Αναμφισβήτητα, είτε σου αρέσει η μουσική του είτε όχι, ο John Grant είναι μία από τις ενδιαφέρουσες και ιδιαίτερες προσωπικότητες της δεκαετίας. Πίσω από το παρουσιαστικό του ψηλού, εύσωμου άντρα με τα πυκνά γένια, την μπάσα φωνή και το αυστηρό βλέμμα κρύβεται ένας ευαίσθητος άντρας με βεβαρυμένο ιστορικό.
Στους τρεις προσωπικούς του δίσκους, οι οποίοι μαρτυρούν τη μεταμόρφωσή του από έναν μελαγχολικό τραγουδοποιό σε έναν δυναμικό περφόρμερ ηλεκτρονικής μουσικής, έχει καταφέρει να εκφράσει τον κόσμο του με αυτοσαρκαστικούς στίχους γεμάτους αναφορές στις ερωτικές του απογοητεύσεις, και τις ματαιώσεις του γενικώς. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το κλασικό πια «Ι wanted to change the world/ but I could not even change my underwear».
Νωρίτερα μέσα στον μήνα, ο 50χρονος Αμερικανός κυκλοφόρησε την τέταρτη δισκογραφική του δουλειά με τίτλο «Love is magic», με αναφορές στα synths των '80s και τις νεορομαντικές του φαντασιώσεις.
Στους τρεις προσωπικούς του δίσκους, οι οποίοι μαρτυρούν τη μεταμόρφωσή του από έναν εύθραυστο, μελαγχολικό τραγουδοποιό σε έναν δυναμικό περφόρμερ ηλεκτρονικής μουσικής, έχει καταφέρει να συμπεριλάβει την ψυχοσύνθεσή του με αυτοσαρκαστικούς στίχους γεμάτους αναφορές στις ερωτικές του απογοητεύσεις, στα όνειρα και τις αδυναμίες του.
Την ηχογράφησε σε συνεργασία με τον Βρετανό ηλεκτρονικό παραγωγό Benge και μέσα σε αυτήν υπάρχουν τραγούδια με ποικίλη θεματολογία. Σε ένα από αυτά μιλάει για το μίσος του προς τον Ντόναλντ Τραμπ («Smug Cunt»), σε κάποιο άλλο μονολογεί για την αγάπη του στα τρενάκια των λούνα παρκ, το «Diet Gum» είναι ένας φόρος τιμής στους Human League, το «Touch and Go» γράφτηκε ως μήνυμα συμπαράστασης και σεβασμού στην Chelsea Manning, ενώ το «Is he strange» είναι μία ακόμη γλυκόπικρη μπαλάντα του για το άδοξο τέλος ενός ερωτικού δεσμού.
Ο John Grant δηλώνει στις συνεντεύξεις του πως πρόκειται για την καλύτερη συλλογή τραγουδιών που έχει γράψει. Εκτός αυτού, όμως, η συγκεκριμένη συλλογή φαίνεται πως σηματοδοτεί το κλείσιμο των λογαριασμών με τους δαίμονες του παρελθόντος και το καλωσόρισμα ενός εφήμερου έστω συναισθήματος χαράς.
John Grant - Love Is Magic
Ο Grant γεννήθηκε το 1968 στο Buchanan του Mίσιγκαν και μεγάλωσε στο Parker του Κολοράντο. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε έναν βαθιά θρησκευόμενο κύκλο ορθόδοξων μεθοδιστών, ο οποίος κατέκρινε τη gay κλίση του, που άρχισε να εκφράζει από νωρίς.
Στο σχολείο, σε πολλές περιπτώσεις έπεφτε θύμα συναισθηματικής και σωματικής βίας, έτσι συνειδητοποίησε πως έπρεπε να δραπετεύσει το συντομότερο δυνατό από αυτό το συντηρητικό περιβάλλον. Έτσι, στα είκοσί του αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Γερμανία για να συνεχίσει εκεί τις σπουδές του στα γερμανικά, στα ισπανικά και στα ρωσικά.
Τελικά, το 1994 επέστρεψε στην πατρίδα του, στο Ντένβερ, για να σχηματίσει τους Czars, μια μπάντα εναλλακτικού ροκ, με τους οποίους κυκλοφόρησε έξι δίσκους μέχρι το 2004. Δεν κατάφεραν ποτέ να σημειώσουν κάποια μεγάλη επιτυχία, παρά μόνο να κερδίσουν ορισμένους οπαδούς από τον χώρο της indie.
John Grant - Pale Green Ghosts
Μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια ο Grant άρχισε τις καταχρήσεις και όταν έπιασε πάτο, σε μια περίοδο αλκοολισμού, ναρκωτικών και ευκαιριακού σεξ, όπως την έχει περιγράψει, η διάλυση της μπάντας ήταν αναπόφευκτη.
Τα επόμενα χρόνια εγκατέλειψε το Ντένβερ και τον κόσμο της μουσικής για να μετακομίσει στη Νέα Υόρκη και να δουλέψει αρχικά ως σερβιτόρος και αργότερα ως διερμηνέας ρωσικών σε ένα από τα νοσοκομεία της πόλης. Δειλά-δειλά, ξεκίνησε να ξαναπαίζει live, ανοίγοντας κατά κύριο λόγο για διάφορες μπάντες που περιόδευαν και επισκέπτονταν την αμερικανική μητρόπολη.
Μία από αυτές ήταν οι indie folk-rockers Midlake, οι οποίοι άκουσαν μερικά από τα καινούργια τραγούδια που είχε γράψει, μαγεύτηκαν από το ταλέντο του, τον κάλεσαν να περιοδεύσει μαζί τους στις ΗΠΑ και, τελικά, τον έπεισαν να συνεργαστούν για την ηχογράφηση του προσωπικού του ντεμπούτου.
To «Queen οf Denmark» κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2010 και αμέσως έγινε αποδεκτό ως ένα μελωδικό, συγκινητικό χρονογράφημα των καιρών μας, με τον John Grant να γίνεται the man of the hour και το success story του να μετατρέπεται σε κυρίως θέμα στην ύλη των μουσικών εντύπων και sites.
John Grant - Queen of Denmark
To 2012, ο Grant αποφάσισε να ανακοινώσει δημόσια στο κλείσιμο μιας συναυλίας του στο Λονδίνο πως είχε διαγνωστεί με HIV, εξηγώντας πως πρέπει να μιλάμε ανοιχτά για τα προβλήματά μας, αλλιώς υπάρχουν μόνο στο κεφάλι μας.
Λίγο καιρό αργότερα ταξίδεψε μέχρι την Ισλανδία, στο πλαίσιο του Airwaves Festival. Εκεί γνώρισε τον ντόπιο ηλεκτρονικό παραγωγό GusGus, με τον οποίο κόλλησαν αμέσως και αποφάσισαν να δουλέψουν μαζί για το νέο του άλμπουμ.
Παράλληλα, αγάπησε τους κατοίκους και την άγρια ομορφιά της χώρας, γι' αυτό αποφάσισε να περάσει περισσότερο χρόνο εκεί, να μάθει τη γλώσσα και τελικά να αγοράσει ένα σπίτι για τον ίδιο στο Ρέικιαβικ, όπου μέχρι πρότινος έμενε μαζί με τον σύντροφό του.
Το επόμενο έτος κυκλοφόρησε την δεύτερη προσωπική του δουλειά «Pale green ghosts», μέσω της οποίας επιχείρησε μια ομαλή στροφή προς πιο ηλεκτρονικό ύφος, η οποία εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από το βρετανικό κοινό, κερδίζοντας μάλιστα υποψηφιότητα στην κατηγορία του καλύτερου διεθνούς σόλο καλλιτέχνη στα Brit Awards του 2014.
Το 2014 συνυπέγραψε το τραγούδι της Ισλανδίας για τη Eurovision με τίτλο «No Prejudice»
Το ίδιο έτος συνυπέγραψε το τραγούδι της Ισλανδίας για τη Eurovision με τίτλο «No Prejudice» και ηχογράφησε εκ νέου αρκετά τραγούδια του, έχοντας στο πλευρό του τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του BBC. Το αποτέλεσμα ήταν καθηλωτικό και για μένα παραμένει η σπουδαιότερη ηχογράφηση της καριέρας του μέχρι σήμερα.
Τον Οκτώβριο του 2015 κατέφθασε στα ράφια των δισκοπωλείων το τρίτο, και πολύ διαφορετικό από τα προηγούμενα, άλμπουμ του «Grey tickles, black pressure», με το χιτάκι «Disappointing» να ξεχωρίζει.
Στις αρχές του επόμενου έτους έγραψε το τραγούδι «I don't want to hurt you» για τον τελευταίο δίσκο του Robbie Williams και έδωσε μια ιστορική συναυλία στο Royal Albert Hall με πολλούς, εκλεκτούς καλεσμένους, όπως ο Richard Hawley και η Kylie Minogue.
John Grant - Disappointing feat. Tracey Thorn
Νωρίτερα τη φετινή χρονιά συμμετείχε σε μία ακόμα κυκλοφορία, αυτήν της ηλεκτρονικής κολεκτίβας Creep Show, ενώ σήμερα ο Grant είναι πιο ευτυχισμένος από ποτέ, παρά τον χωρισμό του, και έτοιμος να ξεκινήσει περιοδεία για να προωθήσει την τέταρτη και καλύτερη, σύμφωνα με τον ίδιο, δισκογραφική του προσπάθεια με τίτλο «Love is magic».
Και αν αναρωτιέστε ακόμα τι σημαίνει μαγεία για τον ίδιο, ο Grant απαντά: «Να εκπλήσσομαι από την ελπίδα. Να κάνω το απροσδόκητο, δυνατό. Να είμαι ικανός να απολαμβάνω την κάθε μέρα ξεχωριστά μετά από χρόνια μάχης με την κατάθλιψη και τον φόβο. Να μην αναρωτιέμαι αν θα είναι όλα πάντα τόσο όμορφα».
σχόλια