«ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ αναμένεται για όλους μας δύσκολο, αλλά κυρίως απρόβλεπτο. Είναι μάλλον παρακινδυνευμένο να κάνουμε οποιαδήποτε πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον, δεδομένου ότι μόλις έξι μήνες πριν δεν είχαμε ιδέα για το πώς θα άλλαζε η ζωή μας» δηλώνει η Αμέρισσα Μπάστα, υπεύθυνη επικοινωνίας των εκδόσεων Κλειδάριθμος απαντώντας στο εύλογο ερώτημα πώς μπορεί να διαμορφωθεί η αγορά του βιβλίου αυτόν τον παράξενο, λόγω κορωνοϊού, χειμώνα. Πάντως, παρ' όλες τις δυσκολίες που έχουν προκύψει από την αλλαγή ψυχολογίας και την οικονομική κρίση που έχει προκαλέσει η πανδημία, οι άνθρωποι του βιβλίου δείχνουν να αισιοδοξούν, προσβλέποντας όχι στην άνοδο των πωλήσεων, αφού τα νούμερα είναι ήδη προβληματικά αλλά στο να μπορέσουν να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον των αναγνωστών, προτείνοντας καλά βιβλία, δυνατούς τίτλους και, κυρίως, νέους τρόπους προβολής και προώθησης, όπως οι ηλεκτρονικές παρουσιάσεις.
«Αν και πιστεύω ότι ο κλάδος του βιβλίου δεν υπέστη τεράστιες ζημιές, όπως ο τουρισμός, η εστίαση, ή άλλα πολιτιστικά «προϊόντα» (συναυλίες και θέατρο), δυστυχώς το εξαιρετικά μειωμένο εισόδημα των νοικοκυριών που ζουν απ' όλα τα παραπάνω αναπόφευκτα θα επηρεάσει την οικονομική τους συμπεριφορά τον χειμώνα που έρχεται, άρα και την αγορά βιβλίου» δηλώνει με τη σειρά του ο υπεύθυνος εκδόσεων Ίκαρος, Νίκος Αργύρης, κάτι στο οποίο συμφωνούν και οι βιβλιοϋπάλληλοι. Για παράδειγμα, σε ένα από τα μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία της Αθήνας, την Πολιτεία, είδαν κατακόρυφη αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κάτι που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αν και αυτό δεν σημαίνει αύξηση των πωλήσεων συνολικά. Σε αυτό συμφωνεί και ο κ. Αργύρης, σημειώνοντας ωστόσο ότι με το που «άνοιξε η αγορά, οι πωλήσεις e-books επανήλθαν στα προηγούμενα επίπεδα. Πάντως, η παρατεταμένη υγειονομική κρίση σίγουρα ευνοεί τις πωλήσεις των e-books για ευνόητους λόγους. Ο Ίκαρος θα συνεχίσει να εκδίδει τους περισσότερους τίτλους και σε ψηφιακή μορφή, όπως κάνουμε από το 2010».
Το βιβλίο είναι ένα ασφαλές καταφύγιο και ένας τρόπος να ταξιδεύουμε νοητά, μέχρι να καταφέρουμε να ταξιδέψουμε ξανά με ασφάλεια.
«Ο φυσικός χώρος του έντυπου βιβλίου είναι για εμάς το βιβλιοπωλείο κι αυτό δεν έχει αλλάξει, παράλληλα όμως θεωρούμε σίγουρο ότι η τάση για ηλεκτρονική αγορά βιβλίων θα συνεχιστεί, καθώς ένα κομμάτι του αναγνωστικού κοινού φαίνεται να την προτιμά» τονίζει με τη σειρά της η εκδότρια του Μεταιχμίου Ελένη Παπαγεωργίου. Πιο αισιόδοξη η Κέλη Δασκαλά των εκδόσεων Κέδρος, πιστεύει ότι αυτή είναι η ευκαιρία για να δείξει το βιβλίο τη δύναμή του, καθώς «ευτυχώς αποτελεί μια σταθερά στη ζωή πολλών, όπως έδειξε η κατακόρυφη αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων κατά την περίοδο της καραντίνας, οι οποίες συνεχίζουν να είναι ανοδικές. Το βιβλίο παραμένει σημείο αναφοράς τόσο για το κοινό και τον δημιουργό όσο και για τους ανθρώπους που εργάζονται στον εκδοτικό χώρο, διαβάζουν και επιλέγουν βιβλία, τα επιμελούνται, τα τυπώνουν, τα διακινούν, αγωνιούν για την πορεία τους και προσδοκούν καλύτερες μέρες για το εκδοτικό σκηνικό στην Ελλάδα, παρότι προσωρινά δεν έχουμε τη δυνατότητα για φεστιβάλ βιβλίων ή των βιβλιοπαρουσιάσεων όπως τις γνωρίζαμε» υποστηρίζει, δίνοντας το στίγμα του πολυδιάστατου κόσμου του βιβλίου και των ανθρώπων του, που μοχθούν ώστε να παραμείνει υψηλό το επίπεδο και να μπορούμε να μιλάμε όχι μόνο για ένα αξιόλογο ποσοστό παραγωγής αλλά και για εκδόσεις μεγάλων αξιώσεων.
Γι' αυτό και η Αμέρισσα Μπάστα επιμένει ότι το βιβλίο είναι τελικά «ένα ασφαλές καταφύγιο και ένας τρόπος να ταξιδεύουμε νοητά, μέχρι να καταφέρουμε να ταξιδέψουμε ξανά με ασφάλεια», υποστηρίζοντας πως το μόνο που έχουν να κάνουν τελικά οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι, όπως ο Κλειδάριθμος, είναι να «ετοιμάσουμε βιβλία που ευελπιστούμε ότι θα συνεπάρουν τους αναγνώστες, παρασύροντάς τους σε λογοτεχνικές περιπέτειες, θα τους γεμίσουν νέες ιδέες, έμπνευση και αφορμές για συζήτηση». «Έχοντας παρακολουθήσει τη δυναμική της αγοράς το προηγούμενο διάστημα, αναγνωρίζουμε ότι έχει προσαρμοστεί πλέον στους κανόνες της πανδημίας» τονίζει από την πλευρά του ο Αργύρης Καστανιώτης, μιλώντας εκ μέρους του ομώνυμου εκδοτικού οίκου που από την πρώτη στιγμή έδειξε να ανταποκρίνεται στα σημεία των καιρών, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο ηλεκτρονικό βιβλίο, γι' αυτό δηλώνει συγκρατημένα αισιόδοξος, καταλήγοντας: «Τα ηλεκτρονικά βιβλία παρουσίασαν άνοδο, ειδικά τις μέρες της καραντίνας, ωστόσο η αύξηση των πωλήσεων, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν ήταν αξιοσημείωτη. Οι αναγνώστες αποζητούν συχνά την επαφή με τους δημιουργούς. Η ανάγνωση είναι μοναχική απόλαυση αλλά και κοινωνική συνήθεια. Οι βιβλιόφιλοι διαβάζουν μεν μόνοι, όμως στη συνέχεια θέλουν να μιλήσουν για τα βιβλία που διάβασαν, να ανταλλάξουν ιδέες και εντυπώσεις, να έρθουν σε επαφή με τους δημιουργούς. Οι βιβλιοπαρουσιάσεις καλύπτουν όλες αυτές τις ανάγκες. Αν είναι εφικτό, θα πραγματοποιηθούν».
Ο Κώστας Δαρδανός, υπεύθυνος των εκδόσεων Gutenberg, θεωρεί ότι στο ζήτημα της αγοράς του βιβλίου πρέπει να τεθούν ερωτήματα όπως το «τι θα αλλάξει, τι θα παραμείνει σταθερό, τι θα αφανιστεί και τι νέο θα γεννηθεί», καθώς, όπως υποστηρίζει, «το βιβλίο, ως συνδιαμορφωτής του πολιτιστικού γίγνεσθαι, θα επηρεαστεί με κάποιον τρόπο». Συμφωνεί στο ότι υπήρξαν απώλειες, αλλά αυτές δεν αφορούν μόνο το οικονομικό σκέλος: «Παρότι το εκδοτικό μας πρόγραμμα θα συνεχιστεί κανονικά, δεν μπορούμε να μη θρηνήσουμε τις μεγάλες απώλειες που οφείλονται στη διαχείριση της πανδημίας. Η ανθρώπινη επαφή, η συνύπαρξη ως βασικό συστατικό του πολιτισμού, οι τέχνες και η εκπαίδευση δεν είναι όπως τις ξέραμε». Σε αυτό δείχνει να συμφωνεί ο Βαγγέλης Γεωργακάκης των εκδόσεων Τόπος, πιστεύοντας ότι πρέπει «να αρχίσει επιτέλους μια ουσιαστική δημόσια στήριξη του βιβλίου με επίκεντρο ενεργές βιβλιοθήκες που θα παρακολουθούν τη σύγχρονη παραγωγή, μια ουσιαστική πολιτική φιλαναγνωσίας και όχι επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, και αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων για να στηριχτεί το δημιουργικό εκδοτικό δυναμικό».
Όσο για τις παραδοσιακές βιβλιοπαρουσιάσεις, παρότι κάποιες εξακολουθούν να γίνονται με τα ανάλογα περιοριστικά μέτρα και τις προφυλάξεις, δείχνουν σταδιακά να εκλείπουν από τα εκδοτικά σχέδια του φετινού χειμώνα αφού οι περισσότεροι οίκοι δίνουν έμφαση στις διαδικτυακές παρουσιάσεις και συζητήσεις. Ο Κώστας Δαρδανός υποστηρίζει πως από μόνο της η ανάγνωση "παρότι ατομική δραστηριότητα, μας συνδέει με τον κόσμο, με το παρελθόν, αλλά και μας ανοίγει νέους δρόμους στο μέλλον" θέτοντας ανάλογα ερωτήματα "στα οποία θα κληθούμε να απαντήσουμε αλλά και να τα ζήσουμε" όπως το κατά πόσο "τα μέσα 'κοινωνικής δικτύωσης θα 'καταλάβουν' ακόμα περισσότερο χρόνο από την ανάγνωση και πως θα είναι αυτός ο κοινωνικά αποστασιοποιημένος αναγνώστης". Γιατί, κακά τα ψέματα όλοι συμφωνούν ότι κανένα μέσο προβολής του βιβλίου δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις ζωντανές παρουσιάσεις που παραδόξως συνιστούν έναν μοναδικό τρόπο κοινωνικονικοποίησης και ανοιχτού διαλόγου-ο ίδιος ο Δαρδανός παραπέμπει στις συζητήσεις στο πατάρι του Gutenberg οι οποίες πλέον είναι στη διάθεση του κοινού στο διαδίκτυο.
Από την άλλη, ο Βαγγέλης Γεωργακάκης δηλώνει μάλλον απαισιόδοξος από το πως διαμορφώνεται η κατάσταση στο χώρο του βιβλίου ενώ η Κέλη Δασκαλά υποστηρίζει πως δεν πρέπει να το βάζουμε κάτω-όπως κάνουν στον Κέδρο και "να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους επαφής με το αναγνωστικό κοινό"-εκείνοι ξεκίνησαν ήδη μια σειρά podcasts, η οποία θα εμπλουτιστεί με ενδιαφέρουσες παρουσιάσεις νέων εκδόσεων, αλλά και παλαιότερων. Περιγράφοντας, μάλιστα, αυτό που βιώνουμε ως άνθρωπος του βιβλίου η ίδια προτίμησε στίχους του Γουόλτ Γουίτμαν-από το "Τραγούδι του εαυτού μου", μτφ Κατερίνα και Ελένη Ηλιοπουλου, Κέδρος). «Έρχομαι με μουσικές θριαμβικές / με τις κορνέτες μου και με τα τύμπανά μου... / Έχεις ακούσει πως είναι καλό να κερδίζεις τη μάχη; / Εγώ λέω πως είναι καλό και να χάνεις, / οι μάχες χάνονται και κερδίζονται με το ίδιο πνεύμα».