Με αφορμή το ντοκιμαντέρ του Μάρτιν Σκορσέζε για τη θρυλική περιοδεία που πραγματοποίησε ο Μπομπ Ντύλαν με τον εκλεκτό του θίασο το 1975, με την ονομασία Rolling Thunder Revue, ο Ντέιβιντ Ρέμνικ, διευθυντής του New Yorker εδώ και μια εικοσαετία και ένας από τους πιο επιφανείς και καταξιωμένους δημοσιογράφους παγκοσμίως, κατέγραψε πριν από μερικές μέρες τις αναμνήσεις του από μια από τις συναυλίες εκείνης της περιοδείας, που, όπως γράφει, τον σημάδεψε όσο καμία άλλη στη ζωή του. Ανάμεσα στους διαπρεπείς προσκεκλημένους που ακολούθησαν τον Ντύλαν σ' εκείνο τη περίεργη, νοσταλγική αναβίωση των περιπλανώμενων θιάσων του μεσοπολέμου, ήταν ονόματα όπως η Τζόαν Μπαέζ, η Τζόνι Μίτσελ, ο Ρότζερ ΜακΓκουίν από τους Byrds, ο Μικ Ρόνσον από τους Spiders from Mars του Bowie αλλά και μεγαλειώδεις φυσιογνωμίες εκτός μουσικού κυκλώματος, όπως ο Άλεν Γκίνσμπεργκ στο ρόλο του συνοδού – σαμάνου και ο Σαμ Σέπαρντ που είχε αναλάβει να γράψει το σενάριο για την θεότρελη ταινία που ήθελε να γυρίσει ο Ντύλαν κατά τη διάρκεια εκείνης της απίστευτης περιοδείας...
«Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά δε νομίζω: η μουσική, ειδικά η ποπ μουσική, ποτέ δεν θα σε αγγίξει με πιο βαθύ και σπλαχνικό τρόπο από τότε που είσαι πολύ νέος. Έχει μάλλον κάτι να κάνει με την δίψα και αυτό το εύπλαστο στοιχείο που συνοδεύει τη ζωή σου εκείνα τα χρόνια καθώς έρχεσαι σε επαφή με μια μορφή τέχνης που είναι τόσο ακατέργαστη, χαρμόσυνη, ερωτική και αγνή. Αν έπρεπε να επιλέξω τη συναυλία της ζωής μου, εκείνη που με σημάδεψε έντονα και δεν φαίνεται να μειώνεται η δύναμή της με τα χρόνια, θα ήταν η στάση της τουρνέ Rolling Thunder Revue του Μπομπ Ντύλαν στο Γουόλταμ της Μασαχουσέτης, στις 22 Νοεμβρίου 1975 – ένα νανοδευτερόλεπτο στην ιστορία μετά το Γουότεργκεϊτ και την πτώση της Σαϊγκόν. Μόλις είχα τελειώσει το σχολείο...»
Αν είσαι τυχερός, κάποια στιγμή στη ζωή σου γίνεσαι μάρτυρας μιας αναλαμπής, ενός κλάσματος του τι έχει να προσφέρει η μουσική. Τυχαίες συναντήσεις της μοίρας και της στιγμής.
«Η ιδέα για την Rolling Thunder Revue είχε ως βάση μια ρομαντική επιστροφή στις μέρες των περιπλανώμενων θιάσων, των πανηγυριών, των καραβανιών με τα βαριετέ θεάματα. Ο Ντύλαν μόλις τον προηγούμενο χρόνο είχε επιστρέψει στις ζωντανές εμφανίσεις μετά από οχτώ χρόνια αποχής εξαιτίας του σοβαρού τραυματισμού του σε ατύχημα με τη μοτοσυκλέτα του αλλά και εξαιτίας των έντονων τάσεων φυγής του όσο γινόταν πιο μακριά από τους αναρίθμητους οπαδούς που επέμεναν να τον βλέπουν όχι ως τον δικαιούχο μιας μεγάλης μουσικής κληρονομιάς, αλλά ως προφήτη, πολιτικό μεγαλοπαράγοντα, «φωνή της γενιάς του...»
«Καλοκαίρι του 1975 ήταν ο Ντύλαν συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας ενός πλανόδιου καρναβαλιού με τον ίδιο επικεφαλής ενός πολυποίκιλου θιάσου ερμηνευτών και δημιουργών. Θα ταξίδευαν με πούλμαν και θα εμφανίζονταν σε «ταπεινά» μέρη χωρίς πολλές αναγγελίες και τυμπανοκρουσίες. Συνταγή για χάος, ίσως, αλλά σίγουρα πιο ενθουσιώδης για τον ίδιο προοπτική από την προβληματική περιοδεία που είχε κάνει το 1974 με τους Band».
«Στην πορεία, θα γύριζε και μια ταινία, στα πρότυπα, όπως έλεγε, ταινιών όπως το 'Πυροβολήστε τον πιανίστα' του Φρανσουά Τρυφώ και τα 'Παιδιά του παραδείσου' του Μαρσέλ Καρνέ. Το σενάριο είχε ανατεθεί στον Σαμ Σέπαρντ, ο οποίος κρατούσε και ένα ημερολόγιο της περιοδείας, μέρος του οποίου εκδόθηκε αργότερα. (Η ταινία γυρίστηκε τελικά με τίτλο 'Renaldo and Clara', διαρκεί τέσσερις ώρες και απευθύνεται αποκλειστικά σε φανατικούς της Ντυλανικής ιδιοσυγκρασίας. Την έχω δει τρεις φορές. Δεν θα την δω τέταρτη)...»
«Το τραγούδι που μου έχει μείνει εντονότερα στο μυαλό από εκείνη την εμφάνιση του θιάσου του Ντύλαν στο Γουόλταμ (και από τα bootlegs που ακολούθησαν) είναι το "Isis". 'Αυτό είναι ένα τραγούδι για τον γάμο', είχε ανακοινώσει ο Ντύλαν πριν ακουστεί η πρώτη συντριπτική συγχορδία του κομματιού. Και πράγματι ήταν μια ιστορία ειπωμένη με μυθολογικούς όρους σχετικά με την οδύσσεια ενός άντρα που παντρεύεται, αφήνει τη γυναίκα του, συναντά αγνώστους, περνά περιπέτειες, αποτυγχάνει στο κυνήγι θησαυρών, για να επιστρέψει, ικετευτικά, και πάλι στη σύζυγό του. Για να ερμηνεύσει το "Isis", ο Ντύλαν απογύμνωσε την κιθάρα του, μαστιγώνοντας το τραγούδι με ασύλληπτο μένος».
«Στις μέρες μας, όταν (και εφόσον) ο Ντύλαν σηκωθεί από το πιάνο στη διάρκεια μιας ζωντανής εμφάνισής του (την κιθάρα την έχει πρακτικά εγκαταλείψει), το κάνει με τον αέρα ενός crooner ερμηνευτή. Δεν ερμηνεύει απλώς τραγούδια του Σινάτρα, ενσαρκώνει συχνά το ρόλο του Σινάτρα ως ερμηνευτή. Το 1975 όμως, σε τραγούδια όπως το "Isis", υιοθετούσε ένα είδος πανκ λεονταρισμού: οι φλέβες στο λαιμό του τεντωμένες, το βλέμμα έντονο και διαπεραστικό, ο ιδρώτας να στάζει πάνω από τη θεατρική λευκή μπογιά στο πρόσωπό του, όλα στη φόρα, χωρίς συγκράτηση...»
«Αν είσαι τυχερός, κάποια στιγμή στη ζωή σου γίνεσαι μάρτυρας μιας αναλαμπής, ενός κλάσματος του τι έχει να προσφέρει η μουσική. Τυχαίες συναντήσεις της μοίρας και της στιγμής. Ήμουν πολύ μικρός για να προλάβω τις πρώτες ακουστικές εμφανίσεις του Dylan, την ηλεκτρική του αναβάπτιση στο φεστιβάλ του Νιούπορτ, την περιοδεία του 1966 με τους Band. Και δεν υπάρχει μηχανή του χρόνου να με στείλει να δω τον B.B.King στο Regal το 1964, τον James Brown στο Apollo, ή ακόμα πιο πίσω σε κάποια από τις τελευταίες εμφανίσεις της Billie Holiday στο Carnegie Hall το 1956. Η τύχη και ο χρόνος σε βρίσκουν όποτε σε βρουν. Η δική μου τυχερή στιγμή ήταν το Rolling Thunder Revue σ' ένα παλιό γυμναστήριο κολεγίου στη Νέα Αγγλία πριν από σαράντα πέντε σχεδόν χρόνια...»
σχόλια