Πολύ προτού υπάρξει γραπτή ιστορία, οι εκπρόσωποι του είδους μας που δεν είχε ακόμα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά στον πλανήτη ζούσαν σε μικρές, διάσπαρτες κοινότητες και επιβίωναν νομαδικά είτε ως κυνηγοί, είτε ως τροφοσυλλέκτες. Πολλές υποθέσεις έχουν διατυπωθεί για το είδος της κοινωνικής οργάνωσης των μακρινών μας αυτών προγόνων, φαίνεται όμως ότι σε γενικές γραμμές λειτουργούσαν συλλογικά και «αμεσοδημοκρατικά», πιθανόν δε να υπήρχε περισσότερη έμφυλη ισότητα από ό,τι πιστεύεται. Οι ηγέτες τους συνήθως αναδεικνύονταν με βάση την αξιοσύνη και τη χρησιμότητά τους στην κοινότητα, ενίοτε μάλιστα η τιμή αυτή ήταν επαχθής και μάλλον ανεπιθύμητη, όπως αναφέρει ο Τζέιμς Φρέιζερ στον «Χρυσό Κλώνο».
Και ύστερα... ύστερα ήρθε ο πολιτισμός, αποτέλεσμα της συστηματικής γεωργίας και κτηνοτροφίας που ξεκίνησε στα εδάφη της «εύφορης ημισελήνου» γύρω το 10.000 π.Χ. – τότε εμφανίστηκαν οι οργανωμένες, περιτοιχισμένες πόλεις, οι στρατοί, τα διοικητικά συστήματα, οι ιεραρχίες, τα δεσποτικά καθεστώτα, οι επιδημίες επίσης.
Παρά μάλιστα τις θεαματικές έκτοτε πολιτισμικές και τεχνολογικές εξελίξεις, το μοτίβο αυτό παραμένει πάνω-κάτω το ίδιο, με τις ανισότητες και τις σχέσεις εξουσίας να διαιωνίζονται, αλλάζοντας απλώς μορφή. Προόδευσε οπότε πράγματι ο ανθρώπινος πολιτισμός ή μήπως «πισωγύρισε» όσο αφορά τις προσωπικές ελευθερίες, την ειρηνική συμβίωση και την κοινοκτημοσύνη; Έχουμε, έπειτα, μέσα μας έμφυτο το καλό για η πραγματική μας φύση ήταν και παραμένει κτηνώδης, βάρβαρη και μόνο ο πολιτισμός την εξανθρωπίζει; Στηρίχτηκε άραγε όλο το πολιτισμικό μας εποικοδόμημα σε μια εξαρχής «λανθασμένη υπόθεση»;
Με αναφορές στον Χομπς, τον Ρουσό, τον Ντόκινς, τον Τζέιρντ Ντάιαμοντ, τον Φρανς ντε Βάαλ αλλά και στον βιβλικό «Κύριο των Μυγών», αμφισβητεί την άποψη που ταυτίζει τον πολιτισμό με την ειρήνη και την πρόοδο και την έλλειψη αυτού σε αντιδιαστολή με τον πόλεμο και την παρακμή.
Τα ερωτήματα αυτά που τόσους ανθρώπους του πνεύματος έχουν απασχολήσει «ξαναπιάνει» ο 32χρονος Ολλανδός διανοητής, συγγραφέας και αρθρογράφος (εκδόσεις Κλειδάριθμος). Αισιόδοξη γιατί ο ίδιος βλέπει το ποτήρι μάλλον μισογεμάτο, καθώς πιστεύει ότι αξίες όπως η καλοσύνη, το ήθος και η αλληλεγγύη είναι έμφυτες στον άνθρωπο.
Με αναφορές στον Χομπς, τον Ρουσό, τον Ντόκινς, τον Τζέιρντ Ντάιαμοντ, τον Φρανς ντε Βάαλ αλλά και στον βιβλικό «Κύριο των Μυγών», αμφισβητεί την άποψη που ταυτίζει τον πολιτισμό με την ειρήνη και την πρόοδο και την έλλειψη αυτού σε αντιδιαστολή με τον πόλεμο και την παρακμή. Εκτιμά μάλιστα ότι οι λεγόμενοι «σκοτεινοί αιώνες» δεν ήταν οπωσδήποτε περίοδοι ζοφερές, αλλά μάλλον πιο ελεύθερες και αυτοοργανωμένες.
Αυτές εντούτοις οι διαπιστώσεις δεν τον κάνουν «παρελθοντολάγνο», κάθε άλλο: «Χρειαζόμαστε οράματα για το μέλλον, όχι εφιάλτες. Δεν υπήρξε κανένας χαμένος παράδεισος, η καλύτερη δυνατή εποχή της ανθρωπότητας είναι αυτή που ζούμε και χρέος μας είναι να προχωρήσουμε μπροστά, όχι πίσω» έχει δηλώσει ο Bregman που έχει επανειλημμένα ταχθεί δημόσια υπέρ του καθολικού βασικού εισοδήματος, του μειωμένου ωραρίου εργασίας και των ανοικτών συνόρων.
― Θοδωρής Αντωνόπουλος
Προδημοσίευση
Είχε δίκιο ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ; Είναι οι άνθρωποι ευγενείς από τη φύση τους και τα πηγαίναμε όλοι μια χαρά πριν από την εμφάνιση του πολιτισμού;
Είχα αρχίσει σίγουρα να έχω αυτήν την εντύπωση. Πάρτε την ακόλουθη περιγραφή, καταγραμμένη το 1492 από έναν ταξιδιώτη που αποβιβάστηκε στις Μπαχάμες. Εξεπλάγη με το πόσο φιλειρηνικοί ήταν οι κάτοικοι. «Δεν έχουν όπλα ούτε τα γνωρίζουν, γιατί τους έδειξα ένα σπαθί… και ήταν τόσο αδαείς που κόπηκαν.» Αυτό του έδωσε μια ιδέα. «Θα ήταν εξαίρετοι υπηρέτες… Με πενήντα άντρες θα μπορούσαμε να τους υποτάξουμε όλους και να τους αναγκάσουμε να κάνουν ό,τι θέλουμε.»
Ο Χριστόφορος Κολόμβος, ο εν λόγω ταξιδιώτης, έθεσε χωρίς χρονοτριβή σε εφαρμογή το σχέδιό του. Την επόμενη χρονιά επέστρεψε με 17 καράβια και 1.500 άντρες, και ξεκίνησε το υπερατλαντικό δουλεμπόριο. Μισό αιώνα αργότερα, απέμενε λιγότερο από το 1% του αρχικού πληθυσμού των Καραΐβων· τους υπόλοιπους τους είχαν αφανίσει η αρρώστια και η δουλεία.
Πρέπει να ήταν αληθινό σοκ γι’ αυτούς τους αποκαλούμενους αγρίους η συνάντησή τους με τέτοιους «πολιτισμένους» αποίκους. Για κάποιους, και μόνο η ιδέα ότι θα μπορούσε ένας άνθρωπος να απαγάγει ή να σκοτώσει έναν άλλον ίσως έδειχνε ξένη. Αν αυτό δείχνει υπερβολικό, αναλογιστείτε ότι υπάρχουν ακόμα μέρη, σήμερα, όπου ο φόνος είναι αδιανόητος.
Κάπου στις απέραντες εκτάσεις του Ειρηνικού Ωκεανού, για παράδειγμα, υπάρχει μια μικροσκοπική ατόλη ονόματι Ίφαλικ. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό πρόβαλε μερικές χολιγουντιανές ταινίες στο Ίφαλικ για να προαγάγει τις καλές σχέσεις με τους ντόπιους. Αποδείχτηκε ότι ήταν το πιο αποτρόπαιο πράγμα που είχαν δει οι νησιώτες. Η βία στην οθόνη απέλπισε τόσο τους ανυποψίαστους ιθαγενείς, που κάποιοι αρρώστησαν για ολόκληρες μέρες.
Όταν, χρόνια αργότερα, μια ανθρωπολόγος ήρθε για δουλειά πεδίου στο Ίφαλικ, οι ντόπιοι τη ρώτησαν κατ’ επανάληψη: Ήταν αλήθεια; Υπήρχαν στ’ αλήθεια άνθρωποι στην Αμερική που είχαν σκοτώσει κάποιον;
• • •
Έτσι, στην καρδιά της ανθρώπινης ιστορίας βρίσκεται αυτό το μυστήριο. Αν τρέφουμε μια βαθιά ριζωμένη, ενστικτώδη απέχθεια για τη βία, πού στράβωσαν τα πράγματα; Αν ο πόλεμος είχε μιαν αρχή, τι τον άρχισε;
Καταρχάς, μια προειδοποιητική παρατήρηση σχετικά με τη ζωή στην προϊστορία: Οφείλουμε να προσέξουμε, ώστε να μην παρουσιάσουμε μια υπερβολικά ρομαντική εικόνα των προγόνων μας. Οι άνθρωποι δεν υπήρξαν ποτέ άγγελοι. Ο φθόνος, η οργή, το μίσος, είναι πανάρχαια συναισθήματα που είχαν πάντα ένα κόστος. Στις αρχέγονες ημέρες μας, οι κακίες μπορούσαν επίσης να φουντώσουν. Και, για να είμαστε δίκαιοι, ο Homo puppy δεν θα είχε κατακτήσει ποτέ τον κόσμο αν, σε σπάνιες περιπτώσεις, δεν εγκληματούσαμε.
Για να κατανοήσετε το τελευταίο, πρέπει να γνωρίζετε κάτι σχετικά με την προϊστορική πολιτική. Βασικά, οι πρόγονοί μας ήταν αλλεργικοί στην ανισότητα. Οι αποφάσεις ήταν ομαδική υπόθεση που απαιτούσε μακρά διάσκεψη στην οποία όλοι είχαν λόγο. «Οι νομάδες τροφοσυλλέκτες», διαπίστωσε ένας Αμερικανός ανθρωπολόγος βάσει ενός εντυπωσιακού αριθμού 339 μελετών πεδίου, «θέλουν καθολικά, και εμμονικά, να είναι ελεύθεροι από την εξουσία των άλλων».
Τυχόν ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων, αν οι νομάδες τις ανέχονταν έστω και λίγο, ήταν προσωρινές και εξυπηρετούσαν έναν σκοπό. Οι αρχηγοί είχαν περισσότερες γνώσεις ή ήταν πιο επιδέξιοι ή χαρισματικοί. Δηλαδή, είχαν την ικανότητα να φέρουν σε πέρας μια συγκεκριμένη δουλειά. Οι επιστήμονες το αποκαλούν αυτό ανισότητα βασισμένη στα επιτεύγματα.
Την ίδια στιγμή, αυτές οι κοινότητες είχαν ένα απλό όπλο για να κάνουν τα μέλη τους να παραμένουν σεμνά: την αιδώ. Η περιγραφή από τον Καναδό ανθρωπολόγο Ρίτσαρντ Λι της ζωής του ανάμεσα στους !Κουνγκ στην έρημο Καλαχάρι δείχνει πώς θα μπορούσε ίσως να λειτουργεί αυτό μεταξύ των προγόνων μας. Έτσι περιγράφει ένα μέλος της φυλής τη συμπεριφορά που ήταν αναμενόμενη από έναν πετυχημένο κυνηγό:
«Πρέπει πρώτα να καθίσει σιωπηλός, μέχρι κάποιος άλλος να πλησιάσει στη φωτιά του και να ρωτήσει: “Τι είδες σήμερα;” Αυτός απαντά σιγανά: “Α, δεν είμαι καλός στο κυνήγι. Δεν είδα τίποτα… Ίσως κατιτίς μικρό.” Τότε χαμογελώ μέσα μου, επειδή τώρα ξέρω ότι έχει σκοτώσει κάτι μεγάλο.»
Μην παρανοήσετε τα λόγια μου –η οίηση υπάρχει από παλιά, και η απληστία επίσης. Όμως, για χιλιάδες χρόνια, ο Homo puppy έκανε ό,τι μπορούσε για να τις καταστείλει. Όπως είπε ένα μέλος των !Κουνγκ: «Απορρίπτουμε έναν που καυχιέται, γιατί μια μέρα η υπεροψία του θα τον κάνει να σκοτώσει κάποιον. Έτσι μιλάμε πάντα για το κρέας που έχει κυνηγήσει σαν να είναι άχρηστο. Με αυτόν τον τρόπο ηρεμούμε την καρδιά του και τον κάνουμε ευγενικό.»
Επίσης είναι ταμπού μεταξύ των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών η αποθησαύριση και η δημιουργία αποθέματος. Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας μας δεν μαζεύαμε πράγματα αλλά φιλίες. Αυτό δεν έπαψε να εκπλήσσει τους Ευρωπαίους εξερευνητές, που η γενναιοδωρία των λαών που συναντούσαν τους φαινόταν απίστευτη. «Όταν ζητάς κάτι που έχουν, δεν λένε ποτέ όχι», έγραψε ο Κολόμβος στο ημερολόγιό του. «Απεναντίας, προσφέρονται να το μοιραστούν με οποιονδήποτε.»
• • •
Φυσικά υπήρχαν πάντοτε άτομα που αρνούνταν να συμμορφωθούν με την κουλτούρα της δίκαιης μοιρασιάς. Όμως αυτοί που γίνονταν υπερβολικά αλαζόνες ή άπληστοι διέτρεχαν τον κίνδυνο να εξοριστούν. Και, αν αυτό δεν έπιανε, υπήρχε μια τελευταία γιατρειά.
Πάρτε για παράδειγμα το ακόλουθο περιστατικό που συνέβη μεταξύ των !Κουνγκ. Πρωταγωνιστής ήταν ο Τουί, ένα μέλος της φυλής που γινόταν όλο και πιο απείθαρχο και είχε ήδη σκοτώσει δύο ανθρώπους. Η ομάδα είχε αγαναχτήσει: «Του έριξαν όλοι δηλητηριασμένα βέλη, ώσπου έμοιαζε με σκαντζόχοιρο. Ύστερα, αφού είχε πεθάνει, όλες οι γυναίκες, καθώς και οι άντρες, πλησίασαν στο πτώμα του και το κάρφωσαν με λόγχες, για να μοιραστούν έτσι συμβολικά την ευθύνη για τον θάνατό του.»
Οι ανθρωπολόγοι πιστεύουν ότι στην προϊστορία πρέπει να συνέβαιναν περιστασιακά τέτοιες παρεμβάσεις, όπου φυλές ξεμπέρδευαν με μέλη που ανέπτυσσαν σύνδρομο ανωτερότητας. Ήταν ένας από τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι αυτοεξημερωθήκαμε: Οι επιθετικές προσωπικότητες είχαν λιγότερες ευκαιρίες να αναπαραχθούν, ενώ οι πιο φιλικοί τύποι έκαναν περισσότερους απογόνους.
Στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, λοιπόν, οι άντρες και οι γυναίκες ήταν λίγο ως πολύ ίσοι. Αντίθετα με το δικό μας στερεότυπο του ανθρώπου των σπηλαίων ως ευερέθιστου γορίλα που κρατούσε ρόπαλο και χτυπούσε το στήθος του, οι άρρενες πρόγονοί μας κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν μάτσο τύποι. Μάλλον έμοιαζαν με πρωτοφεμινιστές.
σχόλια