ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ του Αυγούστου του 2010. Στη Ρώμη επικρατεί μεγάλη αναστάτωση, καθώς την επισκέπτεται ο Μουαμάρ Καντάφι, λίγους μήνες πριν από το λυκόφως του και την κατάρρευση του καθεστώτος του. Το Panda της Ιλάρια Προφέτι, της ηρωίδας του μυθιστορήματος της Φραντσέσκα Μελάντρι, Σωστό αίμα, έχει εξαφανιστεί. Το είχε παρκάρει σε δρόμο απ' όπου θα περνούσε η πομπή του Λίβυου δικτάτορα. Ήταν αναπόφευκτο να το σηκώσει ο γερανός.
Η 40χρονη Ιλάρια μένει στον έκτο όροφο μιας πολυκατοικίας χωρίς ασανσέρ στο Εσκουιλίνο, στον ψηλότερο από τους επτά λόφους της Ρώμης. Η γειτονιά της μυρίζει κεμπάπ, μασάλα ντόσα και κίμτσι, το κορεάτικο πικάντικο φαγητό. Ο καπνός που σκεπάζει το Εσκουιλίνο μυρίζει κάρι. Μόνο η αύρα που έρχεται από την κοντινή θάλασσα, την Όστια, ακολουθώντας το ρεύμα του Τίβερη, είναι ικανή να διαλύει κάπου-κάπου τη βαριά μυρωδιά. Η Ιλάρια δεν αντέχει την αποφορά των μπαχαρικών. Και παρότι έχει βάλει μονωτικές ταινίες στα παράθυρα, προσπαθεί να την εξορκίσει δίνοντάς της ονόματα που μοιάζουν με γαλλικά αρώματα. Για παράδειγμα, το σπάνιο Korea Extreme είναι ένα μπουκέτο από ξινολάχανο και ωμό σκόρδο.
Το Εσκουιλίνο βρίσκεται κοντά στον κεντρικό σταθμό της Ρώμης, το Termini. Κι επειδή εκεί τα νοίκια είναι φτηνά, έχει γίνει η συνοικία των μεταναστών από την Αφρική και την Ασία.
Το μυθιστόρημά της είναι επίτευγμα και αγαπιέται από τους αναγνώστες, όπου και αν μεταφραστεί. Λιγότερο το έχουν αγαπήσει, όμως, οι Ιταλοί, ίσως γιατί βγάζει στη φόρα τα μυστικά της οικογένειας.
Φορτωμένη, η Ιλάρια φτάνει στην πολυκατοικία της. Μολονότι έχει γεννηθεί στη Ρώμη, αισθάνεται πολλές φορές ότι η πόλη της την προδίδει. Τότε συνειδητοποιεί «ότι τα συναισθήματά της είναι αισθήματα προδομένου εραστή, ή μάλλον κάτι ακόμη χειρότερο: αισθήματα σκλάβου». Αρχίζει να ανεβαίνει τις σκάλες. Προσπερνάει τον πρώτο όροφο, όπου κατοικούν μετανάστες από το Μπαγκλαντές. Φτάνει στον δεύτερο, όπου λειτουργεί ένα παράνομο bed and breakfast.
Στον τρίτο είναι η οικογένεια των Kινέζων, σύμμαχοι στην προσπάθειά της να εγκαταστήσουν ασανσέρ. Στον τέταρτο την περιμένει με μισάνοιχτη πόρτα η ηλικιωμένη ένοικος Λίνα. Η Ιλάρια συνεχίζει να ανεβαίνει, χωρίς να κόψει ταχύτητα. Αλλά η Λίνα, που έχει ανοίξει την πόρτα, όχι για να τη χαιρετήσει αλλά για να την προειδοποιήσει, της λέει: «Είναι ένας νέγρος επάνω και σε περιμένει».
Φτάνοντας στο πρώτο σκαλοπάτι της τελευταίας στροφής, η Ιλάρια βλέπει έξω από την πόρτα της έναν νέο άντρα. Το χρώμα της επιδερμίδας του είναι αυτό του παλιού ξύλου. Χείλη βιολετιά. Μακριά και λεπτά, σαν καλάμια, πόδια. Φοράει ένα μπλουζάκι με τον αριθμό γνωστού ποδοσφαιριστή. Της λέει ότι ονομάζεται Σιμέτα Ιετμεγκέτα Ατιλαπροφέτι, δηλαδή έχουν το ίδιο επώνυμο.
Η Ιλάρια, αιφνιδιασμένη, σκέφτεται ότι ο νεαρός Αφρικανός τής κάνει πλάκα, έχοντας δει το όνομά της στο κουδούνι. Ετοιμάζεται να του δώσει ένα χαρτονόμισμα των πέντε ευρώ και να του ζητήσει να φύγει. Ο άγνωστος, όμως, βγάζει την ταυτότητά του, ένα πράσινο έγγραφο, όπου δίπλα στην άγνωστη γραφή μπορεί να αναγνωρίσει, γραμμένα με λατινικά στοιχεία, το όνομα της χώρας, ΑΙΘΙΟΠΙΑ, και φυσικά το όνομα του κατόχου.
Ο Σιμέτα είναι ο άγνωστος ανιψιός της, εγγονός του πατέρα της, του 95χρονου Ατίλιο Προφέτι που είχε υπηρετήσει ως μελανοχίτωνας στην Αιθιοπία. Στην εποχή του Ατίλιο, την Αιθιοπία την έλεγαν Αβησσυνία. Και ο Ατίλιο θα μπορούσε να ήταν το αρχέτυπο του καλού και γλυκού άποικου που ερωτεύεται την ωραία Αβησσυνή. Αλλά αυτό το αρχέτυπο έχει καταρρεύσει , μαζί με όλους τους μύθους και τους ψεύτικους ήρωες της ιταλικής αποικιοκρατίας.
Η Ιλάρια το ξέρει αυτό πολύ καλά. Αλλά η εμφάνιση του Σιμέτα την αναγκάζει να ψάξει τη ζωή του πατέρα της. «Ενενήντα πέντε χρόνια μεταβολισμού, αναπνοών και κυτταρικής αναπαραγωγής, πυροβολισμών στα δάση και ατέλειωτων ωρών στα γραφεία, χρόνια γεμάτα σεξ, φόβο, παρτίδες πόκερ, διαζύγια και διαδρομές με αυτοκίνητα, πολέμους και εταιρικές συσκέψεις». Μαζί με την Ιλάρια και τον Σιμέτα, ο Ατίλιο είναι ο άλλος ήρωας του μυθιστορήματος της Μελάντρι. Δεν είναι τυχαίο ότι το μυθιστόρημα ανοίγει και κλείνει με τον θάνατο του Ατίλιο. Η συγγραφέας βάζει την ηρωίδα της να σκεφτεί ότι αυτό το γεγονός, ο θάνατος του πατέρα της, που με τη ζωή του έχει γεφυρώσει έναν μεγάλο ιταλικό εικοστό αιώνα, μοιάζει να λειτουργεί σαν επιταχυντής της Ιστορίας.
Φασίστας στα νιάτα του, όπως η πλειονότητα των Ιταλών της γενιάς του, ο Ατίλιο φεύγει για την Αιθιοπία, γίνεται κι αυτός μέλος ενός στρατού που βιάζει, βιαιοπραγεί, σκοτώνει, εκμεταλλεύεται, σπέρνει απογόνους. Μετά τον πόλεμο, στην Ιταλία πλέον, γίνεται ήρωας του ιταλικού οικονομικού θαύματος. Πετυχαίνει, χάρη στις υψηλές γνωριμίες του, στις απατεωνιές αλλά και στη γοητεία του. Κάνει τουλάχιστον δύο γάμους στην Ιταλία, κρύβοντας στα βάθη της μνήμης του το παρελθόν του στην Αιθιοπία.
Η συγγραφέας Φραντσέσκα Μελάντρι, γνωστή σεναριογράφος, γεννημένη το 1964, με το μυθιστόρημά της αυτό δημιουργεί μια συγκλονιστική τοιχογραφία της σύγχρονης Ιταλίας, κινούμενη με μαεστρία μεταξύ της οικογενειακής ιστορίας των Προφέτι και της συλλογικής, συνδυάζοντας τις εποχές του ιταλικού επεκτατισμού στη Βόρειο Αφρική (Κυρηναϊκή και Τριπολίτιδα, δηλαδή τη Λιβύη) και στο Κέρας της Αφρικής (Σομαλία και Αβησυνία), με την ιταλική μεταπολεμική πραγματικότητα, κυρίως τον μπερλουσκονισμό αλλά και τη σύγχρονη μετανάστευση προς την ιταλική χερσόνησο.
Το μυθιστόρημά της είναι επίτευγμα και αγαπιέται από τους αναγνώστες, όπου και αν μεταφραστεί. Λιγότερο το έχουν αγαπήσει, όμως, οι Ιταλοί, ίσως γιατί βγάζει στη φόρα τα μυστικά της οικογένειας. (Η Άμπυ Ράικου, έμπειρη μεταφράστρια από τα ιταλικά, έχει κάνει θαυμάσια δουλειά.)
Μολονότι οι Ιταλοί είχαν βάλει πόδι στο Κέρας της Αφρικής από το 1869, ο στόχος τους ήταν η κατάκτηση του μυθικού βασιλείου της Αβησσυνίας. Τη δουλειά «ανέλαβε» ο Μουσολίνι. Η Αιθιοπία κατακτήθηκε το 1936 με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές (τουλάχιστον 750.000 νεκροί Αιθίοπες), κάνοντας τον Μουσολίνι να παραληρεί ως κοσμοκράτορας και τον βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ Γ' να παίρνει και τον τίτλο του αυτοκράτορα της Αιθιοπίας. Αλλά το όνειρο αυτό ήταν σύντομο. Τα πρώτα χρόνια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η Αιθιοπία χάνεται οριστικά για την Ιταλία.
Το μυθιστόρημα, όπως ήδη είπαμε, ανοίγει και κλείνει με τον θάνατο και την κηδεία του Ατίλιο Προφέτι. Η Ιλάρια σκέφτεται ότι, όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, είναι σαν να καίγεται μια βιβλιοθήκη. Και παρότι προσπάθησε να αποκρυπτογραφήσει τη βιβλιοθήκη του πατέρα της, δηλαδή το μυστήριο της ζωής του, κάποια βιβλία δεν θα μπορέσει ποτέ να τα διαβάσει. Τουλάχιστον αυτά που είναι ταξινομημένα στην πιο αθέατη πλευρά της συμβολικής βιβλιοθήκης που ονομάζεται Κόλαση.
Να όμως που στην κηδεία εμφανίζεται ένας σύντροφος του Ατίλιο Προφέτι, από τα χρόνια της Αιθιοπίας, κι έτσι μπορεί να διαβάσει ένα ακόμη μυστικό βιβλίο. Ο σύντροφος ήταν ανταγωνιστής του πατέρα της στον διαγωνισμό για την προμήθεια υπερίτη, του αερίου της μουστάρδας, με το οποίο εξολοθρεύτηκαν χιλιάδες αθώοι Αβησσυνοί. Ο Ατίλιο είχε χάσει τον διαγωνισμό.
ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ένας νέος σταθμός της γραμμής C του μετρό της Ρώμης, μεταξύ του Κολοσσαίου και του Αγίου Ιωάννη του Λατερανού, επρόκειτο να ονομαστεί «Άμπα Αραντάμ». Είναι βουνά στα βόρεια της Αιθιοπίας, όπου το 1936 ο ιταλικός στρατός του στρατάρχη Μπαντόλιο νίκησε τα στρατεύματα του Χαϊλέ Σελασιέ. Ήταν μια μάχη-γενοκτονία, καθώς τα θύματα μεταξύ των αμάχων ανέρχονταν σε χιλιάδες. Οι Ιταλοί είχαν χρησιμοποιήσει χημικά αέρια, κυρίως υπερίτη, γνωστό και ως αέριο της μουστάρδας, που ήταν απαγορευμένος.
Ο νέος σταθμός, που πρόκειται να λειτουργήσει το 2023 ή το 2024, τελικά δεν θα ονομαστεί Άμπα Αραντάμ, μετά από μεγάλη πίεση αντιρατσιστικών οργανώσεων, που ενισχύθηκε από τη διεθνή επιρροή του κινήματος Black Lives Matter. Το νέο του όνομά θα είναι «Τζόρτζιο Μαρινκόλα», από το όνομα του Ιταλοσομαλού αντιστασιακού που δολοφονήθηκε από τους ναζί.
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια