Με τη Ζχορ πιάσαμε επαφή μέσω διαδικτύου. Ήμουν στο Μαρόκο για την παρουσίαση του μυθιστορήματος μου και είχε ακούσει να μιλάνε για τη δουλειά μου. Κι εγώ είχα ακούσει γι’ αυτήν από μια κοινή φίλη.
Δώσαμε ραντεβού στο Ραμπάτ, μπροστά στο σταθμό. Είδα να φτάνει στην αποβάθρα μια νέα γυναίκα με πολύ κοντά μαλλιά, ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας. Εξέπεμπε μεγάλη σιγουριά. Ο τρόπος της να κινείται, να απευθύνεται στους ανθρώπους, όλα πάνω της έτειναν να αποδείξουν ότι είχε αγωνιστεί για να κάνει χώρο για τον εαυτό της. Και ότι ήταν αποφασισμένη για τα καλά να τη σέβονται οι άλλοι.
Καθίσαμε κάτω από τα δέντρα, στον κήπο ενός μικρού ξενοδοχείου στην περιοχή γύρω από το σταθμό. Η Ζχορ δεν ήταν του τύπου να χάνει τον καιρό της σε φιλοφρονήσεις. Ήθελε να μπει κατευθείαν στο ψητό.
«Είμαι 28 χρονών και είμαι ανύπαντρη» μου εξηγεί. «Μου πάει μια χαρά και δεν έχω καμία πρόθεση να παντρευτώ. Ή μάλλον ναι, θα το κάνω ίσως από συμφέρον. Είναι μια μπίζνα κι αυτή σαν τις άλλες, δεν είναι;»
Εκπλήσσομαι από αυτή την απουσία ρομαντισμού. Από τον ελαφρώς προκλητικό τρόπο που έχει να θίξει το θέμα των αντρών.
Στα δεκαοκτώ μου, κατάλαβα τι είναι η κλειτορίδα. Ήμουνα μ' ένα αγόρι που δεν ήθελε να βάλει καπότα. Οπότε αρνήθηκα τη διείσδυση. Αρχίσαμε να τριβόμαστε μεταξύ μας, και ξαφνικά ανακάλυψα ότι είχα κάτι που μπορούσε να μου δώσει ηδονή. Γύρισα σπίτι μου και για μία βδομάδα δεν έκανα τίποτ' άλλο απ' το ν' αυνανίζομαι.
Αλλάζει ύφος. «Βέβαια είναι αλήθεια ότι είχα κάποτε ερωτευτεί. Αλλά εγώ θα ήθελα να ζήσω μαζί με τον άνθρωπό μου, να είμαι ελεύθερη να φτιάξω σιγά σιγά τη ζωή μας σαν ζευγάρι. Γι’ αυτό και θέλω οπωσδήποτε να φύγω απ’ αυτή τη χώρα. Έχω βαρεθεί να κατουράω κόντρα στον άνεμο. Καλύτερα να την κοπανήσω».
Η Ζχορ προέρχεται από φτωχικό περιβάλλον. Έχει τέσσερις αδελφές και έναν αδελφό. Ο πατέρας της, συνταξιούχος πια, είχε μια δουλίτσα φύλακα σε κάποια εταιρεία. Η μητέρα της δεν εργάστηκε ποτέ, μεγάλωσε τα παιδιά.
«Ο πατέρας μου ήταν υπερσυντηρητικός. Όταν ήμουνα στο λύκειο, έβγαλα τα φρύδια μου. Προσευχόταν εκείνη την ώρα, αλλά σταμάτησε και μου είπε: «Να τ’ αφήσεις να ξαναφυτρώσουν, είναι σαν να βλέπω καμιά πουτάνα».
Και θυμάμαι ακόμα εκείνο το γελοίο επεισόδιο, όταν θύμωσε επειδή δύο λούτρινα ζωάκια μου ήταν αγκαλιασμένα σε στάση που την έκρινε απρεπή. Αλλά ταυτόχρονα ξέρω ότι δεν ήταν πάντα τόσο συντηρητικοί. Ο πατέρας μου πρωτάρχισε να προσεύχεται στα σαράντα τρία του.
»Η μητέρα μου δεν δούλεψε ποτέ. Φοράει μαντίλα επειδή την υποχρέωσε ο πατέρας μου. Είναι πολύ υπάκουη γυναίκα. Εγώ τη θεωρούσα πάντα θύμα. Παντρεύτηκε τον πατέρα μου στα δεκάξι της για να ξεφύγει απ’ τον αδερφό της που ήταν πάρα πολύ βίαιος. Της είπε να βάλει μαντίλα, να φοράει παντελόνι κάτω απ’ την κελεμπία, να μη βάζει καθόλου μακιγιάζ, ούτε καν κρέμα προσώπου.
»Σ’ όλη την παιδική μου ηλικία μου επαναλάμβαναν ότι ήταν κακό να κοιμηθώ μ’ έναν άντρα, αλλά ποτέ δεν μου έμεινε στο μυαλό. Και η τύχη το θέλησε η πρώτη μου φορά να είναι βιασμός, από τρεις άντρες, όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών.
»Πήγαινα απ’το λύκειο στα βραδινά μαθήματα. Ο πρώτος μ’ έβαλε σ’ ένα δωμάτιο. Με κλειδαμπάρωσε. Δεν κατάλαβα τίποτα. Ένας άλλος τύπος μπήκε μέσα και με βίασε. Ήμουνα παρθένα και μάτωσα, κι αυτό τον ξάφνιασε, νομίζω. Για κείνους ήμουνα πουτάνα. Ο τρίτος αποτέλειωσε τη δουλειά.
»Σηκώθηκα και ντύθηκα. Πήρα το λεωφορείο και γύρισα σπίτι. Εκείνη την εποχή, νομίζω φοβόμουνα περισσότερο τους γονείς μου και την κοινωνία παρά τον ίδιο το βιασμό. Σκεφτόμουνα ότι θα με κρατούσαν κλεισμένη μέσα, θα με κατηγορούσαν ότι εγώ τους προκάλεσα. Το διηγήθηκα σε φίλες στο λύκειο, διαδόθηκε. Ήταν τρομερό για την εικόνα μου στη γειτονιά.
»Ο βιασμός είναι κάτι πολύ κοινό. Προπαντός για τα κορίτσια που έχουν ήδη κάποια σεξουαλικότητα. Οι άντρες δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο να έχεις σεξουαλικότητα και να συναινείς σε μια σεξουαλική πράξη. Κι έπειτα, εκείνο που λειτουργεί υπέρ τους, είναι ότι ξέρουν πως τα κορίτσια δεν θα κάνουν μήνυση.
»Τρία χρόνια μετά, κοιμόμουνα με κάποιον χωρίς να ξέρω πώς κοιμούνται με κάποιον. Έκανα έτσι, έκανα αλλιώς, όπως να ’ναι, μηχανικά. Κανένας άντρας δεν μου έμαθε ποτέ ν' αγαπάω τον εαυτό μου ή να γνωρίσω το σώμα μου.
»Στα δεκαοκτώ μου, κατάλαβα τι είναι η κλειτορίδα. Ήμουνα μ’ ένα αγόρι που δεν ήθελε να βάλει καπότα. Οπότε αρνήθηκα τη διείσδυση. Αρχίσαμε να τριβόμαστε μεταξύ μας, και ξαφνικά ανακάλυψα ότι είχα κάτι που μπορούσε να μου δώσει ηδονή.
Οι γονείς μου είναι πολύ προσκολλημένοι στην παρθενιά. Όταν παντρεύτηκαν οι αδελφές μου, οι οικογένειες των συζύγων τους ζήτησαν πιστοποιητικό παρθενίας και ο πατέρας μου τους το 'δωσε με μεγάλη περηφάνια.
»Γύρισα σπίτι μου και για μία βδομάδα δεν έκανα τίποτ’ άλλο απ’ το ν' αυνανίζομαι. Είχα την εντύπωση πως είχα κάνει την ανακάλυψη του αιώνα: ένα κόλπο δωρεάν, που μπορείς να το κάνεις μόνη σου».
Δύσκολο να ξέρεις τι σκέφτεται στ' αλήθεια η Ζχορ. Της προξενεί ευχαρίστηση να σοκάρει, να μιλάει στον ίδιο τόνο για το βιασμό της ή για την ανακάλυψη των ηδονών του αυνανισμού. Ξέρω καλά ότι υπάρχει κάτι από παιχνίδι σ’ αυτό. 'Οτι προστατεύεται από το βλέμμα του κόσμου δηλώνοντας δυνατά και καθαρά ότι της είναι αδιάφορο.
Ξέρω επίσης ότι όλα όσα σε ωθούν έξω από το πλαίσιο χαρακτηρίζονται από τέτοια βία, που μετά στρέφεις αυτή τη βία εναντίον των άλλων. Εν πάση περιπτώσει, η Ζχορ έχει μία πιθανότητα. Έζησε περιτριγυρισμένη από αδελφές με τις οποίες φαίνεται να είναι πολύ κοντά και έχει πολλά να μοιραστεί μαζί τους.
«Με τις αδελφές μου ήμασταν ξεδιάντροπες. Όταν άρχισαν να πολλαπλασιάζονται στη γειτονιά οι δορυφορικές κεραίες, βαλθήκαμε να βλέπουμε πορνό στα γερμανικά κανάλια. Εγώ κρατούσα τσίλιες για να μη μας πιάσουν στα πράσα οι γονείς μας. Έπειτα περνάγαμε ώρες ολόκληρες μπροστά στο Venus TV. To βλέπαμε στις πέντε το απόγευμα πίνοντας τσάι με τη μητέρα μου.
»Η μάνα μου παράτησε το σχολείο πολύ μικρή, δεν έμαθε τίποτα. Το σεξ για κείνη είναι τόσο ταμπού, που δεν αποκλείεται να σκεφτόταν: “Ας τις αφήσω να μάθουν από αλλού όσα δεν μου ’μαθαν ποτέ εμένα”. Δεν μιλήσαμε ποτέ για σεξ μαζί της, ούτε καν για αντισύλληψη. Εξάλλου δεν ξέρει τίποτα! Μια μέρα κάθισα εγώ και της εξήγησα ότι το χάπι είναι για να το παίρνεις κάθε μέρα, όχι όποτε θες. Αν το ’ξερε από πριν, μπορεί και να μην είχε κάνει όλ' αυτά τα παιδιά.
»Οι γονείς μου είναι πολύ προσκολλημένοι στην παρθενιά. Όταν παντρεύτηκαν οι αδελφές μου, οι οικογένειες των συζύγων τους ζήτησαν πιστοποιητικό παρθενίας και ο πατέρας μου τους το 'δωσε με μεγάλη περηφάνια. Οπότε η αδελφή μου μού εξήγησε τι γινόταν. Μου έκανε σχέδια στο χαρτί, μου τα είπε όλα».
Σήμερα υπάρχουν μερικοί σύλλογοι στο Μαρόκο και κάποιοι ακτιβιστές που τολμάνε να θίξουν αυτά τα θέματα. Ορισμένα κινήματα μάλιστα μιλάνε για την απελευθέρωση της ομοφυλοφιλίας. Μα απελευθερώστε πρώτα το σεξ!
Όταν τη ρωτάω πώς χειραφετείται μια νέα γυναίκα σαν κι εκείνη σ' ένα οικογενειακό σύμπαν σαν το δικό της, βάζει τα γέλια. «Πρέπει να πω ότι διάβαζα πολύ. Χρωστάω άλλωστε ένα πράγμα στον πατέρα μου: κάθε Σάββατο με πήγαινε να δανειστώ βιβλία. Διάλεγα συχνά βιβλία για την ανατομία, για το ανθρώπινο σώμα. Νόμιζε πως θα γινόμουνα γιατρός, κι αυτό του άρεσε. Με άφηνε πάντα να διαλέξω ό,τι ήθελα.
»Κι ύστερα κατάλαβαν ότι σε ορισμένα πράγματα δεν μπορούσαν να με δαμάσουν. Εντάξει, μπορεί να είναι πολύ συντηρητικοί, αλλά είναι έξυπνοι άνθρωποι. Δεν με υποχρέωσαν ποτέ να κάνω προσευχές. Ο πατέρας μου αρνείται κατηγορηματικά να φορέσω μαντίλα, θεωρεί ότι θα ήταν φρένο στην καριέρα μου.
»Πήγαινα σε γυμνάσιο θηλέων όπου μιλούσαμε πάρα πολύ για σεξ. Το πορνό ήταν πολύ παρόν. Στη λαϊκή συνοικία που έμενα, τα κορίτσια έβγαιναν με τους νταήδες της γειτονιάς. Τύπους που μόλις είχαν απολυθεί απ’ τη φυλακή κι έκαναν τους κάμποσους.
»Στο πανεπιστήμιο έζησα ένα χρόνο στην πανεπιστημιούπολη. Ήταν πολύ διδακτικό. Συνειδητοποίησα ότι όλος ο κόσμος, και κυριολεκτώ, όλος, γαμάει. Ακόμα και τα κορίτσια που είναι καλυμμένα εντελώς, έχουν σεξουαλική ζωή. Το σημαντικό είναι να είσαι διακριτικός. Δημοσίως τα κορίτσια θα το αρνηθούν πάντα.
»Δεν γνώρισα πολλές που να έχουν μαχητικό πνεύμα. Οι περισσότερες χρησιμοποιούν διπλή γλώσσα, ανάλογα με το αν απευθύνονται στην οικογένειάτους ή στους φίλους τους. Τα βολεύουν όπως μπορούν.
»Έχω την εντύπωση ότι στο πανεπιστήμιο το σεξ ήταν σχεδόν πάντα εργαλειοποιημένο. Τα κορίτσια που φορούσαν μαντίλα κοιμόντουσαν με τους άντρες με προοπτική το γάμο. Άλλες εκπορνεύονταν για να πληρώσουν τις σπουδές τους και τα ψώνια τους. Στο διπλανό δωμάτιο απ' το δικό μου ήταν τρεις κοπέλες. Αυτές αναλάμβαναν πλήρως την ευθύνη του τι έκαναν. Τη νύχτα έβγαιναν απ' την πανεπιστημιούπολη με τη συνενοχή του φύλακα. Και το Σαββατοκύριακο, όταν οι γονείς τους έρχονταν να τις πάρουν, ξανάβαζαν τις μαντίλες τους και τα παλτά μέχρι τους αστράγαλους.
Θυμάμαι ότι χρησιμοποιούσαν εντελώς απαρχαιωμένες μεθόδους για να προστατευτούν απ’ τις αρρώστιες, κάτι κόλπα που τους τα ’χαν μάθει οι γιαγιάδες τους, χωρίς καμία αποτελεσματικότητα. Έτσι κι αλλιώς, το σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα που φοβούνται περισσότερο στο Μαρόκο είναι τα μωρά».
Η Ζχορ μου φαίνεται πράγματι ότι αντιπροσωπεύει ένα μέρος της μαροκινής νέας γενιάς που έχει αποδεχτεί την περιρρέουσα σχιζοφρένεια. Όπως πολλοί συνομήλικοί της, προσαρμόζεται στις περιστάσεις και στους διάφορους κοινωνικούς κύκλους που συναναστρέφεται.
Κυρίως έχει συνείδηση ότι αποτελεί μέρος μιας από τις πρώτες γενιές γυναικών που γνωρίζουν πραγματική κοινωνική προαγωγή, ζουν μόνες σε μια μεγάλη πόλη και κάνουν την επιλογή του συντρόφου τους. Ένας νέος τρόπος ζωής σ’ αυτή τη χώρα, με δυο λόγια.
«Η γενιά μου μεγάλωσε με το ίντερνετ. Σιγά σιγά, έχω την εντύπωση ότι ξεχάσαμε λίγο τι συμβαίνει γύρω μας, στη γειτονιά μας, στη χώρα μας. Ζούμε εικονικά. Τέλος πάντων, το σίγουρο είναι ότι το σεξ δεν είναι πολυτέλεια. Ανεξάρτητα απ’τα εισοδήματα τους, οι άνθρωποι έχουν σεξουαλικότητα.
Όταν ξανασκέφτομαι εκείνη την υπόθεση με το φιλί στο Ναντόρ, λέω ότι είμαστε περισσότερο κομπλεξικοί παρά συντηρητικοί. Η αγάπη, η τρυφερότητα είναι εξίσου ταμπού με το σεξ.
Μια μέρα έβαλα τα γέλια την ώρα που έβλεπα μια ταινία: “Το αγόρι είναι ερωτευμένο με το κορίτσι!". Ο πατέρας μου με χαστούκισε λέγοντάς μου ότι έδειχνε κακή ανατροφή να λέω κάτι τέτοιο. Μεγάλωσα με την ιδέα ότι η αγάπη οδηγεί αυτόματα στο σεξ και ότι όλες οι εκδηλώσεις αγάπης είναι σεξ. Οι γονείς μου δεν εκδήλωσαν ποτέ ούτε μία χειρονομία αγάπης».
Για τη Ζχορ, το γεγονός ότι δεν εξελίσσεται η νομοθεσία είναι περισσότερο πολιτική επιλογή παρά ηθική ή θρησκευτική. «Κρατάνε τους ανθρώπους στερημένους, έτσι, η βασική τους έγνοια είναι να μάθουν με ποιον θα γαμηθούν και πώς, παρά να εξεγερθούν ενάντια στις συνθήκες της ζωής τους.
Σήμερα το πρωί έβγαλα βόλτα τη σκυλίτσα μου και είδα έναν τύπο να προβάλει από έναν υπόνομο, εκεί κοιμάται. Στη γειτονιά που μεγάλωσα, όταν η τιμή του σιμιγδαλιού ανεβαίνει ένα ντιρχάμ, οι γυναίκες παραιτούνται απ’ το κουσκούς της Παρασκευής.
Με τις αδελφές μου ήμασταν ξεδιάντροπες. Όταν άρχισαν να πολλαπλασιάζονται στη γειτονιά οι δορυφορικές κεραίες, βαλθήκαμε να βλέπουμε πορνό στα γερμανικά κανάλια. Εγώ κρατούσα τσίλιες για να μη μας πιάσουν στα πράσα οι γονείς μας. Έπειτα περνάγαμε ώρες ολόκληρες μπροστά στο Venus TV. To βλέπαμε στις πέντε το απόγευμα πίνοντας τσάι με τη μητέρα μου.
Ζούμε περιτριγυρισμένοι από τεράστια φτώχεια και δεν εξεγειρόμαστε. Και μόνο το γεγονός να βρεις ένα μέρος να κάνεις έρωτα απαιτεί απίστευτη οργάνωση.
»Πριν, με τον γκόμενό μου, βρισκόμασταν στις τουαλέτες. Δεν είχαμε τα μέσα να νοικιάσουμε διαμέρισμα ή δωμάτιο σε ξενοδοχείο. Μια μέρα, στην παραλία, ήρθε ένας μπάτσος την ώρα που αγκάλιαζα τον φίλο μου. Άρχισε να με βρίζει. Με ρώτησε αν ο πατέρας μου ήταν ενήμερος για το τι έκανα. Του είπα ότι του πατέρα μου δεν του καίγεται καρφί κι ότι, αν ήθελε, μπορούσε να με πάει στο τμήμα. Ήξερα ότι το ζήτημα θα ρυθμιζόταν με λίγα ντιρχάμ. Ήταν γελοίο.
»Για πολλούς άντρες, η γυναίκα συνοψίζεται σ’ έναν κόλπο όπου χώνεσαι και αυνανίζεσαι. Τα κορίτσια είναι πολύ ωμά, πολύ trash, όταν μιλάνε για σεξουαλικότητα.
Εμείς μιλάμε πολύ πιο ξεκάθαρα για σεξ απ’ ό,τι τα αγόρια. Παίρνουμε τα μέτρα μας, δίνουμε καλές οδηγίες η μία στην άλλη. Έχουμε αλληλεγγύη μεταξύ μας. Πρέπει να πω ότι οι άντρες επωφελούνται πολύ απ’ την κατάσταση και μεγάλο μέρος τους εξακολουθεί να μην ανέχεται το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν γίνει αυτόνομες.
»Στο πανεπιστήμιο, ο διευθυντής των φοιτητικών υποθέσεων με είχε ρωτήσει γιατί καπνίζω έξω. Γι' αυτόν ήταν προσβολή, την ώρα που τα αγόρια κάπνιζαν μαύρο στην εστία, μπροστά σ’ όλο τον κόσμο.
»Αυτό που μου τη σπάει είναι ότι στον Ποινικό Κώδικα υπάρχουν ολόκληρα κεφάλαια για την ηθικότητα, και όλα αφορούν τις γυναίκες.
»Και μόνο να βρεις να νοικιάσεις διαμέρισμα όταν είσαι γυναίκα μονάχη, σου βγαίνει η πίστη. Οι γονείς μου δεν εναντιώθηκαν. Απ’τη στιγμή που κέρδιζα τη ζωή μου, σταμάτησα να τους ζητάω τη γνώμη τους. Μου πήρε όμως τρεις μήνες να βρω ιδιοκτήτη που να δεχτεί να νοικιάσει σε ανύπαντρη γυναίκα. Κάθε φορά έβρισκαν δικαιολογίες. Στην πραγματικότητα, φοβούνται τις φήμες στη γειτονιά. Φαντάζονται πως μια γυναίκα μόνη θα μπάζει άντρες ή θ’ ανοίξει κανένα μπουρδέλο. Μια φορά μάλιστα μου ζήτησαν γραπτή άδεια απ’ τον πατέρα μου. Αλλά εγώ βγάζω δύο φορές περισσότερα απ’ τον πατέρα μου, είναι γελοίο!
»Σ’ αυτή τη χώρα, δεν μπορείς να φορέσεις ό,τι θέλεις, την ώρα που υπάρχουν παντού διαφημιστικές αφίσες με ημίγυμνες γυναίκες. Εσύ όμως στις εννιά το βράδυ δεν βγαίνεις. Ο δρόμος δεν σου ανήκει. Είσαι πάντα παρείσακτη στον δημόσιο χώρο.
»Είναι αλήθεια ότι γίνεται πολλή συζήτηση για το σεξ στο ραδιόφωνο και στον γυναικείο Τύπο. Σε νόμιμο πλαίσιο, βέβαια: μιλάς για ορισμένα πράγματα, αλλά υπάρχουν όρια.
»Σήμερα υπάρχουν μερικοί σύλλογοι και κάποιοι ακτιβιστές που τολμάνε να θίξουν αυτά τα θέματα. Ορισμένα κινήματα μάλιστα μιλάνε για την απελευθέρωση της ομοφυλοφιλίας. Μα απελευθερώστε πρώτα το σεξ!»
_________________
Λέϊλα Σλιμάνι: Σεξ και ψέματα. Η σεξουαλική ζωή στο Μαρόκο... Μετάφραση- πραγματολογικά στοιχεία: Κική Καψαμπέλη. Σελ.: 55-62, εκδ. Νήσος.
Στο "Σεξ και ψέματα" παντρεμένες, χωρισμένες και ανύπαντρες γυναίκες διαφόρων ηλικιών και κοινωνικών τάξεων, εργαζόμενες και νοικοκυρές, πόρνες και κοινωνικά μαχόμενες, δίνουν στη Λέιλα Σλιμάνι τις συγκλονιστικές τους μαρτυρίες μιλώντας για τη σεξουαλική τους ζωή με ειλικρίνεια και οδύνη, με αγανάκτηση και σκεπτικισμό, με αποφασιστικότητα και πισωγυρίσματα.
Γυναίκες και άντρες αποτυπώνουν στις συνεντεύξεις τους τη σεξουαλική μιζέρια του μουσουλμανικού κόσμου, που εγγράφεται σε μια γενικότερη κοινωνική μιζέρια: ανεργία, απουσία πολιτιστικής προσφοράς, κλείσιμο των ευρωπαϊκών συνόρων, ριζοσπαστικός ισλαμισμός.
― από το δελτίο τύπου
__________________
Η Leila Slimani γεννήθηκε το 1981 στη Γαλλία, είναι αλγερινής και μαροκινής καταγωγής, και έχει σπουδάσει στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών στο Παρίσι. Το 2014 εκδόθηκε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο "Dans le Jardin del' Ogre", το οποίο αναφέρεται στον γυναικείο εθισμό στο σεξ. Για το δεύτερο μυθιστόρημά της "Chanson douce" της απονεμήθηκε το σημαντικότερο γαλλικό λογοτεχνικό βραβείο, Goncourt.