Ένα από τα πιο κλασικά και δημοφιλή έργα του οπερατικού ρεπερτορίου, η Μποέμ του Πουτσίνι θα παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της Χριστουγεννιάτικης περιόδου στο θέατρο Ολύμπια. Η Εθνική Λυρική Σκηνή επιστρέφει σε μία από τις παλαιότερες παραγωγές της που αγαπήθηκαν από το κοινό, στην εκδοχή της από τη διάσημη Ιταλίδα σκηνοθέτρια Λίνα Βερτμίλερ.
Το μυστικό της τόσης επιτυχίας αυτής της όπερας βρίσκεται στην αυθεντικότητα της έμπνευσης του Πουτσίνι. Πρόκειται για την νοσταλγία της νιότης του.
Μποέμ (πρωτότυπος τίτλος La Bohème) είναι ο τίτλος όπερας τεσσάρων πράξεων του Τζιάκομο Πουτσίνι σε λιμπρέτο των Τζιουζέπε Τζακόζα και Λουίτζι Ίλικα που βασίστηκε στο μυθιστόρημα του Ανρί Μιρζέρ "Σκηνές από την Μποέμικη ζωή" (γαλλ. Scènes de la Vie de Bohème). Χαρακτηριστικότερο σημείο της είναι η άρια του τενόρου της πρώτης πράξης. Στην άρια αυτή θριάμβευσε ο Παβαρότι. Εδώ σε μια ηχογράφηση στη Μόσχα το 1964.
Λουτσιάνο Παβαρότι Che gelida manina (1964)
Μια όπερα που λατρεύουν οι νέοι
«Φτωχέ Πουτσίνι» έλεγαν οι θεατές ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη πράξη. «Αυτή τη φορά έχασε το δρόμο». Παρά την πένθιμη γκρίνια εκείνων των μυωπικών κριτικών γύρω από την όπερα το βράδυ της πρεμιέρας της στο Βασιλικό Θέατρο του Τορίνο την 1η Φεβρουαρίου του 1896, υπό τη διεύθυνση του Αρτούρο Τοσκανίνι. Η Μποέμ είναι σήμερα σε απόσταση πλέον των εκατό ετών η πλέον συχνά παρουσιαζόμενη όπερα σε ολόκληρο τον κόσμο μαζί με την Τραβιάτα και την Κάρμεν. Το μυστικό της τόσης επιτυχίας αυτής της όπερας βρίσκεται στην αυθεντικότητα της έμπνευσης του Πουτσίνι. Πρόκειται για την νοσταλγία της νιότης του. Η Μιμί, η πρωταγωνίστρια του είναι η ίδια η σύνθεση της νεότητας. Είναι ερωτευμένη με τον έρωτα διψασμένη για ζωή.
Το ύψιστο χαρακτηριστικό της Μποέμ είναι η μεγάλη ελευθερία στον έρωτα με την οποία λειτουργούν όλα τα πρόσωπα. Σπουδαστές καλλιτέχνες, μοδιστρούλες, γεμίζουν τους δρόμους της πόλης του φωτός χορεύοντας ξένοιαστα ανάμεσα στον Απόλλωνα και το Διόνυσο. Όχι άδικα, η Μποέμ θεωρείται μια όπερα που αρέσει και στις μικρές ηλικίες, γιατί συνδυάζει υπέροχο θέαμα, συγκινητική ιστορία, ακραία συναισθήματα και μοναδική μουσική. Πολλοί φίλοι της όπερας τη θεωρούν το πιο κατάλληλο έργο για να γνωρίσει και να αγαπήσει ένας νέος θεατής το λυρικό θέατρο. Η υπόθεση αφορά τον έρωτα ανάμεσα στον ποιητή Ροντόλφο και στη ράφτρα Μιμή με φόντο το παγωμένο Χριστουγεννιάτικο Παρίσι, από τη στιγμή που συναντιούνται έως το θάνατο της κοπέλας από φυματίωση. Ο Πουτσίνι με την μουσική του περιγράφει, όλη την παλέτα των συναισθημάτων - από τον μεγάλο έρωτα έως την απόγνωση.
Η Ιταλίδα σκηνοθέτρια Λίνα Βερτμίλερ με τον σκηνογράφο ενδυματολόγο Ενρίκο Γιομπ θέλησαν να παρουσιάσουν μια Μποέμ με διαφορετική οπτική στην παραγωγή της Λυρικής που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1997 και αναβιώνει τώρα στο Θέατρο Ολύμπια. Δεν ήθελαν μια Μιμή εξαρχής μελαγχολική και λυπημένη που κεντά λουλούδια και είναι ερωτευμένη με τον ποιητή Ροντόλφο, ενώ ασθενεί και οδεύει προς το θάνατο. Αντιθέτως επέλεξαν να παρουσιάσουν δύο νέους ανθρώπους που είναι αρραβωνιασμένοι με την ζωή - έφτιαξαν μια ατμόσφαιρα που μεταφέρει τη χαρά της ζωής και της νιότης. Εδώ μια σκηνή από την παράσταση του 1999 με την Μάτα Κατσούλη στο ρόλο της Μιμί.
Μποέμ, σκηνοθεσία Λίνα Βερτμίλλερ, Αθήνα 1999
Η σκηνοθέτρια Λίνα Βερτμίλερ γράφει για την Μποέμ
«Ο Πουτσίνι ήταν νέος, όταν ερωτεύτηκε τη Μιμί», γράφει η Λίνα Βερτμίλερ. «Τη χλωμή κοπελίτσα που από τα χέρια της ξεπηδούσαν λουλούδια και από την καρδιά της όνειρα. Ο νεαρός συνθέτης ζούσε στον στρόβιλο της μιλανέζικης μποέμικης ζωής και είχε βαθιά επιθυμία να καταλύσει τις συμβάσεις της λυρικής όπερας. Ήθελε να προτείνει το θέαμα στη μουσική με ένα νέο ένδυμα πιο κοντά στην πραγματικότητα της ζωής. Μα πέρα από όλα αυτά υπήρχε μέσα του μια παρόρμηση βιωματικού χαρακτήρα. Ο Πουτσίνι μοιραζόταν στο Μιλάνο τα βάσανα και τα θαύματα της νεότητας. Σπουδαστής του Ωδείου ζούσε σε μια καταπαγωμένη σοφίτα χωρίς δεκάρα. Οι φίλοι του ζωγράφοι, μουσικοί, ποιητές ήταν όλοι απένταροι αλλά και εύθυμοι και απελπισμένοι, δηλαδή μποέμ. Ζούσαν πέρα από τις αστικές συμβάσεις. Παρακολουθώντας κανείς την όπερα αισθάνεται πόσο οικεία υπήρξαν στον συνθέτη τα προβλήματα αυτής της γραφικής μιζέριας: το κρύο, η πείνα, το νοίκι, η αδυναμία εξερεύνησης χρημάτων για το θέατρο. Η ηρωίδα του, η Μιμί, όπως και τα λουλούδια της εκφράζει έναν κόσμο χρωματιστών ονείρων, ξενοιασιάς και έρωτα. Δεν είναι μια σεμνή, ταπεινή, γκρίζα και κάποιον τρόπο άθλια αρρωστιάρα. Η Μιμί δε ζητάει οίκτο, ζητάει τον έρωτα. Και ακριβώς μέσα από αυτή την νεκροφιλική διαίσθηση βλέποντας «αυτό το υπέροχο πρόσωπο άρρωστης» αναπηδά ο έρωτας του ποιητή Ροντόλφο για το εύθραυστο της ομορφιάς, αυτή τη σύντομη νεότητα που περνά όπως η ζωή ενός λουλουδιού. Τα λουλούδια που φτιάχνει η Μιμί έχουν μακροζωία αλλά είναι ψεύτικα και άοσμα. Τα λουλούδια που πεθαίνουν είναι τα αληθινά και ζωντανά, πάντα τα λουλούδια, ένα σύμβολο επαναλαμβανόμενο. «Θα χωρίσουμε την εποχή των λουλουδιών» τραγουδούν ο Ροντόλφο και η Μιμί καθώς απομακρύνονται στην ομίχλη.»
Θρυλική θεωρείται η παραγωγή του Φράνκο Τζεφιρέλι για τη Μετροπόλιταν Όπερα που έκανε πρεμιέρα στις 14 Δεκέμβρη του 1981 με τον Χοσέ Καρέρας ως Ροντόλφο και την υπέροχη Τερέζα Στράτας ως Μιμί. Ο σκηνοθέτης περιγράφει στην αυτοβιογραφία του οτι λίγο πριν την πρεμιέρα, η Στράτας, που υπέφερε απο το φόβο της σκηνής (stage fright) εξαφανίστηκε και τη βρήκε ο σκηνοθέτης σε ένα πεζοδρόμιο να κλαίει. Εδώ μια σκηνή από τις πρόβες τους.
Tζεφιρέλι και Τερέζα Στράτας στην πρόβα για την παράσταση της Μετροπόλιταν
Μποέμ, μια λέξη, ένα κίνημα που σαρώνει την τέχνη, τη μόδα και τη ζωή
Η λέξη Μποέμ έχει τις ρίζες της στους τσιγγάνους της Βοημίας, που δεν είχαν σταθερή στέγη. Τον 19ο αιώνα υιοθετήθηκε από τους Γάλλους για να προσδιορίσει έναν τρόπο ζωής γεμάτο φαντασία και προσωρινότητα, τυπικά γνωρίσματα μερικών κύκλων καλλιτεχνών και διανοουμένων της εποχής. Ως φαινόμενο οι μποέμ θα μπορούσαν δύσκολα να αναπτυχθούν εκτός από τη Γαλλία, αφού στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα τόσο η Ιταλία όσο και η Γερμανία δεν ήταν κράτη ενωμένα ενώ στη Βρετανία οι πανεπιστημιακές κοινότητες της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ βρίσκονταν μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Στο Καρτιέ Λατέν, μια από τις πιο ζωντανές περιοχές της παρισινής πρωτεύουσας η ζωή πολλών από αυτούς έμοιαζε , σε ότι αφορούσε την έλλειψη σταθερότητας με αυτή των τσιγγάνων της Βοημίας, τουλάχιστον έτσι ήθελαν να πιστεύουν οι νεαροί μποέμ.
Η όπερα των καλών χαρακτήρων
Ο Πουτσίνι δεν ενδιαφερόταν για τις μεγάλες ιδέες, ούτε για την πολιτική ενώ δεν είχε μεταφυσικές ανησυχίες. Θρησκεία και πολιτική εμφανίζονται μόνο περιστασιακά στα έργα του Τόσκα, ο Μανδύας, Αδερφή Αγγελική. Τον συνθέτη ενδιαφέρει ο έρωτας και ο πόνος της νέας και αδύναμης γυναίκας. Και ακριβώς επειδή κατανοεί τον πόνο αυτό, ο Πουτσίνι κατορθώνει να σώσει την μουσική του από τον κίνδυνο του φθηνού συναισθηματισμού και να την κάνει συγκινητική.
Μποέμ, η ταινία με τους Anna Netrebko, Rolando Villazón
Στην Μποέμ όλοι οι χαρακτήρες έχουν έντονα στοιχεία ρεαλισμού και προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τη ζωή του Ανρί Μυρζέρ, στο έργο του οποίου στηρίζεται η όπερα. Κάποιες από τις καταστάσεις προέρχονται από τη νεανική ζωή του Πουτσίνι. Ο βαθμός αληθοφάνειας του έργου είναι ακόμα μεγαλύτερος, ενώ το κοινό της εποχής μπορούσε να αναγνωρίσει στη σκηνή ανθρώπους και καταστάσεις που συναντούσε καθημερινά στους δρόμους. Αντίθετα προς τις άλλες όπερες του Πουτσίνι στην Μποέμ όλοι οι χαρακτήρες είναι αποδεδειγμένα καλοί, γεγονός που συμβάλλει ακόμα περισσότερο στη θετική διάσταση του έργου και την μεγάλη αποδοχή του από το κοινό. όλους του ήρωες τους χαρακτηρίζει μια παιδικότητα. Οι τέσσερις πράξεις του έργου είναι γεμάτες από καθημερινές κουβέντες, καταστάσεις και ανθρώπους.
Σύμφωνα με αρκετούς μελετητές η Μποέμ είναι η τελειότερη ανάμεσα στις παρτιτούρες του Πουτσίνι, εκείνη στην οποία το θέμα και το ύφος της μουσικής βρίσκονται σε απόλυτη αντιστοιχία και όπου η συνολική δραματική εντύπωση ελέγχεται με συνέπεια.
Μια σπουδαία Ευρωπαία σκηνοθέτης, η Λίνα Βερτμίλερ
Η Λίνα Βερτμίλερ υπήρξε πάντοτε ιδεολόγος, πρωτοπόρος και επαναστάτρια, ενώ αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο στον ευρωπαϊκό και διεθνή κινηματογράφο. Είναι η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης που προτάθηκε για βραβείο Όσκαρ στην ιστορία του θεσμού με την ταινία της Ο Πασκουαλίνο και οι 7 καλλονές. Θεωρείται ότι με το έργο της ανανέωσε τις αφηγηματικές φόρμες και τους χαρακτήρες της ιταλικής κωμωδίας συνθέτοντας μια φιλμογραφία πολιτικά αιχμηρή, με όπλο πάντα τη σάτιρα. Η διάσημη ιταλίδα σκηνοθέτρια με τον χαρακτηριστικό λευκό σκελετό γυαλιών χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη ματιά με την οποία προσεγγίζει τους χαρακτήρες των έργων της, ανατρέποντας τα στερεότυπα και τις κοινωνικές προκαταλήψεις. Αποφοίτησε από την Ακαδημία Θεάτρου της Ρώμης το 1951, ενώ στη συνέχεια απασχολήθηκε ως μαριονετίστρια σε παραστάσεις κουκλοθεάτρου, ηθοποιός, διευθυντής σκηνής, αλλά και συγγραφέας. Κομβικό σημείο στην καριέρα της υπήρξε η συνεργασία της με τον Φεντερίκο Φελλίνι στο θρυλικό 8 ½ , όπως και με τον ηθοποιό Τζιανκάρλο Τζιαννίνι, ο οποίος έχει πρωταγωνιστήσει στις περισσότερες ταινίες της.
Info:
Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι
Θέατρο Ολύμπια
6, 7, 10, 12, 13, 14, 28, 30, 31 Δεκεμβρίου 2014
Ώρα έναρξης: 20.00 (στις 31/12, ώρα έναρξης: 18.30)
Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός
Σκηνοθεσία: Λίνα Βερτμίλερ
Αναβίωση σκηνοθεσίας: Κατερίνα Πετσατώδη
Σκηνικά - κοστούμια: Eνρίκο Γιομπ
Φωτισμοί: Σπύρος Τζώρας
Διεύθυνση Χορωδίας: Aγαθάγγελος Γεωργακάτος
Διεύθυνση Παιδικής Χορωδίας: Μάτα Κατσούλη
Παίζουν:
Ροντόλφο: Λουτσάνο Γκάντσι (6, 12, 14, 28, 30/12) Γιάννης Χριστόπουλος (7, 10, 13, 31/12)
Μιμή: Τσέλια Κοστέα (6, 12, 14, 28, 30/12) Άννα Στυλιανάκη (7, 10, 13, 31/12)
Μαρτσέλλο: Διονύσης Σούρμπης (6, 14, 28, 31/12) Κύρος Πατσαλίδης (7, 10, 12, 13, 30/12)
Σωνάρ: Άκης Λαλούσης (6, 12, 14, 28, 30/12) Ζαφείρης Κουτελιέρης (7, 10, 13, 31/12)
Κολλίνε: Τάσος Αποστόλου (6, 12, 14, 28, 30/12) Πέτρος Μαγουλάς (7, 10, 13, 31/12)
Μουζέττα: Μαρία Μητσοπούλου (6, 12, 14, 31/12) Βασιλική Καραγιάννη (7, 13, 28/12) Κάτια Πάσχου (10, 30/12)
Μπενουά: Παύλος Μαρόπουλος (6, 12, 14, 28, 30/12) Παναγιώτης Αθανασόπουλος (7, 10, 13, 31/12)
Αλτσιντόρο: Χρήστος Αμβράζης (6, 12, 14, 28, 30/12) Κώστας Ντότσικας (7, 10, 13, 31/12)
Παρπινιόλ: Θανάσης Ευαγγέλου (6, 12, 14, 28, 30/12) Σταύρος Γιαννούλης (7, 10, 13, 31/12)
Λοχίας: Νίκος Καραγκιαούρης (6, 12, 14, 28, 30/12) Θεόδωρος Μωραΐτης (7, 10, 13, 31/12)
Tελωνειακός: Παύλος Σαμψάκης (6, 12, 14, 28, 30/12) Νίκος Συρόπουλος (7, 10, 13, 31/12)
Συμμετέχει η Ορχήστρα, η Χορωδία και μέλη της Παιδικής Χορωδίας της ΕΛΣ, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής της αποστολής.
Μέρος του υλικού προέρχεται από το πρόγραμμα της Λυρικής το 1997
σχόλια