ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΔΑΣΗ, αποφασίζοντας αυθαίρετα πως τα ΔΑΣΗ θα γράφονται με κεφαλαία. Στο τραπέζι όπου γράφει, έχοντας γυρισμένη την πλάτη στον λόφο του Λυκαβηττού, υπάρχει ένα βάζο με ασφόδελους, που τους έχει κόψει στον λόφο. Ο Λυκαβηττός απέχει μόλις 200 μέτρα. Ο λόφος του Στρέφη απέχει 650 μέτρα. Το άλσος Ιλισίων, ενάμισι χιλιόμετρο. Το άλσος Παγκρατίου, δύο χιλιόμετρα. Και το Αττικό Άλσος, δύο.
Βρίσκεται πέντε χιλιόμετρα μακριά από το αισθητικό δάσος της Καισαριανής και εννέα από το δάσος Χαϊδαρίου. Το δάσος Συγγρού απέχει δέκα χιλιόμετρα και το δάσος στην Πεντέλη δώδεκα. Πολύ πιο κοντά είναι το δάσος του λόφου Κόκκου στο Γαλάτσι, τέσσερα χιλιόμετρα, ενώ αρκετά μακριά είναι το δάσος της Πάρνηθας, δεκαοκτώ χιλιόμετρα. Πέντε χιλιόμετρα απέχει, από κει που γράφει, το άλσος της Νέας Σμύρνης, έξι χιλιόμετρα το άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας και 6,2 το άλσος Περιστερίου.
Το δάσος έχει έντονη κοινωνική ζωή. Δίνει και παίρνει θρεπτικές ουσίες, ανταλλάσσει μηνύματα κα ενέργεια. Τα δέντρα ενός δάσους ταΐζουν τους μύκητες και οι μύκητες ταΐζουν τα δέντρα.
Ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος γράφει για τα δάση στο πρωτότυπο ημερολόγιό του που έχει τίτλο «Στα ΔΑΣΗ» (με κεφαλαία, όπως είπαμε). Η ημερολογιακή καταγραφή ‒αληθινή ή επινοημένη, δεν έχει σημασία‒ μας οδηγεί στην καρδιά της επικράτειας που είναι το δάσος, μια επικράτεια που είναι πρωτίστως φυσική, αλλά επίσης φαντασιακή, συναισθηματική, ποιητική, λογοτεχνική, ιερή, θρησκευτική, δαιμονική, μεταφορική, μετωνυμική.
Διαβάζω αυτό το ημερολόγιο σαν μυθιστόρημα. Ένα αποσπασματικό μυθιστόρημα που ανήκει στο λεγόμενο «nature writing», μια ευδιάκριτη πλέον λογοτεχνική κατηγορία. Ο όρος ανατρέχει βέβαια στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, στο έργο του Χένρι Ντέιβιντ Θόρο Ουόλντεν ή η ζωή στα δάση. Δεν είναι τυχαία η αναφορά στον Θόρο. Συναντάμε τον υπερβατιστή Αμερικανό συγγραφέα σε αρκετά σημεία του βιβλίου του Παπαδόπουλου, ακόμη και στην εικόνα του τραπεζιού με τους ασφόδελους από τον Λυκαβηττό.
«Όταν φέρνεις λουλούδια και καρπούς του Δάσους στο σπίτι, φέρνεις το ΔΑΣΟΣ» γράφει ο Παπαδόπουλος, παραπέμποντας στο Θόρο και στο Ουόλντεν: «Όταν φέρνεις στο σπίτι λουλούδια ή καρπούς από το ΔΑΣΟΣ, είναι η πεμπτουσία των αρωμάτων και των γεύσεων».
Η πρώτη γνωριμία με το δάσος, για τους περισσότερους από εμάς, είναι διαμεσολαβημένη. Πριν απ’ όλα, μέσα από τα παραμύθια, ιδιαίτερα τα παραμύθια συγγραφέων του Βορρά, όπως οι αδελφοί Γκριμ ή ο Σαρλ Περό. Το δάσος της Κοκκινοσκουφίτσας είναι τελικά και το δικό μας δάσος. Είναι η περιπλάνηση, το μυστήριο, το απρόοπτο, ο κακός λύκος και κυρίως η ηδονή να εγκαταλείπεις την πεπατημένη.
Ένα από τα μότο του βιβλίου του Παπαδόπουλου είναι ένας στίχος από το λιμπρέτο του μιούζικαλ του Στίβεν Σόντχαϊμ Into the woods, που είναι βασισμένο στα παραμύθια των αδελφών Γκριμ: «Όσο ξεμακραίνεις από το μονοπάτι, τόσο ομορφότερο το λουλούδι». Το άλλο μότο είναι ένας στίχος/φράση της Ελένης Βακαλό: «Κι αν καμωνόμουνα τόσον καιρό πως έγραφα ποιήματα ήταν μονάχα για να μπορέσω να πω για το δάσος».
Αυτή η διαμεσολαβημένη σχέση μας με το δάσος αποτυπώνεται στις αναφορές του Παπαδόπουλου σε πλήθος συγγραφέων. Βρίσκουμε τον Φλομπέρ αλλά και τον Πέτερ Χάντκε. Βρίσκουμε τον Τόμας Μπέρνχαρντ αλλα και τον Ζέμπαλντ. Βρίσκουμε τον Χάινριχ φον Κλάιστ αλλά και τον Βασίλη Στεριάδη. Βρίσκουμε την Τζούνα Μπαρνς αλλά και τον Όσιπ Μαντελστάμ.
Κάθε συγγραφέας δίνει στο δάσος μια άλλη διάσταση ή μια άλλη ανάγνωση. Ας πούμε, ο Γάλλος συγγραφέας Ερβέ Γκιμπέρ, από τα πρώτα θύματα του AIDS, στο βιβλίο του Στον φίλο που δεν μου έσωσε τη ζωή επαναλαμβάνει μια φράση αυτού του φίλου, που δεν ήταν άλλος από τον φιλόσοφο Μισέλ Φουκό, θύμα κι αυτός του AIDS. Σύμφωνα με τη φράση, ειπωμένη μεταξύ σοβαρού και αστείου, το AIDS «βγήκε από τα καζάνια κάποιων σαμάνων στα ΔΑΣΗ της Αφρικής».
Η διαμεσολάβηση δεν είναι όμως μόνο λογοτεχνική. Είναι και κινηματογραφική (οι περισσότερες ταινίες με πρωταγωνιστή το ΔΑΣΟΣ είναι τρόμου ή περιπέτειας, γράφει ο Παπαδόπουλος) ή απρόοπτα μουσική μέσα από τους στίχους ενός τραγουδιού του συγκροτήματος The Cure.
«Ίσως ένας από τους λόγους που πάω στο ΔΑΣΟΣ είναι για να ξανακούσω τα παραμύθια που μου διάβασαν πολλά χρόνια πριν. Ν’ ακούσω λύκους, να συναντήσω νάνους, να δω ερείπια, γκρεμισμένα σπιτάκι γουρουνιών», γράφει ο Παπαδόπουλος, που έχει γεννηθεί το 1976, σύμφωνα με το βιογραφικό του στο «αυτί» του βιβλίου του. «Επεξεργάζομαι και αναδιαμορφώνω ακόμη και σήμερα, στο μέσο της ζωής μου, το χρώμα και το σχήμα του ΔΑΣΟΥΣ που πρωτοσχηματίστηκε στο μυαλό μου εξ απαλών ονύχων».
Σε ένα είδος επιλόγου, ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος γράφει ότι το βιβλίο του είναι «μια επιτομή δασικής οικολογίας ή μια εκτεταμένη επισκόπηση της ποιητικής των ΔΑΣΩΝ».
Τι χρώμα έχει το δάσος; Ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε. Ο Παπαδόπουλος απαριθμεί δεκαοκτώ χρώματα, ανάλογα με την κίνηση του ήλιου, τα ξέφωτα και τις τρύπες των δέντρων. Ανάμεσα στα χρώματα, όπως το πράσινο που μπορεί να γίνεται και σμαραγδί, το καφέ που μπορεί να γίνεται και ταμπά ή το κίτρινο που μπορεί να γίνεται κροκί, πρέπει να υπολογίσουμε το άσπρο, του χιονιού, και το μαύρο της νύχτας.
Πώς είναι ο χρόνος του δάσους; Είναι κατακόρυφος, γράφει ο συγγραφέας. «Σε κάθε δέντρο μετράει άλλος χρόνος, οι όρθιοι χρόνοι των δασών… Κοιτάς χαμηλά τις ρίζες, διατρέχεις τον κορμό του και μέχρι να φτάσει το βλέμμα σου στην κορυφή, ένας χρόνος έχει τελειώσει».
Το δάσος έχει έντονη κοινωνική ζωή. Δίνει και παίρνει θρεπτικές ουσίες, ανταλλάσσει μηνύματα και ενέργεια. Τα δέντρα ενός δάσους ταΐζουν τους μύκητες και οι μύκητες ταΐζουν τα δέντρα.
Το δάσος έχει τη δική του γλώσσα, που είναι και γλώσσα των ήχων του. «Στο YouTube μπορείς να βρεις μια δεκάωρη playlist με ήχους του ΔΑΣΟΥΣ και της φύσης». Αλλά κι εμείς μιλάμε διαφορετικά στα δάση. «Σκέψου ένα στόμα, μια γλώσσα διαρκώς απέναντι σε κορμούς, κλαδιά και φύλλα».
Το δάσος αρρωσταίνει και πεθαίνει. «Ο θάνατος των ΔΑΣΩΝ κρατάει για χρόνια, είναι βασανιστικός. Οι ενδείξεις στην αρχή είναι ορατές μόνο στους μυημένους και στους επιστήμονες. Στο τέλος τα ΔΑΣΗ κραυγάζουν για βοήθεια, όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί. Τα ΔΑΣΗ δεν θέλουν να πεθάνουν».
Πέρα από τη φυσική ζωή του δάσους, υπάρχει και η ποιητική εκδοχή της. Ας πούμε, αν συναντήσεις άνθρωπο στο δάσος, για κάποιον μυστήριο λόγο έρχεται σχεδόν πάντα από την αντίθετη κατεύθυνση. Ή το σκύψιμο είναι η πιο συχνή κίνηση που κάνει κάποιος όταν βρίσκεται στο δάσος.
Όταν φτάνουμε στο τέλος του βιβλίου, είναι σίγουρο ότι ως αναγνώστες έχουμε δει αλλιώς το δάσος. Ίσως να συμφωνούμε και με μια αποστροφή του συγγραφέα ότι «το ΔΑΣΟΣ (με κεφαλαία) είσαι εσύ».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.