Blind Guardian - Nightfall in Middle-Earth
Δώδεκα ή δεκατριών χρονών λοιπόν, δεν θυμάμαι πολύ καλά, λιωμένος με το Dungeons And Dragons (αν δεν το ξέρεις και σου αρέσουν τα RPG έπρεπε να το ξέρεις αλλά ψάξτο έτσι κι αλλιώς) και μπαίνοντας σιγά-σιγά στην Metal με συγκροτήματα όπως ψιλό κλασσικά Metallica,Maiden,S.O.A.D κ.α. μιλούσα με ένα παλικάρι για τον Τόλκιν και τα αριστουργήματα του! Όταν λοιπόν μέσα σε όλα τα άλλα κάποια στιγμή του είπα πως μου αρέσει η Metal μου λέει «Πρέπει να ακούσεις Blind Guardian!!!»….Τρέχω δισκάδικο και ψάχνω να τους βρω! Και βρίσκω μπόλικους δικούς τους αλλά πραγματικά αυτός που τράβηξε την φουλ προσοχή μου ήταν ο «Nightfall in Middle-Earth». Στο εξώφυλλο η Λουθιεν να χορεύει μπροστά στον Μόργκοθ και γύρω τους Ορκς να την κοιτάνε καλά-καλά! Βγαλμένο από το Σιλμαρίλλιον ένα από τα καλύτερα βιβλία του Τολκιν! Πώς να μην ψαρώσω; Μόνο το εξώφυλλο το κοιτούσα 5 λεπτα!
Σπίτι λίγη ώρα αργότερα, CD-player στο τέρμα και ξεκινάει με πρώτο Track με ήχους από μάχη…νταξει τρελάθηκα!!! Δεν πίστευα ότι τόσο καιρό δεν τους ήξερα! Το άλμπουμ περιέχει εκτός από τα τραγούδια και tracks στα οποία μιλάει ένας τύπος και εξιστορεί τα γεγονότα του βιβλίου!!Τι υπέροχη ιδέα ήταν αυτή! Η μία κομματάρα μετά την άλλη εντωμεταξύ! Γρήγοροι μετρονόμοι, τιγκα κιθαριστικά σολος, ένας ‘’εξωγήινος’’ ντράμερ που ένιωθες ότι έπαιζαν 2-3 ντράμερς μαζί και όχι μόνο αυτός και η καταπληκτική φωνάρα του τραγουδιστή να σε ανατριχιάζει σε κάθε στίχο, ήταν πραγματικά τα συστατικά για να κάνουν αυτό το άλμπουμ εύκολα τον πρώτο αγαπημένο μου! Ήταν όλη μου η nerd-RPgaming πόρωση σε έναν μέταλ δίσκο!!! Δεν υπήρχε μέρα του χρόνου που να μην ακούω τουλάχιστον 3-4 κομμάτια από αυτόν!!! Και φυσικά background μουσική κάθε φορά που παίζαμε DnD από τότε και μετα!!!
Περιττό να πω πως ο ντράμερ που έπαιζε στο Nightfall in Middle-Earth ήταν ένας από τους σπουδαιότερους λόγους να ξεκινήσω να μαθαίνω κι εγώ ντραμς έναν χρόνο αργότερα! Προφανώς χρειάστηκαν 2 χρόνια ακόμα για να καταλάβω επιτέλους τι έπαιζε ο τύπος αλλά και για να μπορέσω σιγά-σιγά να καταφέρω να τα παίξω κι εγώ ο ίδιος!
Μέχρι σήμερα και σίγουρα και για πάντα τραγουδάω δυνατά τους στίχους χωρίς να με νοιάζει πόσο χάλια φωνή έχω! Αυτό το άλμπουμ έκανε την ζωή μου ομορφότερη και πιο nerd από πριν!
-Αργύρης Κυριακός
Him – Dark Light
Έτος 2005 στην ηλικία των 12. Ακόμα δεν είχα internet στο σπίτι μου, με αποτέλεσμα να αναλώνω αρκετό από τον ελεύθερο χρόνο μου, στα μουσικά κανάλια. Τα τραγούδι “Rip out the wings of a butterfly” από το δίσκο “Dark Light” των Him έπαιζε επανειλημμένως, μετατρέποντας το εισαγωγικό του θέμα σε μια ατέρμονη ευχαρίστηση. Τολμώ να πω, πως ήταν η πρώτη φορά που άκουγα ακριβώς αυτό που ήθελα να ακούσω από μια κιθάρα. Σχετικά με το υπόλοιπο κομμάτι, οι γραμμές του Ville Valo ήταν αυτές που με ώθησαν στα πρώτα μου sing along, χωρίς να έπρεπε να είμαι αναγκαστικά κλεισμένος στο μπάνιο ή στο δωμάτιο μου.
Η αγορά του δίσκου κρίθηκε απαραίτητη. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής από το Metropolis του Πειραιά, θυμάμαι να ξεσκίζω μανιωδώς το πλαστικό της θήκης μέσα στο λεωφορείο. Μπορώ να πω πως το vampire style look με τις πεντάλφα καρδιές ήταν υπερβολικά γραφικό, ακόμα και για την ευαίσθητη ηλικία που είχα. Όλα άλλαξαν ωστόσο, όταν πέρασε η πρώτη ακρόαση του δίσκου. Ακόμα και τώρα, μελωδίες όπως το «Under The Rose» ή το «In the Nightside of Eden» ξυπνούν μέσα μου εκείνη την πρώτη επαφή με κάτι τόσο γνώριμο αλλά και ψυχρό ταυτόχρονα.
Είναι πολύ δύσκολο να αγαπήσεις έναν δίσκο στο σύνολο του και ο συγκεκριμένος ήταν κάτοχος αυτής της θέσης για τουλάχιστον, τα επόμενα τρία χρόνια. Υπέροχα φωνητικά και κιθαριστικά θέματα, σωστή ποσότητα groove που ταιρίαζει σε μια σκοτεινή ατμόσφαιρα και στοιχεία μιας άρτιας ενορχήστρωσης, είναι τα δυνατότερα σημεία που αξίζει να παρατηρήσετε κατά την ακρόαση του.
-Ηλίας Κατσάμπαλος
Iron Maiden – Fear of The Dark
Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν, θυμάμαι τον εαυτό μου να ακούει πολλή μουσική… από Deep Purple και Led Zeppelin σε Chimo Bayo και Space Odyssey… από Καζαντζίδη, Ζαμπέτα, Παπαιωάνου σε Καρβέλα, Αλκαίο, Γονίδη.. Ωστόσο, μια και αναφέρομαι σε προεφηβική εποχή, δεν είχα κάτσει ποτέ συνειδητά να ακούσω έναν ολόκληρο δίσκο είτε γιατί δε γούσταρα είτε γιατί δε μου είχε κερδίσει κάτι αρκετά το ενδιαφέρον.
Λίγο αργότερα, 5η-6η δημοτικού, έπεσε στα αυτιά μου το σόλο του Murray στο Fear of the Dark και κάπου εκεί την άκουσα ότι θέλω να πάιξω και κιθάρα και ροκ εν ρολ και νακιαμου κλπ κλπ. Βέβαια ακόμη τότε δε μπήκα στον κόπο να ψαχτώ να αγοράσω Iron Maiden, internet έπαιζε κάρτα τότε (πιο αργό κι από Stoner rock) και προτιμούσα να το ρίξω έξω κατεβάζοντας Pamela Anderson φωτογραφίες. Για να μη πολυλογώ τη ζημιά μου με πρώτο δίσκο την έπαθα ως εξής: Ένα ωραίο απόγευμα που έπαιζα GTA:San Andreas άκουγα Radio-X και χώνει ο φίλος Welcome To The Jungle από GnR. Θες που σκότωνα τα πάντα; Θες που έτρεχα γαμιώντας; Το Welcome to the Jungle ταίριαζε γάντι και απλά το έβαζα στο repeat (έπαιζε cheat και γι’ αυτό). Έπειτα έσπευσα και αγόρασα το Greatest Hits των Guns N’ Roses και αυτός ήταν κι ο πρώτος μου έρωτας με δίσκο. Αφού έφτασα σε σημείο να κάνω εμετό με το Welcome to the Jungle μετά κάθε εβδομάδα είχα κι άλλο αγαπημένο..με το Sympathy for the Devil να χει μείνει top στα charts μου για καιρό..αργότερα έμαθα ότι ήταν Rolling Stones και ένιωσα λιγάκι προδομένος αλλά το ξεπέρασα με Doors.
-Νίκος Μακαντάσης
Red Hot Chili Peppers – Californication
Ο πρώτος δίσκος που αγάπησα ήταν το Californication των Red Hot Chili Peppers. Με άλλα λόγια, ένας από τους πιο uncool δίσκους στην ιστορία ( «σουπερμαρκετ ροκ», για να χρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό κάποιων φίλων). Παρολαυτά όμως, και ενώ προσπάθησα να σκεφτώ κάτι άλλο ( έχοντας αναμνήσεις από τη δισκοθήκη του πατέρα μου- Pink Floyd, Doors, CCR, ακόμη και Μάνο Χατζιδάκι), το παρελθόν δεν αλλάζει. Αυτός ήταν ο πρώτος δίσκος που «έλιωσα» από την αρχή μέχρι το τέλος.
Η ιστορία έχει ως εξής: αρχές γυμνασίου, πήγα με το σχολείο 15 μέρες στην Αγγλία, παίρνοντας μέρος σε ένα πρόγραμμα καλοκαιρινών μαθημάτων. Μια μέρα, όντας σε μια εκδρομή στο Λονδίνο, μπήκα σε ένα δισκάδικο (παρένθεση: εκείνη την εποχή (Ιούνιος 2006) ήμουν 14 χρονών. Δεν είχα ιδέα από μουσικά όργανα, ή τι σημαίνει “ροκ” μουσική. Άκουγα μόνο ο,τι έπαιζε στο ραδιόφωνο). Το μάτι μου έπεσε στο περίεργο εξώφυλλο, και το αγόρασα, πιστεύοντας ότι θα ακούσω κάτι σε μοντέρνο dance-r’n’b ( φάση Black Eyed Peas- τόσο μου έκοβε). Γύρισα στο δωμάτιο μου, έβαλα το cd player να παίζει, και έμεινα με το στόμα ανοικτό από την ενέργεια που ξεχύθηκε από τα ηχεία.
Ο δίσκος είναι ένα μικρό αριστούργημα από την αρχή μέχρι το τέλος. Κατά τη γνώμη μου, δεν έχει ούτε ένα filler (πράγμα σπάνιο για post-90s Peppers δίσκο). Η κιθαρίστικη- μπασιστική δουλειά είναι υποδειγματική (το γεγονός οτι το μπάσο ακούγεται τόσο καθαρά και “μπροστά” στη μίξη, είχε άμεση επιρροή στο να ξεκινήσω και εγώ να παίζω λίγα χρόνια αργότερα), και, σε συνδυασμό με τα ...ιδιαίτερα φωνητικά (κυρίως λόγω ελαφρώς “σαχλών” στίχων) με έκαναν μέγα οπαδό της μπάντας. Μάλιστα, τέτοια ήταν η αγάπη μου για αυτό το album, που στο αεροδρόμιο, πριν μπούμε στην πτήση της επιστροφής για Αθήνα, αγόρασα άλλους 2 RHCP δίσκους (το By the Way και το -ολοκαίνουργιο τότε- Stadium Arcadium), χωρίς μάλιστα να σταματήσω εκεί, αφού μέσα στον επόμενο χρόνο ήμουν κάτοχος όλης της δισκογραφίας τους.
Εντέλει, και παρόλο που σταδιακά έχασα το ενδιαφέρον μου για αυτούς, και παρόλο που το Californication δεν είναι πια ούτε καν ο αγαπημένος μου Peppers δίσκος(αυτή τη θέση διεκδικεί πλέον με αξιώσεις το Blood Sugar Sex Magik του ‘91), οι αναμνήσεις που έχω ακούγοντας αυτά τα τραγούδια στις 3 το πρωί στον κοιτώνα ενός πανεπιστημίου λίγο έξω από την Οξφόρδη δεν θα ξεθωριάσουν ποτέ. Αυτός ο δίσκος ήταν το δικό μου «Sgt. Peppers», «Led Zeppelin II» ή «Master of Puppets». Ήταν η προσωπική μου «αφύπνιση» και με έμπασε οριστικά και αμετάκλητα στον κόσμο της μουσικής.
-Φάνης Τσουγκριάνης
_______________
Οι Stonebringer είναι μια τετραμελής μπάντα από τον Πειραιά. Ενωμένοι από το 2009, έχουν ενταχθεί δυναμικά στο χώρο της ελληνικής rock και metal σκηνής. Η δισκογραφική τους δραστηριότητα περιλαμβάνει το EP«Born to Jam on the Streets», το EP«Ocean of The Brave» σε συνεργασία με το θρυλικό παραγωγό Chris Tsangarides(Judas Priest, Black Sabbath, Thin Lizzy) και το LP«Those Winds» που κυκλοφόρησε το 2015 από τη γαλλική δισκογραφική M&OMusic.
Ο συγκεκριμένος τους δίσκος καταλαμβάνει αρκετές θέσεις στα best-of αφιερώματα για τις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς, τόσο σε Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, όπως ακόμα και θετικές κριτικές αντίστοιχα ανά τον κόσμο. Σε επίπεδο εμφανίσεων, οι Stonebringer έχουν μοιραστεί τη σκηνή με μπάντες όπως: Opeth, Orange Goblin, Karma To Burn, Planet of Zeus, καθώς έχουν συμμετάσχει και σε μεγάλα ελληνικά festival (Schoolwave 2011, 2012, 2014, Fuzztastic Planet, New Long Fest).
σχόλια