«Άλφρεντ και Έμιλι»: Το κύκνειο άσμα της Ντόρις Λέσινγκ

Ντόρις Λέσινγκ «Άλφρεντ και Έμιλι» Facebook Twitter
Γυναίκα που είχε τα κότσια ν' αλλάξει κάμποσες φορές τη ζωή της, η Ντόρις Λέσινγκ υπήρξε μια ταξιδιώτισσα του 20ού αιώνα που υπερασπίστηκε ουμανιστικές αξίες χωρίς να εγκλωβιστεί σ' ετοιματζίδικες σκέψεις και δόγματα.
0

ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΙΧΕ τα κότσια ν' αλλάξει κάμποσες φορές τη ζωή της, η Ντόρις Λέσινγκ (1919-2013) υπήρξε μια ταξιδιώτισσα του 20ού αιώνα που υπερασπίστηκε ουμανιστικές αξίες χωρίς να εγκλωβιστεί σ' ετοιματζίδικες σκέψεις και δόγματα, μια ορκισμένη αντάρτισσα απέναντι στη βαρβαρότητα –του απαρτχάιντ, του πολέμου, του ολοκληρωτισμού– με μοναδικό όπλο την τέχνη της.

Γεννημένη στην Περσία από Εγγλέζους γονείς, η μετέπειτα συγγραφέας της «Καλής τρομοκράτισσας», του «Ένας καλός γάμος», του «Αγάπη ξανά», βρέθηκε στα πέντε της στη σπαρασσόμενη από φυλετικές διακρίσεις Ροδεσία και πριν καλά καλά μπει στην εφηβεία διεκδίκησε την ελευθερία της: εγκατέλειψε το θρησκευτικό σχολείο όπου φοιτούσε και φρόντισε να βιοπορίζεται ως γκουβερνάντα ή τηλεφωνήτρια, συμμετέχοντας παράλληλα σε αριστερές οργανώσεις.

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1950 με το «Τραγουδάει το χορτάρι», έργο εμπνευσμένο από τις ρατσιστικές εντάσεις στην Αφρική. Είχε μόλις εγκατασταθεί στη Βρετανία μαζί με το μικρότερο από τα τρία παιδιά της, έχοντας δύο αποτυχημένους γάμους πίσω της.

Εκείνη την περίοδο θα στρατευόταν στο βρετανικό Κ.Κ., απ’ το οποίο σύντομα θ’ αποχωρούσε απογοητευμένη, δίνοντας έκτοτε τη μάχη ως ενεργό μέλος του φιλειρηνικού κινήματος και ακτιβιστικών οργανώσεων εναντίων των πυρηνικών όπλων και των φυλετικών διακρίσεων.

Το μυθιστόρημα που έμελλε να την κάνει διάσημη δεν ήταν άλλο από το «Χρυσό σημειωματάριο» (1962): ένα ευαγγέλιο για τις φεμινίστριες και λαμπρό δείγμα μεταμοντέρνας γραφής, ένα «από τα ελάχιστα εκείνα βιβλία που διαμόρφωσαν την αντίληψη του 20ού αιώνα για τη σχέση άντρα και γυναίκας», όπως αποφάνθηκε η Σουηδική Ακαδημία απονέμοντάς της την ύψιστη λογοτεχνική διάκριση το 2008.

Στη μυθιστορηματική εκδοχή της ζωής της μητέρας της, η Λέσινγκ δείχνει την Έμιλι άκληρη και ριζωμένη στην Αγγλία, να μένει σύντομα χήρα από τον γιατρό που είχε σφόδρα ερωτευτεί και παντρευτεί, και να παίζει στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στον δημόσιο βίο, διοχετεύοντας την περιουσία της σε φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς.

Την ίδια ακριβώς περίοδο, η Λέσινγκ έδινε στον εκδότη της τα χειρόγραφα του «Άλφρεντ και Έμιλι», γνωρίζοντας πως αυτό το βιβλίο, με τα ονόματα των γονιών της για τίτλο, θα 'ταν σίγουρα το τελευταίο της. «Δεν έχω πια ενέργεια για γράψιμο» παραδεχόταν δημόσια: «Κάποτε είχα τόση που δεν ήξερα πώς να την ξοδέψω, αλλά τώρα νιώθω πως όλα μου τ’ αποθέματα στέρεψαν. Όταν είσαι νέος, νομίζεις πως θα πλέεις σε μια υπέροχη λίμνη σιωπής και γαλήνης, αλλά τίποτε ψευδέστερο απ’ αυτό».

Μολονότι ο «Καστανιώτης» είχε εξασφαλίσει από τότε τα δικαιώματα του βιβλίου, η ελληνική έκδοσή του έμελλε να κυκλοφορήσει μετά τον θάνατο αυτής της σπουδαίας γυναίκας, τον Νοέμβριο του 2013. Κι όπως γίνεται σαφές από τον πρόλογο που το συνοδεύει, το κύκνειο άσμα της Λέσινγκ ήταν η τελευταία της απόπειρα να ξεφύγει από την «τερατώδη» κληρονομιά που τη βάραινε: τη σκιά του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, που είχε ρημάξει τη ζωή των γονιών της, τυλίγοντας και την ίδια από την ημέρα που γεννήθηκε.

cover
Το «Άλφρεντ και Έμιλι» της Ντόρις Λέσινγκ από τις εκδόσεις Καστανιώτη δεν είναι διαθέσιμο.

Το «Άλφρεντ και Έμιλι» (μετ. Μ.-Ρ. Τραΐκογλου) αποτελείται από δύο σχεδόν ισομεγέθη μέρη, το ένα επινοημένο, το άλλο αυτοβιογραφικό. Το πρώτο αποτελεί μια σύντομη εκδοχή της ζωής που θα μπορούσαν να έχουν οι γονείς της συγγραφέως, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο Μεγάλος Πόλεμος, εκδοχή που τους θέλει ν’ ανθίζουν χωριστά, βασισμένη σε «τόνους φωνής, στεναγμούς, μελαγχολικά βλέμματα, σημάδια τόσο ασήμαντα, σαν κι αυτά που μπορούν να εντοπίζουν μόνο οι έμπειροι ιχνηλάτες».

Το δεύτερο μέρος, όμως, περιγράφει την αληθινή τους ιστορία, εστιάζοντας στην περίοδο που μοιράστηκαν με τα δυο παιδιά τους στη Νότιο Ροδεσία επί αποικιοκρατίας, έχοντας συνειδητοποιήσει πως ποτέ δεν πρόκειται να πλουτίσουν και ποτέ δεν θα καταφέρουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Στην προσπάθειά της να φανταστεί μια άλλη ζωή για τον μπαμπά της, η Λέσινγκ καθόλου δεν δυσκολεύτηκε. Ο Άλφρεντ Τάιλερ είχε μεγαλώσει παίζοντας με τ’ αγροτόπαιδα στα χωράφια και αγρότης ονειρευόταν να γίνει, όχι τραπεζικός υπάλληλος. Ωστόσο «δεν είχε το κεφάλαιο ν’ αγοράσει φάρμα, έτσι του χάρισα αυτό που λαχταρούσε η καρδιά του, τον έκανα Εγγλέζο γαιοκτήμονα» διαβάζουμε.

Στην πραγματικότητα, αυτός ο σθεναρός και σφριγηλός άντρας που διέπρεπε στ’ αθλήματα, βγήκε από τα χαρακώματα σακάτης κι ως τα 62 του στηριζόταν σ’ ένα ξύλινο μαραφέτι αντί για πόδι, μιλούσε εμμονικά και ακατάπαυστα για τις πολεμικές εμπειρίες του, χώρια τις ταλαιπωρίες που υπέστη αργότερα ως διαβητικός. Αλίμονο, η ιατρική στις αρχές του 20ού αιώνα ούτε ανάλαφρα πρόσθετα μέλη είχε να προσφέρει, ούτε τη σημερινή ποικιλία αντικαταθλιπτικών…

Με τη μητέρα της η Λέσινγκ ποτέ δεν τα πήγε καλά. Το «Μάρθα Κουέστ», άλλωστε, το μυθιστόρημα που είδε το φως το 1952, ήταν η πρώτη ίσως εξιστόρηση μιας κόντρας δίχως κανόνες ανάμεσα σε μια μητέρα και την κόρη της.

«Τη μισούσα», γράφει και στο «Άλφρεντ και Έμιλι», ανακαλώντας την πρώτη από τις πολλές φορές που το έσκασε απ’ το σπίτι, στα έξι της! Οι μεταξύ τους μάχες ήταν «τιτάνιες». Τι αφορούσαν; «Τα πάντα, τίποτε, μα όσο απομακρυνόμουν, τόσο φούντωνε η μανία της».

Η Έμιλι Μακβί που, σε πείσμα της επιθυμίας του πατέρα της να σπουδάσει, είχε διαλέξει  να γίνει και να διαπρέψει ως νοσοκόμα «ήταν γυναίκα με ξεχωριστά και διαφορετικά ταλέντα. Δεν έχω συναντήσει άνθρωπο πιο αποτελεσματικό από εκείνη, τόσο οργανωτική ήταν. Όλα της τα ταλέντα, όλη της η ενέργεια είχαν επικεντρωθεί σε ένα άχαρο, θυμωμένο κορίτσι, που είχε μοναχά μια σκέψη στο μυαλό, πώς να την εγκαταλείψει».

Στη μυθιστορηματική εκδοχή της ζωής της μητέρας της, η Λέσινγκ δείχνει την Έμιλι άκληρη και ριζωμένη στην Αγγλία, να μένει σύντομα χήρα από τον γιατρό που είχε σφόδρα ερωτευτεί και παντρευτεί, και να παίζει στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στον δημόσιο βίο, διοχετεύοντας την περιουσία της σε φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς.

Η Ντόρις Λέσινγκ έπρεπε να γεράσει για να καταλάβει πόσο βασανισμένη ήταν κι η μάνα της, πόσο τα χαρακώματα κατέτρωγαν και τα δικά της σωθικά, πόσες ματαιωμένες επιθυμίες είχε θάψει στην αφρικανική λάσπη και τα λιμνάζοντα νερά. Από τη μεριά της, ουδέποτε συναίνεσε στις φιλοδοξίες που έτρεφε η μητέρα της γι’ αυτήν, ερήμην της. Αν μη τι άλλο, όμως, μπόρεσε ν’ αναγνωρίσει πως χάρη στις ιστορίες που της αφηγούνταν και στα βιβλία με την οποία την προμήθευε, έγινε η ίδια αυτό που έγινε.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό»   

Βιβλίο / Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»   

Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Βιβλίο / «Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Ο 84χρονος ηθοποιός κοιτάζει προς τα πίσω και βλέπει τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την καταθλιπτική μητέρα του, τον Τσέχoφ, τις σχέσεις που δεν έφτασαν ποτέ στον γάμο, τις έντονες αναταράξεις μιας πολυκύμαντης διαδρομής.
THE LIFO TEAM
Πέτρος Τατσόπουλος: «Η οργή σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται γιατί είναι απελευθερωτική»

Πέτρος Τατσόπουλος / «Δεν τα έχω με τους πιστούς αλλά με τους απατεώνες ρασοφόρους»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με τον γνωστό συγγραφέα, δημοσιογράφο, παρουσιαστή και πρώην βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο, με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Το παιδί του διαβόλου - Μια αληθινή ιστορία», όπου εστιάζει στη μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη διαπλοκή της με την πολιτεία και στις σκοταδιστικές απόψεις που κατά κανόνα πρεσβεύει καθώς και στην ιδιαίτερα επικερδή «μπίζνα» που έχει στηθεί γύρω από ιερά λείψανα, ιερά κειμήλια, «άγιους» γέροντες και «θαύματα» για κάθε χρήση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ