Στη λεωφόρο Σαλαμίνας στο Κερατσίνι, σε μια γειτονιά που θυμίζει τα εργατικά μπλοκ του νότιου Λονδίνου, ανάμεσα σε πολυτελή κομμωτήρια με ταμπέλες μεσανατολίτικης αισθητικής, τόπια από μοκέτες και ρολά ταπετσαρίας, πλαστικά δάπεδα, κιλίμια και χαλιά, βρίσκεται το στούντιο του «θρύλου των ερτζιανών, κι ενός εκ των ελάχιστων εναπομείναντων εν ενεργεία ραδιοερασιτεχνών», του Μάριου Blackman. Στο μαγαζί με τα χαλιά, πίσω από το γραφείο-ταμείο, εκπέμπει διαδικτυακά ολόκληρο το 24ωρο, με τα ηχεία να παίζουν στη διαπασών κλαρίνα, βαριά λαϊκά και σκυλάδικα.
«Εκπέμπω από παντού», μας λέει, «από το μαγαζί την ώρα της δουλειάς, από τον πάνω όροφο (το στούντιο στο πατάρι), εκπέμπω ακόμα και από το "φτιαγμένο" Smart που μου έχει στοιχίσει μέχρι τώρα 25 χιλιάρικα. Άμα το δεις θα πάθεις πλάκα, έχω το μικρό κομπιουτεράκι συνδεδεμένο στα ηχεία. Ακόμα και από τη μαύρη σκύλα» (τη Μερσεντές του). Μιλάει για τη σχέση του με την τεχνολογία (άριστη) και κάνει προβλέψεις για το μέλλον του ραδιοφώνου: «Πιστεύω ότι σε μια δεκαετία το ράδιο θα το ακούς μόνο από το ιντερνέτ. Έγινα ιντερνετικός πριν από 6 χρόνια. Από τους πρώτους. Νόμιμος. Πληρώνω και IP. Αν και δεν με ακούνε από κει τόσο πολλοί όσοι απ' τα ερτζιανά. Όλα τα κάνω με κομπιούτερ και δεν ξέρω γρι αγγλικά. Τι να τα κάνεις τα αγγλικά; Άγγλοι είμαστε; Αφού τα πάντα γίνονται στα ελληνικά».
Μας μιλάει για τους 40 υπολογιστές που διαθέτει (!) και μας ξεναγεί πάνω στο πατάρι όπου βρίσκεται το κεντρικό στούντιο, ένας χώρος σκεπασμένος με αφίσες από επαρχιακά event στα οποία συμμετέχει και δεκάδες κουτιά με αθλητικά παπούτσια -«μου τα δίνουν δώρο», μας εξηγεί.
Ο σταθμός είναι κλαρινόβιος, 6 μήνες παίζει μόνο κλαρίνα. Γιατί το κάνω αυτό; Γιατί είμαι γάτος κι έχω μονοπώλιο. Το 80% του κόσμου στην Αθήνα είναι βλάχοι. Και μην ακούς που σου λέει ο άλλος "δεν ακούω κλαρίνα", να σε πάω εγώ σε πανηγύρια να δεις τι γίνεται!
Όποιος έχει πάει φαντάρος από τη δεκαετία του '80 και μετά δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχει ακούσει τη φωνή του Blackman (μπάσα, βραχνή και με ηχώ που την κάνει να ακούγεται κατευθείαν απ' το λαϊκό υπερπέραν). Νύχτες με νταλκάδες στις σκοπιές και στα καψιμί, δεκάδες καψουροτράγουδα «για να κυλιέσαι στα πατώματα», καθαρόαιμα σκυλάδικα, αφιερώσεις που στάζουν έρωτα (κι ενίοτε φιλικές) και εκπομπές που εδώ και τριάντα χρόνια είναι κομμάτι της λαϊκής ιστορίας. «ΚΑΙ της δημοτικής», προσθέτει με καμάρι.
«Ο σταθμός είναι κλαρινόβιος, 6 μήνες παίζει μόνο κλαρίνα. Γιατί το κάνω αυτό; Γιατί είμαι γάτος κι έχω μονοπώλιο. Το 80% του κόσμου στην Αθήνα είναι βλάχοι. Και μην ακούς που σου λέει ο άλλος "δεν ακούω κλαρίνα", να σε πάω εγώ σε πανηγύρια να δεις τι γίνεται!». Στα μαγαζιά της επαρχίας που περιοδεύει γίνεται σκοτωμός, μας δείχνει απανωτά βίντεο από πανηγύρια και κέντρα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας με ανθρώπους κάθε ηλικίας να χορεύουν και μας λέει περήφανα: «Εγώ έβαλα το κλαρίνο μέσα στα κλαμπ, ήμουν ο πρώτος DJ που τα έπαιξε. Έχω αναδείξει την Έφη Θώδη, τον Κωνσταντινόπουλο... Και την Άντζελα Δημητρίου εγώ την έχω ξεκινήσει. Και τον Πανταζή το '80. Πολλοί καλλιτέχνες έχουν ξεκινήσει από εμένα. Ιστορία μεγάλη. Το ραδιόφωνο είχε άλλη γλύκα τότε. Δεν υπήρχαν και τα κανάλια. Και τώρα, ο κόσμος δεν γουστάρει τα τυποποιημένα, σταθμούς που βαριέσαι, αγγούρια, μαλακίες ειδήσεις, χώρισε ο ένας, έκανε ο άλλος... Γουστάρει την αφιέρωση την απλή: ο Γιώργος Σαρρής για το μωρό του. Και τελείωσε. Εγώ δεν μπορώ να ακούσω κανένα ραδιόφωνο. Παίζουν μια βδομάδα τους ίδιους. Λες και έχουνε βάλει την ίδια κασέτα. Αυτήν τη στιγμή, αν ανοίξεις το κομπιούτερ μου, παίζω με 35.000 τραγούδια. Ανακατεμένα. Και ζωντανά, live. Είμαι και συλλέκτης. Έχω live που δεν τα έχει κανένας. Πάω εγώ ο ίδιος και τα γράφω για μένα. Από τον Μάιο κλείνω το μαγαζί και γυρνάω στα πανηγύρια».
Ο Blackman ήταν και παραμένει ο αγαπημένος των ταξιτζήδων, των Σωμάτων Ασφαλείας, «των λαϊκών συνοικιών και της απανταχού επαρχίας», με κοινό «από ετών 7 μέχρι 180», «που τρέφεται και πληρώνεται από τις αφιερώσεις». «Χωρίς αφιερώσεις δεν μπορώ να κάνω εκπομπή, χωρίς επικοινωνία με τον κόσμο», λέει. «Έτσι πληρωνόμαστε εμείς, με το να με πάρεις εσύ τηλέφωνο και να μου πεις την καλημέρα ή την καλησπέρα σου. Αυτή είναι η αρρώστια μας. Αυτό είναι ο πειρατής, ο ερασιτέχνης, η τρέλα του είναι να έχει επικοινωνία με το κοινό του». «Οι ταξιτζήδες είναι φίλοι μου», προσθέτει. «Άμα δεν κάνω αφιερώσεις σ' αυτούς, στα εκατά, στα περιπολικά, στην Άμεσο Δράση, στους ασθενείς, σε ποιους θα κάνω;». Μας λέει για μια ηλικιωμένη που τηλεφώνησε νωρίτερα από το νοσοκομείο του Ρίου για να της ευχηθεί «ταχεία ανάρρωση» και διακόπτει για να δώσει κάποια αντιγραμμένα CD σε δυο νεαρές θαυμάστριές του απ' το Αγρίνιο που έκαναν τόσο δρόμο για να τον επισκεφτούν.
«Άκουγα από μικρός ραδιόφωνο και μου άρεσε», θυμάται. «Μετά, στα 14, είχα έναν φίλο που είχε τεχνικές γνώσεις και με κόλλησε. Τότε παίζαμε στα μεσαία. Ακουγόμασταν και στην Ιταλία, σε όλες τις γύρω χώρες. Τα μεσαία είναι περίεργα, δουλεύουνε με την ιονόσφαιρα. Με ένα μηχάνημα ακουγόμασταν στη μισή Ευρώπη. Κάποτε έκανα εκπομπές και είχα 7 γραμμές στον αέρα. Αν δεν ήμασταν εμείς, οι ερασιτέχνες, δεν θα υπήρχαν τώρα οι Κοκαλαίοι και οι μεγιστάνες του ραδιοφώνου. Από εμάς ξεκίνησε η ελεύθερη ραδιοφωνία. Εμείς κάναμε τον αγώνα μας, εμείς πήγαμε φυλακή. Εγώ έχω φάει 14 μήνες χωρίς αναστολή. Ώσπου να γίνει το εφετείο, είσαι μέσα. Μου έκαναν δικαστήριο κεκλεισμένων των θυρών, το διανοείσαι αυτό; Το '86. Και Σάββατο. Μου έχουν πάρει 70 μηχανήματα. Εβδομήντα κατασχέσεις.
Το 2001 είχαμε άδεια. Με τα περιστατικά στον Υμηττό ο Ρέππας τα ξήλωσε όλα και ακόμα περιμένουμε να πάρουμε καινούργια. Τις άδειες τις παίρνουν οι μεγάλοι. Στο μεταξύ, τα πρόστιμα πέφτουν. Αυτά που έχω φάει φτάνουν τα 200.000 ευρώ! Εδώ και τριάντα χρόνια ανεβαίνω συνέχεια όμως - άλλοι πέφτουν, ο Blackman ανεβαίνει.
Για χρόνια έκανα εκδρομές σε μοναστήρια. Μάζευα 300 άτομα τη βδομάδα. Σε ό,τι μοναστήρι υπάρχει στην Ελλάδα έχω πάει. Με πούλμαν. Ήμουν και από τους πρώτους σταθμούς που έκαναν χορούς. Έρχονταν όλοι οι καλλιτέχνες και έβλεπες 1.000 άτομα. Σε έναν χορό, στη Γιορτή της Γυναίκας, κόντεψα να φάω ξύλο. Είχα τον Αντύπα, τον Πανταζή, τον Ρουβά. Και αυτός από μένα ξεκίνησε. Γαμώ τα παιδιά. Μαζωνάκης, Σχοινάς. Έχω φτιάξει και το μαγαζί του πατέρα του, εδώ παραπέρα, με μοκέτες. Τη Γαρμπή τη θυμάμαι από 15 χρόνων, που την πήγαινε η μητέρα της στον Φλωρινιώτη. Ήμουν ο πρώτος που τους είχε διαφημίσει όλους αυτούς. Δεν υπάρχει κανένας που να μην έχω διαφημίσει. Τη Βίσση, τον Καρβέλα, όλους. Τους καλούσα και στο στούντιο να μιλήσουνε. Ήταν ωραίο. Ανακοίνωνες ότι θα έρθει ο Αντύπας και έβλεπες και 50 άτομα να έρχονται. Αυτά το '88. Και τώρα, άμα το χειριστείς καλά το ραδιόφωνο, έχει μεγάλη δύναμη. Και οι καλλιτέχνες είναι καλύτεροι. Όποιον και να καλέσεις έρχεται. Δεν υπάρχουν συνθέτες όμως. Κανένα από τα τραγούδια της τελευταίας δεκαετίας δεν θα ακούσεις μετά από δέκα χρόνια. Ενώ το παλιό λαϊκό, το καλό σκυλάδικο... Το "Ποια θυσία" της Δημητρίου που είναι σκυλάδικο καθαρό του '81 δεν θα πεθάνει ποτέ, το "Φωτιά στα Σαββατόβραδα", το "Άδειο μου πακέτο". Αυτά τα τραγούδια, όπως του Πανταζή τα σκυλάδικα του '79 (το "Σε νοσταλγώ"), δεν σβήνουν. Τα καινούργια πόσο να μείνουν;
Οι παραγωγοί που είναι τώρα στο ραδιόφωνο είναι άσχετοι, όταν εμείς κάναμε εκπομπές αυτοί σπουδάζανε. Τι να σου κάνουν οι σπουδές; Τώρα είναι τυποποιημένα όλα. Αν μου τηλεφωνήσει κάποιος στον αέρα και μου έρθει να του πω "Άντε και γαμήσου", που λέει ο λόγος, θα του το πω, θα μιλήσω. Άμα μου τη δώσει, κλείνω και τηλέφωνα. Με ακούνε όλοι, και βουλευτές και υπουργοί. Και ο Καραμανλής με άκουγε και υπουργοί του ΠΑΣΟΚ, είχαν τρέλα μαζί μου.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 10.2.2010
σχόλια