Η χθεσινή βραδιά ήταν όμορφη, ζεστή, καλοκαιρινή, φεγγαρόλουστη - ένα κι ένα, επομένως, για παράσταση στο ανοιχτό Βεάκειο θέατρο στον Προφήτη Ηλία του Πειραιά. Ένα θέατρο περιτριγυρισμένο από θάλασσα με τους θεατές στα ψηλά να χάνουν βέβαια την οπτική επαφή με τη σκηνή και τους τραγουδιστές, αλλά να κερδίζουν τη φαντασμαγορική θέα του νυχτερινού φωταγωγημένου Πειραιά.
Καρφίτσα δεν έπεφτε στη συναυλία του Μάριου Φραγκούλη και της Έλλης Πασπαλά υπό τον τίτλο Η αγάπη θέλει δύο. Ένας λόγος παραπάνω για τους υπεύθυνους του θεάτρου που έπρεπε να προνοήσουν και να χρησιμοποιήσουν δύο θύρες εισόδου και όχι μία, ώστε να μην περιμένει τόση ώρα ο κόσμος στην ουρά για να μπουκάρει στο θέατρο με τα εισιτήρια ανά χείρας.
Κι έτσι, αφού κατέφτασε και η Ροζίτα Σώκου και κατέβηκε υποβασταζόμενη τα πολλά σκαλιά, συνοδεία της ηθοποιού Δέσποινας Στυλιανοπούλου, η συναυλία ξεκίνησε στις 21.30 ακριβώς.
Η ορχήστρα είχε πάρει ήδη τη θέση της με κορυφαία μέλη της τον David Lynch στα πνευστά, που ανέλαβε και τις ενορχηστρώσεις των τραγουδιών, τον Τάκη Φαραζή στο πιάνο και το ακορντεόν και τον Γιώργο Καλούδη στην Κρητική λύρα, το μαντολίνο και το βιολοντσέλο. Οι πρώτες νότες από το Μαγικό χαλί (Τοπ Καπί) του Μάνου Χατζιδάκι και του Άκου Δασκαλόπουλου έπεσαν και η Έλλη Πασπαλά με το αέρινο καλοκαιρινό της φόρεμα βγήκε καταχειροκροτούμενη στη σκηνή. Το ίδιο συνέβη και με τον Μάριο Φραγκούλη ντυμένο στα λευκά και σε μεγάλα, όπως φάνηκε, κέφια.
Το concept ήταν τραγούδια από τον παλιό εμπορικό ελληνικό κινηματογράφο. Συνθέσεις του Μίμη Πλέσσα κυρίως, αλλά και των Μάνου Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρου Ξαρχάκου, Γιάννη Μαρκόπουλου: Ένας ουρανός μ' αστέρια, Οι πράσινες οι κόκκινες οι θαλασσιές σου οι χάντρες, Στρώσε το στρώμα σου, Συνέβη στην Αθήνα, Πέρα από τη θάλασσα κλπ. Στο σημείο αυτό να πω ότι λυπήθηκε η ψυχή μου τον Γιώργο Καλούδη, έναν εξαίρετο μουσικό που αγαπάει τη free jazz, την παράδοση και τον αυτοσχεδιασμό, βλέποντας τον να παίζει μαντολίνο στο Σαν ξημερώνει Κυριακή της Ρένας Βλαχοπούλου. Εδώ κολλάει η λαϊκή θυμοσοφία Τι κάνει ο άνθρωπος για να βγάλει το ψωμί του, συγκριτικά με τον μουσικό κόσμο, απ' τον οποίο προέρχεται ο εν λόγω καλλιτέχνης και χωρίς να θέλω να μειώσω επ' ουδενί λόγω την αξία του συγκεκριμένου χαριτωμένου άσματος.
Σωστή σκέψη πάντως να ενορχηστρωθούν διαφορετικά τα κατ' εξοχήν λαϊκά τραγούδια του προγράμματος. Ο Lynch τους έδωσε μία jazzy χροιά χωρίς να αλλοιώσει τον εξωστρεφή χαρακτήρα τους. Έχω την αίσθηση δηλαδή πως αν δεν υπήρχαν ενορχηστρωτικές παρεμβάσεις η παράσταση θα άγγιζε τα όρια ενός μικροαστισμού και δε θα σωζόταν ούτε από τις δύο σπουδαίες φωνές της Πασπαλά και του Φραγκούλη.
Την Πασπαλά την έχω δει αρκετές φορές επί σκηνής και πάντα είναι χάρμα οφθαλμών να την παρακολουθείς να χορεύει και να τραγουδάει. Τον Φραγκούλη, πάλι, τελευταία φορά τον είχα δει στο Ηρώδειο το 2009 να ερμηνεύει Μάνο Χατζιδάκι.
Εκεί θυμάμαι έναν σεμνό και ταπεινό τραγουδιστή, που πιθανώς να είχε ψαρώσει, παρά την εμπειρία του, επωμιζόμενος ολόκληρη χατζιδακική συναυλία. Καμία σχέση εν ολίγοις με τη χθεσινοβραδινή του παρουσία.
Στο Βεάκειο ο Μάριος Φραγκούλης αναδείχθηκε σε διάδοχο του...Δάκη! Όλη την ώρα χόρευε και σάρωνε τη σκηνή σα να έπαιζε σε μιούζικαλ, μια και αρκετά από τα τραγούδια προέρχονταν από τέτοιου είδους ταινίες του Γιάννη Δαλιανίδη. Στον κόσμο άρεσε αυτό, όπως ήταν αναμενόμενο, και τον αντιμετώπισε σαν το απόλυτο λαϊκό είδωλο, εξ ου και το χειροκρότημα δεν έπεφτε μόνο όταν έβγαζε τις αξιοθαύμαστες φωνητικές κορώνες του, αλλά και όταν άλλαζε κοστούμια! Και άλλαξε και αρκετά συγκριτικά με την Πασπαλά που έβγαλε όλη τη συναυλία με το ίδιο φόρεμα, αν δεν απατώμαι.
Στο δεύτερο μέρος, την τιμητική τους είχαν τα τραγούδια του Χατζιδάκι. Η Πασπαλά υπέροχη στο βουγιουκλακικό ρεπερτόριο: Θάλασσα πλατιά, Ξημερώνει και Ο Γλάρος από την Αλίκη στο Ναυτικό - στο τελευταίο μάλιστα ενόσω τραγουδούσε Μια βάρκα ήταν μόνη της σε θάλασσα γαλάζια, ο Φραγκούλης από πίσω της υποδυόταν με ανοιχτά χέρια τον...γλάρο, σκηνή που μου φάνηκε τουλάχιστον κωμική. Αλλά, είπαμε, ο κόσμος τέτοια θέλει και πάντα θα συγκινείται με τη συχωρεμένη την Αλίκη που έθρεψε γενεές και γενεές (τηλε)θεατών στη χώρα μας.
Περίμενα αρκετή ώρα για να ακούσω το Η αγάπη θέλει δύο του Μαμαγκάκη από το φιλμ Η αρχόντισσα και ο αλήτης με την Πασπαλά και τον Φραγκούλη στους ρόλους της Βουγιουκλάκη και του Παπαμιχαήλ αντιστοίχως. Έγινε όπως το φανταζόμουν: Ένα δημοφιλέστατο και αρκετά σύνθετο, για λαϊκή μουσική, τραγούδι μάλλον ξεπετάχτηκε παρά το ότι δάνεισε τον τίτλο στις παραστάσεις των δύο καλλιτεχνών. Εντάξει, κατανοώ ότι το Η αγάπη θέλει δύο βασίζεται πολύ στον ήχο του μπουζουκιού και από την ορχήστρα απουσίαζε το μπουζούκι, δε βρήκα όμως λόγο για να μην παίζεται ολόκληρο και να ακούγεται μόνο το επαναλαμβανόμενο ρεφραίν του. Μήπως είναι πολύ soft; Πιο soft από τις Χάντρες του Πλέσσα ή ακόμη κι απ' το Πες μου μια λέξη του Χατζιδάκι, αποκλείεται να είναι, χώρια που λέω μετά βεβαιότητος πώς η Πασπαλά και ο Φραγκούλης θα το απογείωναν, όχι απλά ως τραγουδιστές, αλλά και ως υποκριτικές περσόνες.
Να το πω αλλιώς, αφού το κάνεις που το κάνεις, να αναμετρηθείς με ένα τέτοιο κοσμαγάπητο ρεπερτόριο εννοώ, φτάσ'το στα άκρα! Βάλε και το Άνοιξε πέτρα της Μαρινέλλας, το Crazy girl της Λάσκαρη, μη σου πω και το Ο άντρας που θα παντρευτώ της Μάρθας Καραγιάννη, και αφενός θά'χεις εξασφαλισμένο το πιο θερμό χειροκρότημα του αμιγώς λαϊκού κοινού, αφετέρου δε θα έχεις επαναπαυθεί στα σιγουράκια του Χατζιδάκι από την περίοδο του Φίνου.
Τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο: Για μένα η μεγαλύτερη στιγμή της βραδιάς ήταν με το που έκατσε η Πασπαλά στο πιάνο, αντικαθιστώντας τον Φαραζή, ο οποίος τη συνόδευσε με το ακορντεόν του στο Δίχτυ του Ξαρχάκου και του Γκάτσου από το Ρεμπέτικο του Φέρρη - η μοναδική επιλογή τραγουδιού που ανήκε στο Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο.
Κατά τ' άλλα, ο κόσμος φχαριστήθηκε την αδιαμφισβήτητη χημεία των δύο ερμηνευτών και ολόκληρη τη συναυλία, αναγκάζοντας τους σε πέντε (!) συνεχόμενα ανκόρ με τραγούδια έτοιμα ούτως ή άλλως για μία τέτοια κατάσταση, εφόσον δεν τα είχαμε ακούσει κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Ένα θέαμα για όλη την οικογένεια, θα ισχυριζόταν κανείς, ανάλαφρο και δροσερό σαν καλοκαιρινό αεράκι δίχως περαιτέρω καλλιτεχνικές αξιώσεις απ' τη μεριά των τραγουδιστών και των μουσικών της μπάντας.
σχόλια