ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ γράφονται σήμερα, ειδικά στον τομέα της Ιστορίας, όπου αφθονούν οι επιστημονικές αναλύσεις και οι μελέτες σε μια προσπάθεια ανάδειξης της αντικειμενικής προσέγγισης που υπαγορεύουν ακόμα και τα πιο ακραία γεγονότα όπως το Ολοκαύτωμα, οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι, η σύγκρουση Ανατολής - Δύσης. Οι παλιοί αναθεωρητισμοί και οι εκπρόσωποί τους μοιάζουν να ανήκουν στον παρελθόν, όπως και οι μονόπλευρες επικυρώσεις των θεμάτων που δίχαζαν, για παράδειγμα, τους μελετητές των κλασικών από τους αντίστοιχους των βυζαντινών σπουδών.
Ειδικά όσον αφορά τις τελευταίες, οι σύγχρονοι μελετητές φαίνεται να έχουν ξεπεράσει την παλιά προσκόλληση την άμεση σύνδεση Βυζαντίου και θρησκείας, δίνοντας μια σειρά από σύγχρονα έργα που προσπαθούν να αλλάξουν άρδην την εικόνα που είχαμε για τα χρόνια του Βυζαντίου (ειδικά μετά το περίφημο έργο του Πίτερ Μπράουν «Ο κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας», το οποίο επικαλούνται όλοι όσοι θέλουν να ξεπεράσουν τον συντηρητικό κλασικό διαχωρισμό μεταξύ του αρχαίου και του μεσαιωνικού κόσμου, που άνοιξε την προοπτική της ερμηνείας του Βυζαντίου προς τον κόσμο της Μεσογείου).
Κόντρα σε αυτήν τη λογική και με μια απολαυστικού σχεδόν τύπου πολεμική η Κάθριν Νίξι δεν χαρίζεται στο ελάχιστο στους προασπιστές του Βυζαντίου, αποκαλώντας ξεκάθαρα τους χριστιανούς μανιασμένους καταστροφείς του κλασικού κόσμου και εξαπολύοντας μύδρους εναντίον όλων όσοι θέλησαν να καταρρίψουν τις απόλυτες θεωρίες του Γίββωνα.
Αυτές φαίνεται να υποστηρίζει ξεκάθαρα η απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ και γνωστή τεχνοκριτικός των βρετανικών «Times», η οποία με το έργο της «Η εποχή του λυκόφωτος - Η καταστροφή του κλασικού από τον χριστιανισμό» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια) προσπαθεί να καταγράψει τον τρόπο που οι χριστιανοί επέβαλαν με τη βία παρά θεμελίωσαν τη νέα θρησκεία κατά τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα, ανατρέποντας όλες τις παραδοχές περί χριστιανικής προόδου.
Το βιβλίο της βρέθηκε μάλιστα, με το που εκδόθηκε, στην κορυφή της λίστας των «New York Times», «Telegraph», «The Observer» και BBC History Magazine, λαμβάνοντας παράλληλα το βραβείο Jerwood της Royal Society of Literature και προκαλώντας πολλές αντιδράσεις.
Με καταιγιστικό τρόπο και μια εύληπτη αφήγηση που στόχο έχει να προκαλέσει όχι τόσο τους ιστορικούς μελετητές όσο τους θρησκόληπτους και τους χριστιανούς, όπως οι καθολικοί γονείς της, που είχαν άλλη άποψη, η Νίξι στήνει μια γλαφυρή καταγραφή του πώς τελικά οι χριστιανοί πέτυχαν την ανατροπή του ανοιχτού, στοχαστικού κλασικού κόσμου με το σκοταδιστικό μένος τους, επιτιθέμενοι σε ιερά και εστίες λατρείας, καίγοντας και τρομοκρατώντας
Κατ’ ουσίαν η Νίξι επανέρχεται σε λίγο-πολύ γνωστά γεγονότα ‒τα οποία έχουν επικαλεστεί κατά καιρούς σύγχρονοι στοχαστές όπως ο Καστοριάδης ή ο Λακαριέρ και επιφανείς ιστορικοί όπως ο Έντουαρντ Γκίμπον και πριν αυτόν ο Τσαρλς Λεμπό‒, ότι το Βυζάντιο αποτέλεσε κέντρο παρακμής, μνησικακίας και ομαδικών καταστροφών κατά των κέντρων του κλασικού κόσμου.
Σύμφωνα με τις θεωρίες αυτές, οι χριστιανοί ιεραπόστολοι ήδη από την εποχή του αυτοκράτορα Ιουλιανού είχαν αρχίσει να επιδεικνύουν ένα καταστροφικό μένος κατά των λεγόμενων «παγανιστών» ή «Εθνικών», καταστρέφοντας κατά τις προσηλυτιστικές τους εκστρατείες ναούς και έγγραφα και σκοτώνοντας τους αλλόθρησκους που αρνούνταν να δεχτούν τις διδαχές τους.
Όλες αυτές τις περιπτώσεις παραθέτει αναλυτικά η γνωστή συγγραφέας και δημοσιογράφος, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε γνωστά γεγονότα όπως η καταστροφή του ναού της Αρτέμιδας στην Έφεσο και των αετωμάτων του Παρθενώνα στην Αθήνα, και η αποτρόπαιη δημόσια δολοφονία της τελευταίας Αλεξανδρινής φιλοσόφου Υπατίας, ενώ ξεκινάει εσκεμμένα την ανάλυσή της με την καταστροφή της Παλμύρας, θέλοντας προφανώς να δημιουργήσει εύλογες αναλογίες με τη σημερινή ολοσχερή καταστροφή της από τους Ταλιμπάν.
Με καταιγιστικό τρόπο και μια εύληπτη αφήγηση που στόχο έχει να προκαλέσει όχι τόσο τους ιστορικούς μελετητές όσο τους θρησκόληπτους και τους χριστιανούς, όπως οι καθολικοί γονείς της, που είχαν άλλη άποψη, η Νίξι στήνει μια γλαφυρή καταγραφή του πώς τελικά οι χριστιανοί πέτυχαν την ανατροπή του ανοιχτού, στοχαστικού κλασικού κόσμου με το σκοταδιστικό, όπως επιμένει να λέει, μένος τους, επιτιθέμενοι σε ιερά και εστίες λατρείας, καίγοντας και τρομοκρατώντας.
Επικαλούμενη ιστορικούς όπως ο Γιοχάνες Γκέφκεν, αρνείται τις θεωρίες περί παρακμής του ρωμαϊκού κόσμου και επιμένει ότι «τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος είχε δει, υποτίθεται, τον φλεγόμενο σταυρό, η συντριπτική πλειονότητα της αυτοκρατορίας δεν ήταν χριστιανική».
Προσπερνώντας, επίσης, το ζήτημα των μεγάλων αντιγραφέων στην καρδιά των μοναστηριών, στους οποίους προς τιμήν του αναφέρεται εκτενώς ο Στίβεν Γκρίνμπλατ στο βιβλίο του για τις απαρχές του Διαφωτισμού με τον τίτλο Παρέγκλισις, περιγράφοντας πώς κατάφεραν να διασώσουν τα αρχαία κείμενα, η Νίξι εστιάζει στην εκδικητική καταστροφή της αρχαιοελληνικής γραμματείας ή, τουλάχιστον, τεράστιου μέρους της στο όνομα της θρησκείας.
Επίσης αναφέρεται διεξοδικά στην εξαφάνιση της φιλοσοφίας με το κλείσιμο σχολών και την απαγόρευση φιλοσοφικών έργων, φτάνοντας μέχρι το ότι κορυφαία πανεπιστήμια, όπως το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, απαιτούσαν μέχρι τον δέκατο ένατο αιώνα από τους φοιτητές τους να είναι μέλη της Εκκλησίας της Αγγλίας και από τους διδάσκοντες να είναι χειροτονημένοι.
Αυτό που θεωρεί χειρότερο απ’ όλα είναι οι μεγάλες καταστροφές των αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών έργων τέχνης με τις περιγραφές της να αναμετριούνται κάλλιστα με εκείνες των θρίλερ του Στίβεν Κινγκ:
«Στην Αίγυπτο αμέτρητα χτυπήματα από καλέμι κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τα πρόσωπα στις εικόνες των θεών στο συγκρότημα του ναού στα Δένδερα, στην αριστερή όχθη του Νείλου. Οι θεϊκές μορφές φέρουν πολλές μικρές εγκοπές από χτυπήματα ‒ συνήθως αρκετές εκατοντάδες σε κάθε φιγούρα. Ο αρχαιολόγος Έμπερχαρντ Ζάουερ, ειδικός στην αρχαιολογία του θρησκευτικού μίσους, έχει παρατηρήσει ότι η εγγύτητα και η κανονικότητα των εγκοπών δείχνουν ότι τα χτυπήματα δόθηκαν με φρενιασμένη ταχύτητα. Όπως εξηγεί, ο πέλεκυς που ακρωτηρίασε το ανάγλυφο του θεού Μίθρα στη Ρώμη πρέπει να χρησιμοποιήθηκε με πολύ μεγάλη δύναμη. Σαν ένας βουβός κώδικας Μορς, τα σημάδια από τα σφυριά, τα καλέμια και τις σιδερένιες ράβδους πάνω σε αυτά τα αρχαία αγάλματα μπορούν να πουν πολλά στους αρχαιολόγους. Στην Παλμύρα ό,τι έχει απομείνει από το άγαλμα της Αθηνάς δείχνει ότι ένα και μόνο μανιασμένο χτύπημα σπαθιού στάθηκε αρκετό για να την αποκεφαλίσει. Αν και συχνά ένα χτύπημα δεν έμοιαζε να αρκεί. Στη Γερμανία ένα άγαλμα της θεάς Μινέρβας είχε σπάσει σε έξι κομμάτια. Το κεφάλι της δεν βρέθηκε ποτέ. Στη Γαλλία ένα ανάγλυφο του Μίθρα είχε σπάσει σε περισσότερα από τριακόσια κομμάτια».
Παρότι το ύφος παραμένει μέχρι τέλους πολεμικό, η επιχειρηματολογία της Νίξι έχει στέρεη βάση αφού επικαλείται πρωτότυπες πηγές, κείμενα και αναφορές, ξεκινώντας από τον μεγάλο διωγμό του Δέκιου, περνώντας στα διατάγματα του Θεοδόσιου Β’ και φτάνοντας μέχρι τους σύγχρονους χρόνους όπου οι διάφοροι ευσεβιστές τα έβαζαν ακόμα και με τον ερωτισμό που μπορεί να απέπνεαν διάσημα έργα της κλασικής γραμματείας, όπως τα ερωτικά ποιήματα του Οβίδιου.
Από την πένα της Νίξι δεν ξεφεύγει κανείς, ούτε καν οι άγιοι της χριστιανικής θρησκείας: εκνευρίζεται που ο Άγιος Αντώνιος θεωρείται ακόμα και σήμερα ένας μειλίχιος αναχωρητής, ο Αυγουστίνος φιλόσοφος και ο Μέγας Βασίλειος ένας φιλήσυχος διανοούμενος, επικαλούμενη τις επιθέσεις που άσκησαν και οι τρεις στα έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, λέγοντας πως «αυτό που εξασφάλισε τη σχεδόν ολική καταστροφή όλης της λατινικής και της ελληνικής γραμματείας ήταν ένας συνδυασμός άγνοιας, φόβου και ηλιθιότητας».
Παρότι πολλά επιχειρήματα που παραθέτει είναι εύλογα και οι περισσότερες καταστροφές έχουν εν πολλοίς επιβεβαιωθεί, η απουσία του γενικότερου πολιτικοκοινωνικού και ανθρωπολογικού πλαισίου στο οποίο αποτυπώνονται αυτά τα γεγονότα καθιστά την ανάγνωσή της μονοσήμαντη και εν μέρει προβληματική.
Ωστόσο, παρά τις αντιρρήσεις που εύλογα εγείρονται, πρόκειται για ένα άκρως απολαυστικό κείμενο με πλήθος πληροφοριών, που εντάσσεται στη δυσεύρετη κατηγορία των πολεμικών κειμένων τα οποία έχουν τους δικούς τους ρητορικούς κανόνες που γνωρίζει και σέβεται στο ακέραιο η ίδια ως δημοσιογράφος.
Η μετάφραση του Μιχάλη Λαλιώτη ακολουθεί το προφορικό ύφος και τη ζωντάνια της γραφής της Νίξι, αν και προβληματίζει, σε κάποια σημεία, η απόδοση επιστημονικών όρων. Για παράδειγμα, το «ενσαρκωμένο επιχείρημα», η κατά λέξη απόδοση του «embodied argument», το οποίο έχει καθιερωθεί ως «ενσώματο επιχείρημα» στη Φιλοσοφία του Νου, και αγγλισμοί όπως το «βγάζοντας, εκτός από τον χιτώνα, και την αιδώ τους», αντί του «απεκδυόμενοι τον χιτώνα και την αιδώ».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.