ΟI TIGER LILLIES, που έχουν το Λονδίνο για βάση τους, αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια ένα από τα πιο λατρεμένα ξένα συγκροτήματα του ελληνικού κοινού. Το ενδιαφέρον του κόσμου, όλων αυτών που αγαπούν τις μουσικές και τα τραγούδια τους, και που τους παρακολουθεί, σε κάθε πρότζεκτ τους, είναι ανεπανάληπτο και μπορεί να συγκριθεί μόνον μ' εκείνο που δείχνουν οι ποπ και ροκ fans για τα δικά τους συγκροτήματα.
Έτσι, από το 2003, που μας επισκέφθηκαν για πρώτη φορά, οι Tiger Lillies αποτελούν μόνιμη ελληνική συναυλιακή συνιστώσα (χειμερινή ή καλοκαιρινή), καθώς όλα τα πλάνα τους, όλα τα πρότζεκτ τους, παρουσιάζονται έκτοτε και στην Ελλάδα (μάλιστα, ορισμένα απ' αυτά ήταν σχεδιασμένα για ν' ακουστούν εδώ, για πρώτη φορά).
Οι Tiger Lillies, δηλαδή ο βασικός Martyn Jacques, που τραγουδά, μ' αυτόν τον δικό του λυρικό, οπερατικό τρόπο, παίζοντας πιάνο, ακορντεόν, κιθάρες κ.λπ., όπως και όσοι κατά καιρούς έχουν βρεθεί δίπλα του (τώρα ο μπασίστας Adrian Stout, που είναι στο συγκρότημα από το 1995 κι έχει στούντιο στην Αθήνα, και ο ντράμερ Jonas Golland, που συμμετέχει στην μπάντα από το 2015), έχουν φιλοτεχνήσει ένα πολύ ειδικό καλλιτεχνικό προφίλ, το οποίο τους καθιστά αμέσως αναγνωρίσιμους.
Στην αρχή κυκλοφορώντας μόνο κασέτες και δίνοντας παραστάσεις, και από το 1994 και μετά μπαίνοντας στην περιπέτεια του CD, οι Tiger Lillies αναδημιουργούν, ανασταίνοντας παράλληλα, ένα είδος τραγουδιού, που πάντα έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στην ηπειρωτική κυρίως Ευρώπη.
Το άλμπουμ «Lemonaki» ελπίζουμε να το δούμε κάποια στιγμή "ζωντανό" στον τόπο μας, με τον σωστό σκηνικό διάκοσμο και την κατάλληλα οργανωμένη ατμόσφαιρα, έτσι όπως μόνον οι Tiger Lillies είναι σε θέση να προβάλλουν και να υποστηρίξουν.
Είναι το τραγούδι εκείνο που παραπέμπει, ως άκουσμα, στο κλίμα του Μεσοπολέμου, και στο πνιγηρό και στο αισθαντικό (ασχέτως των όποιων άλλων μουσικών αναφορών), μέσα στο οποίο βρίσκουν χώρο για να εκφραστούν οι επιμέρους «κόσμοι» που απασχολούν το συγκρότημα: το τσίρκο (οι κλόουν, οι ακροβάτες, οι ζογκλέρ), το καμπαρέ, τo βαριετέ, τα βικτωριανά μιούζικ χολ, τα στριπτιτζάδικα, τα πονηρά βουλεβάρτα, το «πεζοδρόμιο» – χονδρικώς όλοι όσοι ζουν, κινούνται και προσπαθούν να επιβιώσουν στα ρείθρα και τις παρυφές της κοινωνίας.
Όλος αυτός ο «κόσμος» περιβάλλεται με αγάπη, από τον Martyn Jacques και τους συνεργάτες του, γιατί όχι και με θαυμασμό, που μπορεί να συνδυάζεται τόσο με τον πόνο, τη θλίψη, τον αγώνα και τη θέληση για επιβίωση, όσο και με την γιορτή ή τη χαρά της ζωής. Όλη αυτή η γκάμα των συναισθημάτων είναι πάντα παρούσα στα τραγούδια των Tiger Lillies, τα οποία, από το 2003 και μετά, τα γνωρίζει σημείο προς σημείο και το ελληνικό κοινό.
Τότε, τον Φεβρουάριο του 2003, έπαιξε για πρώτη φορά στην Αθήνα, στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, το ιδιότυπο αυτό συγκρότημα, παρουσιάζοντας το μοναδικό, παράδοξο τσίρκο του, καθώς το συνόδευαν χορεύτριες-στριπτιζέζ, τσιρκολάνοι και ζογκλέρ.
Το 2004, έναν χρόνο μετά, ξαναήρθαν στην Αθήνα, με το πρότζεκτ τους Tiger Lillies Circus, για να εμφανισθούν στο Big Top Theatre στο Allou! Fun Park, παρουσιάζοντας ένα εξαίσιο πρόγραμμα, κάτι πέρα από το μιούζικαλ, στο οποίο κατόρθωναν να ισορροπήσουν, μαγικά, τις πάμπολλες αισθητικές και κοινωνικές αναφορές τους.
Ήταν τότε, όταν το ευρύτερο ελληνικό κοινό είχε γνωρίσει για τα καλά τους Tiger Lillies και μέσω του περιοδικού Jazz & Τζαζ (τεύχος #131, Φεβρουάριος 2004), που είχε κυκλοφορήσει μαζί με premium 4-tracks CD/EP, από την έως τότε δυσεύρετη δισκογραφία τους.
Το 2009 οι Tiger Lillies θα γιόρταζαν τα 20 χρόνια παρουσίας τους στη σκηνή, μέσω του Tiger Lillies Freakshow (επηρεασμένο, φυσικά, και από την θρυλική ταινία Freaks του Tod Browning), που είχε παρουσιαστεί στο θέατρο Badminton, τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς. Ένα ακόμη ανεπανάληπτο σώου με υπέροχα σκηνικά, χορό, μαριονέτες, ακροβασίες από γυναίκες-λάστιχο, θιάσους ποικιλιών και μαζί ένα δυνατό σύνολο τραγουδιών από τον Martyn Jacques (με στοιχεία από καμπαρέ και παραδοσιακά, μέχρι blues και gypsy-punk), μέσα από το οποίο αναδυόταν ο δικός τους ιδιαίτερος κόσμος –οι πόρνες, οι αλκοολικοί, οι ναρκομανείς– και βασικά τα δικά τους αγαπημένα freaks, οι σιαμαίες, ο άνθρωπος με τα τρία πόδια, η τραγουδίστρια γίγαντας ή οι σπαραξικάρδιοι νάνοι. Όπως είχε πει τότε ο ίδιος ο Jacques:
«Το Freakshow είναι η σκοτεινή πλευρά της Σελήνης. Εκείνη που οι άνθρωποι δεν θέλουν να κοιτάζουν και δεν μπορούν να κατανοήσουν. Το Freakshow μιλάει για την ομορφιά και την ασχήμια, την ευαισθησία και τη σκληρότητα του περιθωριακού αυτού σύμπαντος φρικιών».
Από τότε σχεδόν κάθε χρόνο, ή χρόνο παρά χρόνο, οι Tiger Lillies μάς επισκέπτονταν, για να παρουσιάσουν κάθε νεότερη δουλειά τους.
Ήρθαν το 2011, ξανά στο Badminton, πάλι με το Freakshow τους, ήρθαν το 2013, όταν εμφανίστηκαν μαζί με τους δικούς μας Opera Chaotique, ήρθαν τον Ιανουάριο του 2015 με το Rime of the Ancient Mariner (πάλι στο Badminton), τη διασκευή τους στο ομώνυμο ποίημα του Άγγλου ποιητή Samuel Taylor Coleridge, στήνοντας ένα σκοτεινό-μακάβριο θέαμα, συνδυάζοντας avant, gypsy-punk και καμπαρέ στοιχεία με animations και εφέ, ήρθαν το 2016, για ένα αφιέρωμα στην Edith Piaf, ήρθαν το 2018 με το The Very Worst of The Tiger Lillies, ήρθαν ξανά στις αρχές της φετινής χρονιάς (Ιανουάριος 2020), στο πλαίσιο της δικής τους 30th Anniversary Tour.
Βεβαίως δεν είναι μόνο τα live των Tiger Lillies, είναι και οι τυπωμένες δουλειές τους, στις οποίες μπορεί να εντοπίσει κάθε ένας από εμάς μερικά αληθινά αριστουργήματα, όπως είναι το "The Gorey End" [EMI, 2003], η συνεργασία τους με το Kronos Quartet (το αφιέρωμά τους στον μακάβριο κόσμο του αμερικανού συγγραφέα Edward Gorey), που επανεκδόθηκε εσχάτως και σε βινύλιο, το άλμπουμ "Mountain of Madness" (2006), δηλαδή η συνεργασία τους με τον Alexander Hacke, που αφορούσε στη σχέση τους με το έργο του συγγραφέα H.P. Lovecraft, το "Edgar Allan Poe's Haunted Palace" [Misery Guts Music, 2017] και άλλα τινά.
Tiger Lillies - Weeping Chandelier
Το ρεμπέτικο, ο κόσμος του κλασικού ρεμπέτικου, των ρεμπετών και των ρεμπετισσών, φαίνεται πως είναι το νέο μεγάλο κεφάλαιο, στο «βιβλίο» των Tiger Lillies.
Δεν πρέπει να μας παραξενεύει. Τα τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο έχει γίνει αληθινή world music – ήταν από τα χρόνια του '70 ακόμη, πολύ δειλά στην αρχή, αλλά όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο γιγαντώνεται το status του σ' ολόκληρο τον κόσμο. Αποκορύφωμα; Η ένταξη του ρεμπέτικου, από την UNESCO το 2017, στον κατάλογο με την «άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας».
Βέβαια το ρεμπέτικο δεν είναι μόνον «μη ύλη» είναι και οι δίσκοι του, οι ηχογραφήσεις του, που γίνονται πλέον συνεχώς και στο εξωτερικό.
Ας θυμηθούμε, τα τελευταία 30 χρόνια, τους Ολλανδούς Άνω Κάτω (Ano Kato) με το άλμπουμ «Χτες τα Κάναμε» [PAN Records, 1992], τον Ιταλό Vinicio Capossela και το άλμπουμ του "Rebetiko Gymnastas" [La Cùpa, 2012], τους Ολλανδούς Kosmokrators με το "Frenetika" [Protasis Music, 2016], τους Σουηδούς Pireus με το "Rebetika På Svenska" [Kakafon Records, 2016] κ.λπ. Πολλοί περισσότεροι, απείρως περισσότεροι, είναι φυσικά οι ξένοι μουσικοί και τα συγκροτήματα, που διασκευάζουν ρεμπέτικα στους δίσκους τους ή στα live τους – από τους πολύ γνωστούς μας Αυστραλούς Dead Can Dance, μέχρι τους όχι και τόσο (γνωστούς) Φινλανδούς Jaakko Laitinen & Väärä Raha.
Η επαφή των Tiger Lillies με το ρεμπέτικο τραγούδι αποτυπώθηκε κατά πρώτον στο περυσινό σόου τους The Gutter to the Stars, για να πάρει μια πιο ολοκληρωμένη μορφή με την τελευταία δουλειά τους, το "Lemonaki". Αυτό το άλμπουμ θέλησαν να παρουσιάσουν εδώ, στην Αθήνα, αλλά η νόσος COVID-19 τους χάλασε τα σχέδια.
Μέσα σ' αυτόν τον τελευταίο χρόνο (2020) οι Tiger Lillies έγραψαν τρία άλμπουμ. Ο νέος κορωνοϊός τούς παρακίνησε κι έτσι, τον Απρίλιο, μας έδωσαν το "COVID-19", ενώ τον Ιούνιο μας πρόσφεραν και τη συνέχειά του, το πιο οδυνηρό "COVID-19 Vol.II" (αμφότερα ψηφιακά και πάντα στο γνωστό alternative, σκοτεινό καμπαρέ ύφος τους), που αφορούν σε δύο διαφορετικές φάσεις της νόσου. Όπως το έθεσε ο Martyn Jacques:
«Ορισμένοι μου είπαν ότι δεν έπρεπε να γράψω τραγούδια για όλο αυτό, αλλά εγώ γράφω για κείνο που συμβαίνει κάθε φορά στη ζωή και στο δρόμο – κι αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή συμβαίνει αυτό. Νομίζω πως είμαι μέρος μιας παράδοσης καλλιτεχνών, που γράφουν για τους φτωχούς ανθρώπους. Ο αγαπημένος μου εικαστικός είναι ο William Hogarth κι ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο Charles Dickens. Κι οι παραπάνω δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τους πλούσιους και τα σελέμπριτι».
Εν τω μεταξύ στην πορεία δουλεύονταν και τα «ελληνικά τραγούδια» τους, και κάπως έτσι οι Tiger Lillies αποφάσισαν να παρουσιάσουν αυτές τις τρεις πρόσφατες δουλειές τους, σ' ένα live στην Αθήνα, που προγραμματίστηκε για την Πέμπτη 1η Οκτωβρίου στο Ηρώδειο. Η παράσταση θα είχε τίτλο The Crack οf Doom and Οther Quarantine Tales. Δυστυχώς το προγραμματισμένο live έπεσε μέσα στην ακύρωση των συναυλιακών δρωμένων, λόγω COVID-19, κι έτσι δεν πραγματοποιήθηκε.
Αργότερα ανακοινώθηκε μία on line παράσταση, για το βράδυ της 30ης Σεπτεμβρίου, προς 1η Οκτωβρίου, αυτή τη φορά στο Tiki Bar (χωρίς παρουσία κοινού), για να παρουσιάσουν μόνο τα «ελληνικά τραγούδια» τους, δηλαδή το επηρεασμένο από το ρεμπέτικο άλμπουμ τους "Lemonaki", αλλά ούτε κι αυτό κατέστη εφικτό, για να ανακοινωθεί στη συνέχεια ένα on line live σε «μυστικό μέρος».
Τελικά, το άλμπουμ ανέβηκε στο bandcamp, στις 30 Σεπτεμβρίου, αποτελείται από 16 τραγούδια, με τρία απ' αυτά ("Lemonaki", "Boneyard", "Junkie") να είναι διαθέσιμα free.
Το "Lemonaki" φαίνεται πως έχει σχέση μ' ένα από τα πλέον κλασικά ρεμπέτικα που γράφτηκαν ποτέ, το περίφημο «Οι λαχανάδες» [Columbia, 1934] του Βαγγέλη Παπάζογλου, με τον Στελλάκη Περπινιάδη και την ορχήστρα του Κώστα Σκαρβέλη. «Οι λαχανάδες» είναι το πασίγνωστο «Κάτω στα Λεμονάδικα γίνηκε φασαρία / δυο λαχανάδες πιάσανε και κάναν την κυρία».
Όλη αυτή η ιστορία που συνέβαινε εκείνη την εποχή στα Λεμονάδικα του Πειραιά (κι έτσι όπως την περιγράφει ο Παπάζογλου στο τραγούδι του), με τα ξαφρίσματα χαρτονομισμάτων και πορτοφολιών των κονομημένων λαχαναγοριτών και εμπορομανάβηδων, από τους λαχανάδες, δηλαδή τους πορτοφολάδες, που δεν είχανε στον ήλιο μοίρα και που επιδίδονταν σε κλοπές για να επιβιώσουν («Δε μας φοβίζει ο θάνατος, μον' μας τρομάζει η πείνα»), φαίνεται πως συγκίνησε τον Martyn Jacques, ο οποίος ολοκληρώνει ένα έργο αφιερωμένο στους παρίες της ζωής, στους φτωχοδιάβολους που προσπαθούν να την βγάλουν καθαρή μέσα σε τελείως αντίξοες συνθήκες (απόλυτης ένδειας και πείνας) και με την δαμόκλειο σπάθη του νόμου πάνω από το κεφάλι τους [«Κυρ-αστυνόμε μη βαράς, γιατί κι εσύ το ξέρεις / πως η δουλειά μας είναι αυτή και ρέφα (σ.σ. δηλαδή μίζα) μη γυρεύεις»].
Αυτό το άλμπουμ ελπίζουμε να το δούμε κάποια στιγμή «ζωντανό» στον τόπο μας, με τον σωστό σκηνικό διάκοσμο και την κατάλληλα οργανωμένη ατμόσφαιρα, έτσι όπως μόνον οι Tiger Lillies είναι σε θέση να προβάλλουν και να υποστηρίξουν.
The Tiger Lillies - Boneyard (2020)
σχόλια