«..ΌΡΘΡΟΣ Η ΩΡΑ Η ΠΡΩΤΗ. Πίσω της, η λαγαρή πρωία με δείκτες ρόδινους που γρήγορα (θα πω, ανέλπιστα σχεδόν) γυρίζουν και χρυσίζουν. Ένας φακός με απίστευτον φωτοφράκτη αρπάζει την πιο γοργή στιγμή και την απλώνει στην επιφάνεια μιας πλάκας λείας, ευαισθησίας εξαισίας.Και τώρα που άνοιξε και έκλεισε ο φωτοφράκτης σαν μάτι αδέκαστο και συνελήφθη ο χρόνος, ο ρεμβασμός αυξάνει την ζωή και δίδει στην κάθε εικόνα την κίνησι και την ευελιξία που φέρνει από τα βάθη μιας πηγής (της ιδικής του) ζεστό το πιο κρυφό της νόημα...»( Ο Φωτοφράχτης)
Ανδρέας Εμπειρίκος (Παρασκήνιο ET1)
Απόσπασμα από τη συνέντευξη που έδωσε ο Λεωνίδας Εμπειρίκος στον Τάσο Γουδέλη το 2009 (ολόκληρη αναρτήθηκε στο Ταξίδι με τη Γλώσσα):
Τ.Γ.: Είναι γνωστή και περίπου θρυλική η σχέση τον Ανδρέα Εμπειρίκου με την ψυχανάλυση. Πότε, όμως, αρχίζει να ασχολείται με την λογοτεχνία;
Λ.Ε.: Από τα 18 μέχρι τα 22 του χρόνια έγραφε στίχους παλαμικούς. Η σχέση του με τη λογοτεχνία καθορίζεται από μια σειρά σημαντικών γεγονότων της ζωής του.Σε ηλικία 17 χρονών περίπου ήταν Τολστοϊστής. Όταν πια είχε παραιτηθεί από την επιχείρηση του πατέρα του, πήγαινε με τα πόδια στο Μπογιάτι και όργωνε με τους αρβανίτες χωρικούς στο πατρικό τσιφλίκι. Ήταν η πρώτη του εξέγερση εναντίον του παππού μου. Η δεύτερη ήταν όταν πήγε και δούλεψε εργάτης στα λιγνιτωρυχεία του πατέρα του στο Αλιβέρι για λόγους ιδεολογικούς. Εκείνη την εποχή έγραψε το ''Κόκκινο τραγούδι", όπου αναφέρεται σε ένα λαϊκό δικαστήριο στο οποίο πρόεδρος είναι ένας λεβητοποιός, ''ένας λεβέντης δικαστής..." και μάλλον δικάζει κάποιον που μοιάζει στον παππού μου... Η ειρωνεία είναι ότι αργότερα ο ίδιος ο πατέρας μου θα ανακριθεί και θα δικασθεί από το ΚΚΕ. Με την ψυχανάλυση ασχολήθηκε σε μια εποχή μεγάλης κρίσης με τον πατέρα του, όταν περνούσε μια ζωή ως "πλαίυ μπόυ" στην Κυανή Ακτή, σε ένα πολυτελές σπίτι που είχε αγοράσει ο πατέρας του από έναν ρώσο πρίγκηπα για να ζήσει στην Γαλλία. Επισκέφθηκα αυτό το σπίτι με την μητέρα μου το 1978: είχε μετατραπεί σε πολυκατοικία ακριβών διαμερισμάτων... Στην παλιά του κατάσταση φαίνεται καθαρά σε φωτογραφίες του πατέρα μου με τα αδέλφια του, όπου όλοι ποζάρουν δίπλα σε ωραίες φιλενάδες του παππού μου. Και ο πατέρας μου είχε πολλές ερωτικές περιπέτειες εκείνη την εποχή, στην δεκαετία του '20. Όμως περνούσε ταυτόχρονα και μεγάλη ηθική κρίση. Ένιωθε άσχημα απέναντι στην μητέρα του, που ο πατέρας του είχε χωρίσει εν τω μεταξύ, αλλά και βλέποντας την τεράστια ταξική ανισότητα της κοινωνίας στην οποία ανήκε. Διηγόταν ότι κάποτε μια νεαρή υπηρέτρια του είπε: ((Κύριε Ανδρέα, είσθε ο μόνος εδώ μέσα που διαφέρει από τους άλλους...". Τότε ανακάλυψε την ψυχανάλυση και έκανε πρώτα ο ίδιος ανάλυση με τον Ρενέ Λαφόργκ. Μόλις είχε γυρίσει από το Λονδίνο όπου, εκτός από την συμμετοχή του στις οικογενειακές επιχειρήσεις εκεί, είχε διακόψει τις σπουδές του στην φιλοσοφία και στην αγγλική φιλολογία. Η μητέρα του ζούσε στην Λωζάνη και ο πατέρας μου την επισκεπτόταν. Παράλληλα σπούδασε στην ίδια πόλη οικονομικά. Έφερε βαρέως τον χωρισμό των γονέων του.
Τ.Γ.: Στην εποχή της γαλλικής "Αβάν-γκαρντ" του '20, γνωρίζεται με τον Αντρέ Μπρετόν και έρχεται σε επαφή με τον σουρρεαλισμό, αν δεν απατώμαι...
Λ.Ε.: Με τον Μπρετόν έρχεται σε επαφή μέσω του Φρουά Ουιτμάν, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός φίλος του ρεύματος του σουρρεαλισμού: γιατί, καίτοι ο Φρόυντ επηρέασε τις ιδέες των σουρρεαλιστών, η ψυχανάλυση ως επιστήμη δεν αποδεχόταν την πρωτοκαθεδρία της Τέχνης... Στο Παρίσι ο πατέρας μου πήγαινε στα μαθήματα φιλοσοφίας του Αλεξάντρ Κοζέβ για τον Χέγκελ μαζί με τον Μπρετόν, τον Λακάν, τον Κενώ και άλλους. Έκανε κάπως ανορθόδοξα την διδακτική του ανάλυση: γιατί ο Λαφόργκ ήταν ταυτόχρονα και ψυχαναλυτής του. Υπολογίζω ότι αυτή η διαδικασία κράτησε από το 1925 έως το 1931. Αμέσως μετά επιστρέφει στην Ελλάδα και υλοποιώντας την ((γραμμή" της ψυχαναλυτικής του θεραπείας προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τον πατέρα του, εργαζόμενος ως διευθυντής των ναυπηγείων και μηχανουργείων ((Βασιλειάδη", μιας εκ των επιχειρήσεων δηλαδή του παππού μου. Το 1934, όμως, διαφωνεί με τον τελευταίο, παίρνει το μέρος των εργατών, παραιτείται και δεν τον ξαναβλέπει. Αρχίζει τότε να βρίσκεται, μέχρι το 1939, μεταξύ Αθήνας και Παρισίων. Εν τω μεταξύ ο παππούς μου απογοητευμένος, επειδή η κυβέρνηση Τσαλδάρη, νομίζω, δεν επιδότησε την επιχείρηση του της "Εθνικής Ακτοπλοΐας", την πούλησε, όπως και όλη του την περιουσία στην Ελλάδα, ακόμα και αυτή της Άνδρου. Έφυγε στην Γαλλία και δεν γύρισε ποτέ. Ο πατέρας μου, στο ίδιο διάστημα, γράφει πολλά κείμενα. Έως το 1933 γράφει μη υπερρεαλιστικά κείμενα. Εκδίδει το 1935, ως γνωστόν, την Υψικάμινο. Ανοίγει το γραφείο του και κάνει ψυχανάλυση επί 16 χρόνια. Παντρεύθηκε την Μάτση Χατζηλαζάρου το 1940.
Τ.Γ.: Ο Ανδρέας Εμπειρίκος με το έργο του δημιουργεί την βεβαιότητα, εκτός των άλλων, ότι ο αναγνώστης έχει να κάνει με ένα απολύτως διονυσιακό άτομο. Πόσο αυτή η εικόνα αντιστοιχίζεται με εκείνη του ανθρώπου που ζει μέσα στους αστικούς κανόνες, επικεφαλής μιας οικογένειας;
Λ.Ε.: Να επαναλάβω -και αυτό είναι μάλλον παράδοξο- ότι η συνολική μου εντύπωση απ' αυτόν μέχρι τέλους είχε σχέση με την εικόνα ενός συνετού και απολύτως αγαθού οικογενειάρχη. Παρ' ότι ήταν φανερό πως του άρεσαν υπερβολικά οι γυναίκες, μα πάρα πολύ... Όμως δεν μου μετέδωσε αυτή την ακραία, ας πούμε, βακχική διάθεση που εκλύει το έργο του. Όταν πρωτοδιάβασα έφηβος, με κριτικό πνεύμα, τα κείμενα του ή άκουσα να τα απαγγέλλει στον δίσκο, παραξε-νεύθηκα, ομολογώ, με την διαφορά που παρουσίαζαν όλ' αυτά με την συμπεριφορά του ως πατέρα. Αργότερα κατάλαβα ότι αυτές οι αντιθέσεις μπορούν να συνυπάρξουν σε μιαν προσωπικότητα. Αν και να σας πω, μπορεί η ζωή του πατέρα μου μέχρι τον πρώτο του γάμο ή μέχρι το 1947, όταν παντρεύθηκε την μητέρα μου, να ήταν διαφορετική απ' αυτήν που γνώρισα...
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος στις Σπέτσες στο φιλμ του Γιώργου Χατζημιχάλη (Μάρτιος του 1970).
Η Mάτση Χατζηλαζάρου διαβάζει το ποίημά της Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης (στον Ανδρέα).
Ανδρέας Εμπειρίκος, Χειμερινά σταφύλια.