1. Συστάσεις. Ακούει στο (άντε να το προφέρεις με τη μία) όνομα Έκτορ Μπελασκοαράν Σάυν, είναι Μεξικανός, αλλά μέσα του ρέει αίμα αναρχοσπανιόλικο τρελοϊρλανδέζικο. Είναι μονόφθαλμος, κουτσός και τίγκα στη νοσταλγία. Καπνίζει σαν φουγάρο («αράπης» λεγότανε παλιά το φουγάρο και όταν λέμε καπνίζει σαν αράπης, αναφερόμαστε ακριβώς στο φουγάρο και δεν εννοούμε ότι οι Αφρικανοί και λοιπά καπνίζουν πάρα πολύ, απεναντίας). Τι λέγαμε; Α ναι, για τον Έκτορ, κ.λπ. Ο Έκτορ, λοιπόν, είναι ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο συμπαθητικότερος και συν τοις άλλοις συμπαθέστατος ιδιωτικός ντετέκτιβ στην οικουμένη. Τώρα τον βάζουνε να τρέχει, αεροπορικώς, στη Μαδρίτη για να προειδοποιήσει, λέει, τη Μαύρη Χήρα, μια που δεν είναι πια όπως ήταν, μια που τώρα είναι «μια πρώην, πρώην ερωμένη, πρώην νέα, πρώην κάτι», ότι θα έχει κακά ξεμπερδέματα έτσι και δεν επιστρέψει με το μαλακό τον κλαπέντα θώρακα του Μοκτεσούμα.
2. Πλοκή. Εν συνεχεία, ο καλός μας Έκτορ θα αρχίσει ελλόγως να παραλογίζεται σε μια Μαδρίτη που, όπως έλεγε και η Σιμόν Σιονιορέ για τη νοσταλγία, δεν είναι πια αυτό που ήταν και ένεκα η «σκατένια χρονομνημονική απορρύθμιση» που ταλανίζει τον Μπελασκοαράν μας, η εν λόγω Μαδρίτη δεν είναι, σίγουρα πράγματα, η πόλη που «εκείνος είχε επινοήσει μέσα από τη μνήμη άλλων». Για προσέξτε! Κάτι που αρχίζει ως εκδούλευση στον Χούστο Βάσκο, παλιόφιλό του και υποδιευθυντή του Εθνικού Μουσείου Ανθρωπολογίας, γίνεται περιπέτεια με την αδρεναλίνη να τρέχει στις φλέβες σαν μοτοσικλέτα, με κάτι μαχαιροβγάλτες που εν τέλει τις τρώνε από τον φίλο μας, ο οποίος, συν τοις άλλοις, τρέφει μεγάλη αγάπη για κάποιους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, όπως ο Φίλιπ Κ. Ντικ, ο Φιλίπ Χοσέ Φάρμερ και ο Τζιν Γουλφ (έργα τους έχουν μεταφραστεί επιτυχώς στα ελληνικά - αναφέρεται και κάποιος Ντικ Πάουελ, αλλά επρόκειτο περί ηθοποιού που είχε παίξει τον ρόλο του συναδέλφου του Μπελασκοαράν, του μέγιστου Φίλιπ Μάρλοου).
3. Καλούδια. Έχει ωραίες παραγράφους αυτό το βιβλίο, αξιομνημόνευτες, χορταστικές. Για ακούστε: «Κι έπειτα περιπλανιέται σε λιθόστρωτα σοκάκια, προσπαθώντας να βρει πράγματα που δεν υπάρχουν εκεί πέρα. Διότι εάν έχει ένα μόνο χαρακτηριστικό η ξένη μνήμη, αυτό είναι η ικανότητα του ακροβάτη, η ξένη μνήμη κρύβεται από κάποιον που τη χάνει, κλέβει κάποιον που δεν την έχει».
Έχει καπνό, πολύ καπνό, καπνό από Κοχίμπα και Κορόνα έξτρα, και από Μοντεκρίστο και Ντελικάδος και από Πιελ Ρόχα και Παρταγκάς. Έχει αναψυκτικά και καφέδες και τεκίλες. Έχει πίκρα και λεβεντιά και χιούμορ. Έχει και μιαν όμορφη κοπέλα, μια Καναδή, που είναι στα όριά της επειδή ξέμεινε από παραδάκι.
Έχει και φοβερό και τρομερό συγγραφέα, βεβαίως, τον αχτύπητο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο II, και μεταφραστή κεφάτο που ακούει στο όνομα Κρίτων Ηλιόπουλος, και εκδότη έχει, τον Σταύρο τον Πετσόπουλο της Άγρας. Έχει και απειλές άπαιχτες: «Θα την κάψω σαν τη Ζαν ντ’ Αρκ, αλλά σαν πουτάνα Ζαν ντ’ Αρκ»! Αυτά είναι, που έλεγε και ο μέγας Ε.Χ. Γονατάς. Αυτά είναι!
4. Τηλεγραφικώς. Κυκλοφόρησε, με πλούσια ύλη, εμπεριστατωμένα κείμενα, εμβριθείς αναλύσεις το τρίτο τεύχος του περιοδικού «The Zone» (www.thezone.gr). Ψυχή και πυλώνας, ο Βασίλειος Φ. Δρόλιας. Πονήματα για πτυχές του έργου του Tόμας Πίντσον υπογράφουν οι: Κώστας Καλτσάς, Γιάννης Φλυτζάνης, Λευτέρης Καλοσπύρος, Θοδωρής Σταμάτης, Θανάσης Μήνας, Ηλίας Βουίτσης, Γιώργος Πινακούλας, και Γιώργος Μαραγκός - ο οποίος, μάλιστα, υποστήριξε επιτυχώς την πρώτη γραμμένη στα ελληνικά διδακτορική διατριβή με θέμα τον Συγγραφέα των Συγγραφέων. Τίτλος: Οι δικτυώσεις της πληροφορίας στη λογοτεχνική γραφή του Tόμας Πίντσον. Δείγμα (και δήγμα) γραφής: «Η παράνοια αναφέρεται ευθέως στην αόρατη αρχή, εκείνη που ελέγχει κάθε μικρή λεπτομέρεια των πρωταγωνιστών, οι οποίοι […] ανήκουν στις παρυφές του πλέγματος εξουσίας, χωρίς οι ισορροπίες να τείνουν προς τη μεριά τους. Το ότι αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη λέξη παράνοια αποδεικνύει το αβέβαιο της δυνατότητας να γίνουν γνωστές οι πτυχές της εξουσίας. Η έννοια της παράνοιας είναι ταυτόχρονα και πολιτική και υπερβατική και δείχνει την ταυτότητα της εξουσίας, όπως κυριαρχεί μέσα στα μυθιστορήματα του Πίντσον».
σχόλια