Πετρούπολη, μεσημέρι. Η ηρεμία που επικρατεί θυμίζει πόλη της επαρχίας. Σε ένα δρομάκι της περιοχής βρίσκεται το διαμέρισμα ενός από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς.
Ο Γιάννης Καλπούζος έχει γράψει ποιητικές συλλογές, στίχους σε ογδόντα τραγούδια, διηγήματα και μυθιστορήματα. Τα βιβλία του βρίσκονται πάντοτε στις πρώτες θέσεις των ευπώλητων, έχει φανατικό κοινό που τον διαβάζει συστηματικά, ενώ κάθε νέο του μυθιστόρημα θεωρείται εκδοτικό γεγονός.
Τον συναντώ με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Ραγιάς - Μέρες και νύχτες 1821», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Σε αυτό ο αφανής κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος Αγγελής βιώνει το μεγαλείο και τη σκοτεινή πλευρά του αιματοβαμμένου Εικοσιένα, γκρεμίζοντας μυθεύματα και φανερώνοντας καταχωνιασμένες αλήθειες. Στις σελίδες του «Ραγιά» το παρελθόν ζωντανεύει και ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να ανατρέξει σε σημαντικά γεγονότα και ιστορικές μάχες. Να δει τη δράση των Ελλήνων, τον εξευτελισμό των ραγιάδων, τον τρόπο ζωής τους και το κλίμα της εποχής των προεπαναστατικών χρόνων.
Ο Γιάννης Καλπούζος γεννήθηκε το 1960 στο χωριό Μελάτες της Άρτας και ζει μόνιμα στην Αθήνα από το 1983. «Το διαμέρισμα αυτό το αγόρασα χάρη στην όμορφη θέα στον Λυκαβηττό» μου λέει, ενώ καθόμαστε στο γραφείο του. Γύρω μας υπάρχουν βιβλία, οι τοίχοι είναι γεμάτοι από τα πολυάριθμα βραβεία που έχει λάβει, ενώ όση ώρα συζητάμε διακρίνω έναν άνθρωπο ευγενή, που μιλά χαμηλόφωνα, καπνίζει συνεχώς και απαντά με μειλίχιο ύφος. Ο ίδιος γράφει πάντα νύχτα, ακούει καθημερινά ορχηστρική μουσική και στα βιβλία του επιλέγει να σκιαγραφεί τις τύχες ανθρώπων που η άγνωστη ιστορία τους εξελίσσεται παράλληλα με τα μεγάλα γεγονότα του παρελθόντος.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο δημοφιλής συγγραφέας μιλά για την εποχή μας, την Ιστορία, τους μύθους, τη συγγραφή, τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας αλλά και τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή.
Ως κοινωνία, δεν ανήκει στις προτεραιότητές μας να γνωρίζουμε την Ιστορία της χώρας μας. Αφεθήκαμε να φτιάχνουν ή, καλύτερα, να κατασκευάζουν την Ιστορία μας ξένα κέντρα και, μοιραία, εμείς να μετατρεπόμαστε πάλι σε ραγιάδες.
— Τι εποχή είναι αυτή που ζούμε;
Η Ιστορία εμπεριέχει φοβερές εξάρσεις, οπότε η δική μας εποχή μπορεί και να φαντάζει ακόμα και υποτονική. Η ανθρωπότητα έχει αντιμετωπίσει κατά το παρελθόν φρικώδεις παγκόσμιους πολέμους, μεταδοτικές ασθένειες και φονικές πανδημίες. Πάντοτε η ιστορία του ανθρώπου ήταν σκοτεινή. Επί δέκα χρόνια ζήσαμε μια καταστροφική οικονομική κρίση, τελευταία βιώνουμε μια νέα πανδημία, αλλά συγκριτικά με το μακρινό παρελθόν πιστεύω ότι ζούμε σε καλύτερες εποχές. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι τι μας επιφυλάσσει το μέλλον.
— Μάθαμε κάτι από την περίοδο της οικονομικής κρίσης;
Η συντριπτική πλειονότητα απολύτως τίποτα, εκτός από μια μικρή μερίδα ανθρώπων που πάντα αναστοχάζονται και προέβησαν σε αναθεώρηση των προτεραιοτήτων τους. Η καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματος είναι πολύ μακρύς δρόμος. Δεν αλλάζει ο άνθρωπος από τη μια μέρα στην άλλη.
— Μπορεί σήμερα να χαρεί ένας άνθρωπος και αν ναι, με τι;
Στην εποχή μας τα υλικά αγαθά είναι αμέτρητα και άφθονα. Όμως δεν θεωρώ ότι οι μεγάλες χαρές κρύβονται εκεί. Οι όμορφες στιγμές, οι ανεξίτηλες συγκινήσεις, γεννιούνται στον εσωτερικό μας κόσμο. Εκεί βρίσκεται το θησαυροφυλάκιο της χαράς. Όμως νομίζω ότι αυτό το κομμάτι του εαυτού μας το έχουμε εξοστρακίσει από την καθημερινότητά μας.
— Γιατί συμβαίνει αυτό;
Παρασυρθήκαμε από το εφήμερο, την καλοπέραση και το εύκολο χρήμα. Μας ενδιαφέρουν η κατανάλωση και οι στιγμιαίες απολαύσεις. Ταυτόχρονα, ζούμε σε έναν κόσμο όπου η εικόνα μάς έχει καταπιεί, κι αυτό είναι το λάθος μας. Αναζητούμε την ευδαιμονία στον επίπλαστο κόσμο του καταναλωτισμού και στην ικανοποίηση των αναγκών του σώματος.
Για μένα, όμως, η σπουδαιότερη πηγή ευχαρίστησης είναι η επικοινωνία. Να συμμετέχεις σε μια όμορφη συζήτηση όχι τόσο για το τι θα πεις αλλά για να καταφέρεις να αποκτήσεις τη δημιουργική εγγύτητα και ηδύτητα. Επίσης, να μπορείς να αφιερώνεις χρόνο στην ανάγνωση, το θέατρο, τον κινηματογράφο ή σε ένα ωραίο ταξίδι.
Οι περισσότεροι σήμερα είναι ραγιάδες των κινητών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που τους αποσπούν συνεχώς την προσοχή. Επιλέγουν να χάνουν τη μαγεία που μπορεί να τους προσφέρει η τέχνη, ενώ κακώς θεωρούν την οικονομία το μοναδικό κέντρο της ζωής τους.
— Πώς θα περιγράφατε τη ζωή των υπόδουλων Ελλήνων πριν από την Επανάσταση;
Πάμφτωχοι, ξυπόλυτοι, ρακένδυτοι. Ήταν άνθρωποι που δεν τους ανήκε τίποτα. Δεν μπορούσαν να προστατέψουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Αυτό ήταν και το κίνητρό τους για να συμμετάσχουν στην Επανάσταση, να ζήσουν ανθρώπινα.
Αυτό πραγματεύεται και το τελευταίο βιβλίο μου. Εκεί συναντάμε ανθρώπους που σφιχταγκαλιάζονται με τη φωτιά του ξεσηκωμού, μεταβολίζουν την αγριότητα σε ελπίδα και λύτρωση. Οι απλοί αγωνιστές ήταν εκείνοι που σήκωσαν το μεγάλο βάρος του ξεσηκωμού, οι οποίοι όμως έμειναν στην αφάνεια. Τιμάμε μόνο τους προβεβλημένους ήρωες. Όμως κανένας ήρωας δεν μπορεί να κερδίσει μόνος του μια επανάσταση.
— Γιατί το βιβλίο σας φέρει τον τίτλο «Ραγιάς»;
«Ραγιάς» είναι μια λέξη την οποία χρησιμοποιούσαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για τους μη μουσουλμάνους υπηκόους. Είναι αραβικής προέλευσης και προέρχεται από το «ράγι», που στα αραβικά σημαίνει «κοπάδι». Οι μη μουσουλμάνοι υπήκοοι είχαν ελάχιστα δικαιώματα σε σχέση με τους Οθωμανούς.
Γράφω στο βιβλίο: «Άμα περπατάς με το τι θα πει ο κόσμος, αν στέκεσαι συνεχώς δίβουλος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μετράς τη γνώμη των άλλων, άμα γυρεύεις το ντάντεμα οποιανού διαφεντεύει τη ζωή σου κι αν καρτεράς τον κάθε Μόσκοβο να σε σώσει, τότε είναι ραγιάδικο το βήμα σου. Ούτε να λογαριάζεις πως σου χρωστούν οι ξένοι, γιατί πάλι αλληθωρίζεις. Ραγιάς κι όποιος δέχεται στα πατήματα της στράτας του να τον κοιτούν από ψηλά κι όχι ίσια στα μάτια».
Σκοπός μου ήταν ο αναγνώστης να σχηματίσει ολοκληρωμένη εικόνα για όσα συνέβησαν τα προεπαναστατικά χρόνια και καθ’ όλη τη διάρκεια της Επανάστασης. Να περιγράψω τι συνέβαινε τότε και μέσα από εκείνους τους ανθρώπους να στείλω μηνύματα στο σήμερα.
— Ποιοι είναι οι σύγχρονοι ραγιάδες;
Οι άνθρωποι που πληρώνονται με 500 και 600 ευρώ. Ο ραγιαδισμός έχει κι άλλες εκφάνσεις. Την αισθητική ευτέλεια που μας κατακλύζει, το να μη λες όχι κι ας πληρώσεις το τίμημα, το να ασχολείσαι με την εξωτερική σου εμφάνιση, ακολουθώντας τον συρμό και πόσα άλλα. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλές κακές αντιλήψεις και συμπεριφορές που έρχονται από το μακρινό παρελθόν, αλλά δεν τις έχουμε αποτινάξει. Είναι κι αυτές ραγιαδισμός.
— Ζούμε ακόμη μέσα σε ψευδαισθήσεις και μύθους για την Ελληνική Επανάσταση;
Διδασκόμαστε την Ιστορία με πολυάριθμα μυθεύματα και στρεβλώσεις. Στη σχολική ύλη δίνουμε βάρος στην ωραιοποίηση και στην εξιδανίκευση. Είναι καιρός να δούμε την ανθρώπινη διάσταση και τις αδυναμίες των οπλαρχηγών και των αγωνιστών του 1821. Να ανασύρουμε τις σκοτεινές πτυχές, όπως τα εμφύλια πάθη, να διδαχτούμε από αυτές και όχι να επιδιώκουμε την αποσιώπησή τους ή να προσδίδουμε υπερφυσικές δυνάμεις στους πρωταγωνιστές της Επανάστασης. Τέλος, να εστιάσουμε και στο αγρίμι που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος και να δούμε ότι μέσα στον απολύτως νόμιμο αγώνα των Ελλήνων δεν ήταν μόνο οι Τούρκοι που προέβησαν σε απάνθρωπες ενέργειες.
— Τι έμεινε από την επέτειο για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση;
Δυστυχώς, οι επετειακές εκδηλώσεις νομίζω ότι πραγματοποιήθηκαν περισσότερο για την εικόνα, το φαίνεσθαι και όχι για την ουσία. Ακούσαμε πάλι για τους ήρωες και τίποτα για τους αφανείς αγωνιστές, τις αδυναμίες, τα λάθη και τόσα άλλα. Κανείς άνθρωπος δεν γεννιέται ήρωας, γίνεται στην πορεία ή τον αναδεικνύει η Ιστορία.
Θαρρώ ότι έλειψαν και όλα εκείνα που θα ανατροφοδοτούσαν τη σκέψη, όπως και η σύγκριση με την εποχή μας. Ποια «όχι» θα έπρεπε να λέμε σήμερα; Να πούμε και τούτο: αφού τα κατάφεραν εκείνοι με τόσες αδυναμίες και κουσούρια, μπορούμε όλοι να πετύχουμε ό,τι φαντάζει ακατόρθωτο.
— Γράφετε ιστορικά μυθιστορήματα. Τι είναι αυτό που σας ελκύει στην Ιστορία αλλά και στο παρελθόν;
Με συναρπάζει η γοητευτική περιπλάνηση σε άλλες εποχές. Αισθάνομαι ότι ζω πολλές ζωές. Συνάμα μ’ ενδιαφέρει το ράμμα, η συνέχεια του ελληνισμού. Πασχίζω να ανακαλύπτω πόσα κουβαλάμε ακόμη από το παρελθόν, ενώ νιώθω να δένομαι πιο σφιχτά με τις ρίζες μας. Είναι στάση ζωής αυτό, ως προς τη διατήρηση της ελληνικότητάς μας αλλά και της αξιοπρέπειάς μας. Αν ξεκοπούμε απ’ τι ρίζες μας, θα γίνουμε κισσοί και θα ψάχνουμε αλλού στηρίγματα, στα δάνεια, στους ξένους, που εν πολλοίς ήδη συμβαίνει.
— Τι σημαίνει για σας η λέξη «πατρίδα»;
Όλα όσα μας ενώνουν, Ιστορία, πολιτισμός, κοινοί κώδικες σε πλείστα όσα θέματα, παραδόσεις, έθιμα και προπαντός η γλώσσα. Θλίβομαι όταν διαπιστώνω πόσο έχουμε υποχωρήσει σε αξίες και αρχές. Υπάρχει μια διάχυτη αλλοίωση. Έχουμε ανάγκη την αρετή του πατριωτισμού, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τον ακραίο εθνικισμό που εστιάζει στη φυλετική καθαρότητα και στην ομοιογένεια.
Πατριωτισμός είναι να αγαπάς την πατρίδα σου και να κάνεις κάτι γι’ αυτή. Όταν στρέφεις τα παιδιά σου προς την καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματος. Όταν πασχίζεις να ευημερούν όλοι οι κάτοικοι της πατρίδας σου, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας.
— Ως λαός γνωρίζουμε την Ιστορία της χώρας μας;
Η συντριπτική πλειονότητα των συμπατριωτών μας ελάχιστα έως καθόλου. Ως κοινωνία, δεν ανήκει στις προτεραιότητές μας. Αφεθήκαμε να φτιάχνουν ή, καλύτερα, να κατασκευάζουν την Ιστορία μας ξένα κέντρα και, μοιραία, εμείς να μετατρεπόμαστε πάλι σε ραγιάδες.
— Σήμερα ποιους θεωρείτε ήρωες;
Όλους εκείνους που δεν τους έχει συμπαρασύρει το ρεύμα του νεοπλουτισμού. Θαυμάζω τους ανθρώπους που αφιερώνουν τον προσωπικό τους χρόνο στο κοινό καλό. Για παράδειγμα, ο πάτερ Αντώνιος από την Κιβωτό του Κόσμου είναι ένας ήρωας της εποχής μας. Η Ελένη Πλακίδα, μια πεφωτισμένη φιλόλογος στο Μεσολόγγι, η οποία δίνεται στα παιδιά και τους μεταλαμπαδεύει την αγάπη της για τη λογοτεχνία, για την τέχνη, για την Ελλάδα, για τον πατριωτισμό, για την ουσιαστική ομορφιά και πόσα ακόμη, είναι μια σύγχρονη ηρωίδα.
— Ποιο είναι το βασικότερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας;
Είμαστε επιρρεπείς στα συνθήματα, τα οποία φεύγουν γρήγορα, χάνονται. Ενθουσιασμός και απότομη απογοήτευση. Ακόμα πιστεύουμε στους ηγέτες και όχι στη δύναμη ενός καλλιεργημένου λαού που αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Μοιραία γινόμαστε θύματα της ρεμούλας, της αισχροκέρδειας, της εκμετάλλευσης. Όσο θα είμαστε ζηλωτές του χαβαλέ και του οχαδερφισμού, τίποτε δεν θα αλλάξει. Αν θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο, πρέπει να μάθουμε να στοχαζόμαστε, άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
— Τι ορισμό θα δίνατε στη λογοτεχνία;
Το μέσο εξύψωσης του ανθρώπου.
— Εσείς που είστε ένας πολυδιαβασμένος συγγραφέας θεωρείτε ότι υπάρχει τρόπος ώστε ένα βιβλίο να γίνει ευπώλητο;
Συνταγή δεν υπάρχει. Η εμπειρία προφανώς και βοηθά να ανακαλύψεις τα μυστικά της γραφής. Τι είναι όμως αυτό που θ’ αγγίξει τη μεγάλη μερίδα των αναγνωστών κανείς δεν το ξέρει.
Αναμφίβολα, βασική προϋπόθεση αποτελεί το συγγραφικό ταλέντο, η τέχνη να πλάθεις τη γλώσσα με τρόπο ώστε να σαγηνεύει τον αναγνώστη, η φαντασία και η παρατήρηση των έσω και των έξω. Όμως και πάλι απαιτείται σκληρή δουλειά. Σε κάθε περίπτωση η γραφή είναι διαρκής άσκηση και μαθητεία.
— Τι απαντάτε σε αυτούς που διαχωρίζουν τα βιβλία σε εμπορικά και ποιοτικά;
Ας το πουν σε όλους τους κλασικούς συγγραφείς των οποίων τα βιβλία εξακολουθούν να διαβάζονται και να πωλούνται σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα κάθε χρόνο, όπως ο Ντοστογιέφσκι, ο Χέμινγουεϊ, ο Μπαλζάκ, ο Τολστόι, ο Κάφκα και τόσοι άλλοι. Ένα βιβλίο γράφεται για να διαβαστεί απ’ όσο το δυνατό περισσότερους αναγνώστες. Επίσης, κρίνεται για το περιεχόμενό του και όχι από τις πωλήσεις. Δυστυχώς, στην Ελλάδα θεωρείται όνειδος η καλή λογοτεχνία να πουλάει.
— Μάθατε πράγματα που δεν γνωρίζατε για τον εαυτό σας από τη συγγραφή;
Πάρα πολλά. Ίσως το σημαντικότερο, να είμαι υπομονετικός.
— Γράφετε ήδη το επόμενο βιβλίο σας;
Ναι, γράφω εδώ και πολύ καιρό. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι η μυθοπλασία εκτυλίσσεται στη Θεσσαλονίκη περίπου από το 1865 έως το 1920. Στόχος είναι να κυκλοφορήσει τον Μάρτιο του 2023.
— Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σας φόβος;
Η ανίκητη αρρώστια για τους δικούς μου ανθρώπους.
— Σας τρομάζουν το τέλος και η ανυπαρξία;
Όλοι οι άνθρωποι έχουν κατά καιρούς υπαρξιακά προβλήματα. Η περιπλάνηση στο χθες μέσα από την έρευνα και τη συγγραφή μεγεθύνει, ενίοτε κατά πολύ, τις υπαρξιακές μου ανησυχίες. Ωστόσο είμαι θιασώτης της ρήσης του Επίκουρου: «Ο θάνατος δεν μας αφορά. Όσο υπάρχουμε εμείς, δεν υπάρχει εκείνος και το αντίστροφο».
— Πιστεύετε στον Θεό;
{Σκέφτεται..} Αγαπώ τον λόγο του Χριστού και πασχίζω να τον εφαρμόζω σε πολλές εκφάνσεις της ζωής μου.
— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;
Να επιτύχει κανείς την εσωτερική αρμονία.