Ο άγνωστος που σε λίγα λεπτά θα έβλεπα στην καρδιά της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών να μου μιλάει για τα πανέμορφα, ελεύθερα Πουλιά –όπως λέγεται η παράστασή του– δεν μοιάζει με κανέναν που έχω συναντήσει μέχρι τώρα. Δεν του αρέσουν οι ευφρόσυνες εξαγγελίες της τέχνης, τα περιττά λόγια και οι φωτογραφίσεις. Αδιαφορεί για τις μοντέρνες τάσεις, τα καλλιτεχνικά ακκίσματα και αποφεύγει οτιδήποτε μπορεί να του αποσπάσει την προσοχή από το ουσιώδες και το σημαντικό. Ο Λέμι Πονιφάζιο μού εξομολογείται πως ήρθε από την άκρη του πλανήτη, τη Νέα Ζηλανδία, «όχι για να δείξω άλλη μια παράσταση αλλά για να γεννήσω κάτι, να προκαλέσω την προσοχή και την προσδοκία που έχει κανείς από την ίδια την τέχνη. Δεν επιδιώκω την απόδραση, όπως προβλέψιμα λένε οι περισσότεροι ότι είναι ο στόχος των σύγχρονων έργων –απόδραση από τι, άραγε;– αλλά την επίτευξη ενός βασικού και ανώτερου σκοπού: την ενδοσκόπηση.
Γιατί, αλήθεια, κατά πόσο βλέπουμε ή πόσο μπορούμε να δούμε σήμερα τον εαυτό μας; Και δεν μιλάω για την αυτιστική αυτοναφορικότητα, ούτε για τον ναρκισσισμό. Μιλάω για την ανώτερη ουσία μας. Δεν είμαστε μόνοι στο σύμπαν, αλλά συνιστούμε κομμάτια ενός ολόκληρου κόσμου που απλώνεται πολύ πέρα απ’ όσα μπορούν να δουν τα μάτια μας και ν’ ακούσουν τα αυτιά μας. Η αντίληψη που έχουμε για τον κόσμο δεν μπορεί ποτέ να σταματάει στο προφανές, όπως προστάζουν οι αισθήσεις – και αυτός, τελικά, είναι ο σκοπός της τέχνης. Η αισθητηριακή αντίληψη δημιουργεί το πιο χαμηλό επίπεδο ερμηνείας και μια, αν θες, πολύ φτηνή αντίληψη για τα πράγματα.
Στο χέρι μας, λοιπόν, είναι να πάμε παραπέρα και να δούμε αυτό που κρύβεται πέρα από την πρώτη, σχεδόν πάντα κατευθυνόμενη ανάγνωση. Κάποιοι επιλέγουν το χαμερπές, άλλοι το υψηλό, ανάλογα με το τι μπορούν και τι θέλουν να δουν. Τα πάντα είναι θέμα επιλογής και αντίληψης, αν θες να δεις την ψυχή σου, αν θες να κερδίσεις την αγάπη και όχι το μίσος. Αν σε ενδιαφέρουν η φροντίδα, η κατανόηση και η ευγνωμοσύνη».
Για τον σκοπό αυτό, ο χορογράφος που είναι «εξίσου σημαντικός με την Pina Bausch και τον Merce Cunningham» έχει ετοιμάσει μια υποβλητική παράσταση που ακροβατεί με δεξιοτεχνία μεταξύ χορού και θεάτρου, με παράδοξους ήχους, αποσπάσματα και εικόνες.
Στόχος της είναι να σε παρασύρει σε ένα φανταστικό φτεροκόπημα και να σε μετακινήσει από τη βεβαιότητα της καρέκλας στο κέντρο του κόσμου, είτε πρόκειται για τον μακρινό Ισημερινό, είτε για την ψυχή σου. Να σε κάνει να νιώσεις ότι κανείς δεν μπορεί να είναι πιο ελαφρύς και πιο ευτυχής, ώστε να θεωρείς πραγματικά ότι πετάει! Το φτεροκόπημα των Πουλιών είναι τόσο ηχηρό που ξεπερνά τα αφηγηματικά δεδομένα του σύγχρονου θεάτρου, ενώ ο χορός τους μάλλον αναφέρεται σε ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα παρά στην παράθεση δεξιοτήτων. Όπως μου λέει κι ο συνομιλητής μου με την μπάσα φωνή και το ηχηρό γέλιο, «το παν είναι να αποφύγεις τις εύκολες παραστατικές λύσεις. Είναι πολύ επιθετικό πράγμα η παραστατικότητα. Σαν να σου επιδεικνύει κανείς καταπρόσωπο πώς ακριβώς πρέπει να βλέπεις τα πράγματα και τι να σκεφτείς. Πέρα από τις έτοιμες λύσεις που σου παρέχουν οι υπαγορεύσεις της μαζικής κουλτούρας, υπάρχει ένας κόσμος απέραντος και όμορφος, που είναι στο χέρι σου να τον ανακαλύψεις. Ακόμη και το πώς και γιατί θα δεις μια παράσταση είναι θέμα απόφασης και άρα ηθικής τάξης. Είμαστε αυτό που βλέπουμε ή αυτό που θέλουμε, εν τέλει, να δούμε».
Για τον Πονιφάζιο η προπαγάνδα κάνει καλά τη δουλειά της μέσα από το σχολείο, το πανεπιστήμιο, την Εκκλησία, το θέατρο. Η συμβολική λάσπη του δυτικού πολιτισμού έχει σκεπάσει και τις ψευδαισθήσεις μας. Και τα «Πουλιά» πώς μπαίνουν στο παιχνίδι – δεν μπορώ να μην τον ρωτήσω. «Δεν μπορείς να έχεις την ίδια αντίληψη όταν αντικρίζεις τον κόσμο από την κορυφή ενός βουνού και όταν τον βλέπεις από την καρδιά ενός σούπερ μάρκετ. Αν μετατοπίσεις την οπτική γωνία σου από εκεί και καταλάβεις ότι σε συντροφεύει ολάκερο το σύμπαν, ότι είσαι ένα τίποτα χωρίς τη θάλασσα ή τα πουλιά, θα δεις κάτι διαφορετικό να απλώνεται μπροστά σου. Κι αυτό ακριβώς κάνει η τέχνη: ανατρέπει την καθεστηκυία εικόνα. Στα νησιά του Ειρηνικού, τα πουλιά θεωρούνται αρχιτέκτονες του ουρανού και τα ζώα δημιουργοί του κόσμου, όχι υπηρέτες μας. Το δελφίνι δεν είναι παιχνίδι για τα παιδιά μας. Το δελφίνι υπάρχει για το δελφίνι. Γι’ αυτό και αποφεύγω να εντοπίσω τα πουλιά ως μέρος μιας περιβαλλοντολογικής προπαγάνδας. Εγώ απλώς θέλω να χρησιμοποιήσω τον συμβολισμό τους και να περάσω τη μαγεία της στιγμής».
Ποια, όμως, είναι η απάντηση στα όσα τρομερά συμβαίνουν, όπως πρόσφατα ο τυφώνας Σάντι που σάρωσε την Αμερική, αν όχι η οικολογία; «Δεν είμαι πολιτικός να σου απαντήσω, αλλά καλλιτέχνης», είναι η σαφής απάντηση του Πονιφάζιο, αν και στο βιογραφικό του καταγράφονται σπουδές στις Πολιτικές Επιστήμες. «Δεν θέλω να κάνω μάθημα οικολογικής συνείδησης, ούτε να κουνήσω το δάχτυλο και να σου πω ότι πρέπει να σέβεσαι το περιβάλλον. Είναι ανόητο. Το ξέρεις, άλλωστε, ήδη καλά πόσο κακό είναι να δηλητηριάζεις το ποτάμι ή να πετάς σκουπίδια. Δεν θα σου δείξω αυτό που θέλουν οι ισχυροί, ούτε αυτό που σου δείχνουν τα Μέσα, γιατί τότε δεν θα μπεις καν στον κόπο να σκεφτείς παραπέρα. Καλό είναι να σκέφτεσαι τα πράγματα δυο φορές και όχι μία, όπως θέλουν οι τηλεοράσεις. Τι πιο δημοκρατικό, άλλωστε, από το να προσπαθήσω να απελευθερώσω τη φαντασία σου;».
Εννοείται ότι αρνείται να σχολιάσει το κλίμα των ημερών, μια και βρέθηκε στην Αθήνα τις ημέρες που είχε παραλύσει η χώρα. Για τον γνωστό χορογράφο, όσα συμβαίνουν «είναι ένας ατέρμονος θόρυβος που επιδιώκει τον αποσυντονισμό μας». Ναι, αλλά μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά με τις δεδομένες συνθήκες και άλλα τόσα αδιέξοδα; «Ευτυχώς, ναι, δεν είναι ανθρώπινα όλα αυτά που συμβαίνουν, αλλά παράλογα. Τα κατασκευάσαμε εκ των υστέρων. Μπορούμε να ζήσουμε διαφορετικά, να βελτιώσουμε τη ζωή μας και να μην τα παρατάμε με την πρώτη δυσκολία, γιατί αυτή ακριβώς είναι η ιδιοσυστασία του ανθρώπου. Είναι στη φύση του να αναζητά λύσεις και ανατροπές. Στην αρχαία Ελλάδα “άνθρωπος” σήμαινε αυτός που κοιτάζει ψηλά. Αντίστοιχα, πάλι, ο χορευτής ατενίζει από ψηλά το σύμπαν, όπως τα πουλιά, επειδή ακριβώς αντιλαμβάνεται τη μυστική σύνδεση με τον κόσμο. Όταν αυτό συμβαίνει, τότε ο καθένας από εμάς είναι πιθανό να μπορεί να μεταβεί από τον φαινομενικό και καθημερινό κόσμο και να δει, πραγματικά, όπως έλεγαν και οι Έλληνες, τα “νοούμενα”. Η πραγματικότητα είναι απλώς ένα μικρό παράδειγμα της απεραντοσύνης. Αν πραγματικά πίστευα κι έβλεπα μόνο τον μικρόκοσμό μου, τότε η Ελλάδα δεν θα είχε καμιά αξία. Δεν θα υπήρχε καν για μένα. Δες, για παράδειγμα, την Αθήνα: είναι μια πρόκληση, αφού είναι μια πόλη γεμάτη δημιουργικές αντιφάσεις και πολλαπλές όψεις. Δεν έχει τη δεδομένη γοητεία της μελαγχολίας, όπως η Βενετία, κάτι
που άλλωστε πλασάρεται ως έτοιμο τουριστικό προϊόν. Αντίθετα, στην Αθήνα η εμπειρία είναι συντριπτική. Μπορεί να σου γεννήσει ανεξάντλητες εικόνες, που δεν είναι ψεύτικες αλλά πέρα για πέρα αληθινές. Αυτή, λοιπόν, είναι και η δική μου αντίληψη για την τέχνη, στον βαθμό που δεν επιδιώκω να κατασκευάσω κάτι αλλά να περάσω ένα μήνυμα αγάπης, χωρίς εξαπάτηση και δίχως ψέμα. Γιατί η ομορφιά δεν λέει ποτέ ψέματα. Κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ».
σχόλια