Η συνέντευξη με τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο πραγματοποιήθηκε πριν από μερικά χρόνια στο σπίτι του, σε ένα πέρασμα μου από τη Θεσσαλονίκη.
Ήταν Σεπτέμβριος του 2013 και μέχρι σήμερα φυλάσσεται στο αρχείο μου ως κόρη οφθαλμού. Δεν ξέρω πότε θα δημοσιευθεί ολόκληρη, αφού η απομαγνητοφώνηση γίνεται σε...δόσεις μια και είχε διαρκέσει τρεις ώρες και το υλικό είναι τεράστιο.
Απομόνωσα όμως το κομμάτι που μιλάει για τα αγαπημένα του τετράποδα (και δικά μου αγαπημένα), τις γάτες, το οποίο έχει γούστο αν μη τι άλλο.
Δημοσιεύεται κατ' αποκλειστικότητα στο LIFO.gr με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης:
— (σ.σ. Μια γάτα εισέρχεται στο χώρο). Πως τη λένε αυτή;
Αυτή είναι η Μιραμάρ! Πιθανώς είναι έγκυος, αλλά στην αρχή της. Πολύ ήρεμη και πολύ γλυκιά. Σε φοβάται εσένα, εμένα μ' αγαπάει. Μιραμάρ! Της έδωσα ισπανοεβραϊκό όνομα, ο Καθρέφτης της Θάλασσας σημαίνει. Σημαίνει και ''Πεντάμορφη'', γι'αυτό τη βάφτισα έτσι.
— Τι διαφορετικό έχουν οι γάτες απ' τα άλλα πλάσματα;
Ιδέα δεν έχω! Πάντως είναι βολικές σε απίστευτο βαθμό, αν και καμιά φορά βγάζουν νύχια, σε μένα ποτέ πάντως. Είναι τρεις εδώ μέσα, γλυκύτατες και οι τρεις!
Ξέρεις τι είναι να έχεις ένα ζώο, να το αγαπάς, να το λατρεύεις και να το θάβεις εσύ ο ίδιος;
— Από παιδί είχατε αγάπη στις γάτες;
Από τον καιρό της μαμάς μου. Η μαμά μου αρραβωνιάστηκε το 1919 με τον μπαμπά μου και από τότε απαίτησε να την δεχτεί ο μπαμπάς μου μαζί με τη γάτα της. Τη δέχτηκε!
Είχαμε πάντα λοιπόν γάτες και μόνο μεσ' στην Κατοχή δυστυχώς μας πέθαναν κάποιες. Ο μπαμπάς μου που τις έθαβε με τα χέρια του, μου έλεγε τρομερές ιστορίες. Ξέρεις τι είναι να έχεις ένα ζώο, να το αγαπάς, να το λατρεύεις και να το θάβεις εσύ ο ίδιος;
— Η απώλεια ενός ζώου ισοδυναμεί με το θάνατο ενός ανθρώπου;
Δεν ξέρω, δε θέλω να ακουστώ υπερβολικός, άλλο το ζώο, άλλο ο άνθρωπος, τα γατιά αυτά όμως μού ανταποδίδουν την αγάπη. Πάρα πολύ! Αυτή η Μιραμάρ πότε - πότε κοιμάται στο κρεβάτι μου. Τα ταΐζω πολύ, επισης, έχω αφάνταστα πολλές τροφές.
Έρχονται μερικοί εδώ που είναι αλλεργικοί και με εκνευρίζουν σε τρομερό βαθμό, οπότε λέω ''Παίρνω τη γάτα να την κλείσω έξω, περιμένετε με'' κλπ.
Την άλλη τη γάτα, ασπρόμαυρη, που δεν είναι τόσο όμορφη όσο η Μιραμάρ, τη λέω Μαρία. Αυτή τρώει το βράδι και βγαίνει στο δρόμο, είναι μία του δρόμου, θα λέγαμε (γέλια).
Το πρωί επιστρέφει για να ξαναφάει. Το τρίτο είναι τριών χρονών, ένα χρόνο μικρότερο απ' τη Μιραμάρ και τη Μαρία, και λέγεται Σωτηρούλα.
Έχω μάλιστα και μία φίλη, καθηγήτρια Πανεπιστημίου, που λέγεται Σωτηρούλα και είναι ξετρελαμένη, καθώς νόμισε ότι το βάφτισα εξαιτίας της έτσι. Φυσικά δεν το βάφτισα εξ αιτίας της, είναι σύμπτωση. Είτε το γατί, είτε η καθηγήτρια, τα βρίσκουμε καλά μεταξύ μας.
— Πως και δεν έχετε αρσενικό γάτο στο σπίτι;
Έχω έξω απ' την πόρτα μου ακριβώς τρία αρσενικά, τα οποία τις καβαλούνε ανελλιπώς τις δικές μου. Όλο μού γεννάνε μαύρα γατάκια.
Η Σωτηρούλα πού'ναι όλη γκρίζα, σπανίως γεννάει. Ο χαρακτήρας πάντως των έξω, των αρσενικών, είναι απίστευτα καλύτερος απ' αυτωνών εδώ μέσα. Τα θηλυκά είναι λίγο τζαναμπέτικα, όχι σε μένα, αλλά στον κόσμο.
Τα ταΐζω πάρα πολύ και τα αρσενικά, πηδάνε στο μπαλκόνι μου που τα βοηθάει και σαν άσκηση σωματική με το ενάμισι μέτρο ύψος που έχει απ' τη γη.
Τι να σου λέω, κάθονται τρομερά πειθήνια, σχεδόν τα χαϊδεύω, όποτε βέβαια δεν έχουν να κάνουν τη δουλειά τους με τις ''κοπέλες''. Μα, φά'τα, βρε παιδί μου, τα μπατόν σαλέ!
— Μα, τρώω, δύο μείνανε!
Ξέρεις γιατί σ'το λέω; Άμα βγούμε έξω, θα ορμήξει αυτή και θα τα φάει!
— Υπάρχει γάτα που τρώει μπατόν σαλέ; Θέλω να το δω αυτό!
Μην τη βλέπεις λιγνή. Τρώει πολύ και δε θέλω αυτά που τά'χω για τους φίλους μου και που δίνω ένα σωρό λεφτά για να τα πάρω, να μου τα τρων τα χαϊβάνια.
— Έχετε μεγάλη πλάκα, κύριε Χριστιανόπουλε!
Δεν το λέω από τσιγγουνιά, αλλά τα μισοτρώνε και μετά μού γεμίζουν ψίχουλα. Και πως να καθαρίσω; Έχω γυναίκα που έρχεται μια φορά τη βδομάδα, αλλά αυτές εδώ, παρόλο που τις τάισα το πρωί, κοιτάνε πότε θα βγω έξω για να ορμήξουν να φάνε κι άλλο!