Ο ΜΑΙΚΛ ΤΖ. ΤΣΑΠΛΙΝ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ μια ιστορία που τον έχει συνεπάρει από τότε που άκουσε γι' αυτήν. Σύμφωνα με μια αρχαία αίρεση, η ηλικία ενός ανθρώπου μετράει από την ημέρα που πέθανε ο πατέρας του. Αν ισχύει αυτό, ο ίδιος είναι σήμερα 46 ετών – ο πατέρας του, ο Τσάρλι Τσάπλιν, πέθανε ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1977.
Σύμφωνα πάντως με τις συμβατικές χρονολογίες, ο Μάικλ είναι 77 ετών και αυτές τις μέρες πρόκειται να εκδώσει το πρώτο του μυθιστόρημα. Το A Fallen God αποτελεί μια ανασκευή του κλασικού μεσαιωνικού ρομάντσου «Τριστάνος και Ιζόλδη» που διαδραματίζεται τον 13ο αιώνα. Εκτός από την οικογένειά του (έχει παντρευτεί δύο φορές και έχει επτά παιδιά), λέει ότι αυτό είναι το πρώτο πράγμα που έχει κάνει στη ζωή του για το οποίο είναι πραγματικά περήφανος.
Λέει επίσης ότι βλέπει την ημέρα που πέθανε ο πατέρας του ως την αφετηρία της δικής του αναγέννησης. Δεν είναι ότι ο Μάικλ αντιπαθούσε τον διάσημο πατέρα του. Τον αγαπούσε, όπως σπεύδει να συμπληρώσει, και δεν θα μπορούσε να τον θαυμάζει περισσότερο.
Εξάλλου, ο Τσάπλιν ο πρεσβύτερος δεν είναι μόνο ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς όλων των εποχών, αλλά και η πρώτη παγκόσμια διασημότητα, αναγνωρίσιμη από τη σιλουέτα και μόνο.
«Έριχνε μια τεράστια σκιά πάνω μου», λέει ο Μάικλ, το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά που προέκυψαν από τον τέταρτο και τελευταίο γάμο του Τσάπλιν, με την Ούνα Ο'Νιλ, κόρη του μεγάλου θεατρικού συγγραφέα Ευγένιου Ο’ Νιλ (ο Τσάρλι απέκτησε συνολικά έντεκα παιδιά). Τον επισκίαζε η προσωπικότητα του πατέρα του, τον πτοούσε η δύναμή του και μερικές φορές απλώς τον φοβόταν.
Για μεγάλο μέρος της ζωής του, λέει, προσπαθούσε να βρει έναν σκοπό. «Στα πρώτα μου χρόνια, απλά περιφερόμουν από το ένα πράγμα στο άλλο, δεν έκανα τίποτα σταθερό». Είχε επίγνωση της ιδιοφυΐας του πατέρα του όταν ήταν μικρό παιδί; Γνέφει. «Ναι, αλλά με αρνητικό τρόπο. Ήταν σα να μου την είχαν χώσει στο λαιμό. Οι δάσκαλοί μου έλεγαν πάντα: "Δεν θα γίνεις ποτέ σαν τον πατέρα σου"».
Ο Μάικλ Τσάπλιν πιστεύει ότι η έλλειψη ανδρικού/πατρικού προτύπου για τον Τσάρλι ως παιδί είχε ως αποτέλεσμα να δυσκολεύεται με τους δικούς του γιους. «Δεν ανέφερε ποτέ τον πατέρα του. Δεν νομίζω ότι τον είχε δει ή γνωρίσει ποτέ, αλλά μιλούσε για τη μητέρα του ασταμάτητα. Τη λάτρευε».
Δοκίμασε την υποκριτική και την ποπ μουσική, έγινε για λίγο διάσημος ως χίπης «γόνος» στο Λονδίνο της δεκαετίας του '60 και πέρασε πολλά χρόνια φροντίζοντας μια φάρμα με κατσίκες σε ένα απομακρυσμένο μέρος της νοτιοδυτικής Γαλλίας.
Μόλις πέθανε ο πατέρας του όμως συνειδητοποίησε τι πραγματικά ήθελε να κάνει στη ζωή του: να γράφει. Αλλά του πήρε μισό αιώνα σχεδόν για να δημιουργήσει κάτι για το οποίο να μπορεί να νιώσει υπερήφανος.
Μετά από το κυνηγητό που δέχτηκε ο πατέρας του στην Αμερική για τις «ύποπτες» πολιτικές του πεποιθήσεις, η οικογένεια μετακόμισε στην Ελβετία, όπου ο Μάικλ πέρασε τα υπόλοιπα παιδικά του χρόνια σε ένα νεοκλασικό αρχοντικό στις όχθες της λίμνης της Γενεύης.
Ήξερε γιατί ξαφνικά ζούσαν σε άλλη ήπειρο; «Όχι. Ήμουν έξι ετών όταν μπήκαμε στο υπερωκεάνιο για την Ευρώπη και τότε ήταν που έλαβε ένα τηλεγράφημα που έλεγε ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Αμερική. Το άκουσα χωρίς να το καταλάβω».
Ο Μάικλ ρωτούσε τη μητέρα του πότε θα επέστρεφαν στην πατρίδα – αλλά εκείνη δεν απαντούσε ποτέ. Ο πατέρας του βρισκόταν σε κατάσταση νευρικού κλονισμού. «Νόμιζε ότι θα μπορούσε να χάσει όλα τα χρήματά του, τα οποία βρίσκονταν στην Αμερική», λέει. «Η μητέρα μου αναγκάστηκε να πάρει το πρώτο αεροπλάνο και να επιστρέψει πίσω για να στείλει όλα τα χρήματα στο Μεξικό».
Τον ρωτάμε πώς ήταν ο Τσάρλι ως πατέρας. «Εκφοβιστικός», μας λέει. « Ήταν σκληρός, ανυποχώρητος και συχνά απόμακρος με τους γιους του. Λιγότερο με τις κόρες του».
Ο Μάικλ Τσάπλιν πιστεύει ότι η έλλειψη ανδρικού/πατρικού προτύπου για τον Τσάρλι ως παιδί είχε ως αποτέλεσμα να δυσκολεύεται με τους δικούς του γιους. «Δεν ανέφερε ποτέ τον πατέρα του. Δεν νομίζω ότι τον είχε δει ή γνωρίσει ποτέ, αλλά μιλούσε για τη μητέρα του ασταμάτητα. Τη λάτρευε».
Ο Μάικλ Τσάπλιν πιστεύει ότι η δική του η μητέρα του, που έφυγε από τη ζωή το 1991, θα ήταν ενθουσιασμένη που επιτέλους εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο.
Όσο για τον πατέρα του, δεν του αρέσει να μιλάει εκ μέρους και αντ’ αυτού αφηγείται μια ιστορία: «Υπήρξε μια σημαντική συνάντηση με τον πατέρα μου, αλλά συνέβη μετά τον θάνατό του. Γι' αυτό λένε ότι μετράς τα χρόνια της ζωής σου από τη στιγμή του θανάτου του πατέρα σου. Άρχισα να βλέπω πολύ έντονα όνειρα όπου τον αντιμετωπίζω και μετά ερχόμαστε κοντά και αρχίζουμε να συνομιλούμε σαν πατέρας και γιος. Ήταν όταν σταμάτησα να γυρνάω άσκοπα στον κόσμο και επέστρεψα στην Ελβετία, στο σπίτι της οικογένειας. Εκείνη τη στιγμή είχε σταματήσει να είναι πλέον εμπόδιο και μου άνοιγε τις πόρτες για να ζήσω».
Με στοιχεία από The Guardian