Ζώνη ενδιαφέροντος: Μια φούγκα του θανάτου

Ζώνη ενδιαφέροντος: Μια φούγκα του θανάτου Facebook Twitter
Ποτέ άλλοτε δεν πρέπει να αποτυπώθηκε τόσο γλαφυρά η «μπαναλιτέ του κακού».
0

 

H ΠΟΛΥΣΥΖΗΤΗΜΕΝΗ «Ζώνη Eνδιαφέροντος», του πολύ ιδιαίτερου και ακριβοθώρητου Άγγλου σκηνοθέτη Τζόναθαν Γκλέιζερ, που παίζεται αυτές τις μέρες στις ελληνικές αίθουσες, δεν είναι μία ακόμα ταινία με θέμα το Ολοκαύτωμα και την κοινοτοπία του κακού, τη θεωρία που διατύπωσε η Χάνα Άρεντ. Δεν είναι μία ακόμα ταινία που επιχειρεί να ψηλαφίσει τη φρίκη με όρους που θα περιμέναμε.

Όλο το φιλμ στηρίζεται ευφυώς στην παράπλευρη δράση, σε αυτό που συμβαίνει σε δεύτερο πλάνο αλλά δεν βλέπουμε ποτέ παρά μόνο το ακούμε ή το αντιλαμβανόμαστε από μακάβριες λεπτομέρειες. Η οικογένεια του διαβόητου διοικητή του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς Ρούντολφ Ες έχει στήσει τον ιδιωτικό της παράδεισο ακριβώς δίπλα στους τοίχους του στρατοπέδου. Καλλιεργούν τον ολάνθιστο κήπο τους, κάνουν μπάνιο στο ποτάμι, παίζουν με τα παιδιά τους, ασχολούνται με τις δουλειές του νοικοκυριού, φροντίζουν τα ζώα τους ενώ δίπλα τους ακριβώς δολοφονούνται με ρυθμούς βιομηχανικής παραγωγής εκατομμύρια Εβραίοι. Ποτέ δεν βλέπουμε σκηνές μέσα από το στρατόπεδο. Ο ζόφος υποδηλώνεται με ήχους από κραυγές, διαταγές, πυροβολισμούς, το βουητό και τις φλόγες από τα κρεματόρια και τον θόρυβο από τα τρένα που μεταφέρουν τους μελλοθάνατους. Η οικογένεια Ες παραμένει απαθής σε ό,τι συμβαίνει δίπλα της, όπως εάν ζούσε δίπλα σε οποιοδήποτε εργοστάσιο.

Αν ο Τσέλαν με την ποίησή του ήρθε να διαψεύσει τη γνωστή απόφανση του Αντόρνο πως «μετά το Άουσβιτς, είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση» έστω κι αν στην πραγματικότητα η ρήση του έχει παρερμηνευτεί, κάτι ανάλογο καταφέρνει και ο Γκλέιζερ.
 

Οι πλάγιοι τρόποι στην Τέχνη συχνά αποδεικνύονται πολύ πιο δραστικοί, ειδικά αν θέλει κάποιος να αποφύγει τους μελοδραματισμούς. Η μέθοδος του Γκλέιζερ θυμίζει αρκετά τους εκφραστικούς τρόπους της ποίησης, τον υπαινιγμό και την αφαίρεση. Η ψυχρή και αποστασιοποιημένη κινηματογραφική γλώσσα του φέρνει στον νου το διάσημο ποίημα «Φούγκα του θανάτου» του Πάουλ Τσέλαν για τα θύματα των στρατοπέδων εξόντωσης. Από μία άποψη, όπως ο Τσέλαν στη «Φούγκα» του χρησιμοποιεί τους κανόνες της μουσικής αντίστιξης, όπου δυο διαφορετικές μελωδίες συνυπάρχουν, ενώ εκμεταλλεύεται ένα ήσσονος σημασίας γεγονός, τη μουσική που έπαιζε η ορχήστρα των στρατοπέδων, την ώρα που οδηγούσαν τους Εβραίους στον θάνατο, ακριβώς το ίδιο κάνει και ο Γκλέιζερ, επιλέγοντας να φωτίσει την οικογενειακή ζωή των Ες.

Μιλάμε για μία αντιφατική σύζευξη που σοκάρει: όσο πιο ειδυλλιακό δείχνει το περιβάλλον του σπιτιού των Ες, τόσο πιο ανατριχιαστική ξεπροβάλλει η αρχιτεκτονική του τρόμου. Η τρυφερότητα του διοικητή του Άουσβιτς προς τα παιδιά του μαρτυρίες ανθρώπων που είχαν εργαστεί για την οικογένεια Ες το επιβεβαιώνουν υπογραμμίζει ακόμα περισσότερο τις θηριωδίες του.

Αν ο Τσέλαν με την ποίησή του ήρθε να διαψεύσει τη γνωστή απόφανση του Αντόρνο πως «μετά το Άουσβιτς, είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση» έστω κι αν στην πραγματικότητα η ρήση του έχει παρερμηνευτεί, κάτι ανάλογο καταφέρνει και ο Γκλέιζερ.

Εκτός από μία ακόμα απάντηση στον Αντόρνο για το πώς η Τέχνη μπορεί να προσεγγίσει τη βαρβαρότητα, αν ζούσε η Άρεντ, εικάζουμε πως θα ήταν περήφανη για το δημιούργημα του Γκλέιζερ. Ποτέ άλλοτε δεν πρέπει να αποτυπώθηκε τόσο γλαφυρά η «μπαναλιτέ του κακού». Είναι σαφές πως ο δρόμος για τον όλεθρο είναι στρωμένος με καθωσπρεπισμούς, μικροαστικές συνήθειες κι επαναλαμβανόμενες ρουτίνες.

Ωστόσο, παραμένει πάντα δύσκολο να αντιληφθούμε την κοινοτοπία του κακού όταν σαν μύκητας εξαπλώνεται πλάι μας. Είναι σίγουρα πιο προσπελάσιμη η μεγάλη εικόνα που περιβάλλεται από στρώματα ιστορικής μνήμης, μακρινή αλλά και συντριπτική μέσα στον παραλογισμό της παρά οι μικροί καθημερινοί ολοκληρωτισμοί δίπλα μας κι ο υπόγειος εκφασισμός μιας κοινωνίας που διατηρεί χαμηλές τις αντιστάσεις της.

Πριν μερικούς μήνες, αποσβολωμένο το πανελλήνιο παρακολουθούσε από οθόνες τον πνιγμό του 36χρονου ΑΜΕΑ Αντώνη που είχε την ατυχία να είναι διαφορετικός από τους άλλους. Είδε να τον σπρώχνουν στη θάλασσα και να τον κοιτούν να πνίγεται με αδιαφορία άνθρωποι της διπλανής πόρτας που είχαν εξασκηθεί στον αυταρχισμό της μικροεξουσίας  και θεωρούσαν πως η θέση τους τούς έδινε το δικαίωμα να πράξουν αναλόγως. Άνθρωποι καθημερινοί με μια μικροεξουσία στα χέρια τους μπορούν να μετατραπούν σε τέρατα. Μια τόσο αναίτια εγκληματική πράξη ήταν ένα μεγάλο σοκ για την κοινωνία. Τουλάχιστον για λίγο, μέχρι να επιστρέψει ξανά στον λήθαργο του εφησυχασμού της. Η βία μπορεί να μη φτάνει πάντα σε ποινικά αδικήματα αλλά είναι διάχυτη γύρω μας.

Μία ολόκληρη κοινωνία τα προηγούμενα χρόνια παρακολουθούσε, επίσης, αποσβολωμένη ή μήπως με απάθεια; μία εγκληματική οργάνωση ενδεδυμένη με τον μανδύα πολιτικού κόμματος να κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος, να αυξάνει τους ψηφοφόρους της, να προβαίνει σε πογκρόμ κατά μεταναστών και να καταλαμβάνει τα έδρανα της Βουλής. 

Όπως έχει αποδείξει η Ιστορία, το αυγό του φιδιού εκκολάπτεται σε αθέατα μικροεργαστήρια, εκτρέφεται σε θύλακες που το ευνοούν, ευδοκιμεί σε συνθήκες ανοχής και ξεπετάγεται μέσα από πρόθυμες να το συνδράμουν ιστορικές συγκυρίες. Η επαγρύπνηση και η επισήμανση των ανησυχητικών φαινομένων είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία.

Για να μην παριστάνουμε πως δεν ακούμε να φτάνει ως εμάς ο ανατριχιαστικός απόηχος από το κακό της διπλανής πόρτας…

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η σκληρή αλήθεια για τους Εβραίους της Θεσαλονίκης

Μικροπράγματα / Η σκληρή αλήθεια για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης

Ένα ηχητικό ντοκιμαντέρ του Άρη Δημοκίδη που, με τη βοήθεια κορυφαίων ιστορικών, αφηγείται τη συγκλονιστική, «σβησμένη» ιστορία των Εβραίων της πόλης / Επιστημονική συντονίστρια: Τατιάνα Λιάνη
ΑΡΗΣ ΔΗΜΟΚΙΔΗΣ
Δεν υπάρχει κοινοτοπία στο κακό: Ένα νέο ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει τη μυστική εξομολόγηση του Άιχμαν

Οθόνες / Δεν υπάρχει κοινοτοπία στο κακό: Ένα νέο ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει τη μυστική εξομολόγηση του Άιχμαν

Στο ντοκιμαντέρ με τίτλο «The Devil's Confession: The Lost Eichmann Tapes» παρουσιάζονται ηχογραφημένες μαγνητοταινίες όπου ο αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος παραδέχεται με περηφάνια τα πάντα, τέσσερα χρόνια πριν από τη δίκη του στην Ιερουσαλήμ.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ