Έχουν περάσει πέντε χρόνια και μια πανδημία από τότε που βρέθηκα τελευταία φορά στο Ultima Festival στο Όσλο. Πολλά έχουν αλλάξει από τότε, τόσο στην πρωτεύουσα της Νορβηγίας όσο και στο φεστιβάλ. Το μόνο που παραμένει ίδιο είναι ο καθιερωμένος μαραθώνιος, με χιλιάδες Νορβηγούς να τρέχουν λαχανιασμένοι κάτω από τη βροχή.
Το Ultima είναι ένα μουσικό φεστιβάλ που διοργανώνεται από το 1991, δηλαδή εδώ και 32 χρόνια. Είναι το πιο σημαντικό και το πιο μεγάλο φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής στη Νορβηγία. Οι εκδηλώσεις του διαρκούν 11 μέρες και γίνονται σε διάφορα σημεία της πρωτεύουσας αλλά και έξω από αυτή. Πειραματικό και avant garde σε χαρακτήρα, ενθαρρύνει τις απρόσμενες συναυλίες και περφόρμανς και τις πιο απρόσμενες συνεργασίες. Στο φεστιβάλ δοκιμάζονται συνέχεια τα όρια της μουσικής και των ερμηνευτών, και τα νορβηγικά σχήματα και οι δημιουργοί έχουν ίση βαρύτητα με τους εκλεκτούς ξένους καλεσμένους του. Είναι ένα φεστιβάλ που προωθεί με αξιοζήλευτο τρόπο την τοπική μουσική σκηνή.
Στο φεστιβάλ δοκιμάζονται συνέχεια τα όρια της μουσικής και των ερμηνευτών, και τα νορβηγικά σχήματα και οι δημιουργοί έχουν ίση βαρύτητα με τους εκλεκτούς ξένους καλεσμένους του. Είναι ένα φεστιβάλ που προωθεί με αξιοζήλευτο τρόπο την τοπική μουσική σκηνή.
Φέτος έχει το μότο «Μουσική προς κάθε κατεύθυνση» και περιλαμβάνει πάνω από 50 εκδηλώσεις: από συναυλίες, χορό, θέατρο και καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις μέχρι δράσεις για παιδιά και εφήβους. Εκτός από φεστιβάλ, το Ultima είναι ένα ίδρυμα που ενώνει 18 καλλιτεχνικούς οργανισμούς από όλη την πόλη, όπως την Όπερα του Όσλο και τη Μουσική Ακαδημία, μεταξύ άλλων. Το φεστιβάλ έχει μεγαλώσει σε μέγεθος – απλώνεται σε όλο το Όσλο και δεν αποφεύγεις το πολύ περπάτημα. Δεν θυμίζει καθόλου τη διοργάνωση που επισκέφτηκα πριν από πέντε χρόνια. Το κοινό επίσης συμμετέχει πιο ενεργά, κάνοντας sold-out τις περισσότερες παραστάσεις του.
Την καλλιτεχνική επιμέλεια έχει αναλάβει για πρώτη φορά φέτος η Heloisa Amaral, πιανίστρια και curator με καταγωγή από τη Βραζιλία. Θα παραμείνει σε αυτήν τη θέση για τα επόμενα πέντε χρόνια. Σε μια σύντομη συνομιλία μαζί της, περιγράφει με ενθουσιασμό την πρεμιέρα του φεστιβάλ, το Metal Urges, όπου το black metal γκρουπ των Enslaved συνάντησε επί σκηνής την Jenny Hval, μεταξύ άλλων, και προσέλκυσε ένα μέταλ κοινό που δεν θα πήγαινε διαφορετικά σε μια τέτοιου είδους συναυλία, υπογραμμίζοντας τον ανατρεπτικό και εξωστρεφή χαρακτήρα του φεστιβάλ.
Φέτος το Ultima δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο θέμα. «Δεν είμαι τόσο φαν του να έχει το φεστιβάλ ένα θέμα, ειδικά όταν έχεις να ασχοληθείς με τόσο μεγάλο αριθμό παραγωγών», αναφέρει η Amaral. «Είναι ωραίο επειδή σε διευκολύνει για την αισθητική του φεστιβάλ, αλλά πιστεύω ότι καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που βλέπεις τις παραγωγές και μπορεί επίσης να επισκιάσει τις πολλές ιστορίες πίσω από την κάθε παραγωγή. Πάντως, αν πρέπει να πούμε πως υπήρχε κάποιο θέμα, αυτό ήταν το ταξίδι».
Η πλειοψηφία των παραγωγών που παρουσιάζονται φέτος μπορεί να πει κανείς ότι κινούνται σε δυο θεματικές: την κλιματική αλλαγή, με installations όπως το «Weather Orchestra» του Mikhail Karikis, στο οποίο συνεργάστηκε με μαθητές ενός νορβηγικού σχολείου, και τη φολκ μουσική. Μια από τις πιο εντυπωσιακές περφόρμανς είναι εκείνη της Hatis Noit στο μουσείο Munch. Mε μόνο όργανο τη φωνή της, η τρομερή Γιαπωνέζα ερμηνεύει industrial τραγούδια εμπνευσμένα από την παραδοσιακή μουσική του Χοκάιντο, της πόλης καταγωγής της. Στο ίδιο πλαίσιο είναι και το «Folk Cyrcles», με επίκεντρο την εμφάνιση του Κινέζου μουσικού Yiran Zhao σε μια τοποθεσία έξω από το Όσλο. Έστω και ανεπίσημα, τιμώμενο πρόσωπο του φεστιβάλ θα μπορούσε άνετα να θεωρηθεί ο Βρετανός εικαστικός και μουσικός Trevor Mathison. To Ultima φιλοξενεί το «From Signal to Decay Volume 6», ενώ θα εμφανιστεί ζωντανά με το σχήμα που έχει με τη Haley Fohr (aka Circuit des Yeux).
Ο κύριος λόγος που βρεθήκαμε στο Όσλο ήταν το «Pytheas Travels», ένα από τα highlights του Ultima που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του λίγο πριν παρουσιαστεί στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση τον Οκτώβριο. Είναι μια συμπαραγωγή της Στέγης και του Ultima Oslo Contemporary Music Festival, στο πλαίσιο του έργου TRANSMISSIONS που χρηματοδοτείται από τον μηχανισμό στήριξης EEA Grants της περιόδου 2014-2021. Σε αυτή συναντιούνται η αναγνωρισμένη Νορβηγίδα συνθέτρια Maja S. K. Ratkje με την εικαστική ομάδα των Hypercomf από την Τήνο.
«Μια οργανική συνεργασία, κάτι που δεν γίνεται συχνά», όπως τη χαρακτηρίζει η καλλιτεχνική διευθύντρια του φεστιβάλ Heloisa Amaral. Ο Χρήστος Καρράς, υπεύθυνος του προγράμματος, ο οποίος είχε την ιδέα να φέρει κοντά τους συγκεκριμένους καλλιτέχνες, αναφέρει ότι είναι «μεγάλη πολυτέλεια να έχει κανείς τη δυνατότητα να χτίσει οργανικά μια συνεργασία, επειδή συνήθως δεν την έχει κανείς λόγω χρόνου και πίεσης. Όταν μιλάς για την Ελλάδα και τη Νορβηγία, σκέφτεσαι ότι είναι δυο διαφορετικές χώρες, αλλά στην ουσία έχουν βαθιές ομοιότητες μεταξύ τους. Είμαστε και οι δυο περιφερειακές χώρες, απομακρυσμένες κατά μία έννοια από το μουσικό και πολιτισμικό σύμπαν π.χ. της Βιέννης ή της Γερμανίας ή ακόμη της Ιταλίας και της Γαλλίας».
Η μεγάλη αίθουσα του Sentralen, του κεντρικού κτιρίου του φεστιβάλ, έχει μετατραπεί σε μπαρ κρουαζιερόπλοιου. Στη σκηνή τέσσερις μουσικοί, το σύνολο των Tøyen Fil og Klafferi –στην Αθήνα θα αντικατασταθούν από τους Ergon Εnsemble–, συνοδεύουν τις εντυπωσιακές σουρεαλιστικές εικόνες των Hypercomf, που σχολιάζουν σοβαρά κοινωνικά θέματα όπως ο υπερτουρισμός, η μόλυνση των ωκεανών και η κλιματική αλλαγή. Η σύνθεση της Ratkje ακολουθεί διαφορετικά ηχητικά πλαίσια. Από τη lounge μουσική που ακούς πάνω σε ένα πλοίο περνάει σε μοτίβα που μετατρέπονται σε κάτι εντελώς πειραματικό, που αντλούν από τους ήχους του ωκεανού και των κυμάτων.
Για τα visuals η Πάολα Παλαβίδη και ο Ιωάννης Κολλιόπουλος συνεργάστηκαν στενά με τη συνθέτρια και τους μουσικούς, μέσα από ατελείωτες συζητήσεις. Η κοινή αφετηρία όλων ήταν ο προβληματισμός τους για το περιβάλλον, όπως μαθαίνουμε από μια κουβέντα μαζί τους μετά την επιτυχημένη πρεμιέρα, κατά την οποία μας εξηγούν τη διαδικασία που ακολούθησαν για τη δημιουργία του «Pytheas Travels» και στην οποία φαίνεται η εγκάρδια σχέση που έχουν αναπτύξει μεταξύ τους.
«Αρχικά, δεν ξέραμε πώς να προσεγγίσουμε το θέμα χωρίς να κάνουμε κάποια σαφή δήλωση για το περιβάλλον και απλώς να δείξουμε όλους τους τρόπους για να βρεις λύσεις. Με τη φαντασία θέλαμε να ενθαρρύνουμε τη διαφορετική σκέψη σχετικά με τέτοια ζητήματα», λέει η Maja.
Το έργο πήρε το όνομά του από ένα υπαρκτό πρόσωπο της αρχαιότητας, τον Πυθέα, που εικάζεται ότι ήταν από τους πρώτους εξερευνητές που ανακάλυψαν τις παγωμένες χώρες του Βορρά. Δυστυχώς τα γραπτά του χάθηκαν στη μεγάλη φωτιά της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Εδώ έχει τον ρόλο του αφηγητή που προσπαθεί να κατανοήσει τον σύγχρονο τρόπο ζωής. «Ζούμε σε μια εποχή που όλα έχουν εξερευνηθεί», αναφέρει η Πάολα.
«Αρχίσαμε να παίζουμε, επομένως, με τον τουρισμό, που πλέον αφορά την προσωπική εξερεύνηση ενός τόπου και την οικειοποίηση του πολιτισμού από την τουριστική βιομηχανία, κάτι που συμβαίνει και στη Νορβηγία και στην Ελλάδα. Το δείχνουμε μέσα από μια μεγάλη κρουαζιέρα, που είναι ένας από τους πιο σπάταλους τρόπους ταξιδιού, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί τεράστιο οικολογικό πρόβλημα με τη διαχείριση των απορριμμάτων από τον αριθμό των κρουαζιερόπλοιων».
Το «Pytheas Travels» θα παρουσιαστεί από τις 13 έως τις 15 Οκτωβρίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Η προπώληση έχει ξεκινήσει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.