Ο Ντέιβιντ Μπέιλι συντάραξε συθέμελα τη βιομηχανία της μόδας με τις πρώτες κιόλας φωτογραφίες του στις αρχές της δεκαετίας του '60. Οι εικόνες του αποτελούσαν την πλήρη αντίθεση με ό,τι ίσχυε στον χώρο μέχρι τότε, αντικαθιστώντας την στατική και στεγνή πόζα με τον δυναμισμό, τη φρεσκάδα και την ενεργητικότητα και ενθαρρύνοντας τα μοντέλα του να προβάλλουν ελεύθερα τις προσωπικότητές τους στον φακό του.
Αμέσως σχεδόν, του προσφέρθηκε μόνιμη εργασία στην Vogue, όπου και διαμόρφωσε ριζικά τη φωτογραφία μόδας όπως την ξέρουμε, εγκαθιδρύοντας παράλληλα την ιδέα του «σούπερ μόντελ» μέσω της συνεργασίας του με την εμβληματική Τζιν Σρίμπτον.
Η φωτογραφία που τον συγκλόνισε σε τρυφερή ηλικία και του αποκάλυψε τη δύναμη της εικόνας, δεν ήταν το πορτραίτο κάποιου διάσημου, αλλά ένα πρωτοσέλιδο που είχε δει παιδάκι κατά τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου.
Αυτή η πιο κρίσιμη περίοδος στην πολυσχιδή καριέρα του 81χρονου φωτογράφου εορτάζεται με τη μεγάλη έκθεση που διοργανώνεται μέχρι το τέλος του Μαρτίου στην γκαλερί Gagosian του Λονδίνου, με τίτλο The Sixties. Ανάμεσα στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της έκθεσης, περιλαμβάνονται και εκπληκτικά πορτραίτα συμβόλων της εποχής, όπως η σύντροφος κάποτε του Μπέιλι, Σρίμπτον, η Τζέιν Μπίρκιν, ο Μάικλ Κέιν, ο Μικ Τζάγκερ και η πρώην σύζυγός του, Κατρίν Ντενέβ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το ταλέντο του να συλλαμβάνει την ουσία τόσο αινιγματικών συχνά μορφών, προέρχεται από την έμφυτη ικανότητά του να κάνει τα αντικείμενά του φακού του να νιώθουν άνετα: «Στις φωτογραφήσεις μου, ελάχιστη φωτογραφία συμβαίνει. Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι πολλή κουβέντα και γνωριμία και γύρω στο δέκα τοις εκατό χρήση της κάμερας. Κοινή λογική μου φαίνεται αυτό, προσωπικά».
Κάποιοι επώνυμοι πάντως ήταν λιγότεροι πρόθυμοι από άλλους να αφεθούν χαλαροί στον φακό του, όπως θυμάται σήμερα: «Ο Άντι Γουόρχολ ήταν παροιμιακά εσωστρεφής. Όταν τον φωτογράφιζα, ήταν να σα κυνηγάω καπνό. Είναι εκεί μπροστά σου, τον βλέπεις, όταν πας όμως να τον πιάσεις, σκορπά και χάνεται».
Η φωτογραφία όμως που τον συγκλόνισε σε τρυφερή ηλικία και του αποκάλυψε τη δύναμη της εικόνας, δεν ήταν το πορτραίτο κάποιου διάσημου, αλλά ένα πρωτοσέλιδο που είχε δει παιδάκι κατά τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου.
Ήταν η φωτογραφία στην πρώτη σελίδα της Daily Mirror ενός πιλότου το αεροσκάφος του οποίου είχε καταρριφθεί και ο ίδιος κειτόταν στα συντρίμμια παραμορφωμένος από τα εγκαύματα. «Πέθανα από την τρομάρα μου», θυμάται. «Η πραγματική έμπνευση για το έργο μου όμως, ήρθε κυρίως από την κινηματογραφική αίθουσα όπου έβλεπα ταινίες πρωί και βράδυ».
Το έργο του διανύει έξι δεκαετίες ήδη και περιλαμβάνει πορτραίτα των πάντων σχεδόν, από την Κέιτ Μος και τον Χέλμουτ Νιούτον μέχρι τον Σίσιλ Μπίτον και τη Βασίλισσα Ελισάβετ. Μόνο ένας του διέφυγε, όπως λέει: «Η Τίνα Μπράουν (η περιβόητη πρώην διευθύντρια του Vanity Fair και του New Yorker) κι εγώ προσπαθούσαμε για χρόνια να κλείσουμε μια φωτογράφηση με τον Φιντέλ Κάστρο. Στην πραγματικότητα, δεν είχα όρεξη να κάτσω και να περιμένω γύρω στις έξι εβδομάδες στην Κούβα μέχρι να τον συναντήσω. Τελικά, πήγε ο Χερμπ Ριτς, αλλά ούτε κι αυτός τα κατάφερε».
σχόλια