Η BILLIE EILISH ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ της, το «Hit me hard and soft», σε μια περίεργη εποχή για την ποπ. Πέρσι σχολιάζαμε ότι δεν βγαίνουν πια μεγάλα άλμπουμ, όπως το εννοούσαμε παλιά. Φέτος, αυτή η διαπίστωση κάπως διαψεύστηκε λίγο με την κυκλοφορία μιας σειράς από δίσκους από τις μεγαλύτερες σταρ του πλανήτη. Δεν ήταν όλες καλές δουλειές. Για την ακρίβεια, στην πλειοψηφία τους ήταν απογοητευτικές.
Αναρωτιέμαι τι τις έπιασε ξαφνικά όλες, αλλά μάλλον θα μείνω με την απορία. Η Taylor Swift κυκλοφόρησε μία από τα ίδια, η τολμηρή στροφή της Beyoncé στην κάντρι ήταν στην καλύτερη αδιάφορη, ενώ κανείς δεν πήρε χαμπάρι το «Radical Optimism» της Dua Lipa. Κανένα από αυτά τα άλμπουμ δεν είναι ground-breaking ούτε δίνει τον τόνο της εποχής, εκτός κι αν μένεις στην Αμερική. Ένα αίσθημα απόλυτης βαρεμάρας, δυστυχώς, δεν έχει σταματήσει να πλανάται την τελευταία διετία πάνω από τη mainstream ποπ και μπορεί να διαφωνήσει κανείς όσο θέλει με τη συγκεκριμένη άποψη.
Σε αυτό το σκηνικό η Billie Eilish έκανε έναν δίσκο που μπορεί να μην ενθουσίασε ορισμένους, π.χ. το Pitchfork, που του έβαλε 6,8, αλλά δεν ακούγεται σαν τις παλιότερες δουλειές της. Μαζί με τον Finneas πειραματίζονται κι αυτό είναι καλό, ανεξαρτήτως του αν το αποτέλεσμα δεν τους βγαίνει πάντοτε. Από την άλλη, αν η Eillish ήθελε πραγματικά να πειραματιστεί, θα σούταρε τον αδελφό της από την παραγωγή.
Ίσως ο πιο ανάλαφρος δίσκος της μέχρι τώρα, που δεν μπορείς να τον κατατάξεις σε κάποιο συγκεκριμένο είδος και θυμίζει πολλά πράγματα. Οι «New York Times» τον χαρακτήρισαν συμβολικα ως «ένα άλμπουμ που αναπνέει».
Τα καλά νέα, όμως, είναι ότι είναι τόσο ταλαντούχος παραγωγός ο Finneas που κολακεύει την Billie, γεμίζοντας τα κενά που θα μπορούσαν να στοιχίσουν στην ακρόαση. Ο ρόλος του είναι εντελώς κόντρα, εν αντιθέσει με του Antonoff, π.χ., που πραγματικά κουράζει στο «The tortured poets department» με μια στάνταρ παραγωγή. Και τα κομμάτια του «Hit me hard and soft» μόνο στάνταρ δεν είναι.
Billie Eilish - «Birds of a feather» (Billie by Finneas)
Ίσως ο πιο ανάλαφρος δίσκος της μέχρι τώρα, που δεν μπορείς να τον κατατάξεις σε κάποιο συγκεκριμένο είδος και θυμίζει πολλά πράγματα. Οι «New York Times» τον χαρακτήρισαν συμβολικα ως «ένα άλμπουμ που αναπνέει». Για παράδειγμα, δεν μπορείς να προσδιορίσεις ακριβώς τις επιρροές του «Birds of the feather» με τα soulful φωνητικά ή αν το έχεις ξανακούσει κάπου, ούτε την ξαφνική χορευτική αλλαγή στα μέσα του «L’amour de ma vie». Μόνο στο «Dinner» ακούγεται σαν μια νεότερη Lana Del Rey.
Η ίδια φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει πλήρως ότι η φήμη της έχει φτάσει σε ένα τέτοιο επίπεδο που θα κάνει επιτυχία έτσι κι αλλιώς, θα γεμίσει στάδια, ενώ ήδη έχει κερδίσει ό,τι βραβείο κυκλοφορεί, συμπεριλαμβανομένου και του Όσκαρ. Ακόμη και αν αφήνει πίσω αυτό το μπαλλαντοειδές και σκοτεινό στυλ που την έκανε τόσο διάσημη και αγκαλιάσει τον ρυθμό, αυτό δεν θα αποξενώσει το κοινό που την ακολουθεί σε κάθε βήμα της. Μπορεί να ήταν κάτι που χαρακτήρισε τις αρχές της καριέρας της, αλλά δεν θα την καθορίσει στο μέλλον. Μπορεί να προσφέρει πολύ περισσότερα μουσικά και όχι απλώς να τυποποιηθεί ως έφηβη.
Αυτό τουλάχιστον είναι το μήνυμα που παίρνει ο ακροατής. Επομένως, κανένα άγχος για το αν τα κομμάτια της θα χιτάρουν, αυτό θα συμβεί αναπόφευκτα. Δεν αναζητά το εύκολο single, κι αυτό κάνει την ακρόαση του άλμπουμ πιο οργανική. Σε πρόσφατες δηλώσεις της, μάλιστα, κατέκρινε τη μουσική βιομηχανία και τις συναδέλφους της για την άπληστη πρακτική του να κυκλοφορούν διαφορετικές βερσιόν των άλμπουμ τους σε βινύλιο για να αυξήσουν τις πωλήσεις τους, οι φαν να τα αγοράζουν στον αιώνα τον άπαντα κι έτσι να παραμένουν στα τσαρτ – βλέπε Swift και Dua Lipa, ως τα πιο τρανταχτά παραδείγματα.
Billie Eilish - «Lunch» (Billie by Finneas)
Τώρα, θεματικά καταπιάνεται κυρίως με την εξερεύνηση της σεξουαλικότητάς της. Νωρίτερα το 2024 είχε αναφερθεί στο γεγονός ότι είναι αμφιφυλόφιλη αμυδρά σε μια συνέντευξή της στο «Variety», προκαλώντας πανικό, χωρίς να θέλει ακριβώς να κάνει coming out. Στο άλμπουμ το κάνει με τον δικό της τρόπο: στο έντονα λεσβιακό και απολαυστικό «Lunch» εκφράζει τα λαγνά συναισθήματά της για μια γυναίκα, ενώ συχνά αναφέρεται με θηλυκές αντωνυμίες στο αντικείμενο του πόθου της.
Στο «Skinny» επανεξετάζει τη σχέση της με τη φήμη της μέσα από έναν αποτυχημένο έρωτα κι αυτό είναι ίσως το μοναδικό κομμάτι-συνδετικός κρίκος με την προηγούμενη δουλειά της «Happier than ever». «Am Ι acting my age now?» αναρωτιέται και ακούγεται ακόμα πιο ώριμη και συγκεντρωμένη σε όσα θέλει να πετύχει – αν της έχει ξεφύγει και κάτι.
H Billie Eilish τραγουδά για όσα αφορούν την ηλικία της. Στην άλλη πλευρά του νομίσματος βρίσκουμε την Beth Gibbons των Portishead να κάνει το ίδιο, στο ντεμπούτο σόλο της άλμπουμ. Είναι ενδιαφέρουσα αυτή η αντιπαραθεση, σαν να συγκρίνεις ανατολή και δύση. Οι δυο αυτές κυκλοφορίες βγήκαν την ίδια εβδομάδα και συζητήθηκαν εξίσου. Και μπορεί το «Lives Outgrown» να μη φιγουράρει ουσιαστικά σε κανένα τσαρτ, αλλά είναι ίσως ένας από τους πιο σημαντικούς δίσκους της χρονιάς.
Beth Gibbons - «Floating on a moment» (Official Video)
Αν και είναι δυνάμει η πρώτη της σόλο δουλειά, εκτός Portishead είχε κυκλοφορήσει πριν από 22 χρόνια και το «Out of season», μια συνεργασία της με τον Rustin Man (τον Paul Webb από τους Talk Talk), ενώ έχουν περάσει 16 χρόνια από το τρίτο άλμπουμ του γκρουπ. Το «Lives Outgrown», από τη στιγμή που ανακοινώθηκε, έκανε 11 χρόνια να κυκλοφορήσει. Με τι ασχολούνταν όλο αυτό το διάστημα;
Πειραματιζόταν, απ' ό,τι φαίνεται, και ζούσε γι’ αυτό – στο «Lives Outgrown» γράφει στίχους που έχουν να κάνουν με τη ζωή της. Έχει κλείσει πια τα 59 και, όπως γράφει στο δελτίο τύπου που συνοδεύει το άλμπουμ: «Οι άνθρωποι άρχισαν να πεθαίνουν. Όταν είσαι νέος, δεν γνωρίζεις ποτέ την κατάληξη, πώς θα εξελιχθεί το πράγμα. Λες "θα το ξεπεράσουμε, θα είναι καλύτερα". Κάποιες φορές το τέλος χωνεύεται δύσκολα».
Τα 10 τραγούδια του άλμπουμ έχουν να κάνουν κυρίως με το πέρασμα του χρόνου, τη μητρότητα, τη θνητότητα και τη θλίψη. Η μελαγχολία βρίσκεται στο επίκεντρο και μοιάζει κάπως εκτός εποχής τώρα που αρχίζουν οι ζέστες και μπαίνει επίσημα το καλοκαίρι. Είναι το μόνο αρνητικό που μπορείς να του προσάψεις, όσο αξιοθαύμαστο κι αν είναι π.χ. ένα τραγούδι για την εμμηνόπαυση, κάτι που δεν νομίζω να έχει επιχειρήσει κανείς στα χρονικά τόσο ξεκάθαρα όσο το κάνει στο «Oceans», ή το στοιχειωτικό «Floating on a moment» με μικρές ηχητικές βινιέτες αισιοδοξίας και το ζοφερό ρεφρέν «All going nowhere».
Ηχητικά ο δίσκος κινείται περισσότερο σε φολκ μονοπάτια. Την παραγωγή αυτήν τη φορά έχει αναλάβει ένα άλλο μέλος των Talk Talk, ο Lee Harris. Μεγαλειώδεις chamber pop ενορχηστρώσεις, στοιχεία free jazz, το έντονα φιλμικό «Whispering Love» σου παγώνει και ταυτόχρονα σου ζεσταίνει το αίμα. Ίσως είναι το κύκνειο άσμα της, ίσως πάλι όχι.
Beth Gibbons - «Oceans»