Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας»

Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας» Facebook Twitter
Θεωρώ ότι το «Deepfake» είναι το κλείσιμο μιας τριλογίας, παρότι δεν ξέρω σίγουρα αν θα είναι το κλείσιμό του Κρόκου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
0

Κάτοικος Εξαρχείων με μια έμφυτη ροπή προς την περιπέτεια, ο Μιχάλης Κρόκος είναι ίσως ο κλασικός αντι-ήρωας που μπλέκει στην αναζήτηση μιας παλιάς ιστορίας με φόντο σκοτεινά στέκια, γεμάτα φουσκωτούς, αλλά και καθαρά «σαν εργαστήριο μικροβιολογίας» gentrified καφέ, σε μια Αθήνα που μοιάζει με μια ψευδή πραγματικότητα, περίπου σαν την deepfake, τεχνητή ζωή που ζούμε. Πρόκειται για τον ήρωα της σειράς βιβλίων του Μάκη Μαλαφέκα, ο οποίος στη νέα του περιπέτεια αναλαμβάνει να διαλευκάνει ένα μυστήριο που εμπλέκει εκπροσώπους της alt-right και το δίκτυο δράσης τους και τον βάζει σε μπελάδες, την ώρα που εκείνος παραμένει ακινητοποιημένος σε μια οθόνη που παίζει το σκηνικό της δίκης του Τζόνι Ντεπ προσπαθώντας μάταια να γράψει το επόμενό του βιβλίο. Τι ακριβώς, όμως, συνέβη σε αυτόν τον παράδοξο συγγραφέα, λάτρη της τζαζ και flaneur όχι πλέον στην Ικαρία, όπως τον είχαμε δει στη «Μεσακτή» ή στους κύκλους της υψηλής τέχνης, όπου τον συναντήσαμε στο «Δε λες κουβέντα», αλλά στο κέντρο της Αθήνας και στη Μεσσηνία, μας εξηγεί αναλυτικά ο εμπνευστής του, Μάκης Μαλαφέκας, ο οποίος ζει μεταξύ Αθήνας, Βρυξελλών και Παρισίων, μιλώντας μας αναλυτικά για την πολύπλοκη εποχή που ζούμε, τη (νέα) ακροδεξιά, την τεχνητή νοημοσύνη αλλά και το τι σημαίνει να είσαι συγγραφέας στην Ελλάδα.   

— Για μια ακόμα φορά βλέπουμε να ξεκινάς στήνοντας ένα πολάρ και να καταλήγεις να γράφεις μια πολιτική ακτινογραφία της εποχής μας. Πώς, αλήθεια, προέκυψε η νέα περιπέτεια του Μιχάλη Κρόκου στο «Deepfake»;
Είναι μια μεγάλη κουβέντα το τι είναι ακριβώς το σχέδιο Κρόκος. Στην αρχή το είχαν κατατάξει στα αστυνομικά, κάτι εξ ορισμού προβληματικό, αφού ο πρωταγωνιστής δεν είναι αστυνομικός ούτε ντετέκτιβ αλλά συγγραφέας – και μάλιστα, στο τελευταίο έργο, κάποιος που δεν μπορεί να γράψει. Στην πραγματικότητα είναι ο αφηγητής ενός βιβλίου που σκόπιμα, ακριβώς λόγω αυτής της παράδοξης κατάστασης, δείχνει να μην είναι γραμμένο λογοτεχνικά και είναι απαλλαγμένο από αυτήν τη φόρτιση. Και αυτό είναι κάτι που συνηθίζεται στη συνθήκη της pulp γραφής, την οποία είχα θέσει εξαρχής ως πλαίσιο, καθώς, λόγω ιστορικής καταβολής, αναφέρεται σε μια κυρίαρχη κρίση σαν αυτή του κραχ του ’29, από όπου ξεκινάνε όλα. Η Αμερική αλλάζει ριζικά με το κραχ, με αποτέλεσμα να πειραματίζονται όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά σε όλα τα επίπεδα, αφού δεν χρειάζεται να δικαιολογήσουν γιατί αυτό είναι έτσι και όχι αλλιώς, καταλήγοντας σε μια τρομερή, ριζική αποδιοργάνωση, την οποία ζήσαμε και εμείς σε μεγάλο βαθμό πριν από δέκα χρόνια. Ως εκ τούτου, ένας ταξιτζής μπορεί, για παράδειγμα, να είναι ταυτόχρονα οδηγός και πυρηνικός επιστήμονας και αυτό να μη μοιάζει καθόλου παράξενο. Γι αυτό και το «Deepfake» ξεκινάει από το pulp και σταματάει στο διάνυσμα που μεσολαβεί προτού καταλήξει κοινωνικό μυθιστόρημα. Κάτι αντίστοιχο κάνει, φερειπείν, και ο Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, που είναι σπουδαία αναφορά για μένα. 

Πολλές φορές νομίζεις ότι αντιστέκεσαι ενώ έχεις παραδοθεί ήδη. Είναι πολύ δύσκολο, τελικά, να είσαι συγγραφέας: πρέπει να τα βάλεις με ισχυρούς, να παίξεις το τομάρι σου κορόνα γράμματα και μετά να προσέξεις να μη σφίξεις, όπως συμβαίνει κατά κόρον, τα χέρια της εξουσίας.

— Αναρωτιέμαι, ωστόσο, πόσα κοινά μπορεί να έχει ο Μαλαφέκας με τον Κρόκο.
Σε έναν μεγάλο βαθμό έχει κοινά, σε άλλον πάλι όχι. Ο Μιχάλης Κρόκος είναι κατασκευασμένος με μια παρέκκλιση και κινείται, λίγο ή πολύ, παράλληλα, κι αυτό γιατί το alter ego λειτουργεί πάντα με μικρές, επεξεργασμένες διαφορές. Αυτό το κατάλαβα για πρώτη φορά στον Μανσέτ, ο οποίος φτιάχνει έναν ήρωα –ειδικά στο «Μελαγχολικό Κομμάτι της Δυτικής Ακτής»– που ακούει μεν τζαζ αλλά, σε αντίθεση με εκείνον, ακούει κουλ τζαζ της Καλιφόρνια, και συγκεκριμένα Τζέρι Μάλιγκαν, τον μόνο που δεν άκουγε ο Μανσέτ. Αυτό του έδωσε, όπως έλεγε, και μια καλή αφορμή να ασχοληθεί μαζί του μέσω του ήρωα. Αντίστοιχα, ο Κρόκος έχει ασχοληθεί με τη free jazz και όχι με τη fusion jazz όπως εγώ. Άλλες φορές, επίσης, περνάει έξω από την Αλεξάνδρας και σχολιάζει τον Βαζέχα με μουστάκι ή χωρίς μουστάκι ή τον απασχολούν, καλή ώρα, οι αποτυχημένες καλοκαιρινές μεταγραφές του Παναθηναϊκού, ενώ εγώ τυχαίνει να είμαι Ολυμπιακός. Με τέτοια υλικά φτιάχνεις, εν ολίγοις, τον ήρωα σου –ή και με πιο σοβαρές παρεκκλίσεις–, ο οποίος είναι εσύ αλλά και δεν είναι.

Πολλές φορές νομίζεις ότι αντιστέκεσαι ενώ έχεις παραδοθεί ήδη. Είναι πολύ δύσκολο, τελικά, να είσαι συγγραφέας: πρέπει να τα βάλεις με ισχυρούς, να παίξεις το τομάρι σου κορόνα γράμματα και μετά να προσέξεις να μη σφίξεις, όπως συμβαίνει κατά κόρον, τα χέρια της εξουσίας.
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ. Μάκης Μαλαφέκας, Deepfake, Εκδ. Αντίποδες

— Σε πολλά σημεία, μάλιστα, φτάνεις να τον απο-ηρωποιήσεις χωρίς να φοβάσαι να τον εμφανίσεις ακόμα και δειλό, όταν, φερειπείν, αφήνει την τρανς φίλη του να καθαρίσει για χάρη του ή όταν βρίσκεται σκόπιμα ανάμεσα στους ακροδεξιούς...
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να φτιάξεις έναν ήρωα τόσο καθαρό ή τόσο θαρραλέο που θα καταλήξει να είναι ψεύτικος. Θα το καταλάβει αμέσως ο αναγνώστης γιατί αυτός, σε τελική ανάλυση, φτιάχνει το βιβλίο. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται αμέσως ποιες φράσεις είναι σωστά φτιαγμένες γιατί ξέρει σε ποιον βαθμό δεν είναι ήρωας ο ίδιος. Εδώ ακριβώς λοιπόν αναπτύσσεται η δυναμική σχέση. Επομένως αυτό που μπορείς να κάνεις είναι να πλάσεις έναν ήρωα διαυγή ακριβώς ως προς το ότι δεν είναι ήρωας, στον βαθμό που το ηρωικό στοιχείο δεν είναι συστατικό στοιχείο της ύπαρξης του. Μπορεί, κάποια στιγμή, να του τη βαρέσει και να έχει ένα τέταρτο ηρωισμού γιατί η συνθήκη θα είναι ηρωική και όχι ο ίδιος. Είμαστε αυτοί που είμαστε και αυτό είναι το μεγάλο μάθημα που μας έδωσαν σπουδαίοι συγγραφείς όπως ο Σελίν: ειδικά για μένα που τον μελετάω με μολυβάκι στο χέρι, είναι ένας από αυτούς που άνοιξαν πολλούς δρόμους στον 20ό αιώνα και έτσι απελευθερωθήκαμε από διάφορες τέτοιες ψευδαισθήσεις και προβληματικά ζητήματα, όπως το ότι πρέπει να έχουμε έναν καλό, ηθικό ήρωα για τον οποίο πρέπει να τα ξέρουμε όλα, και λοιπά. Γιατί πρέπει να τα μάθεις «όλα»; Δεν σου αρκούν αυτά που ξέρεις για τον εαυτό σου; Είναι υπεραρκετά ώστε να φτιάξεις το μυθιστόρημα μέσα σου.

— Στο πλαίσιο του αντι-ηρωισμού που αναφέρεις, ο Κρόκος φτάνει, τη στιγμή που καίγεται το σύμπαν, να ζηλεύει όταν τα υπόλοιπα μέλη της alt-right του λένε ότι ο προηγούμενος κειμενογράφος της οργάνωσης ήταν σπουδαίος...
Όλοι δεν έχουμε τέτοιες παράδοξες καταπτώσεις; Για να περιγράψουμε τη σκηνή σε όλους όσοι δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο: ο Κρόκος φαίνεται να είναι σε ένα αμάξι, ένα καινούργιο Audi –που και αυτό το ζηλεύει, άσχετα αν δεν το ομολογεί– μαζί με έναν φλώρο της alt-right και πίσω κάτι μπράβους με τατουάζ και ξυρισμένα κεφάλια, που δεν ξέρει ακριβώς πώς να τους χαρακτηρίσει, χρυσαυγίτες ή κάτι αντίστοιχο, και μιλάει με αυτό τον τύπο, τον Λουκά, ο οποίος του περιγράφει τον προκάτοχό του κειμενογράφο της alt-right ως εξαιρετικό, αφού καταλάβαινε τη μεταστροφή της σκέψης από ριζοσπαστική σε ακροδεξιά, ήταν πολύ διαβασμένος και ήξερε να χρησιμοποιεί σωστά διαφορετικές έννοιες, κ.λπ., τη στιγμή που ο δικός μας έχει τέσσερα χρόνια να γράψει. Μάλιστα, σε κάποια άλλη σκηνή του βιβλίου, ο Κρόκος φτάνει να παραδεχτεί ότι δεν ήξερε τι του συνέβη εκείνο το βράδυ γιατί ήταν απασχολημένος με το να ζηλεύει τον προηγούμενο κειμενογράφο. Σχολιάζοντάς μου αυτήν τη σκηνή, ένας πολύ αξιόλογος επιστήμονας και καλός φίλος, ο Κωστής Καρπόζηλος, που διάβασε το βιβλίο, μου είπε κάτι που δεν το είχα σκεφτεί προηγουμένως. Ότι όλη αυτή η alt- right ομήγυρη φαίνεται να είναι μια πολύ καλή παρέα. Με άλλα λόγια, η έννοια της παρέας δείχνει να έχει περάσει πλέον στους απέναντι και εμείς της άλλης πλευράς, της κριτικής σκέψης, του ακατάστατου, είμαστε πλέον διαλυμένοι. Ενώ εκείνοι φαίνονται να είναι μια όμορφη παρέα, σε ωραίους χώρους με design αντικείμενα, που περνούν καλά και κάνουν χαβαλέ. 

Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας» Facebook Twitter
Επιμένω στον φορμαλισμό γιατί αυτό είναι το κόλλημά μας εδώ. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Τολμάς, μάλιστα, να δείξεις ότι έχουν χιούμορ.
Ναι, δεν είναι οι κουβαδόβλακες όπως συχνά φανταζόμαστε, είναι κουλ φασίστες, όσο παράδοξο και αν ακούγεται.

— Και αυτό είναι σοκαριστικό από μόνο του, όπως και το ότι τους παρουσιάζεις ενημερωμένους όσον αφορά την εικονική πραγματικότητα, ότι ξέρουν από σύγχρονα μέσα και έχουν πρόσβαση στην τεχνολογία αιχμής. 
Το φοβερό είναι ότι τα ξέρουν όλα αυτά, και κάποια στιγμή το λένε και οι ίδιοι ότι φροντίζουν να κρύβουν πόσο μπροστά είναι για να μην καταλάβουν οι άλλοι τίποτα γι’ αυτούς. Είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα: μας χρησιμοποιούν ανά πάσα στιγμή γνωρίζοντας ότι εσύ και εγώ, βλέποντας κάτι σκανδαλώδες που γράφουν ή λένε, θα το ποστάρουμε από αγανάκτηση για να δείξουμε πόσο αδιανόητοι είναι – αλλά αυτοί ακριβώς αυτό επιδιώκουν και επιζητούν. Θυμάμαι πριν από πέντε-έξι χρόνια εκείνη την αφίσα ενάντια στο δικαίωμα στην άμβλωση, η οποία είχε κυκλοφορήσει μόνο σε δέκα αντίτυπα στο μετρό, και στη συνέχεια την αναπαρήγαγαν τόσο πολλοί, οι οποίοι είχαν αγανακτήσει, που τελικά έφτασαν να τη δουν ένα εκατομμύριο άνθρωποι. Αυτή είναι τακτική της alt-right, ξέρεις, ότι η αγανάκτηση του αντιπάλου θα δουλέψει τελικά για μένα, θα γίνει δοχείο και όχημα των δικών μου ιδεών. Γιατί έχουν μελετήσει τα κουμπιά σου. Και αυτά που σου λέω είναι πρωτόκολλα, δεν τα λέω τυχαία.

— Από ό,τι φαίνεται, τους έχεις ερευνήσει καλά, έτσι;
Μου πήρε τρία χρόνια να γράψω αυτό το βιβλίο, που ο αναγνώστης θα διαβάσει ενδεχομένως σε μία μέρα, ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Αν το «Δε λες κουβέντα» και η «Μεσακτή» μου πήραν οκτώ μήνες καθαρού γραψίματος, το «Deepfake» μου πήρε συνολικά τρία χρόνια, επειδή είχε έρευνα. Στο «Δε λες κουβέντα» μιλάω για τη σύγχρονη τέχνη, στη «Μεσακτή» για την Ικαρία και το ελληνικό καλοκαίρι γιατί αυτά τα σκηνικά τα γνωρίζω, ξέρω για τι μιλάω. Εδώ, όμως, έπρεπε να πάω εγώ εκεί, στο Ελληνικό, στη Μεσσηνία, σε αυτά τα μέρη που δεν ήξερα.

— Να πας, επίσης, στη φωλιά τους. Αλήθεια, τόλμησες να συναντηθείς με κάποιους από αυτούς;
Κάπου πήγα. Και στην οθόνη και στην πραγματικότητα.

— Σε εξέπληξαν αυτά που ανακάλυψες ερευνώντας, σε σχέση πάντα με το πώς λειτουργούν;
Δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι μου. Γιατί το ψυλλιαζόμουν με αντίστοιχες περιπτώσεις του εξωτερικού, σε Γαλλία και Ολλανδία, ότι είναι πολύ προχωρημένοι. Ειδικά στις ΗΠΑ τα πράγματα έχουν ξεφύγει, αφού είναι πολύ μπροστά.

— Αλήθεια, έχεις παρατηρήσει τα μέλη της εκσυγχρονισμένης ακροδεξιάς, όπως θα αποδίδαμε στα ελληνικά την alt-right, να ακολουθούν και εδώ αντίστοιχες μεθόδους χρησιμοποιώντας το ίντερνετ, προσφεύγοντας στην τεχνολογία αιχμής κ.λπ.;
Εδώ πολύ λιγότερο, γιατί δεν το έχουν τόσο ανάγκη. Δεν υπάρχει ξεκάθαρο φιλελεύθερο πλαίσιο για να αλωθεί. Εδώ υπάρχει μια μιντιακή συνθήκη με συγκεκριμένη απεύθυνση, υπάρχει μια ολιγαρχία των μίντια που τα έχει όλα κλεισμένα. Υπάρχουν, εννοείται, αυτοί οι δρώντες της alt-right αλλά ως πέμπτη κολόνα του όλου οικοδομήματος και πάντα εντός των τειχών.

Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας» Facebook Twitter
Αυτή είναι τακτική της alt-right, ξέρεις, ότι η αγανάκτηση του αντιπάλου θα δουλέψει τελικά για μένα, θα γίνει δοχείο και όχημα των δικών μου ιδεών. Γιατί έχουν μελετήσει τα κουμπιά σου. Και αυτά που σου λέω είναι πρωτόκολλα, δεν τα λέω τυχαία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Μήπως αυτό που περιγράφεις ως περίκλειστο μιντιακό σύστημα δικαιολογεί τις ακραίες αντιδράσεις που παρατηρούνται στο ίντερνετ και ειδικά στο Facebook;
Τώρα μπήκε και στο Facebook όριο. Γιατί όλοι είμαστε μια φούσκα, ασχέτως αν δεν το αντιλαμβανόμαστε. Το σύστημα του Facebook φτιάχνει φούσκες – το λεγόμενο echo chamber, όπου νομίζουμε ότι μιλάμε ανοιχτά στον κόσμο, ενώ ουσιαστικά ακούμε τον αντίλαλό μας που φτάνει, τελικά, μέχρι τους 5.000 –μάξιμουμ– φίλους μας. Και αυτό έχει δουλευτεί ως αλγόριθμος, δεν έχει να κάνει με το αριστερά-δεξιά αλλά με τον τρόπο λειτουργίας: βάζουμε λάικ ο ένας στον άλλο και είμαστε και ευτυχισμένοι ότι συμφωνούμε, αφού τελικώς αυτοί που εμφανίζονται στο timeline μας είναι αυτοί με τους οποίους έχουμε έντονη διάδραση. Σκέψου πόσο περισσότεροι με τους οποίους διαφωνούσες εμφανίζονταν στο timeline σου πριν από πέντε χρόνια και πόσο έχει αλλάξει αυτό σήμερα.  

— Ωστόσο, στο βιβλίο αυτές οι εναλλαγές αποτυπώνονται με διαφορετικούς τρόπους, ακόμα και στις αντιδράσεις. Αλλά και ο Κρόκος, παρότι νομίζουμε ότι ξέρουμε τον χαρακτήρα του, πολλές φορές δείχνει να έχει έντονη αμφιθυμία, ειδικά όσον αφορά τις κρίσιμες ηθικές αποφάσεις.
Το θέμα είναι πώς θα το δείξεις αυτό. Αν δεν το κάνεις σωστά, είναι κλισέ. Πρέπει να το δείξεις με τη γλώσσα, που τελικά είναι η γλώσσα του αφηγητή. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που έχεις, τίποτα άλλο δεν υπάρχει. Μόνο με τη γλώσσα μπορείς να δείξεις ότι ο Κρόκος είναι αυτός που είναι, ότι δεν μπορείς να περιμένεις πολλά πράγματα απ’ αυτόν, αλλά κάποια πράγματα ίσως και να μπορείς – όπως και με τον εαυτό σου. Τι εννοώ με τη γλώσσα; Το βιβλίο αφηγείται μια ιστορία με τις δικές του λέξεις και τους δικούς του γλωσσικούς τροπισμούς, τολμώντας να αρθρώσει λέξεις απαγορευμένες, πολλές φορές, στον δημόσιο λόγο, στον διαμορφωμένο και αποδεκτό δημόσιο λόγο, όχι για να σοκάρει, αλλά επειδή έτσι διατυπώνονται στην πραγματικότητα.

— Κάτι αντίστοιχο μου είχε πει σε συνέντευξη ο Γιάννης Οικονομίδης: ότι πολλοί τον κατηγορούν για τις βρισιές στις ταινίες του, ενώ εκείνος απλώς δείχνει πώς μιλάνε οι άνθρωποι, ειδικά από συγκεκριμένα στρώματα, στην πραγματικότητα. Τι, αλήθεια, φταίει και συναντάμε μια τόσο ψεύτικη, ειδικά όταν πασχίζει να μιλήσει προφορικά, γλώσσα στη λογοτεχνία;
Πάσχουμε πολύ από αυτό, ειδικά στην ελληνική γλώσσα. Δυστυχώς εξηγείται ιστορικά, παρατηρώντας τη σύγχρονη πολιτική ιστορία, όλη αυτή η σοβαροφάνεια, ο λυρισμός, ένας συμβολισμός που θα είναι για πάντα εκεί, γιατί αυτό διδάσκουμε ολόκληρες γενιές στην Ελλάδα, από τότε που δεν υπήρχε ελευθερία έκφρασης και απαγορευόταν να πεις τα πράγματα με συγκεκριμένο, εν τέλει τον δικό σου, τρόπο. Απαγορευόταν, με άλλα λόγια, να είσαι ο εαυτός σου, οπότε αναγκαστικά κατέφευγες σε έναν υπόγειο τρόπο, μέσω των συμβολισμών. Γι’ αυτό ακριβώς άνθισε πολύ η ποίηση, η οποία έχει τη δύναμη του συμβολισμού, ή η μουσική, αλλά η πρόζα, που δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, προσαρμόστηκε αναγκαστικά στη χρήση άλλων μέσων, φτιάχνοντας έτσι μια κρούστα τόσο άθραυστη που παραμένει ακόμα. Με αυτά τα τρία βιβλία λοιπόν προσπάθησα να σπάσω αυτήν τη συνθήκη και να εκφράσω αυτό που συμβαίνει. Με άλλα λόγια, δεν μας ενδιαφέρει τι ένιωσε ο ήρωας όταν προέβη σε μια πράξη, τι συναισθήματα είχε όταν άνοιξε την πόρτα, αλλά τι είδε πίσω απ’ την πόρτα, τι συνέβη μετά. Άσε τον αναγνώστη να καταλάβει τι ένιωσε, και άσε τον να έχει στο μυαλό του τα δικά του πόμολα. 

— Γιατί, όμως, η μεταπολιτευτική γενιά που προσπάθησε να απλοποιήσει και να απενοχοποιήσει τον λόγο δεν κατάφερε να γίνει πραγματικά δυνατή και πειστική λογοτεχνικά;
Γιατί η απελευθέρωση που έφερε η Μεταπολίτευση είχε πολλά τεχνητά στοιχεία. Σε κάποια επίπεδα λειτούργησε μόνο κατ’ όνομα. Είχε και αυτή έναν δικό της φορμαλισμό, που επιβλήθηκε και έγινε κυρίαρχος παντού: με άλλα λόγια, το πώς θα είσαι απελευθερωμένος στην ύπαρξη και τη σεξουαλικότητά σου, το πώς θα κατασκευάσεις τη ζωή και την ευτυχία σου, προσωπικά και συλλογικά, έφτασε και αυτό να είναι αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου τρόπου και μιας τυποποίησης. Επιμένω στον φορμαλισμό γιατί αυτό είναι το κόλλημά μας εδώ.

Μάκης Μαλαφέκας: «Θέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο, αν είσαι συγγραφέας» Facebook Twitter
Με τέτοια υλικά φτιάχνεις, εν ολίγοις, τον ήρωα σου –ή και με πιο σοβαρές παρεκκλίσεις–, ο οποίος είναι εσύ αλλά και δεν είναι. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Εννοείς ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη τυποποίηση στη λογοτεχνία όλα αυτά τα χρόνια;
Ναι, και μάλιστα σε πολύ επαναλαμβανόμενο βαθμό, από τη μια γενιά στην άλλη. Είναι τόσο πολλά τα κείμενα καταξιωμένων συγγραφέων που συναντάω –δεν θα πω ονόματα– όπου καταλαβαίνεις ότι αυτός που το έχει γράψει δεν μπορεί να διανοηθεί να το πει αλλιώς, δεν μπορεί να σκεφτεί καν ότι υπάρχει κάτι άλλο, ότι μπορεί να γράψει πιο απλά, χωρίς σύμβολα. Θα μπορούσε, όμως, να αφήσει τα σύμβολα να προκύψουν από μόνα τους γιατί αυτό θα γίνει έτσι και αλλιώς, αφού όλοι είμαστε σύμβολα από μόνοι μας, η φωνή μας, το σώμα μας, τα πάντα πάνω μας. Έτσι, αυτό θα συμβεί ούτως ή άλλως, θα προκύψει εύλογα, αν είναι καλό αυτό που έχεις γράψει. Είναι τόσο πολλά τα κλισέ και η συγκεκριμένη γλώσσα που φοριέται παντού, από τα βιβλία μέχρι τα μίντια, που τελικά την οικειοποιούνται όλοι, αναπαράγοντας τα κλισέ, όχι μόνο οι συγγραφείς. Στην πραγματικότητα, όμως, η μόνη που μπορεί να σε απελευθερώσει από αυτήν τη λογική είναι και πάλι η λογοτεχνία. Μόνο αυτή μπορεί να σπάσει αυτή την κρούστα. Μόνο μια λογοτεχνία άξια λόγου μπορεί να τρυπήσει αυτήν τη λογική και να φτιάξει μια τόσο αδιαμεσολάβητη σχέση με τον αναγνώστη ώστε εκείνος να νομίζει ότι έφτιαχνε ο ίδιος το κείμενο τόσον καιρό και δεν το ήξερε. Γιατί όλα ξεκινούν από την ανάγκη να πεις με απλό τρόπο μια ιστορία, αρχαιόθεν συνέβαινε αυτό. Μην ξεχνάμε, το κορυφαίο φιλοσοφικό κείμενο όλων των εποχών ξεκινάει λέγοντας «κατέβηκα χτες στον Πειραιά με δυο φίλους» – ακόμα και ο Όμηρος παρακαλούσε τη μούσα να τον βοηθήσει να αφηγηθεί μια ιστορία.

— Αυτό το καταφύγιο βρήκες και εσύ στη λογοτεχνία;
Ναι, ξεκάθαρα.

— Η επιστημονική φαντασία και αυτού του είδους αναγνώσματα, στα οποία φαίνεται να αναφέρεσαι, πότε μπήκαν στη ζωή σου; Γιατί είναι έντονα και στο «Deepfake».
Θα αναφέρεσαι, προφανώς, στο cyberpunk. Για μένα έχει μεγαλύτερη αξία επειδή απελευθερώνει το Φανταστικό –με Φ κεφαλαίο– από το «μέλλον», τους άλλους πλανήτες, το πολύ μακριά ή το αργότερα. Σου λέει ότι τα πάντα είναι τώρα. Σε πέντε λεπτά ή του χρόνου. Το Matrix είναι τώρα. Κάποιοι το απεργάζονται, αλλά ουσιαστικά ό,τι συμβαίνει είναι τώρα, στο διπλανό διαμέρισμα, δίπλα μας, στις ζωές μας. Αυτά όλα είναι που αποδίδουμε στο cyberpunk. Αν το σκεφτείς, ο Κάφκα είναι ακριβώς αυτό. Δεν μπορείς να εντοπίσεις γιατί και πότε συμβαίνουν όλα αυτά που περιγράφει – και αυτό είναι που σε τρελαίνει, όπως και με άλλους κορυφαίους συγγραφείς, σαν τον Μοπασάν. Περιγράφουν καταστάσεις που δεν συμβαίνουν σε έναν «galaxy far far away», αλλά εδώ και τώρα, γιατί αυτή είναι η ανθρώπινη κατάσταση και κοινωνία. Και το ξέρεις μέσα σου αυτό καλά. Γι’ αυτό σε φρικάρει η «Μεταμόρφωση»: το ξέρεις ότι μεταμορφώνεσαι σε ένα ζωύφιο και η αδελφή σου τεντώνει το νεανικό κορμί της – η πρώτη και η τελευταία φράση του βιβλίου του Κάφκα. Βαθιά μέσα σου, ξέρεις πολύ καλά τι σημαίνει αυτό.

— Πόσο εύκολο είναι να είσαι συγγραφέας στην καθημερινότητα;
Καθόλου εύκολο. Γιατί θέτεις σε κίνδυνο τη ζωή σου. Καταρχάς θέτεις σε κίνδυνο το σώμα σου, τη μέση σου, την πλάτη σου, τα χέρια σου, τα οποία κάποιες φορές δεν μπορείς να σηκώσεις πάνω από το επίπεδο των ώμων. Τη σχέση σου, αν έχεις σχέση, γιατί υπάρχει ένας άλλος άνθρωπος στο ίδιο σπίτι που έχει άλλες ανάγκες. Ή ακόμα και την οικονομική σου ύπαρξη, αφού μάχεσαι για τα στοιχειώδη. Είσαι κανονικά σε κίνδυνο. Και συχνά η λύση σε αυτό είναι να παραδοθείς είτε στον κυνισμό, είτε στην εξουσία, είτε και στα δυο, όπως λέει μια φράση από το βιβλίο.

— Μπορείς, όμως, να αντισταθείς;
Πολύ δύσκολα. Πολλές φορές νομίζεις ότι αντιστέκεσαι ενώ έχεις παραδοθεί ήδη. Είναι πολύ δύσκολο, τελικά, να είσαι συγγραφέας: πρέπει να τα βάλεις με ισχυρούς, να παίξεις το τομάρι σου κορόνα γράμματα και μετά να προσέξεις να μη σφίξεις, όπως συμβαίνει κατά κόρον, τα χέρια της εξουσίας.

— Για να καταλήξουμε, όμως, κάπου, δουλεύεις κάτι αυτό τον καιρό; Θα συνεχίσει να μας απασχολεί και να μας ταρακουνά ο Κρόκος;
Θεωρώ ότι το «Deepfake» είναι το κλείσιμο μιας τριλογίας, παρότι δεν ξέρω σίγουρα αν θα είναι το κλείσιμό του Κρόκου. Δεν ξέρω, δηλαδή, αν θα επιστρέψω εκεί, αλλά το έχω βάλει στην άκρη για την ώρα γιατί ξεκινάω να γράφω κάτι με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, κάτι που συμβαίνει τώρα – αυτά που λέγαμε πριν για το cyberpunk. Γιατί όλα είναι εδώ, όχι αλλού. Πώς αλλιώς;

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Και με το φως του λύκου επανέρχονται

Λέσχη Ανάγνωσης: Ζυράννα Ζατέλη / «Και με το φως του λύκου επανέρχονται»: Ο Μάκης Μαλαφέκας για τη Ζυράννα Ζατέλη

Ένα βιβλίο που μιλάει από τις λιθόχτιστες επάλξεις μιας βαλκανικής επικράτειας με χαρακτήρες ιερατικούς, άλλοτε αγνούς άλλοτε εωσφορικούς, έκθαμβους μπροστά στο μυστήριο της ζωής και ταυτόχρονα κλειδοκράτορές του, ανάκατους μες στη μυσταγωγική χορογραφία του λυκόφωτος, ζωντανούς, σεξουαλικούς, αιώνιους.
ΜΑΚΗΣ ΜΑΛΑΦΕΚΑΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Η διαμάχη ανάμεσα στην Τζόαν Ντίντιον και την Ιβ Μπάμπιτζ συνεχίζεται και μετά θάνατον σε μια «διπλή» βιογραφία

Βιβλίο / Τζόαν Ντίντιον vs. Iβ Μπάμπιτζ: Μια διαμάχη που συνεχίζεται και μετά θάνατον

Η Ντίντιον και η Μπάμπιτζ πέθαναν με διαφορά έξι ημερών τον Δεκέμβριο του 2021: «Θέλω να πιστεύω ότι η Τζόαν Ντίντιον έζησε μια επιπλέον εβδομάδα από κακία», είχε γράψει τότε μια δημοσιογράφος σε ένα tweet που έγινε viral.
THE LIFO TEAM
Τα ημερολόγια του Αλέξη Ακριθάκη σε μια νέα έκδοση

Βιβλίο / Τα ημερολόγια του Αλέξη Ακριθάκη σε μια νέα έκδοση

Με αφορμή τη συμπλήρωση τριάντα χρόνων από τον θάνατο του καλλιτέχνη κυκλοφορεί το βιβλίο «Γράφοντας τη ζωγραφική - Ημερολόγια 1960-1990» που αφηγείται τη δημιουργική αγωνία και τον σύντομο, πλην πλούσιο και ταραχώδη βίο του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ