Το πρωινό της 3ης Ιανουαρίου 1889, ένας μισότυφλος Γερμανός καθηγητής με πλούσιο μουστάκι έφυγε από το νούμερο 6 της Via Carlo Alberto στο Τορίνο όπου διέμενε, για την καθημερινή του βόλτα στις διάσημες στοές της πόλης κατά μήκος του ποταμού Πάδου.
Εκείνη τη μέρα όμως δεν έφτασε πολύ μακριά. Ούτε 200 μέτρα δεν είχε καλύψει στην πορεία του προς την Piazza Carignano όταν συνέβη το γεγονός που αργότερα θα γινόταν θρύλος (ή μύθος): αντικρύζοντας ένα γέρικο απείθαρχο άλογο να μαστιγώνεται αλύπητα από τον αφέντη του στη μέση του δρόμου, ο καθηγητής άπλωσε τα χέρια του γύρω από το ζώο για να το προστατέψει – και σύμφωνα με τον θρύλο εκείνη τη στιγμή ίσως και να του ψιθύρισε στ' αυτί «Μητέρα, υπήρξα ανόητος» πριν ο ίδιος καταρρεύσει.
Δύο αστυφύλακες τον περιμάζεψαν με σκοπό να τον μεταφέρουν στο άσυλο, αλλά διασώθηκε από τον σπιτονοικοκύρη του Ντάβιντε Φίνο, που τον πήρε από τα χέρια τους και τον πήγε σπίτι. Δε θα μάθουμε ποτέ τι ακριβώς συνέβη εκείνη τη μοιραία ημέρα, το μόνο βέβαιο όμως είναι ένα: η παραγωγική και διανοητική ζωή του μεγάλου φιλοσόφου Φρίντριχ Νίτσε είχε φτάσει στο τέλος της.
Σε μια νέα βιογραφία του Νίτσε με τον εκρηκτικό τίτλο «I Am Dynamite! [Είμαι Δυναμίτης!] A Life of Friedrich Nietzsche» που μόλις κυκλοφόρησε, η συγγραφέας Σου Πριντώ [Sue Pridaux] καταθέτει τις σοβαρές αμφιβολίες της για την ιστορία αυτή. Το περιβόητο άλογο κάνει την εμφάνισή του στο βιβλίο μόνο εκ των υστέρων, έντεκα χρόνια αργότερα – το 1900, την χρονιά του θανάτου του Νίτσε- όταν ένας δημοσιογράφος πήρε μια συνέντευξη από τον Φίνο σχετικά με τα γεγονότα εκείνης της μέρας. Και μόνο στη δεκαετία του '30, αυτή τη φορά με αφορμή μια συνέντευξη που είχε δώσει αυτή τη φορά ο γιος του Φίνο, Ερνέστο, γίνεται αναφορά στον ξυλοδαρμό του αλόγου και στο κλάμα του Νίτσε.
Παρότι δεν υπάρχει καμιά σχετική επιβεβαίωση από την «γερμανική» πλευρά – ούτε από την αδελφή του ούτε από τον φίλο του Όβερμπεκ, που τον επανάφερε πίσω στη Βασιλεία – το «meme με το άλογο του Νίτσε», για να το θέσουμε με σύγχρονους όρους, έχει αποδειχτεί διαχρονικά και επίμονα δημοφιλές. Μεταξύ άλλων, η ιστορία εμφανίζεται στην «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» του Κούντερα ενώ το ίδιο το άλογο είχε τη δική του προσωπική κινηματογραφική βιογραφία στην ταινία του Μπέλα Ταρ «Το άλογο του Τορίνο».
ΤΟ «ΜΕΜΕ» ΜΕ ΤΟ ΑΛΟΓΟ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ, για να το θέσουμε με σύγχρονους όρους, έχει αποδειχτεί διαχρονικά και επίμονα δημοφιλές. Μεταξύ άλλων, η ιστορία εμφανίζεται στην «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» του Κούντερα ενώ το ίδιο το άλογο είχε τη δική του προσωπική κινηματογραφική βιογραφία στην ταινία του Μπέλα Ταρ «Το άλογο του Τορίνο» (video)
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα και παράξενα αν συνυπολογίσει κανείς την ιστορία ενός αλόγου που μαστιγώνεται μέχρι θανάτου, η οποία υπάρχει στο «Αδελφούς Καραμαζόφ» του Ντοστογιέφσκι, του πιο αγαπημένου συγγραφέα του Νίτσε – βιβλίο που γράφτηκε όταν ο πρώτος ήταν 44 χρονών, στην ηλικία ακριβώς που ήταν ο Νίτσε όταν κατέρρευσε εκείνη τη μέρα στο Τορίνο.
Ο μύθος της σύφιλης
Η Πριντώ θέτει σε ακόμα μεγαλύτερη αμφισβήτηση και στην αιτία που συνήθως αποδίδεται για την παραφροσύνη του: την σύφιλη. Παρότι διαγνώστηκε ως συφιλιδικός όταν εισήχθη στο άσυλο της Βασιλείας, δεν είχε εκδηλώσει κανένα από τα συμπτώματα που συνδέονται άμεσα με τη νόσο: τρέμουλο, απρόσωπη έκφραση, ασυνάρτητος λόγος. Αν βρισκόταν, όπως έχει γραφτεί, σε προχωρημένο στάδιο άνοιας θα ζούσε άλλα δύο χρόνια, πέντε το πολύ. Έζησε άλλα έντεκα. Οι δύο μολύνσεις που ανέφερε ο ίδιος στους γιατρούς ήταν αποτελέσματα της γονόροιας από την οποία είχε προσβληθεί ενώ υπηρετούσε ως νοσοκόμος κατά τον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο.
Αντίθετα, η συγγραφέας της βιογραφίας ασπάζεται την άποψη ότι ο Νίτσε πιθανότατα πέθανε εξαιτίας όγκου στον εγκέφαλο, όπως κι ο πάστορας πατέρας του δεκαετίες πριν. Υπήρχε άλλωστε ιστορικό νευρολογικής ευπάθειας και στις δύο πλευρές της οικογένειας, όπως και στην περίπτωση της μικρότερης αδελφής του Ελίζαμπεθ, η οποία έκανε τα πάντα για να καταστεί το έργο του αξιοποιήσιμο από τους Ναζί.
Ποιος κρατάει τελικά το μαστίγιο;
Είναι πασίγνωστο το απόφθεγμα του Νίτσε σχετικά με την «διαχείριση» του άλλου φύλου: «Πηγαίνεις στις γυναίκες; Μη ξεχνάς το μαστίγιο!». Στην φωτογραφία όμως που συνδέθηκε μ' αυτή τη φράση, το μαστίγιο το κρατάει η Λου Αντρέας-Σαλομέ, η Ρωσίδα ψυχαναλύτρια και μούσα του Φρόιντ, ενώ το κάρο το σέρνουν ο Νίτσε και ο φίλος του Πωλ Ρε. Όπως σημειώνει η Πριντώ, ο Νίτσε επιζητούσε φιλικές σχέσεις με ηγετικές φυσιογνωμίες του (πρωτο)φεμινιστικού κινήματος της εποχής του.
Με στοιχεία από τoυς Irish Times
σχόλια