σινόπουλος, γνωστός από τις δεκάδες συμμετοχές του, για να μην πoύμε εκατοντάδες, στη δική μας δισκογραφία (συναντάμε το όνομά του σε άλμπουμ των Μάνου Αχαλινωτόπουλου, Ευανθίας Ρεμπούτσικα, Θανάση Παπακωνσταντίνου, Χρίστου Τσιαμούλη, Ross Daly και πολλών άλλων), κατόρθωσε από νωρίς να εμφανισθεί σε διεθνείς παραγωγές (κυρίως σε άλμπουμ της Loreena McKennitt), κάνοντας εντύπωση με το υψηλής αισθητικής παίξιμό του. Τη λύρα του Σινόπουλου χρειάστηκαν επίσης η Ελένη Καραΐνδρου (στα άλμπουμ της στην ECM) και ακόμη ο Charles Lloyd στο αθηναϊκό κονσέρτο του με την Μαρία Φαραντούρη (που, και αυτό, έγινε δίσκος από τη γερμανική εταιρεία).
Μουσικός, με συνθετική διάσταση αυτοδύναμη, ο Σινόπουλος δεν άργησε να δει κι έναν πρώτο δικό του δίσκο στην ECM, το "Eight Winds" το 2015, κάτι που επαναλαμβάνεται τώρα, με το "Metamodal", ένα άλμπουμ (CD) που υπογράφεται, όπως και το προηγούμενό του, από το Sokratis Sinopoulos Quartet.
Ποιοι αποτελούν το κουαρτέτο του Σωκράτη Σινόπουλου, περάν του ιδίου που χειρίζεται πολίτικη λύρα; Ο πιανίστας Yann Keerim, ο κοντραμπασίστας Δημήτρης Τσεκούρας και ο ντράμερ Δημήτρης Εμμανουήλ. Αυτοί οι τέσσερις μουσικοί προτείνουν, στο "Metamodal", οκτώ συνθέσεις (του Σινόπουλου) και έναν 4λεπτο ομαδικό αυτοσχεδιασμό, ακριβώς στο τέλος του δίσκου.
Οι συνθέσεις του Σινόπουλου είναι jazz όχι απ' ευθείας, αλλά εξ αντανακλάσεως. Βασικά είναι συνθέσεις «σύγχρονης μουσικής» με σαφείς αναφορές στη λεγόμενη κλασική οθωμανική μουσική (που, φυσικά, είχε και βυζαντινές άκρες), στην κλασική μουσική της Δύσης (στην chamber διάστασή της) και βεβαίως στον τροπικό αυτοσχεδιασμό (που έφερε και επέβαλε, κατά μίαν έννοια, στην jazz, ο George Russell, το 1953, με την έκδοση του περίφημου βιβλίου του Lydian Chromatic Concept of Tonal Organization).
Έχοντας αυτά κατά νου, και διαθέτοντας βεβαίως τη συνθετική ευχέρεια να μεταμορφώνει όλα τα επιμέρους σε κάτι αποκλειστικώς δικό του, ο Σωκράτης Σινόπουλος δημιουργεί μέσω του "Metamodal" ένα αυτόνομο έργο, που μαγεύει κατά τόπους ("Red thread") ή ταξιδεύει τον ακροατή σε άλλους τόπους ("Metamodal II – Illusions"). Σημαντική η συνεισφορά, οπωσδήποτε, του rhythm section (Τσεκούρας, Εμμανουήλ), αλλά πολύ σημαντική ταυτοχρόνως και η παρουσία του πιανίστα Keerim, ο οποίος, σε συνδυασμό με τις μελωδίες που αναπτύσσει στη λύρα ο Σινόπουλος, δημιουργεί zen καταστάσεις.
Δεν ξέρουμε αν υπάρχει μια πολύ μεγάλη «αναφορά» εδώ, και εννοούμε τις (μυστικιστικές) μουσικές των Gurdjieff-De Hartmann, αλλά δεν θα μας παραξένευε καθόλου αν επιβεβαιωνόταν.
«Άλλο» άκουσμα, που απαιτεί και «άλλους», εσωτερικώς, ακροατές. (Ό,τι μπορούμε κάνουμε...).
THE SCREAMING FLY
Trip to Venus
[Psychotik Dream, Psychoing Comics / Sound Effect Records]
Να πούμε αυτό που πρέπει να πούμε χωρίς μισόλογα; Να το πούμε. Το "Trip to Venus" των Αθηναίων Screaming Fly είναι ένα άλμπουμ κλάσης. Από τα καλύτερα rock, που μπορείς ν' ακούσεις οπουδήποτε. Όχι μόνον από μουσικούς που δρουν στην Αθήνα ή όπου αλλού στην Ελλάδα, αλλά παντού.
Αντιλαμβάνεστε τι εννοούμε, όταν λέμε «παντού». Πως στο μέτρο των ακουσμάτων του ο καθένας δεν θα συναντήσει εύκολα, αυτή τη στιγμή, άλμπουμ στην παγκόσμια ροκ δισκογραφία, που να είναι ταυτοχρόνως τόσο σφοδρό, τόσο ουσιαστικό και τόσο γεμάτο, όπως το "Trip to Venus". Γιατί, κακά τα ψέματα, πολλοί μπορεί να ομνύουν στο rock του '60 (beat, r&b, garage, ψυχεδελικό κ.λπ.), αλλά ελάχιστοι θα πρέπει να είναι εντελώς υπερήφανοι γι' αυτά που μας προτείνουν (το λέμε εμείς τούτο, όχι τα συγκροτήματα για τον εαυτό τους, που βγάζουν ό,τι βγάζουν και καλά κάνουν).
Οι Screaming Fly, πάντως, οφείλουν να είναι πεπεισμένοι για την αξία αυτής τής προσφοράς τους και άρα να το χαίρονται και να το γιορτάζουν αναλόγως. Και κάπως έτσι το ροκ-διαμάντι τους οφείλουμε να το προσέξουμε και να το τοποθετήσουμε –τώρα, εγκαίρως, ο καθένας από τη μεριά του, χωρίς μεμψιμοιρίες– εκεί όπου πραγματικά αξίζει. Στην κορυφή και μόνον εκεί.
Διαβάσαμε στο δίκτυο πως το συγκρότημα υπάρχει από το 1992, τόσο πίσω, αλλά εμείς το προσέξαμε μόλις πριν από λίγα χρόνια (2011), όταν κυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ του, το "Super Zero". Κι εκείνο το CD ήταν πολύ καλό, δυνατό, ευθύβολο, αν και προσανατολισμένο, πιο πολύ, προς τον «σκληρό» ήχο (όχι με προφανείς sixties αναφορές δηλαδή, ούτε βεβαίως post-rock και άλλες τέτοιες βαρεμάρες).
Δεν ξέρουμε τι μπορεί να μεσολάβησε από τότε –αν και δεν έχει ιδιαίτερη σημασία–, όμως το "Trip to Venus" είναι μια τελείως διαφορετική περίπτωση. Μια ακόμη πιο ολοκληρωμένη και ακόμη πιο ολοκάθαρη εικόνα.
The Screaming Fly - Dimension X
Ο Stef κιθάρα, φωνή, ο Stash μπάσο και ο C.L. ντραμς ετοιμάζουν, για το "Trip to Venus", έξι κομμάτια, που είναι το ένα καλύτερο από τ' άλλο και όλα, από «άριστα» και πάνω. Κομμάτια, που δρουν όλα μαζί σαν «ένα σώμα», σαν ένα «ψυχεδελικό σώμα», που πυρώνονται και λιώνουν με τη γέννησή τους, πλημμυρίζοντας το χώρο.
Γράφουμε με ενθουσιασμό για το "Trip to Venus" των Screaming Fly, αλλά πιστεύουμε μέχρι κεραίας όσα λέμε... και λέμε και λίγα.
THEO KAPILIDIS ΝΕΟPLATONIC TRIO
TO EN
[Puzzlemusik]
Neoplatonic Trio; Πολύ περίεργο όνομα για σχήμα. Για ένα jazz-trio επί του προκειμένου οδηγημένο από τον κιθαρίστα Θόδωρο Καπηλίδη, που τα τελευταία-αρκετά χρόνια ζει και δρα στην Ελβετία. Εκεί, στη Ζυρίχη, είναι ηχογραφημένο και το πιο πρόσφατο CD του (Ιούλιος 2018, Utogrund Studio), που τιτλοφορείται "TO EN". Δίπλα στον Καπηλίδη, σ' αυτό το session, συναντάμε τους Florian Egli άλτο σαξόφωνο, άλτο κλαρίνο και Maxim Paratte ντραμς, ενώ και οι τρεις μουσικοί χειρίζονται (και) ηλεκτρονικά εφέ.
Ο Καπηλίδης είναι από παλαιά γνωστός στην ελληνική τζαζ σκηνή – από την εποχή του Electric Jazz Trio στα τέλη των eighties (ο αδελφός του Νίκος Καπηλίδης ήταν στα ντραμς και ο Γιώτης Κιουρτσόγλου στο μπάσο). Κατά καιρούς είχε υπενθυμίσει και δισκογραφικώς την παρουσία του, αλλά φαίνεται πως τα πιο πρόσφατα χρόνια έχει βρει πιο τακτικούς βηματισμούς, καταγράφοντας συχνότερα τις τζαζ απόψεις του. Και αναφερόμαστε σε τρία CD (2014-2016) της καλής ελβετικής εταιρείας Unit, στα οποία ο Καπηλίδης έχει δυνατή συμμετοχή (εξάλλου τα δύο απ' αυτά τα άλμπουμ αποτελούν προσωπικές δουλειές του).
Στο παρόν ο Καπηλίδης είναι επηρεασμένος από την νεοπλατωνική φιλοσοφική θεώρηση τού Πλωτίνου (203-270 μ.Χ), στη βάση της οποίας βρίσκεται ΤΟ ΕΝ, το Πρώτον – που μπορεί να σημαίνει «Θεός» ή κάτι άλλο τέλος πάντων και που σε κάθε περίπτωση στέκεται πάνω από την Ύλη και το Πνεύμα.
Τώρα, βεβαίως, τι μπορεί να σημαίνει τούτο από πρακτικής πλευράς, σε σχέση με ό,τι ακούμε στο CD... μάλλον τίποτα, αλλά δεν έχει σημασία. Κάθε καλλιτέχνης έχει το δικαίωμα να δηλώνει (όσα θέλει να δηλώσει) με τους τίτλους των άλμπουμ ή των συνθέσεών του, από τη στιγμή που μας προτείνει «καθαρή» μουσική και όχι μουσική με λόγο (ώστε να γίνονται πιο σαφείς και οι αναφορές του).
Λοιπόν, οι μουσικές των Θόδωρου Καπηλίδη / Neoplatonic Trio είναι αξιολογότατες. Κατ' αρχάς το setting χωρίς μπάσο έχει ένα ενδιαφέρον από μόνο του, όπως επίσης ενδιαφέρον έχουν το πώς μελωδούν τα δύο άλτο όργανα και βεβαίως τα επιστημονικώς τοποθετημένα εφέ, που είναι αυτά που πρέπει να είναι (δίχως να επηρεάζουν αποφασιστικά το τελικό ακρόαμα – βασικά μιλάμε για κάποιες «ουρές»).
Οι συνθέσεις, που είναι οκτώ στον αριθμό και που έχουν μάλλον μικρές (για jazz) διάρκειες, είναι μεστές με ωραία μελωδική διαχείριση, κινούμενες σε μέσα και αργά tempi. Υπό αυτή την έννοια διαθέτουν μιαν αίσθηση ενατένισης, παραπέμποντας κάποιες φορές στον ECM-ήχο (κι έτσι ίσως να αποκτούν κι ένα πιο χειροπιαστό νόημα οι φιλοσοφικές αναφορές).
Στις συνθέσεις του Θόδωρου Καπηλίδη (και οι οκτώ δικές του) διακρίνονται επίσης πλείστα όσα παραδοσιακά στοιχεία, τα οποία προβάλλονται τόσο από τον ίδιο στην κιθάρα, όσο και από τον Egli στα πνευστά (άκου το "Pontus Euxinus" π.χ.). Υπάρχουν, επίσης, στιγμές που ηχούν κάπως πιο cosmic ("Metanoia") και άλλες που σε κερδίζουν με την απλότητα και την εκφραστικότητά τους ("Memories").
Τέλος υπάρχει και "TO EN", το τρίλεπτο έσχατο track του άλμπουμ, στο οποίο ο Καπηλίδης δημιουργεί μόνος του κλίμα και ατμόσφαιρα (με ηχοχρώματα, που φέρνουν στη μνήμη Terje Rypdal), πιο κοντά αυτή τη φορά σε space περιβάλλοντα. Ωραίο σαν κλείσιμο!
ODYSSEAS TZIRITAS
Butterflies
[Private Pressing]
Διαβάσαμε στο δίκτυο πως ο συνθέτης, τραγουδοποιός και κιθαρίστας Οδυσσέας Τζιρίτας (γιος του επίσης μουσικού Στυλιανού Τζιρίτα) είναι μόλις 17 ετών. Στην περίπτωσή μας δηλαδή έχουμε να κάνουμε μ' ένα πολύ νέο παιδί, που ασχολείται με τη μουσική και που έχει ήδη έτοιμο το πρώτο του CD, το οποίον αποκαλεί "Butterflies".
Η αλήθεια είναι πως δεν μας δίνεται συχνά η ευκαιρία να γράφουμε για δίσκους πολύ νέων ανθρώπων, κάτω των 20 ετών εννοούμε, πράγμα που σημαίνει πως η δισκογραφία, όσον αφορά στους νεαρούς μεμονωμένους δημιουργούς και όχι κατ' ανάγκην στα γκρουπ (που μπορεί να έχουν και κάποιο μέλος τους δεκαεφτάρη) δεν λειτουργεί ως αυτοσκοπός – ή ίσως να μην είναι και τόσο φιλική προς αυτούς, προς τους νέους δηλαδή, σαν χώρος και σαν κύκλωμα, ποιος ξέρει....
Μπορεί διάφορα νέα παιδιά –και λέμε τώρα για την ελληνική πραγματικότητα– να ηχογραφούν αυτό το επονομαζόμενο trap, βγάζοντάς το ψηφιακά, αλλά και πάλι δύσκολα θα βρεις, και σ' αυτό το χώρο, κάποιους 17χρονους, που να έχουν να παρουσιάσουν ολοκληρωμένο έργο, όπως συμβαίνει με την περίπτωση τού Τζιρίτα. Άρα, εδώ έχουμε κάτι όχι συνηθισμένο, που χρήζει βεβαίως μιας ιδιαίτερης προσοχής.
Κατ' αρχάς εκείνο που φαίνεται με την περίπτωση του Τζιρίτα είναι πως ο άνθρωπος αυτός έχει ακούσματα. Έχει ακούσει rock, funk, jazz, hip hop και δεν ξέρουμε τι άλλο ακόμη. Αυτό δεν είναι αυτονόητο. Όσο και αν όλη η μουσική είναι πλέον στο πιάτο δεν ξέρουμε αν είναι εύκολο ένας έφηβος να επιλέξει ν' ακούσει κάτι που φτιάχτηκε και ολοκληρώθηκε πριν καν να γεννηθεί. Το ν' ακούς... πεθαμένα πράγματα μπορεί να είναι ίδιον των γέρων, αλλά με τους νέους τι συμβαίνει; Είναι ένα θέμα. Ας κρίνουμε λοιπόν αυστηρά αυτό που ακούμε – αδιαφορώντας για το γεγονός πως προέρχεται από ένα νέον άνθρωπο. Είναι πιο τίμιο αυτό.
Ο Οδυσσέας Τζιρίτας γράφει ενδιαφέρουσα ή και πολύ ενδιαφέρουσα μουσική, που σχετίζεται βασικά με το rock, τo funk, το blues και το fusion. Γενικά η μουσική του είναι μαύρη (black music όπως λέμε), κατακρατώντας και σύγχρονα στοιχεία (r&b, hip hop κ.λπ.), έχοντας ένα συγκεκριμένο χρώμα – το οποίο δυσκολευόμαστε να προσδιορίσουμε.
Θα γράφαμε, ίσως, για κάτι προς Parliament / Funkadelic, των nineties έστω, τύπου "Presents Dope Dogs", αν και, τελικά, όλα τούτα δεν έχουν και τη μεγαλύτερη σημασία. Σίγουρα, το "Butterflies" είναι ένα άλμπουμ που μπορεί να το ακούσουν άνετα οι γεροντότεροι, αλλά δεν ξέρουμε αν μπορούν να το ακούσουν το ίδιο άνετα και οι συνομήλικοι του 17χρονου Οδυσσέα – που μπορεί να ασχολούνται με τη μουσική και με τα κουμπιά, αλλά μουσική δεν ξέρουν.
Ο Οδυσσέας και μουσική ξέρει και γράφει καλά ή και πολύ καλά ή και πάρα πολύ καλά και τέλος πάντων ο... ουρανός είναι δικός του.
FREEDOM CANDLEMAKER
Beaming Light
[Inner Ear]
Freedom Candlemaker είναι το νέο προσωπικό όχημα-project τού τραγουδοποιού Λευτέρη Μουμτζή. Ο Μουμτζής μάς είναι γνωστός όχι μόνο από τους προσωπικούς δίσκους του (μαζί κι εκείνοι που έγραψε ως J.Kriste / Master of Disguise), αλλά και από τις παρουσίες του σε γκρουπ, κυπριακά ή μη, όπως οι Trio Tekke, οι Σωτήρες, οι Stelafi, ενώ τον συναντάμε σαν «συμμετοχή» και σε άλμπουμ των Μιχάλη Σιγανίδη, Lüüp, Isaac's Cello, Θανάση Παπακωνσταντίνου κ.ά.
Ο Μουμτζής είναι ένας ιδιαίτερος δημιουργός κάθε δουλειά τού οποίου έχει αναμφισβήτητο ενδιαφέρον. Το ίδιο ενδιαφέρον (και κάτι παραπάνω) είναι και το παρόν "Beaming Light", ένα LP (και CD και digital), που διαφέρει σε γενικές γραμμές από τα προηγούμενά του, όντας πιο pop, πιο «ανοιχτό», πιο σαφές και μελωδικό, χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στην επανάληψη και την ευκολία.
Το άλμπουμ διαθέτει εξαιρετικά τραγούδια, να το πούμε χωρίς μισόλογα, τα οποία προωθούν μια κάπως, ή και χωρίς-το-κάπως, feel-good διάθεση. Και το κάνουν, το ξαναγράφουμε, δίχως τις τυπικές ευκολίες, που απαιτούν, συχνά, τα τραγούδια για τον «πολύ κόσμο» (είτε στις μουσικές είτε στα λόγια).
Πράγμα που σημαίνει πως ο Μουμτζής (που εδώ, εκτός από το να γράφει μουσικές, στίχους και να τραγουδά, παίζει ακόμη μπάσο, κιθάρα, πιάνο, σύνθια, fender, ντραμ-μασίν και κρουστά) έχει συγκεκριμένα και υψηλά στάνταρντ κατά νου, τα οποία και εκπληρώνει σ' έναν το ίδιο υψηλό βαθμό και με τη βοήθεια των συνεργατών του, δηλαδή των Μιχάλη Καπηλίδη ντραμς, Δημήτρη Χατζηζήση κιθάρες, βιολί, strings, όπως και των έξι guests (Βασίλης Βλαχάκος, Χρίστος Χατζηχρίστου, Φώτης Σιώτας, Στυλιανός Ιωαννίδης, Μικαέλα Τσαγκάρη, Ορέστης Μπενέκας) σε διάφορα όργανα ή φωνές. Το αποτέλεσμα φαίνεται, ακούγεται και το ευχαριστιέσαι στον υπέρτατο βαθμό.
Πρώτο κομμάτι το "Abyssal sky", με τα φανταχτερά eighties πλήκτρα του, τα έξοχα κιθαριστικά passages και την ωραία ερμηνεία του Μουμτζή. Ακολουθεί το "Astral body", που κάπως μας ξενίζει στην αρχή, αλλά έχει εξαιρετικά ρεφρέν, που σε αποζημιώνουν (πάντα με δυνατή δουλειά στα πλήκτρα).
Freedom Candlemaker - Astral Body (Official Video)
Το "Journey" επίσης έχει ενδιαφέρον σαν τραγούδι, που ανεβαίνει ακόμη περισσότερο από τα φωνητικά και τα ορχηστρικά μέρη. Στο "Miss Sadness" συνωθούνται πολλά από τα προτερήματα της τραγουδοποιίας τού Μουμτζή, οπότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι το αναμενόμενο. Ένα μέσου τέμπο pop gem, που φέρνει στο νου τους καλύτερους Talk Talk από τα μέσα του '80. Η πλευρά θα κλείσει με το "Flawless rays of sun", τραγούδι που στηρίζει πολλά στα φωνητικά του Μουμτζή, αλλά και στον τρόπο ανάπτυξης (με τη σταδιακή προβολή της έντασης, που ολοκληρώνεται λίγο πριν το τέλος). Εξαιρετικό track, από τα ωραιότερα του LP.
Στη Side B το "Playground" αποτελεί μιαν ωραία αρχή. Πλήκτρα και κιθάρες οικοδομούν έναν γερό «τοίχο», πάνω στον οποίο τα φωνητικά προσθέτουν νέα pop vibes. Ώρες-ώρες νομίζουμε πως τέτοια κομμάτια, στην Ελλάδα, έχουν ν' ακουστούν από τις καλύτερες μέρες των Raining Pleasure – και αυτή δεν είναι μικρή κουβέντα. Το "False hopes" είναι το πιο ωραίο τραγούδι τού "Beaming Light". Έχει μαγική ανάπτυξη, ωραίους στίχους κι έναν «αέρα» british pop, που το κάνει ασυναγώνιστο. Μάλιστα, από τη μέση και μετά η απογείωση είναι καθηλωτική.
Το ίδιο και το "Frost". Τι εννοούμε; Πως τα τραγούδια του Μουμτζή δεν είναι προβλέψιμα στην εξέλιξή τους. Μπορεί πολλά απ' αυτά να ξεκινούν κάπως υποτονικά να μοιάζουν κάπως αναμενόμενα στις πρώτες στροφές, όμως στην πορεία εμφανίζουν ποικίλες διακυμάνσεις. Αλλάζουν. Εμπλουτίζονται ενοργανικά. Ανεβαίνουν. Έτσι συμβαίνει και με το "Frost". Άλλα έτσι συμβαίνει και με το "Silent song" που ακολουθεί και που είναι, ίσως, το πιο τελετουργικό κομμάτι του άλμπουμ, διαθέτοντας ένα ακόμη εντυπωσιακό τελείωμα.
Τελευταίο track στο LP μπορεί να είναι το "Of the universe", ένα electro-pop-rock άσμα, που παίζει εξ ίσου γερά και στα τρία επίπεδα (electro, pop και rock), όμως υπάρχει και κάτι ακόμη που κλείνει το CD και το digital. Λέμε για το "Unfulfilled", που σαν τραγούδι είναι το πιο φευγάτο τού "Beaming Light". Είναι αργό και με μια διαστρωμάτωση σε φωνητικά και κιθάρες, που το κάνει μοναδικό. Προσευχή!
Καθώς τελειώνει η πολλοστή ακρόαση αυτού του άλμπουμ νομίζουμε πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι αληθινά ξεχωριστό (ή και μοναδικό). Κάτι που δεν το αντιλαμβάνεσαι στον μέγιστο βαθμό κατά τη διάρκεια της ακρόασης, κάτι για το οποίο χρειάζεσαι χρόνο για να το συνειδητοποιήσεις.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ
Στην Αυλή των Μπουφόνων
[Μετρονόμος]
Ψάχνοντας στο δίκτυο (musicheaven.gr) για την περίπτωσή του Γιώργου Σταυρακάκη, διαβάσαμε αυτό: «Σε νεαρή ηλικία, ένα πρώτο βραβείο στο Παγκρήτιο Φωνητικό Φεστιβάλ τού ανοίγει το δρόμο για να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι. Εμφανίζεται με την κιθάρα του σε μπουάτ της Κρήτης τραγουδώντας ελληνικές μπαλάντες, ένα είδος τραγουδιού που ακόμα και σήμερα τον συγκινεί και τον εκφράζει. Σ' εκείνο το ξεκίνημα είχε την τύχη να συναντηθεί και να συνεργαστεί για σύντομο χρονικό διάστημα με το μεγάλο και πρόωρα χαμένο συνθέτη Μάνο Λοΐζο, όπως επίσης και με τον στιχουργό Μανόλη Ρασούλη. Παράλληλα εκείνη την εποχή εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Το δωμάτιο"».
Τύπωσε κι άλλα βιβλία ο Σταυρακάκης στην πορεία, πριν εμφανισθεί για πρώτη φορά στη δισκογραφία με το άλμπουμ «Ρεσάλτο» [MINOS-EMI] το 1997. Έκτοτε τυπώνει και βιβλία και δίσκους, φθάνοντας σιγά-σιγά στο σήμερα – με το πιο πρόσφατο CD του, που έχει τίτλο «Στην Αυλή των Μπουφόνων», να μας δίνει την αφορμή για να πούμε αυτά τα λίγα λόγια (και για τον ίδιον και για το άλμπουμ του).
Να σημειώσουμε, για αρχή, πως ο Σταυρακάκης δεν τραβάει το πράγμα από τα μαλλιά, καθώς αυτή η πιο πρόσφατη δουλειά του περιέχει μόνο έξι-συν-ένα τραγούδια, έχοντας διάρκεια λιγότερο από μισή ώρα. Τούτο δείχνει κάτι. Πως ο άνθρωπος αυτός αρκείται στη μικρή και ελεγχόμενη ποσότητα, δίχως να εκβιάζει καταστάσεις. Έχει επίγνωση του μέτρου, όπως και της ποιότητας που αυτό (το μέτρο) κατά έναν τρόπο υπαγορεύει. Και είναι έτσι, τελικά, γιατί και τα εφτά τραγούδια τού CD «Στην Αυλή των Μπουφόνων» είναι από πολύ καλά έως και εξαιρετικά.
Από τα εφτά τούτα τραγούδια στα τέσσερα έχει γράψει μουσικές και στίχους ο Γιώργος Σταυρακάκης, ένα ανήκει στον Σταύρο Σταυρακάκη (γιος του), ένα είναι σε μουσική Σταύρου και στίχους Γιώργου (Σταυρακάκη) και ένα έχει μουσική Leonard Cohen και στίχους Γιώργου Σταυρακάκη – ναι, πρόκειται για μια διασκευή στο "Famous blue raincoat". Ας ξεκινήσουμε απ' αυτό το τελευταίο...
Ο ελληνικός τίτλος τού "Famous blue raincoat" είναι «Η ξύλινη πόρτα», τραγούδι ενορχηστρωμένο από τον Ελβετό Marco Zappa, όντας ηχογραφημένο, το 2012, στη Sementina (πόλη της Ελβετίας, κοντά στα σύνορα με την Ιταλία). Αληθινή διασκευή έχουμε εδώ. Και σε στίχους και σε ερμηνεία και σε ενοργάνωση και στο μουσικό άκουσμα, αφού «Η ξύλινη πόρτα» έχει πιο γρήγορο τέμπο από το πρωτότυπο. Παρένθεση. Αν το όνομα του Marco Zappa φαίνεται άγνωστο σε πολλούς, τότε να πούμε πως ο Zappa ηχογραφεί εξαιρετικά άλμπουμ από το 1976 και πως συνεργάζεται (στη δισκογραφία) με τον Σταυρακάκη από το 2004 και το CD του (CD του Zappa εννοούμε) "Sogni di Giorno". Κλείνει η παρένθεση.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ - Η Ξύλινη Πόρτα / (Famous Blue Raincoat - Leonard Cohen)
Τα υπόλοιπα tracks, τώρα, τα πρωτότυπα, είναι και αυτά πολύ καλά. Κατ' αρχάς ο Σταυρακάκης είναι εκφραστικότατος τραγουδιστής, ενώ η τέχνη του, γενικά, δεν σχετίζεται με το λεγόμενο «κρητικό ιδίωμα». Η folk-rock μπαλάντα είναι το βασικό αισθητικό πεδίο του (δίχως, πάντως, ηλεκτρικές εξαλλοσύνες), με τονισμένη την παρουσία του βιολιού, της ακουστικής κιθάρας, όπως και του λαούτου (εδώ η κρητική επιρροή είναι προφανής).
Φυσικά και ο Leonard Cohen αποτελεί «αναφορά» για τον Σταυρακάκη, αφού πέραν του "Famous blue raincoat" υπάρχει και το «Στον L.C.», ενώ τραγούδια σαν το φερώνυμο του άλμπουμ ή σαν το εισαγωγικό «Ηράκλειο» δεν τ' ακούς συχνά από σημερινούς ή και κάπως παλαιότερους τραγουδοποιούς.