Νίκος Σπάνιας - Θεοδόσης Άθας: Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές συζητούν τολμηρά στη Νέα Υόρκη του ’60

Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές, ο Νίκος Σπάνιας και ο Θεοδόσης Άθας, συζητούν τολμηρά, στη Νέα Υόρκη των αρχών του ’60 Facebook Twitter
Γιώργος Ζαμπέτας - Θεοδόσης Άθας, Νέα Υόρκη, 9/1971 (η φωτογραφία προέρχεται από το βιβλίο τής Ιωάννας Κλειάσιου «Γιώργος Ζαμπέτας/ Βίος & Πολιτεία/ “και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου”» [Ντέφι, 1997]
0

Ο Νίκος Σπάνιας (1924-1990) και ο Θεοδόσης Άθας (1936-1973) υπήρξαν δύο αναγνωρισμένοι έλληνες / ελληνοαμερικανοί ποιητές και μεταφραστές. Ο καθένας τους ήταν και άλλα περισσότερα, αλλά ας μείνουμε στα βασικά, αφού, αμφότεροι, τύπωσαν δικά τους βιβλία με ποιήματα και μεταφράσεις.

Ο Σπάνιας δεν ξέρω για τι ακριβώς είναι περισσότερο γνωστός, σήμερα. Πιθανώς για την τριλογία του «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου» (1963, 1965 και 1971 οι χρονιές έκδοσης των τριών βιβλίων) ή ίσως για τον έξω από τα όρια τρόπο ζωής του – αυτός ένας ομοφυλόφιλος και ναρκομανής, με απαρέγκλιτη ροπή προς το περιθώριο.

Ο Άθας, όμως, είναι σίγουρα γνωστός, επειδή στίχους του είχε μελοποιήσει ο Γιώργος Ζαμπέτας – λέμε βασικά για το θρυλικό τραγούδι τους «Ο Τζακ» από το 1972 («Μια νύχτα χιόνισε πάρα πολύ / και βγήκαν οι γειτόνοι / για να φτυαρίσουν το πρωί / και βρήκαν μεσ’ στο χιόνι / της γειτονιάς το φρόκαλο / τον Τζακ Ο’ Χάρα κόκαλο»).

Κάποια βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Σπάνια τα βρίσκουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του «Μεταφράσεις 1941-1971» [Athens Printing Company, Νέα Υόρκη 1972]. Εκεί διαβάζουμε:

«Ο Νίκος Σπάνιας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 (σ.σ. άλλες πληροφορίες λένε για 1923) από γονείς Ζακυνθίους. Μικρός σπούδασε μουσική και ξένες γλώσσες. Τελείωσε το Γυμνάσιο του Πειραιά κι ύστερα παρακολούθησε μαθήματα για δυο-τρία χρόνια στην Ανωτάτη Εμπορική, χωρίς ποτέ να πάρει το πτυχίο του. Πρωτοπαρουσιάστηκε στα γράμματα με τη μετάφραση του δράματος του T. Williams “Ο Γυάλινος Κόσμος”. Με υποτροφία από την αμερικανική κυβέρνηση φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Ohio, στη Σύγχρονη Αμερικανική Λογοτεχνία. Επίσης αποφοίτησε από το American Academy of Dramatic Arts της Νέας Υόρκης. Ο ίδιος λίγη σημασία δίνει στους επίσημους αυτούς τίτλους σπουδών.(...) Απεναντίας έδωσε μεγάλη σε μια σειρά από ελεύθερα επαγγέλματα(...), με τα οποία τρίφτηκε στη σύγχρονη αμερικανική ζωή και που στάθηκαν η μόνη αφορμή για να γράψει τα πρωτότυπα ποιήματά του της 3ης Λεωφόρου.(...) Τελευταία η υγεία του έχει κλονιστεί σοβαρά(...) από την κατάχρηση ναρκωτικών(...)».

O Άθας πρέπει να συναντά τον Σπάνια στην αρχή της δεκαετίας του ’60. Πάντως το 1963 γνωρίζονταν ήδη, αφού ο Σπάνιας αφιερώνει στον Άθα ένα ποίημά του από το πρώτο βιβλίο του με τα «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου»

Και μερικά βιογραφικά για τον Θεοδόση Άθα, όπως τα δανειστήκαμε από το odysseusfederation.com:

«Ο Θεοδόσης Άθας γεννήθηκε στο Νεστόριο της Καστοριάς στις 14 του Γενάρη το 1936. Μετά την λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Καστοριά, όπου πέρασε τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά του χρόνια. Στο γυμνάσιο της Καστοριάς ο Θεοδόσης θα μάθει να αγαπά. Να αγαπά τις γυναίκες και να αγαπά την Ελλάδα. Δυο αγάπες τις οποίες βλέπουμε συχνά στο ποιητικό του έργο. Αυτήν την Ελλάδα θα φέρει μαζί του στην Αμερική, όταν τον Φλεβάρη του 1954, μήνες μετά την αποφοίτησή του από το τοπικό γυμνάσιο, μετανάστευσε στις ΗΠΑ, στην πόλη Lynn της Μασαχουσέτης όπου βρισκόταν ο πατέρας του. Παρακολούθησε μαθήματα Φυσικής και Μαθηματικών στο Boston University και κατόπιν ενεγράφη στο North Eastern University στον κλάδο του Πολιτικού Μηχανικού. Τον Νοέμβριο του 1958 εκλήθη στις τάξεις του Αμερικανικού Στρατού, όπου υπηρέτησε για δύο χρόνια στη Γαλλία και την Αμερική. Τον Θεοδόση όμως τον έχει κερδίσει η ποίηση. Ενώ ακόμα σπουδάζει και ταυτόχρονα δουλεύει για να ζήσει, αρχίζει να στέλνει ποιήματα στον αναγνωρισμένο ποιητή της 3ης Λεωφόρου Νικό Σπάνια. Ο Σπάνιας τον συμβουλεύει και προωθεί τα ποιήματά του σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Η ποίηση του Άθα δεν αντηχεί μια στείρα, νοσταλγική, ανάμνηση της Ελλάδας. Έχει πιο σύνθετα χαρακτηριστικά, όπως και η προσωπικότητά του. Οξύς παρατηρητής πρόσεξε την κάθε πλευρά της ζωής. Ένας μεγαλοσχήμων δεν θα έγραφε τον “Θωμά Ο’ Χάρα” ή το “Νέγκρο μπλουζ”. Ποιήματα, που προδίδουν και την κοινωνική του συνείδηση».

Για τη σχέση των δύο ποιητών μάς πληροφορεί ο Μιχάλης Μοίρας, σ’ ένα κείμενό του στο περιοδικό «Οδός Πανός» (τεύχος #58, Νοέ.-Δεκ. 1991):

«(…) Οι λογοτεχνικές σχέσεις τού Σπάνια με τον Άθα, εκεί στη βουερή Τρίτη Λεωφόρο, ήταν παράξενες, αβρές κι άλλοτε είχαν μια δεσποτική έπαρση. Πολλές φορές όμως πού ξέσπαγαν σε καυγά (κι αυτό γινόταν από τις αγεφύρωτες διαφορές πού είχαν – αν και υπήρχε αμοιβαία αγάπη μεταξύ τους) o Θεοδόσης Άθας τον αποκαλούσε “σταφιδοκλέφτη καί κλεφτοκοτά της Ζακύνθου”, “τρανό διαφθορέα της νιότης, πατριώτη εγωιστή, φιλόθρησκο θεομπαίχτη, φιλορθόδοξο αδικητή, αυταπάρνητο πλεονέχτη, λαοπλάνο καί ονειδιστή, πλάνο της χήρας –μα προπαντός τού ορφανού– μεγαλόσχημο υποκριτή” και άλλα πολλά. Ο Νίκος Σπάνιας, όμως, ήταν τέτοιος άνθρωπος; Μπορεί. Εγώ ωστόσο, που τoν γνώρισα από κοντά, διαπίστωσα ότι μπορεί μεν να είχε ορισμένα από τα παραπάνω, αλλά ήταν επίσης κι ένας άνθρωπος πάντα πρόθυμος και ξέχειλος συναισθηματικά, ένας ποιητής ζωντανός, εγκάρδιος, διψασμένος διαρκώς να μάθει για πρόσωπα και πράγματα πού αφορούσαν την Ελλάδα.(…) Στο νοσοκομείο ο Σπάνιας πάλεψε καρτερικά με το θάνατο. Μάλλον κατάφερε κι επέζησε. Ο Άθας από πολύ καιρό πριν τον ικέτευε να κόψει τα ναρκωτικά, γιατί θα τον κατέστρεφαν. Μόλις ο Σπάνιας βγήκε απ’ το νοσοκομείο, πήρε μια μεγάλη απόφαση και τα σταμάτησε. Μερικοί από τους φίλους του πίστεψαν ότι ο Άθας ήταν εκείνος που τον επηρέασε και τον παρακίνησε να τα κόψει. Αλλά η αλήθεια δεν ήταν αυτή. Στην πραγματικότητα ο ίδιος ο Σπάνιας αποφάσισε να αλλάξει τρόπο ζωής, Όταν, τέλος, πέθανε ο Θεοδόσης Άθας, ο Νίκος Σπάνιας στις 26 του Μάη 1974, διάβασε στην κηδεία του έναν επικήδειο που ο ίδιος είχε γράψει (σ.σ. δεν ήταν στην κηδεία, γιατί ο Άθας πέθανε το ’73, ήταν στο φιλολογικό μνημόσυνό του). Από τότε ανέλαβε ο ίδιος, με το ψευδώνυμο Ζαννής Ζακυνθινός, το ραδιοφωνικό πρόγραμμα “Ελληνική Φωνή της Νέας Υόρκης”, το οποίο προηγουμένως επιμελείτο ο Άθας.(…)».

Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές, ο Νίκος Σπάνιας και ο Θεοδόσης Άθας, συζητούν τολμηρά, στη Νέα Υόρκη των αρχών του ’60 Facebook Twitter
Νίκος Σπάνιας

Για τον τύπο και την προσωπικότητα του Σπάνια δίνει ορισμένα στοιχεία ο φίλος του Κώστας Ταχτσής στο βιβλίο του «Φοβερό Βήμα» [Εξάντας, 1989]. Ο Ταχτσής δεν αναφέρει το επώνυμό του (τον αποκαλεί Νίκο), αλλά είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο πως μιλάει για τον Σπάνια, όταν γράφει στο ημερολόγιό του, την 27/9/1971, κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στη Νέα Υόρκη, τα ακόλουθα:

«Βγαίνοντας από το ξενοδοχείο, πήρα ένα ταξί και του ’πα να με πάει στην ανατολική πλευρά. Είχα την εκλογή ανάμεσα στον Πάτρικ και τον Νίκο.(…) Τον Νίκο τον πρωτογνώρισα τον καιρό που είχε φύγει ο Πάτρικ για την Άγκυρα. Κάναμε κι οι δυο μας τη θητεία μας –αυτός εξ αναβολής, γιατί είναι μερικά χρόνια μεγαλύτερος– κι ήμασταν κι οι δυο ανθυπολοχαγοί.(…). Άφησα τον Πάτρικ γι’ αργότερα, όταν ξανάρθω στη Νέα Υόρκη, και πήγα να βρω τον Νίκο. Είχα ακούσει πολλά στην Αθήνα αυτά τα χρόνια –για Πορτορικανούς, ναρκωτικά, φυλακές–, αλλά όταν πρόκειται για τον Νίκο δεν πιστεύω τίποτε αν δεν το δω με τα μάτια μου. Είναι τόσο ψεύτης, τόσο μυθομανής, που μπορεί να κατηγορήσει ακόμα και τον εαυτό του για να κάνει εντύπωση. Άλλα τόσα είχα ακούσει και τότε, το ’63 που πρωτόρθα. Ήμουν λίγο περίεργος να δω τι απ’ όσα άκουσα είναι πραγματικότητα και τι μύθος. Αλλά και να ξαναθυμηθούμε τα παλιά. Ό,τι γνώμη και να ’χει κανείς γι’ αυτόν, η αλήθεια είναι ότι περάσαμε μερικές αξέχαστες στιγμές μαζί.(…)».

Λέει κι άλλα ο Ταχτσής για τον Σπάνια (όπως έχει πει και ο Σπάνιας για τον Ταχτσή), αλλά το ωραιότερο «άθροισμα» το φυλάει για λίγο πριν από το τέλος:

«Ο Νίκος ανήκει στους ανθρώπους που είναι λιγότερο ποιητές ή και καθόλου ποιητές, αλλά είναι μάλλον ποιητικοί απ’ την τρυφερότερη ως την πιο δαιμονική, την πιο εωσφορική έννοια του όρου. Έχει πάρει πολλές μαζοχιστικές κουτρουβάλες στου κακού τη σκάλα, μα είναι απ’ αυτούς που όλο σηκώνονται χωρίς γρατζουνιά, ίσως χάρη στον αμοραλισμό του και την ικανότητά του να εκλογικεύει πολύ βολικά τις ενοχές του.(…)».

Ο Θεοδόσης Άθας, που στήριζε τον Νίκο Σπάνια με όποιο τρόπο μπορούσε, δεν έχαιρε πάντα της εκτίμησης του Κώστα Ταχτσή, αφού προς το τέλος αυτής της φιλικής σχέσης είχαν συγκρουστεί. Τούτο φαίνεται από δύο αποσπάσματα του βιβλίου του Ταχτσή (για «Το Φοβερό Βήμα» λέμε πάντα), στο οποίο ο συγγραφέας αφιερώνει σελίδες και στις περιπέτειές του στην Αμερική, και φυσικά στη συναναστροφή του με τον Σπάνια. Εκεί κάπου μπαίνει στη μέση και ο Άθας. Στη σελ.203 διαβάζουμε:

«Κι ύστερα έκανα την ανοησία να κάνω σ’ εκείνο το ζώο τον Άθα μια καλοσύνη. Και βρήκα το μπελά μου». Και στη σελ. 240:

«Κι ύστερα, όταν ήρθε αυτό το κάθαρμα ο Άθας, που από κακό θάνατο να πάει, και μου ζήτησε να τον βοηθήσω, κι έγινε ό,τι έγινε, κι έφυγα απ’ την Αμερική, ο ρόλος του Νίκου (Σπάνια) υπήρξε το λιγότερο σκοτεινός».

Αυτό το τελευταίο απόσπασμα είναι γραμμένο την 26η Σεπτεμβρίου 1971 και, όπως φαίνεται, η… κατάρα του Ταχτσή προς τον Άθα θα έπιανε, αφού δυο χρόνια αργότερα (ο Άθας) θα πήγαινε όντως από «κακό θάνατο».

Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές, ο Νίκος Σπάνιας και ο Θεοδόσης Άθας, συζητούν τολμηρά, στη Νέα Υόρκη των αρχών του ’60 Facebook Twitter
Νίκος Σπάνιας: Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου [Ιδιωτική έκδοση, 1963] και Αντρέ Ζιντ: Corydon / μετάφραση Νίκου Σπάνια [Εκδόσεις Δεσμός, 1965]

Πληροφορίες για τους τρεις (Σπάνια, Άθα και Ταχτσή) δίνει και η γνωστή συγγραφέας Ιωάννα Καρατζαφέρη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Ο Τόπος μου Είναι Παντού» [LIBRO, 2011]. Διαβάζουμε σχετικώς:

«Τα “Επιπλωμένα Δωμάτια” (σ.σ. πρώτο βιβλίο της Καρατζαφέρη από το 1962) είχαν γίνει αιτία να γνωρίσω, ανάμεσα σε άλλους, και τους ποιητές Νίκο Σπάνια και Θεοδόση Άθα. Ο Θεοδόσης μου τηλεφωνούσε καθημερινά, και συχνά, πιθανώς από ανία δύο φορές την ίδια μέρα. Ένα πρωί μου τηλεφώνησε και μου είπε: “Βγήκε ένα βιβλίο του Κώστα Ταχτσή Το Τρίτο Στεφάνι, που θα σχίσει τα Επιπλωμένα Δωμάτια”. Είχα μείνει άναυδη. Δεν ήξερα ότι ένα βιβλίο βγαίνει για να σχίσει κάποιο άλλο. Την άλλη μέρα μου τηλεφώνησε ο Σπάνιας: “Μην τον Ακούς το Θεοδόση, σε ζηλεύει. Το Τρίτο Στεφάνι δεν μπορώ να το διαβάσω ούτε μέχρι τη μέση”. Πάλι διαβολιές; Και οι δύο ήταν φίλοι με τον Ταχτσή, μια φιλία ευάλωτη από μικροαγάπες, μικρομίση, μικροκατηγορίες ο ένας για τον άλλο ή οι δυο για τον τρίτο, ενώ το τρίγωνο δεν είχε πάντα τα σκέλη στην ίδια θέση. Ο Σπάνιας και ο Άθας κατοικούσαν σε δύο διαφορετικά διαμερίσματα στην ίδια παλιά εξαώροφη πολυκατοικία, όπου ο Σπάνιας έγραψε τα Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου, γωνία με την 103η οδό, μια περιοχή προθάλαμος του Χάρλεμ, η οποία εξελίχθηκε σε Ανατολικό Ισπανόφωνο Χάρλεμ. Ήταν την εποχή όπου ο Σπάνιας δεν μπορούσε να ικανοποιήσει την ακόρεστη ομοφυλοφιλική του πείνα (αυτός μου έμαθε την λέξη, την είχα γράψει λάθος, ως ομοφυλική, στα “Επιπλωμένα Δωμάτια”). Έπασχε επίσης από βουλιμία και δεν πηγαίναμε πουθενά, ούτε ως καλεσμένοι, αν δεν επρόκειτο να φάμε εκεί. Αντίθετα ο Θεοδόσης έτρωγε λίγο, έμενε ακίνητος στο κρεβάτι για να μην καταναλώνει θερμίδες και να διατηρεί κάποιες δυνάμεις. Τα οικονομικά και των δύο ήταν σχεδόν μηδενικά».

O Άθας πρέπει να συναντά τον Σπάνια στην αρχή της δεκαετίας του ’60. Πάντως το 1963 γνωρίζονταν ήδη, αφού ο Σπάνιας αφιερώνει στον Άθα ένα ποίημά του από το πρώτο βιβλίο του με τα «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου», ενώ και η αφήγηση της Ιωάννας Καρατζαφέρη αφορά εκείνη την εποχή (1962-63).

Οι Σπάνιας και Άθας σχετίζονταν και με το ελληνοαμερικανικό περιοδικό «Αργοναύτης» (διευθυντής ο Ηλίας Ζιώγας), που τυπωνόταν αρχικά (1959) στη Νέα Υόρκη και στο τέλος (1968) στην Αθήνα. Είχαν κυκλοφορήσει τρεις ογκώδεις τόμοι του «Αργοναύτη», που μοιράζονταν σε Ελλάδα και ΗΠΑ, και στον τρίτο απ’ αυτούς, που τυπώνεται στον «Επτάλοφο» (στην Αθήνα) και που κυκλοφορεί στο ξεκίνημα του ’68, συμπεριλαμβάνεται και η συνέντευξη του Νίκου Σπάνια στον Θεοδόση Άθα, που εδώ μας ενδιαφέρει.

Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές, ο Νίκος Σπάνιας και ο Θεοδόσης Άθας, συζητούν τολμηρά, στη Νέα Υόρκη των αρχών του ’60 Facebook Twitter
Αργοναύτης / 1967-68 / Ετήσια Ελληνοαμερικανική Έκδοσις Φιλολογίας και Δράσεως [Επτάλοφος, 1968]

Πότε δόθηκε αυτή η συνέντευξη και πού; Το «πού» το βλέπουμε τυπωμένο στο τέλος της συζήτησης, και είναι η Νέα Υόρκη, αλλά το πότε δεν αναγράφεται. Απ’ αυτά που λέγονται, όμως, αντιλαμβάνομαι πως ο χρόνος της συνέντευξης τοποθετείται κάπου στις αρχές των σίξτις – και πάντως πριν από την έκδοση του βιβλίου «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου», το 1963.

Ο Σπάνιας δεν θα πρέπει να είχε τυπώσει ακόμη δικό του βιβλίο (πρέπει να κυκλοφορούσε, όμως, η μετάφρασή του στο «Μια εποχή στην κόλαση» του Arthur Rimbaud, από το 1962), ενώ και ο Άθας ρωτά ως να μην τον ήξερε και όχι ως φίλος του. Το ότι πρόκειται λοιπόν για μια συζήτηση από το 1962 προς ’63 την κάνει ακόμη πιο σημαντική, σε σχέση με την ελευθεριότητα που εκείνη εμφανίζει.

Είναι δε περίεργο εκείνη ακριβώς η κουβέντα να κυκλοφορεί, χωρίς εμφανείς συνέπειες, στην Ελλάδα του ’68, στην Ελλάδα του Ιωάννη Λαδά, ο οποίος κυνηγά μετά μανίας την ομοφυλοφιλία. [Βλέπε τα κείμενά μας: «Σαν σήμερα, 50 χρόνια πριν, η αστυνομία μπουκάρει σ’ ένα σπίτι στην Καλογρέζα για να διακόψει “ένα πάρτυ ανωμάλων”» (26 Οκτ. 2018) και «“Ο σκοτεινός κόσμος του τρίτου σεξ”: ένα από τα πρώτα άρθρα για την ομοφυλοφιλία που δημοσιεύτηκε σε ελληνικό περιοδικό» (14 Ιουλ. 2019)]. Προφανώς η τυπωμένη συζήτηση δεν θα είχε πέσει στην αντίληψη του διαβόητου, χουντικού, συνταγματάρχη...

Υπάρχει ένας πρόλογος στην αρχή της συνέντευξης (γραμμένος μάλλον από τον εκδότη-διευθυντή τού «Αργοναύτη» Ηλία Ζιώγα), που έχει νόημα να τον μεταφέρουμε κι εδώ, επειδή δείχνει κάτι από τον αντίκτυπό της, εκείνη την εποχή (ακόμη και στο ίδιο το περιοδικό και τους ανθρώπους του). Πρέπει, δηλαδή, ο σημερινός αναγνώστης να διαβάσει τη συζήτηση, ανάμεσα στον Σπάνια και τον Άθα, έχοντας διαρκώς στο νου του πως αυτά που λέγονται... λέγονται κάπου στην αρχή των σίξτις και δημοσιεύονται στην Ελλάδα του ’68. Πενήντα έξι χρόνια πριν, και όχι σήμερα. Γράφει ο Ζιώγας:

«Έχοντας υπ’ όψει του ο ποιητής Θεοδόσης Άθας, συνεργάτης του “Αργοναύτη” απ’ το ξεκίνημά του, την εμφάνιση μέρους της μεταφραστικής εργασίας του συναδέλφου και φίλου του Νίκου Σπάνια απ’ τις σελίδες του τόμου αυτού, είχε την έμπνευση να τον σκιαγραφήσει σε σχήμα διαλόγου. Του υπέβαλε μερικά ερωτήματα, ταυτοχρόνως όμως, ίσως ασύγγνωστα, αποκάλυψε και ορισμένες δικές του αρχές και προτιμήσεις, γιατί καθώς θα δει αμέσως παρακάτω ο αναγνώστης, ο Σπάνιας συχνά αντιστρέφει τους όρους ή τους ρόλους του διαλόγου αυτού, που σκοπός του είναι η σκιαγράφησή του, για να ξέρει ο αναγνώστης προκαταβολικά ποιος είναι ο μεταφραστής τού Archibald MacLeish και των όσων επιγραμμάτων της Παλατινής Ανθολογίας δημοσιεύονται στις σελίδες που ακολουθούν (σ.σ. υπάρχουν και ξεχωριστές συνεργασίες του Σπάνια στο συγκεκριμένο τεύχος του “Αργοναύτη”). Ο διάλογος, πάντως, είναι σπινθηροβόλος, ριζοσπαστικός, αήθης σ’ ορισμένα του σημεία, πάντα δε, συνολικά, γεμάτος ευρήματα κι ενδιαφέρον. Ακόμα κι αν πρόθεση του Σπάνια ήταν να ξαφνιάσει απλώς τον αναγνώστη με τις απαντήσεις του, πρέπει να δεχθούμε ότι όχι μόνο το επέτυχε αυτό, αλλά και κατάφερε να πει πρωτότυπα πράγματα, συχνά τολμηρά, κι όχι σπάνια, εξοργιστικά. Η δημοσίευση του διαλόγου αυτού, φυσικά, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι η Διεύθυνση του “Αργοναύτη” συμφωνεί σ’ όλα τα σημεία του».

Δύο Ελληνοαμερικανοί ποιητές, ο Νίκος Σπάνιας και ο Θεοδόσης Άθας, συζητούν τολμηρά, στη Νέα Υόρκη των αρχών του ’60 Facebook Twitter
Νίκος Σπάνιας

Ακολουθεί η κουβέντα, που είναι φοβερά γοργή και κοφτή, μοιάζοντας εντελώς σημερινή, σαν να γίνεται κάπου στα σόσιαλ μίντια. Με πατημένα μαύρα γράμματα (bold) είναι ο Άθας, που ρωτάει...

Καθίστε.

— Μα ήδη κάθισα.
Δεν έχει να κάνει. Εγώ όφειλα να σας το πω. Λοιπόν, τι μπορώ να κάνω για σας;

— Να μου μιλήσετε για τη ζωή σας.
Ποιαν απ’ όλες;

— Έχετε περισσότερες από μία;
Μα φυσικά. Εσείς μόνο μία;

— Δυστυχώς.
Χαλάστε τη, ξανακτίστε τη, μπογιατίστε τη με λίγο ψέμα και διακοσμείστε τη με περισσότερη πρωτοτυπία.

— Τι εννοείτε να την διακοσμήσω;
Επιπλώστε τη με νέους έρωτες –κατά προτίμηση εξαντρίκ–, προσέχοντας τα έπιπλα, έστω και ευτελή, έστω και από δεύτερο χέρι, να μην είναι «του παλιού καιρού».

— Μα δε σας φαίνεται λιγάκι ανορθόδοξο και μάλιστα παρακινδυνευμένο;
Αυτό ακριβώς! Στην ανορθοδοξία έγκειται η δόξα της ερωτικής ζωής, κι είναι η απουσία του κινδύνου, το διαρκές αίσθημα της ασφάλειας, που κάνουν τη ζωή μας βαρετή. Μια σύλληψη, μια επικείμενη φυλάκιση, αυξάνουν την ενάργειά μας, δίνουν στον τρόπο μας του ζην την αναγκαία... πώς το λέμε μωρέ στα ελληνικά... α, ναι... οξύτητα. Με άλλα λόγια: ερωτοτροπήστε με τον όλεθρο... με τον...

— ...θάνατο;
Δεν είπα τέτοιο πράμα. Ο θάνατος έξω από την λογοτεχνία και τον κινηματογράφο είναι φρίκη. Αλλιώς τον είχα φανταστεί κι εγώ, ως την ημέρα που μου μπήκε στη μύτη.

— Δεν σας καταλαβαίνω...
Μα δε βλέπετε; Α, με συγχωρείτε, ξέχασα πως φοράω τα γυαλιά μου. Ορίστε!

— Θεέ μου! Μοιάζει σαν να σας σκάψανε ανάμεσα στα φρύδια. Πώς το πάθατε; Ταγματασφαλίτες, μήπως, με τον υποκόπανο;
Χμ! Κάτι εξίσου κακόηθες. Επιθηλίωμα!

— …
Ελάτε, μην τρομάζετε. Μια μέρα θα πεθάνουμε όλοι μας. Άλλωστε η κάπως έγκαιρη επέμβαση μου δίνει καιρό για μια-δυο συλλογές ακόμα, και, ίσως, και για την Ανθολογία Νεοελλήνων Ποιητών στην αγγλική, που την ανήγγειλα προ έτους, όπως ασφαλώς θα πληροφορηθήκατε... Αλλά, ας αφήσουμε το θέμα αυτό – αρκετά μιλήσαμε για μένα. Λοιπόν, τι λέγαμε; Α ναι, ενδιαφέρεστε για τις ζωές μου και την τέχνη μου. Να σας προσφέρω μια μπύρα... ορίστε...

— Μα την έφερα για εσάς.
Καλά, και τι μ’ αυτό; Nα! πίνω μια γουλιά απ’ το ποτήρι σας... Λοιπόν, τι λέγαμε;

— Πού γεννηθήκατε;
Δεν θυμάμαι. Πάντως μεγάλωσα στην Αθήνα και αναγεννήθηκα στην Νέα Υόρκη.

— Πότε;
Το σωτήριον έτος 1952, εν μέση οδώ.

— Το διαμέρισμα τούτο είναι η μόνιμη κατοικία σας;
Δεν είναι «κατοικία». Είναι Σχολή.

— Δηλαδή;
Δεν την έχετε ακουστά; «Ποιητές της Τρίτης Λεωφόρου».

— Υπάρχουν κι άλλοι;
Άλλοι δύο. Νεότεροι.

— Μαθητές σας ασφαλώς.
Εγώ θα τους έλεγα «ομοιοπαθείς».

— Δηλαδή «καρκινοπαθείς».
Όχι. Λογοτέχνες, ποιητές. Μόνο που επειδή προσβλήθηκα πρώτος την κόλλησαν από μένα.

— Σοβαράς μορφής;
Του ενός παραμένει ακόμα στο μεταφραστικό στάδιο, αλλά δεν λέει να υποχωρήσει και τον τυραννά.

— Του άλλου;
Μάλλον κακής μορφής.

— Το ξέρει;
Δεν του το είπαμε ακόμη. Είναι τόσο ντελικάτα αυτά τα ζητήματα, δεν ξέρει κανείς πώς να τα χειριστεί. Εν πάση περιπτώσει...

— Επιτρέπετε μια κάπως αδιάκριτη ερώτηση;
Ελεύθερα. Άλλωστε είμαστε εντελώς μόνοι.

— Πώς ζείτε;
Με έρωτα. Πώς αλλιώς;

— Εννοώ τι επαγγέλεσθε...
Τα πάντα. Κυρίως κατώτερα επαγγέλματα. Βλέπετε συντελούν πολύ για ανώτερες εμπνεύσεις.

— Επί παραδείγματι;
Σερβιτόρος, σοφέρ, σκηνοθέτης κολεγιακών παραστάσεων, δημοσιογράφος σε ελληνοαμερικανικά φύλλα, δάσκαλος σε ελληνοαμερικανικό γυμνάσιο, μανάβης, μπάρμαν, ταχυδακτυλουργός και άλλα πολλά.

— Η ακαδημαϊκή σας μόρφωση...
Πολύπτυχη.

— Πτυχία;
Επιτυχώς μόνο ένα. Δραματουργίας και σκηνοθεσίας από την American Academy of Dramatic Arts.

— Τι έχετε σκηνοθετήσει μέχρι σήμερα;
Θέατρο: Detective Story του Sidney Kingsley, τη Μικρή Γκαρδαρόμπα (The Tiny Closet) του William Inge, τον Καλαϊτζή του Seán O'Casey και πολλά παρασκηνιακά δράματα και ταξίδια.

— Τι εννοείται «ταξίδια»; Δεν καταλαβαίνω...
Καλύτερα.

— Ποιον θεωρείτε ως τον μεγαλύτερο σκηνοθέτη;
Στο θέατρο εμένα.

— Στον κινηματογράφο;
Τον Όρσον Ουέλς.

— Τι του βρίσκετε;
Θεατρινισμό και υπερβολικότητα: εντυπωσιάζει με το πρώτο.

— Και αυτό το λέτε προτέρημα;
Κάτι παραπάνω: αληθινή τέχνη! Είσαι τόσος, όσος η εντύπωση που δημιουργείς. Είσαι αυτό που νομίζουν ότι είσαι: η αξία δεν έχει μεταφυσική υπόσταση.

— Τότε ούτε ηθική υπάρχει. Μήτε Θεός.
Ηθική μόνον η «τρέχουσα». Θεοί, όμως, υπάρχουν πολλοί και πρώτα-πρώτα ο έρωτας.

— Ο πλατωνικός ασφαλώς.
Όχι. Ο «άλλος».

— Δεν σας καταλαβαίνω.
Δεν φταίτε εσείς. Η μετάφρασή μου του “Corydon” (σ.σ. του André Gide) δεν κυκλοφόρησε ακόμη (σ.σ. θα κυκλοφορούσε το 1965). Πάντως το γόητρο ενός Θεού είναι ανάλογο με τον αριθμό των τόπων λατρείας του. Μην πάτε μακριά... πάρτε τη Νέα Υόρκη: βεσπασιανές, υπόγεια τραίνα, πάρκα, ναύσταθμοι, φυλακές, βιβλιοθήκες, ακόμα και μοναστήρια. Ποιος άλλος Θεός λατρεύτηκε σε τόσους ναούς;

— Ξεχνάτε τον Μαμωνά...
Κάθε άλλο. Έχω τρία βιβλιάρια Τραπέζης και δύο διαμερίσματα στη Σαλονίκη. Πάντως τον θεωρώ υποδεέστερο. Ένα είδος μεσολαβητή ανάμεσα στον άνθρωπο και στον έρωτα. «Μεσίτη» που λέμε.

— Θυσιάζετε συχνά στο Θεό σας;
Άλλοτε ναι. Μα τώρα, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο δυσκολότερη τη βρίσκω αυτή την έμπρακτη εκδήλωση λατρείας.

— Πότε προσφέρατε την τελευταία σας εκατόμβη;
Λίγο πριν από την απελευθέρωση.

— Ας αλλάξουμε θέμα με μια παρήχηση. Σας συγκινεί η ιδέα της Ελευθερίας;
Με διέπει.

— Πώς διακρίνετε την Ελευθερία από την αναρχία;
Νιώθοντάς την. Αναρχία είναι όταν δεν υπάρχει Αρχή. Ελευθερία, όταν δεν υπάρχει φόβος.

— Ή όταν υπάρχει το αίσθημα της ασφάλειας.
Συμφωνώ, μολονότι υπάρχει μια δόση σοφίσματος στο συμπέρασμά σας.

— Είστε ελεύθερος να μην απαντήσετε πάντως.
Τι λέτε; Και να φανώ ότι δεν ξέρω;

— Και τι μ’ αυτό;
Με μειώνει στα μάτια του κόσμου και προπάντων των φίλων μου, που τα ξέρουν όλα.

— Δεν είναι προτιμότερο αυτό από την αντίφαση;
Αντιφάσκω λοιπόν; Μα τότε είμαι μέγας! Κλείνω τα πάντα!

— Ωραίο αυτό. Μοιάζει με στίχο του Γουίτμαν.
Πώς το καταλάβατε; Λατρεύω τον Γουίτμαν.

— Τον Γουίτμαν και ποιον άλλον;
Τον Σολωμό, την Τζούντι Γκάρλαντ, την Πολωνία, τον Ρεμπώ, την μπύρα, την κυρία Ρούζεβελντ, την Όπερα, την Επανάσταση, τη Νέα Υόρκη, τον Ζιντ και τη μνήμη της μητέρας μου.

— Την Ελλάδα;
Ορισμένες εποχές της.

— Την Αγγλία;
Μόνο το Στόλο της.

— Τον πατέρας σας;
Ήταν κτήνος.

— Τον Πλάτωνα;
Φασίστας.

— Τον Αριστοτέλη;
Δασκαλάκος.

— Τους οπλαρχηγούς του ’21;
Λεβεντιές. Μου θυμίζουν Θεοδόση Άθα. Πάντως τα τσαρούχια δεν με συγκινούν.

— Πώς βλέπετε το μέλλον του Ελληνισμού της Αμερικής;
Όπως και το παρόν του.

— Δηλαδή;
Με το μικροσκόπιο.

— Ποια είναι τα δικά σας σχέδια για το μέλλον;
Προς το παρόν να δώσω τέλος στην κουβέντα μας. Αργότερα να δω τι μπορεί να γίνει για κανα Νόμπελ.

Στοιχεία για το κείμενο αντλήσαμε και από δύο άλλα παλαιότερα άρθρα μας, εδώ στο LiFO.gr, τα «Όταν ο Νίκος Σπάνιας μετέφραζε ένα ασύλληπτο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα» (24 Μαρ. 2015) και «Ο Θεοδόσης Άθας είναι ο στιχουργός του “Τζακ Ο’ Χάρα”, που είπε κάποτε ο Ζαμπέτας» (23 Δεκ. 2016)

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Βιβλίο / Κανείς δεν ήξερε ότι ήταν μαύρη: Η εξωπραγματική ιστορία της επιμελήτριας του JP Morgan

Υπεύθυνη για τα πιο πολύτιμα αποκτήματα της ιδιωτικής συλλογής του διάσημου τραπεζίτη, η απέριττα κομψή βιβλιοθηκάριος Μπελ ντα Κόστα Γκριν ήταν μαύρη αλλά εμφανιζόταν ως λευκή στον αφρό της υψηλής κοινωνίας μέχρι και τον θάνατό της το 1950.
THE LIFO TEAM
Leslie Absher: «Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι» 

Βιβλίο / Κόρη κατασκόπου, queer κορίτσι, συγγραφέας

Η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Leslie Absher μάς ξεναγεί στο «Σπίτι με τα μυστικά», εκθέτοντας ταυτόχρονα την προσωπική της πορεία προς την απελευθέρωση, την «ελληνική» της εμπειρία και τις εντυπώσεις της από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Πολυτεχνείο - Ένα παραμύθι που δεν λέει παραμύθια»

Βιβλίο / Το Πολυτεχνείο έγινε κόμικ: Μια νέα έκδοση για μια μονίμως επίκαιρη εξέγερση

Παραμονές της φετινής επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι εκδόσεις Red ‘n’ Noir κυκλοφόρησαν ένα έξοχο κόμικ αφιερωμένο σε αυτή, που το υπογράφουν ο συγγραφέας Γιώργος Κτενάς και ο σκιτσογράφος John Antono.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Μάλκολμ Λόουρι και το «Κάτω από το ηφαίστειο»

Βιβλίο / Το μεγαλόπνοο «Κάτω από το ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι, μια προφητεία για την αποσύνθεση του κόσμου

Οι αναλογίες μεταξύ του μυθιστορηματικού βίου του Βρετανού συγγραφέα και του κορυφαίου έργου του είναι παραπάνω από δραματικές, όπως και αυτές μεταξύ της υπαρξιακής πτώσης του και του σημερινού, αδιέξοδου κόσμου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Βιβλίο / Ψέμα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Στο νέο του βιβλίο, «Ψέματα που μας έμαθαν για αλήθειες», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Νικόλας Σμυρνάκης καταρρίπτει 23 μύθους που μας καταπιέζουν, βοηθώντας μας να ζήσουμε ουσιαστικότερα.
ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ