ΑΝ ΚΑΤΙ ΦΑΙΝΕΤΑΙ να χαρακτηρίζει την techno σκηνή της Αθήνας σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια είναι η ραγδαία αύξηση των πάρτι ξένων διοργανώσεων καθώς και αυτών όπου την επιμέλεια ήχου, φωτισμού και διάθεσης κάνουν οι ίδιοι οι DJs. Μετά το Unreal Germany και το (αναβληθέν για την ώρα) Mama Told Ya, σειρά είχε το Photon, το επιτυχημένο πάρτι του Ben Klock.
Μπαίνοντας στο Universe, αμέσως πρόσεχες τη διαφορά στη διαρρύθμιση του χώρου σε σχέση με ό,τι συνηθίζεται: κυριαρχούσε το σκοτάδι και έμπαινες σε mood κατευθείαν. Σωστά μελετημένα ήταν τα φώτα, σε αρμονία με τη λιτή αισθητική του πάρτι· δεν εντυπωσίαζαν ούτε αποσπούσαν την προσοχή από αυτό που έχει σημασία, τον ήχο, που μάλιστα τον βρήκα βελτιωμένο σε σχέση με άλλα πάρτι που έχουν γίνει εκεί. Αν και η θερμοκρασία παρέμεινε εξαιρετική καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, ο χώρος γέμισε ασφυχτικά πολύ γρήγορα και μολονότι προσωπικά αυτό δεν με ενοχλεί πάντα, εγκυμονεί προφανείς κινδύνους.
Το πάρτι είχε μεγάλη διάρκεια, από τις 23:00 ως τις 9:00 το επόμενο πρωί, και το άνοιξε ο πρώτος «μαθητευόμενος» του Ben Klock, ο Fadhi Mohem. H εξέλιξή του έχει υπάρξει ραγδαία τα τελευταία χρόνια παρά το πολύ νεαρό της ηλικίας του, μετά τις άκρως επιτυχημένες εμφανίσεις στο Dekmantel στην Ολλανδία και τα ουκ ολίγα b2b sets με τον Klock. Δεν είναι από τους αγαπημένους μου, μια και βρίσκω τα sets του κάπως μονότονα και τον πρόλαβα μόνο λίγο, στο κλείσιμο.
Στην Αθήνα το Σάββατο ο Ben Klock έπαιξε καθαρούς, διακριτούς ήχους, μπήκε αμέσως στο θέμα χωρίς πολλές εισαγωγές, έχτιζε κλιμακωτά με ένταση και θυμό και, σε αντίθεση με πολλούς άλλους DJs που προτιμούν τη minimal techno, η ένταση αυτή κορυφωνόταν, ένιωθες μια έκρηξη συναισθημάτων και ενέργειας.
Σειρά είχε η Αdiel που, δίχως αμφιβολία και αν κρίνω από τον αριθμό των stories, έκλεψε ξεκάθαρα τις εντυπώσεις το Σάββατο. Η ταλαντούχα Ιταλίδα προτιμά να παίζει με βινύλια, τα οποία, πέραν της νότας νοσταλγίας, προσφέρουν πιο ζεστό ήχο και κυρίως πρόσβαση σε κομμάτια που δεν έχουν εύκολα άλλοι DJs.
Περιζήτητη ήδη σε μερικά από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής, δεν είναι τυχαίο το ενδιαφέρον που έδειξαν γρήγορα τόσο ο Ben Klock όσο και ο Marcel Dettmann γι' αυτήν. Πέρσι στο Techniques, στην Αθήνα, ήταν πολύ καλή, αλλά το set της φέτος ήταν πραγματικά καθηλωτικό. Ήταν γρήγορο, χορευτικό, «ζεστό» παρά τον minimal χαρακτήρα του και κορυφώθηκε με κάποια πολύ γοητευτικά κομμάτια μετά τη μέση του set. Θα ήθελα πολύ να τη δω να έρχεται μια φορά στην Αθήνα με ένα extended set μόνη της.
O εναλλακτικός Marron πήρε τη σκυτάλη και διάνθισε τη minimal techno με τον χαρακτηριστικό του πειραματικό ήχο. Δεν θυμάμαι να έχει έρθει τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα και είναι πάντα ευχάριστο να μη βλέπεις συνέχεια τα ίδια ονόματα. Συγκριτικά με την Adiel, που είχε προηγηθεί, βρήκα πως έριξε λίγο τη διάθεση με ένα σωστό, πλην επίπεδο set χωρίς αυξομειώσεις στην ένταση και στο ηχόχρωμα. Δεν με ξετρέλανε, ιδίως με αυτήν τη σειρά εμφάνισης, αν και, για να είμαι δίκαιος, δυνάμωσε προς το τέλος του set, και, αν κρίνω από τις αντιδράσεις και τα σχόλια, σίγουρα βρήκε το κοινό του.
Και φτάνουμε στον πρωταγωνιστή της βραδιάς, τον Ben Klock, που λίγα θα μπορούσαν να σε προετοιμάσουν γι' αυτό που θα άκουγες. O Γερμανός, με εμπειρία 25+ ετών στον χώρο, μεταφέρει με τη μουσική του στον κόσμο ακριβώς το νόημα και την ουσία της techno. Αν και μεγάλος και ικανός ως παραγωγός, οι απαράμιλλες ικανότητές του ως DJ τον έφτασαν εκεί που είναι, να καθορίζει τον ήχο της βερολινέζικης techno.
Είναι γνωστό πως το πιο σημαντικό στη μουσική αυτή είναι η συνέχεια, το δέσιμο των κομματιών, το χτίσιμο και η ένταση, αλλά μόνο όταν ακούσεις ονόματα σαν αυτά αντιλαμβάνεσαι το εύρος του ταλέντου αυτών των ανθρώπων και την ικανότητά τους να σου πουν μια ιστορία μέσα από τη μουσική τους, όχι απλώς να παίζουν το ένα τραγούδι μετά το άλλο. Με εντυπωσίασε περισσότερο από παλιότερα που τον είχα ακούσει (ίσως δεν είχα εκπαιδεύσει τόσο το αυτί μου ακόμη)· αντίστοιχης ποιότητας set νομίζω πως έχω ακούσει μόνο από τον Richie Hawtin.
Στην Αθήνα το Σάββατο ο Klock έπαιξε καθαρούς, διακριτούς ήχους, μπήκε αμέσως στο θέμα χωρίς πολλές εισαγωγές, έχτιζε κλιμακωτά με ένταση και θυμό και, σε αντίθεση με πολλούς άλλους DJs που προτιμούν τη minimal techno, η ένταση αυτή κορυφωνόταν, ένιωθες μια έκρηξη συναισθημάτων και ενέργειας. Η συνέχεια στο set ήταν άψογη και μερικά από τα κομμάτια τόσο αγνώριστα και προσαρμοσμένα στα μέτρα του Klock, που θύμιζε live DJ set, αποτελώντας βιτρίνα των δυνατοτήτων του. Υπενθύμισε πως η techno δεν χρειάζεται κινήσεις εντυπωσιασμού, μόνο γρήγορα BPMs, ένταση, πάθος και συνοχή. Ένα δίωρο τόσο συγκλονιστικό που όλοι όσοι ήμασταν εκεί θα θυμόμαστε για χρόνια.
Λίγο μετά τη μέση του set του Dax J (περασμένες πλέον 8) αποφάσισα πως είχε φτάσει η ώρα να κλείσω αυτήν τη βραδιά, όχι όμως γιατί ο Dax δεν ήταν καλός. Τουναντίον, είναι ένας από τους λίγους DJs που είναι τόσο συνεπείς σε αυτό που κάνουν και τόσο σταθερά καλοί, ανεξαρτήτως ώρας και μέρους που θα τους ακούσεις. Ρυθμός, σωστή επιλογή κομματιών και ενέργεια είτε κλείνει απογευματινό set είτε βγαίνει πολύ μετά τις πρώτες πρωινές ώρες και κρατά το ενδιαφέρον του κόσμου. Δεν ήταν άλλωστε τυχαίο πως ενώ τα πάρτι αδειάζουν αισθητά μετά τις 5-6 το πρωί, πολλοί έμειναν να ακούσουν τον Βρετανό DJ. Ένα μεγάλο «ναι» στα bespoke parties από το εξωτερικό με τον μοναδικό χαρακτήρα. Περιμένουμε τα επόμενα.
Feature: Ben Klock // Photon