ΚΑΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΕΚΛΑ του πλαστικού χειρουργού δόκτορος Σέλιγκμαν, με τα πόδια ανοιχτά πάνω στους αναβολείς, η ηρωίδα του μυθιστορήματος της Καταρίνα Φόλκμερ (γενν. 1987) αφηγείται στον γιατρό της με καταιγιστικό ρυθμό τις παντοειδείς όψεις της ατομικής και συλλογικής δυσφορίας της. Γερμανίδα που ζει στο Λονδίνο, όπως ακριβώς και η συγγραφέας του βιβλίου, η ηρωίδα μιλάει για τα τραύματά της και τις επιθυμίες της, προσηλωμένη στο κεφάλι του γιατρού που βρίσκεται ανάμεσα στα σκέλια της.
Η γυναίκα έχει δυσφορία με το φύλο της αλλά και με τη γερμανική καταγωγή της, αυτό το συλλογικό άγος για την εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων και για το Ολοκαύτωμα. Δεν είχε καταφέρει να συνειδητοποιήσει τι σημαίνει να διαγράφεις έναν ολόκληρο πολιτισμό, παρόλο που ένιωθε ότι ζούσε σε μια στοιχειωμένη χώρα, στην οποία οι νεκροί ήταν περισσότεροι από τους ζωντανούς. Ο δόκτωρ Σέλιγκμαν, εβραϊκής καταγωγής, ετοιμάζεται να την υποβάλει σε επαναπροσδιορισμό φύλου. Η ηρωίδα δεν θα αποκτήσει απλώς πέος, χάνοντας για πάντα τα χείλη του αιδοίου της, τα Schamlippen, «τα χείλη της ντροπής», όπως τα αποκαλούν στα γερμανικά.
Θα αποκτήσει ένα εβραϊκό, περιτετμημένο πέος. Έτσι θα απαλλαγεί ταυτόχρονα από τις δύο δυσφορίες, την ατομική και τη συλλογική. «Θαυμάζω πραγματικά το κουράγιο σας, γιατρέ μου, που βάζετε τα χέρια σας σ’ έναν γερμανικό κόλπο», του λέει. «Θέλω να σας υποσχεθώ ότι δεν θα πάει χαμένος ο κόπος σας, όχι μόνο που με τη δουλειά σας διασφαλίζετε ότι δεν πρόκειται να αποκτήσω παιδί, αλλά γιατί προσφέρετε ένα εβραϊκό πέος σε μια Γερμανίδα».
Το βιβλίο της Καταρίνα Φόλκμερ μοιάζει κατά κάποιον τρόπο με την ταινία Ζώνη ενδιαφέροντος. Και μέσα από το χιούμορ, χωρίς ίχνος στρατευμένης καταγγελίας, μας βοηθάει να κατανοήσουμε τις ατομικές και συλλογικές ενοχές. Πάνω απ’ όλα προσφέρει όμως αναγνωστική απόλαυση, μια λέξη που, όπως μας λέει η ηρωίδα της συγγραφέως, από τη μητρική γλώσσα της.
Η Καταρίνα Φόλκμερ γράφει ένα πολύ πρωτότυπο βιβλίο για τις ταυτότητες, κυρίως τη σεξουαλική και την ταυτότητα φύλου αλλά και για την εθνική ταυτότητα, με όλο το βάρος της Ιστορίας που πέφτει πάνω της. Η πρωτοτυπία του δεν βρίσκεται στη μορφή του –είναι ένα είδος παραληρηματικού μονόλογου– αλλά στις ιδέες του. Ιδιαίτερα στον συνδυασμό έθνους και φύλου βρίσκεται στο χιούμορ του, που πολλές φορές γίνεται μαύρο στην πικρή και διαβρωτική ειρωνεία του, στην καταλυτική, σχεδόν άτεγκτη κριτική για τη γερμανικότητα, τον γερμανικό μικροαστισμό και τον αυτοσαρκασμό, αλλά και για ένα υπόγειο ρεύμα τραγικότητας που φουσκώνει όλο και πιο πολύ όταν προχωρούμε προς τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου.
Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο, το 2021, έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής και μερικοί κριτικοί μίλησαν για επιρροή Τόμας Μπέρνχαρτ. Προσωπικά δεν βλέπω την επιρροή του Αυστριακού συγγραφέα στο μυθιστόρημα της Φόλκμερ, εκτός αν ως «επιρροή Μπέρνχαρτ» μεταφράζονται η ειρωνεία και η διαβρωτική κριτική.
Η ηρωίδα πίστευε, όταν ήταν νεότερη, ότι ο μόνος τρόπος να ξεπεράσει πραγματικά το Ολοκαύτωμα ήταν να αγαπήσει έναν Εβραίο, κάποιον που θα τον έλεγαν, ας πούμε, Σλόμο. Γρήγορα εγκατέλειψε όμως αυτήν τη σκέψη. «Είναι ανοησία να σκέφτεσαι ότι μπορείς να ξεπεράσεις ένα έγκλημα για λογαριασμό κάποιου άλλου, και ότι το κατά τα άλλα άχρηστο αιδοίο μου θα γινόταν ξαφνικά ένα σύμβολο ειρήνης, υποδεχόμενο ένα από αυτά τα όμορφα περιτετμημένα πέη». Το να αποκτούσε η ίδια πέος ήταν πολύ πιο ριζοσπαστικό. Σαν να γινόταν πραγματικότητα η γέννηση του νιτσεϊκού υπεράνθρωπου, του Übermensch, μία ακόμα γερμανική εμμονή, μία ακόμα ειρωνική «εκτροπή» της συγγραφέως, της Καταρίνα Φόλκμερ.
Η γυναίκα που μονολογεί στην καρέκλα του πλαστικού χειρουργού δεν θα έλεγε τίποτα στη μητέρα της για όλα αυτά που θα της συνέβαιναν. Έτσι κι αλλιώς οι δύσκολες σχέσεις της με την οικογένειά της και τους γονείς της ήταν η αιτία άλλης μίας δυσφορίας. Ήθελαν να τη δουν δασκάλα, σαν εκείνες τις Γερμανίδες δασκάλες που επιδεικνύουν με υπερηφάνεια το στήθος τους σε μια αίθουσα γεμάτη εφήβους. Θα τη φώναζαν φράου Γκέρινγκ-Μένγκελε, ή φράου Μπόρμαν-Σπέερ, ή φροϊλάιν Αντολφ. Αντί για δασκάλα, δούλευε τελικά σε μια τριτοκλασάτη δουλειά, από την οποία είχε απολυθεί, και ήταν έτοιμη να ξοδέψει μια μικρή περιουσία για να αποκτήσει πέος. Αλήθεια, πού είχε βρει τα χρήματα;
Τα λεφτά για την επέμβαση προέρχονταν από κληρονομιά του προπάππου της. Αυτός ο μικροκαμωμένος άνδρας ήταν μια ρομαντική φιγούρα, από αυτές που βλέπουμε στις εξιδανικευμένες εικόνες από τα δάση και τους δρυμούς της Γερμανίας. Εργαζόταν ως σταθμάρχης σε κάποιον σταθμό μιας μικρής πόλης της Σιλεσίας. Μόνο που αυτός ο σταθμός ήταν ο τελευταίος πριν από το Άουσβιτς, εκεί όπου τα τρένα με τους στοιβαγμένους μελλοθάνατους παρέμεναν όλο το βράδυ. Ο σταθμάρχης, θρήσκος και καθολικός, φρόντιζε να μη δημιουργείται συμφόρηση, όλα να δουλεύουν ρολόι και τα τρένα να φεύγουν γεμάτα και να γυρίζουν άδεια, άθικτα.
Ίσως να μην έβλεπε τα χέρια που έβγαιναν από τα παράθυρα της οροφής των βαγονιών και σιγά-σιγά τα σκέπαζε το χιόνι. Με τα χρήματα αυτού του παππού η ηρωίδα θα έκανε την επέμβαση. Μετατρέποντας το σώμα της σε κάτι άλλο, ίσως να δημιουργούσε το καθαρτήριο για λογαριασμό του καθολικού προπάππου της που έβλεπε τα τρένα να περνούν κάπου στη Σιλεσία.
Με την επέμβαση η ηρωίδα θα απαλλασσόταν ακόμη από τη δυσφορία της για τους άνδρες. Τρεις άνδρες ήταν μέχρι τότε στη ζωή της, και οι τρείς όχι τυχαίοι. Ο ένας ήταν ο κ. Σιμάντα, ο Γιαπωνέζος κατασκευαστής των sex toys, των σεξουαλικών βοηθημάτων που χρησιμοποιούσε, και με τον οποίο αλληλογραφούσε. «Αν καλομάθεις με τους ελεύθερους οργασμούς στους οποίους έρχεσαι με τη βοήθεια τους, μπουχτίζεις μετά και βαριέσαι τις σχέσεις με τους ανθρώπους».
Ο άλλος ήταν ο ψυχίατρός της Τζέισον, που τον είχε βαρεθεί, κατηγορώντας τον για έλλειψη φαντασίας. Αλλά κι αυτός τη βαριόταν και δεν έβλεπε την ώρα να τελειώσει η συνεδρία. Τη βοήθησε όμως να ξεπεράσει την ψύχωσή της με τον Φίρερ. Έβλεπε τον Χίτλερ σαν ένα μικρό φεγγάρι που προσπαθεί να γοητεύσει τον ήλιο. Στα γερμανικά ο ήλιος είναι γένους θηλυκού, ενώ το φεγγάρι είναι γένους αρσενικού. O Χίτλερ δεν μπόρεσε ποτέ να κατακτήσει τον ήλιο, το φως. «Αυτός είναι ίσως ο λόγος που είμαστε τόσο διεστραμμένοι, ίσως αυτός είναι ο λόγος που το περίφημο σύνδρομο του κοντού αρσενικού είχε τόσο καταστροφικές συνέπειες για εμάς», μονολογεί η ηρωίδα. Ο τρίτος άνδρας ήταν ο Κ., ο εραστής της, καλλιτέχνης και παντρεμένος, που τον γνώρισε σε δημόσιες τουαλέτες.
Η κριτική της εθνικής ταυτότητας από την ηρωίδα της Καταρίνα Φόλκμερ μπορούμε να πούμε ότι είναι, εκτός από καταλυτική, και ευρηματική. Μας λέει, ας πούμε, ότι από τα γερμανικά απουσιάζει η λέξη «απόλαυση». Υπάρχουν μόνο οι λέξεις «λαγνεία» και «χαρά». Γράφει ότι για τους Γερμανούς θα ήταν αδύνατο να διατηρήσουν μια αυτοκρατορία για χίλια χρόνια, έχοντας μια τόσο ανυπόφορη κουζίνα. Όλοι μεγάλωσαν με υπερβολικά ξερό ψωμί κι έτσι τα λαρύγγια τους δεν διαθέτουν την απαραίτητη υγρασία. «Νομίζω ότι ο Θεός μάς τιμωρεί για τα εγκλήματα που έχουμε διαπράξει, και έτσι τίποτα τόσο αισθησιακό όσο μια μπαγκέτα ή τόσο υγρό όσο ένα μπλούμπερι μάφιν δεν πρόκειται να παρασκευαστεί στη χώρα μου».
Το βιβλίο της Καταρίνα Φόλκμερ μοιάζει κατά κάποιον τρόπο με την ταινία Ζώνη ενδιαφέροντος. Και μέσα από το χιούμορ, χωρίς ίχνος στρατευμένης καταγγελίας, μας βοηθάει να κατανοήσουμε τις ατομικές και συλλογικές ενοχές. Πάνω απ’ όλα προσφέρει όμως αναγνωστική απόλαυση, μια λέξη που, όπως μας λέει η ηρωίδα της συγγραφέως, από τη μητρική γλώσσα της. Η μετάφραση του Δημήτρη Καρακίτσου αποδίδει τη ρευστότητα του φρενήρους μονολόγου, το χιούμορ και την ειρωνεία του πρωτοτύπου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.