Γιατί δεν υπάρχουν ακραίες πράξεις -παρόλο που τα πάθη είναι έντονα- στο βιβλίο σας;
Την αυτοκτονία τη γυροφέρνουν στο μυαλό τους οι ήρωες, αλλά τελικά δεν την πραγματοποιούν. Το φόνο, όχι, δεν το σκέφτονται καν, ούτε στον ύπνο τους. Γενικά, είναι ευγενείς και ανεκτικοί τύποι. Γιατί να μην υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι όχι μόνο στην πραγματική ζωή αλλά και στη λογοτεχνία; Στην τέχνη γενικά, που τελευταία επιδίδεται σε ολοένα μεγαλύτερες ακρότητες. Έτσι, για αντίστιξη!
Είναι τυχαίο το ότι επιλέγετε το συμβιβασμό ως λύση;
Για συμβιβασμό μιλώ όσον αφορά την αυτοκτονία. Αντί να σκεφτεί κανείς ότι με το τέλος του έρωτα τελειώνει κι η ζωή, σκέφτεται ότι η ζωή μπορεί να προχωρήσει, ίσως και με καινούργιες απολαύσεις. Αυτό ίσως δεν ακούγεται πολύ ρομαντικό, ίσως απωθεί λίγο τους αναγνώστες που θέλουν να διαβάσουν στη λογοτεχνία ό,τι δεν γίνεται συνήθως στη ζωή, προσωπικά όμως μου αρέσει αυτή η πρόκληση σε βάρος του ρομαντικού εαυτού μας, σε βάρος μιας ιδεολογίας του απόλυτου, του «ή όλα ή τίποτα». Ωστόσο, το ζευγάρι των ηρώων μου, που παραλίγο να χωρίσει αλλά ξανασμίγει, δεν ενεργεί από μικροαστικό συμβιβασμό, παρά από αναγεννημένη αγάπη.
Είναι διαφορετική η ανδρική από τη γυναικεία μοιχεία;
Δεν βλέπω διαφορά. Οι μηχανισμοί μού φαίνονται ίδιοι: το καρδιοχτύπι του φλερτ, η γοητεία της απόκρυψης, η ταύτιση, οι αμφιβολίες για το αληθινό πρόσωπο του άλλου, η ανασφάλεια για τις τελικές του διαθέσεις, η δειλία μπροστά στις μεγάλες ανακοινώσεις. Οι ήρωές μου όμως είναι εντελώς ισότιμοι κοινωνικά. Η γυναίκα δουλεύει, είναι αυτεξούσια, έχει ελευθερία κινήσεων. Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα βέβαια, αν οι ήρωές μας ήταν πιο παραδοσιακοί.
Πόσο μεγάλο είναι το άγχος του συγγραφέα που πρέπει να μιλήσει για κάτι που έχει ξαναειπωθεί (στο βιβλίο σας ο έρωτας και η απιστία);
Και τι δεν έχει ξαναειπωθεί; Είμαστε καταδικασμένοι να λέμε και να ξαναλέμε τα ίδια πράγματα. Η διαφορά είναι στις λεπτομέρειες. Δεν με τρόμαξε ποτέ ουσιαστικά το κοινότοπο του θέματος. Με τρόμαξαν τα μεγέθη που έχουν προηγηθεί, ένας Γκαίτε, ένας Τολστόι... Γι' αυτό δούλεψα σκυλίσια, για πολλά χρόνια, μέχρι που η γλώσσα, η γραφή, η μορφή να μου φανεί πως έχει αποκτήσει αποχρώσεις.
Τους ήρωές σας φαίνεται να τους ταλαιπωρούν περισσότερο οι λέξεις παρά οι πράξεις. Ισχύει αυτό;
Σωστά! Δεν νιώθουν ενοχές ως προς τις πράξεις τους. Το σεξουαλικό δόσιμο, το εκτός γάμου, το αισθάνονται ως δικαίωμά τους. Τους ταλαιπωρεί όμως αφόρητα το ψέμα, τα παραπλανητικά λόγια που αναγκάζονται να λένε στα νόμιμα ταίρια τους. Δεν τους προβληματίζει λοιπόν η απιστία καθαυτή, αλλά η εξαπάτηση. Ίσως πρόκειται για μια μοντέρνα αίσθηση ορίων, μια νέου τύπου δυσεπίλυτη σύγκρουση μεταξύ των δικαιωμάτων του εγώ και του σεβασμού του άλλου.
Πόσο απελευθερωτικό είναι το e-mail ως μέσο επικοινωνίας;
Το e-mail διατηρεί κάτι από προφορικότητα. Έχει λιγότερους τύπους, δεν χρειάζεται εισαγωγή και επίλογο, δεν χρειάζεται φάκελο με όλη την τελετουργία του οριστικού κλεισίματος, του ταχυδρομείου, μιας ολόκληρης υπηρεσίας που μεσολαβεί κ.λπ. Νομίζει κανείς πως ό,τι γράφει ανήκει στην κατηγορία του verba volant, κι αυτά τα «λόγια που πετούν» δεν αγχώνουν, δεν θεωρούνται και τόσο αμετάκλητα. Αν τα τυπώσει κανείς, γίνονται βέβαια πιο επικίνδυνα. Κάπως έτσι την πατάει ο ένας μου ήρωας.
Ορίζει το μέσο την εξέλιξη μιας σχέσης;
Στο βιβλίο μου υπάρχουν δύο παράνομα ζεύγη. Το ένα αλληλογραφεί με e-mail και το άλλο με το συμβατικό ταχυδρομείο. Η πρώτη σχέση προχωρά πάρα πολύ γρήγορα, φτάνει στην κορύφωσή της σε ελάχιστους μήνες, κι έπειτα φυλλορροεί. Φταίει, εν μέρει τουλάχιστον, και το μέσο. Η σχέση με το συμβατικό ταχυδρομείο έχει μεγαλύτερη διάρκεια. Οι τύποι που το επιλέγουν είναι λιγότερο παθιασμένοι, λιγότερο ανυπόμονοι και περισσότερο βαθείς. Το μέσο τούς βοηθά να διατηρήσουν μια κάποια ψυχραιμία.
Πώς σχετίζεται το στόρι σας με την ιστορία του Ίωνα Δραγούμη και της Πηνελόπης Δέλτα;
Οι ιστορίες απέχουν μεταξύ τους 100 χρόνια. Τι έχει αλλάξει αυτό το διάστημα, ανάμεσα δηλαδή στις αρχές του 20ού αιώνα και του 21ου; Προφανώς, η διαχείριση του σώματος. Η Πηνελόπη Δέλτα θεωρούσε μέγα αμάρτημα το φιλί που απέθεσε στα χείλη του Ίωνα. Κυρίως όμως, λέω, έχει αλλάξει η αίσθηση του χιούμορ: τώρα αστειευόμαστε, ακόμα και πάνω στο μεγάλο πάθος, τότε διαρκώς σοβαρολογούσαν. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν τα κείμενα της Πηνελόπης. Έχει αλλάξει και η ειρωνεία, δηλαδή η σχέση μας με τον εαυτό μας. Τώρα με το ένα μάτι διαρκώς τον παρατηρούμε. Ο καθένας μας είναι ταυτόχρονα υποκείμενο δράσης και αντικείμενο παρατήρησης. Γι' αυτό ίσως και δεν αρπάζουμε με την αλλοτινή φόρα ένα πιστόλι ή δεν πίνουμε δηλητήριο!
σχόλια