[via] Ο Κοκτό, αυτός ο «βαρώνος φάντασμα της γαλλικής τέχνης», όπως τον αποκαλεί η «Λε Μοντ», γνώρισε στο πέρασμά του σχεδόν «τους πάντες». Βραβεύτηκε από τη γαλλική Ακαδημία Γραμμάτων και Τεχνών, αγαπήθηκε και μισήθηκε με πάθος γιατί ακριβώς ήταν το αρνητικό της εικόνας που έχουμε για τον μοντέρνο καλλιτέχνη των αρχών του αιώνα. Εστέτ, ναρκισσευόμενος, κοσμικός και απίστευτα φιλόδοξος, αναζήτησε τη φήμη, τον θαυμασμό και την ηδονή, ασχολήθηκε με την ποίηση και την τέχνη, αλλά και τη μόδα. Η ίδια του η ζωή και η εικόνα ήταν ίσως το μοναδικό του αριστούργημα, «μια οριζόντια πτώση» έλεγε ο ίδιος, ποιητική και σουρεαλιστική, γεμάτη πάθη και τραγική «αγωνία». Για την ποίηση έλεγε ότι δεν «ανακατεύεται μαζί της, αλλά περιμένει από εκείνη να έρθει προς το μέρος του»: «Η μέθοδός μου είναι απλή, προσπαθώ να φτιάξω ένα τραπέζι. Σειρά σας, μετά, να κάτσετε εκεί και να φάτε». Ο Πικάσο έλεγε γι’ αυτόν ότι ήταν ο λιγότερο λογοτεχνικός των ποιητών. Στην τέχνη γενικότερα τον ενδιαφέρουν το μαγικό στοιχείο, η μεταφυσική και το όνειρο που όμως συγχέεται με την πραγματικότητα· είναι ολοφάνερο στις ταινίες του. «Ο κινηματογράφος μάς δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε ορατό το αόρατο, να ρυθμίσουμε στον ρυθμό μας τη ροή των πραγμάτων».
O Κοκτό επίσης αγαπούσε τις γάτες – τόσο πολύ, που βοήθησε στη δημιουργία ενός κλαμπ στο Παρίσι με όνομα «Λέσχη Φίλων της Γάτας» όπου γινόταν σόου γατο-καλλιστείων και τα μέλη είχαν μια καρφίτσα- κεφάλι γάτας, ασφαλώς σχεδιασμένη από τον ίδιο:
Ο Ζαν Κοκτό και ο καλλιτέχνης Tsuguharu Foujita μαζί με τη γάτα που κέρδισε σε έναν από τους διαγωνισμούς της «Λέσχης Φίλων της Γάτας.»
To "σπίτι των ονείρων", εκεί όπου ο Κοκτό πέρασε 17 χρόνια της ζωής του στο Milly-la-Forêt, νότια του Παρισιού.
σχόλια