Συζητώντας για Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία με έναν εκδότη που τη γνωρίζει όσο ελάχιστοι

Συζητώντας για Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία με έναν εκδότη που τη γνωρίζει όσο ελάχιστοι Facebook Twitter
Πόση σημασία έχει αν θα βγει σε 6 μήνες ή ένα χρόνο κάτι; Η ύπαρξη πρέπει να τα βρίσκει με τον χρόνο, διαφορετικά πάει χαμένη.....Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
1

Στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Opera, τα πάντα «μυρίζουν» ταξίδι. Από τη μεγεθυμένη φωτογραφία εποχής που διακοσμεί τον εξωτερικό χώρο της Κωλέττη, μέχρι μέσα - βάθος και σκαλοπατάκια προς τα πάνω - που οδηγούν στο γραφείο του Γιώργου Μυρεσιώτη, όλα έχουν μια διαδρομή και μια ιστορία να πουν. Ο ίδιος δίνει την εντύπωση ενός φαινομενικά ήρεμου ανθρώπου, που δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό του και ίσως γι' αυτό από το 1989 έως σήμερα έχει να επιδείξει την πιο έντονη και επιδραστική δουλειά στον χώρο της μετάφρασης, ειδικά σε ό,τι αφορά την ισπανόφωνη λογοτεχνία. Με τίτλους πραγματικά κοσμήματα («Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης», "San Isidro Futbol", «Αν με ξαναδείτε, γράφτε μου»), συνεργασίες – φιλίες με ονόματα όπως ο Sepulveda, ο Cacucci, o Chavarria και μία σειρά αξεπέραστων μεταφράσεων ο Μυρεσιώτης δεν λέει ότι έκανε, «είναι» το πραγματικό ταξίδι.

Χαριτολογώντας λέμε – πιο πολύ για να πειράξουμε τους συγγραφείς μας – ότι «λυπούμεθα, αλλά το πρωτότυπο αδικεί τη μετάφραση». Ένα βιβλίο, ένα μετάφρασμα που σέβεται τον εαυτό του, οφείλει να είναι κείμενο και όχι μετάφρασμα. Μπορεί να διακινεί ιδέες, αλλά η γλώσσα πρέπει να είναι πρωτότυπη, σα να έχει γραφτεί εξαρχής. Αυτή είναι η αρχή. Όχι ότι το πετυχαίνουμε πάντα, αλλά αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο έχω τόσο περιορισμένο κύκλο μεταφραστών και εμπιστεύομαι πολύ λίγους ανθρώπους. Ομολογώ, ότι έχω απορρίψει πάρα πολλές μεταφράσεις. Ακόμη κι αν ένα βιβλίο με ενδιαφέρει και είναι σε μια μέτρια μετάφραση, αρνούμαι να το προχωρήσω. Αδυνατώ να καταλάβω πώς ένα κακομεταφρασμένο βιβλίο μπορεί να γίνει επιτυχία. Με ενδιαφέρει πολύ η γλώσσα, η οποία υιοθετείται, να είναι μία γλώσσα αυτούσια, αυθεντική, χωρίς οσμή μεταφράσματος, που κάλλιστα να μπορεί να ξεγελάσει τον αναγνώστη, να τον κάνει να ξεχάσει ότι πρόκειται για μετάφραση. Αν αυτό δεν «λειτουργήσει», δεν μ' ενδιαφέρει και το κείμενο, που ως τέτοιο δεν έχει θέση στην ελληνική αγορά, δεν πρέπει να απευθύνεται στον αναγνώστη».

Υπό αυτήν την έννοια, θεωρώ εαυτόν τυχερό, γιατί οι άνθρωποι με τους οποίους συναντήθηκα – και ο Κρίτωνας Ηλιόπουλος και ο Αχιλλέας Κυριακίδης, καθώς και άλλοι συνεργάτες – ταίριαξαν μαζί μου πρώτα σε ανθρώπινο επίπεδο, συμφωνήσαμε ότι δεν έχουμε προκαταλήψεις, ταμπού και εγωισμούς πάνω στη μετάφραση. Υπάρχει μια χημεία που μας επιτρέπει να συνεννοούμαστε χωρίς πολλά λόγια. Τα κρατάμε για τα βιβλία. Ψάχνουμε πάντα να βρούμε τη βέλτιστη εκδοχή. Μιας φράσης, μιας λέξης, μιας ολόκληρης σελίδας. Γι' αυτό έχω μείνει μ' αυτόν τον κύκλο ανθρώπων. Όχι ότι δεν «ψάχνομαι» κι όχι ότι δεν υπάρχουν και νέα παιδιά, που κάνουν καλά αυτή τη δουλειά. Αλλά η δική μας σχέση με τη μετάφραση είναι αυτή.

Τα κείμενα που επέλεγα να προσεγγίσω είναι όπως η... Πλατεία Εξαρχείων. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα βρεις μπροστά σου, αλλά το γενικό πλαίσιο το ξέρεις. Μπορείς να βρεις ανθρώπους κάθε χαρακτήρα, προέλευσης, επιπέδου, όμως, πάντα ξέρεις πού βρίσκεσαι και πού πατάς.

Το θέμα είναι πώς αποφασίζεις να εκδώσεις ένα βιβλίο. Και το πώς οι επιλογές δίνουν χαρακτήρα στον εκδοτικό οίκο. Αν αυτή είναι η ερώτηση, ειλικρινά δεν έχω πολύ πειστική απάντηση. Δεν ξέρω γιατί επέλεξα αυτά που επέλεξα. Είχαν να κάνουν με αυτά που μου άρεσαν εμένα, με τα δικά μου γούστα στο διάβασμα, το ταμπεραμέντο μου, ήταν κάτι πολύ προσωπικό. Σίγουρα πάντως δεν ήταν ότι ακολούθησα μία γραμμή κλασική εκδοτική, ότι, φερ' ειπείν, θα φτιάξουμε δοκίμια και μετά μια σειρά ψυχολογίας και μετά μια σειρά με παιδικά. Τίποτα, τίποτα απ' όλα αυτά. Τα κείμενα που επέλεγα να προσεγγίσω είναι όπως η... Πλατεία Εξαρχείων. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα βρεις μπροστά σου, αλλά το γενικό πλαίσιο το ξέρεις. Μπορείς να βρεις ανθρώπους κάθε χαρακτήρα, προέλευσης, επιπέδου, φυράματος, σεξουαλικού προσανατολισμού, όμως, πάντα ξέρεις πού βρίσκεσαι και πού πατάς. Είσαι στην Πλατεία Εξαρχείων. Η «πανίδα», ναι μεν είναι πολυποίκιλη, αλλά κινείται μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Από τη στιγμή που ξέρεις πού βρίσκεσαι, ξέρεις και τις εκπλήξεις που επιφυλάσσει ο «τόπος». Ακριβώς έτσι είναι και εδώ και δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκομαι στα Εξάρχεια. Ακριβώς, όπως η πλατεία επιφυλάσσει χιλιάδες ευχάριστες και πολλές δυσάρεστες εκπλήξεις, το ίδιο συμβαίνει και με τα εκδοτικά σε ό,τι με αφορά. Κινούμαι σε ένα πεδίο και είμαι ανοιχτός στις εκπλήξεις που θα μου φέρει. Μια τέτοια έκπληξη ήταν οι Λατινο-αμερικάνοι. Η επιλογή των έργων τους έχει αυτόν τον χαρακτήρα, θα με εκπλήξουν, μπορεί ευχάριστα, μπορεί δυσάρεστα, πάντως δεν θα με βγάλουν από τις αναζητήσεις μου. Λιγάκι ξέρω που πάω. Απλώς, αφήνομαι ανοιχτός στο καινούργιο και την έκπληξη, πάντα εντός πλαισίου. Ας πούμε, η περίπτωση του Κακούτσι που είναι ιταλός, με μεξικάνικη καταγωγή ήταν μία τέτοια περίπτωση.

 

Συζητώντας για Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία με έναν εκδότη που τη γνωρίζει όσο ελάχιστοι Facebook Twitter
Από τους νέους τίτλους ξεχωρίζει το τελευταίο του Ντανιέλ Τσαβαρία, «Είδα να φτάνει ένας γέρος», ο «Μουγγός Ουζμπέκος», το ολοκαίνουργιο του Σεπούλβεδα και τα δυο – από τα εννιά – εξαιρετικά δοκίμια του κορεάτη φιλοσόφου Μπιουνγκ – Τσουλ Χαν, «Η κοινωνία της κοπώσεως και η «Κοινωνία της Αλήθειας».

Αυτό το εντός πλαισίου άναρχο, που τον χαρακτηρίζει, μου λέει, τον έχει σώσει. Δεν χρωστάει πουθενά, δεν πήρε δάνειο ποτέ, δεν παύει όμως να ανησυχεί σε συγκυρίες κρίσης. Και όχι μόνο οικονομικής. Στις επιλογές, πάντως, δεν σκέφτηκε να βάλει νερό στο κρασί του. Το αντίθετο.

Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, μαζί με το πρώτο βιβλίο του Τζίμη Πανούση – το «Πικρέ, μικρέ μου, αράπη»- , εκεί, γύρω στα 1989, εκδώσαμε και ένα, το οποίο δεν είχε καμία απολύτως σχέση. Ήταν ενός Ιησουϊτη του 17ου αιώνα, του Μπαλτάσαρ Γκρασιάν, το «Χρησμολόγιο και Τέχνη της Φρόνησης», που είναι μια σειρά αφορισμών ενός συγγραφέα λίγο μακιαβελικού... φυράματος . Αυτό το βιβλίο, φαινομενικά, δεν ταίριαζε καθόλου με τον Τζίμη, όμως, για 'μένα ήταν ακριβώς στην ίδια πορεία. Όταν με ρωτούσαν τότε πώς μου ήρθε, απαντούσα «μα είναι και οι δύο πάρα πολύ καλοί, γιατί να αφήσουμε τον έναν μακριά από τον άλλο;». Το «Χρησμολόγιο», 27 χρόνια μετά συνεχίζουμε να το πουλάμε σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, γιατί εξακολουθούν να το ψάχνουν. Πέρα από το ότι δημιούργησε ένα ρεύμα, ας πούμε εκείνη την περίοδο κυκλοφόρησαν αρκετά βιβλία αφορισμών...

Πώς είναι ως άνθρωπος ο Σεπούλβεδα; Πολυπράγμων και τεμπέλαρος. Ως χαρακτήρας και ως φυζίκ επιβάλλεται και ταυτόχρονα είναι το πιο γοητευτικό, ανοιχτόκαρδο, αλλά και μαζί αυστηρό άτομο που έχω γνωρίσει.

To '91 ανακάλυψα τον Σεπούλβεδα, με το πρώτο του βιβλίο, το «Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης». Τότε δεν μιλούσα ισπανικά, μετά έμαθα. Στα 40 μου ξεκίνησα να μαθαίνω τη γλώσσα, διαβάζοντας. Διαβάζω, μιλάω και γράφω πια, αναγκαστικά. Καλά Γαλλικά ήξερα και τα αγγλικά τα τρέχοντα που λένε και ούτε καν... Ο Σεπούλβεδα είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο του στα γαλλικά και κάπως έτσι βρέθηκε στα χέρια μου. Μιλάμε για τέλη του '80. Είχα ήδη αποκτήσει την κόρη μου, δούλευα σαν τρελός για να τα βγάλω πέρα – θυμάμαι τότε δούλευα στο βιβλιοπωλείο του Κάουφμαν - έκανα 100 δουλειές τελοσπάντων, γιατί είχα και ένα μωρό να μεγαλώσω. Μέσω του Κάουφμαν βρήκα τον «Γέρο» στα Γαλλικά. Τον διάβασα, τρελάθηκα, είχα ήδη ξεκινήσει τον εκδοτικό οίκο, πάντα με «γαργάλαγαν» οι Ισπανο-αμερικάνοι, οπότε έψαξα, το βρήκα, πήρα τα δικαιώματα, με εμπιστεύθηκαν παραδόξως, ενώ δεν είχα κανένα κατάλογο διαμορφωμένο και από εκεί και έπειτα τα πράγματα πήραν έναν δρόμο διαφορετικό. Τον Σεπούλβεδα τον γνώρισα μετά από δύο χρόνια, το 94΄νομίζω, γίναμε φίλοι, δεθήκαμε. Ήταν πριν από δύο χρόνια εδώ, έχει μείνει σπίτι μου, βρισκόμαστε στην Ισπανία... Πώς είναι ως άνθρωπος; Πολυπράγμων και τεμπέλαρος. Ως χαρακτήρας και ως φυζίκ επιβάλλεται και ταυτόχρονα είναι το πιο γοητευτικό, ανοιχτόκαρδο, αλλά και μαζί αυστηρό άτομο που έχω γνωρίσει.

Συζητώντας για Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία με έναν εκδότη που τη γνωρίζει όσο ελάχιστοι Facebook Twitter
Δεν με ενδιαφέρει να είμαι εκδότης αιχμής, αλλά δεν θέλω να γίνω και δεινόσαυρος. Έχω παιδιά και αυτό βοηθάει: αναγκαστικώς τα ακολουθώ....Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO

Και βέβαια, ο Χιλιανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και πολιτικός ακτιβιστής, ήταν μόνο η αρχή.

Ο Λουίς με σύστησε σε πολλούς φίλους του, χωρίς ποτέ να προσπαθήσει να επιβάλλει κάποιον από αυτούς στους εκδότες του. Πάντα λέει: «Θες να διαβάσεις αυτόν; Εμένα μου άρεσε!». Μέσω του Σεπούλβεδα ανακάλυψα και τον Τσαβαρία και τον Κακούτσι. Το πρώτο βιβλίο του Τσαβαρία ο Σεπούλβεδα μου το πρότεινε. «Διάβασε αυτό και θα δεις τι σημαίνει μυθιστόρημα», μου είχε πει τότε. Και για να σου μιλάει έτσι για έναν άλλον συγγραφέα, πρακτικά, δηλαδή, να κάνει ένα βήμα πίσω και να σου λέει ότι τον αναγνωρίζει ως σπουδαίο μυθιστοριογράφο, είναι πολύ σημαντικό. Ο Τσαβαρία τώρα είναι στα 84, άλλη μία καταπληκτική μορφή. Σιγά - σιγά βρέθηκα μέσα σ' αυτή την παρέα των νοτιο-αμερικάνων, ταξίδεψα αρκετά και στην Αργεντινή, φέτος θα πάει η κόρη μου, που έχει ήδη μπει στον εκδοτικό οίκο και της αρέσει πάρα πολύ όλο αυτό.

Mετά από 27 χρόνια καταλαβαίνω ότι πρέπει να έχω έτοιμη και την επόμενη γενιά. Εγώ δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο. Αυτή τη δουλειά ξέρω. 365 μέρες τον χρόνο, από το πρωί που ξυπνάω μέχρι την ώρα που κοιμάμαι ασχολούμαι μ' αυτό. Δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, γιατί μέσα στον εκδοτικό οίκο ξέχασα να κάνω οτιδήποτε άλλο. Έχουν περιοριστεί τα ενδιαφέροντα μου, γιατί όλη μέρα, οτιδήποτε σκεφτώ αφορά τον οίκο. Άσε που έχω ένα πρόβλημα με την αδράνεια, με τον κενό χρόνο, που ξέρω να τον γεμίζω μόνο έτσι. Μονίμως με χαρτιά, βιβλία, σημειώσεις και τώρα πια tablets, pdf και κινητά.

Τη δέχομαι την αλλαγή και την εξέλιξη που φέρνει η τεχνολογία. Άλλωστε, τα νέα συμβόλαια που υπογράφουμε το έχουν ως ρήτρα, ότι το βιβλίο εκτός από την έντυπη, μετά από ένα δύο χρόνια, υποχρεούσαι να το παρουσιάσεις και σε ψηφιακή μορφή. Είμαστε ήδη στη φάση της αναζήτησης του επόμενου βήματος που είναι το e-book. Είναι μια φυσική εξέλιξη. Κάποτε ήρθε ένας τύπος ονόματι Γουτεμβέργιος και τσάκισε το μεροκάματο όλων αυτών των αντιγραφέων που ζούσαν γράφοντας στο χέρι και αναπαράγοντας, όσο μπορούσαν, κείμενα της Βίβλου ή κλασικούς... Και τότε είχε αλλάξει η τεχνολογία. Το ζήσαμε ξανά αυτό, αυτή τη φάση τη μεταιχμιακή, όταν από την παραδοσιακή φωτοσύνθεση που έβγαινε το βιβλίο σε ρολά, τα οποία μετά φωτογραφίζαμε και βγάζαμε φιλμ και τα μοντάραμε και ήταν μια ολόκληρη διαδικασία, ξαφνικά ήρθαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που έκαναν αυτή τη δουλειά. Εκεί στα τέλη του '80, εγώ το βίωσα, γιατί τα πρώτα βιβλία του οίκου είχαν προκύψει μέσω της παραδοσιακής φωτοσύνθεσης και μετά ήρθε η μετάβαση, άλλη πλατφόρμα εντελώς... Για να είμαστε ειλικρινείς, πιστεύω ότι και του χαρτιού οι μέρες είναι μετρημένες, απλώς θα αργήσει πάρα πολύ να εξαφανιστεί. Δεν θα συμβεί αυτό που συνέβη με το βινύλιο, το βιβλίο θα υπάρχει για πολλά χρόνια ακόμη σε αυτή τη μορφή, η οποία, όμως, θα φθίνει. Για δύο λόγους. Ο ένας είναι ο οικονομικός, και ο άλλος είναι ο... οικολογικός. Για λόγους στοκαρίσματος, αποθήκευσης, κατανάλωσης χάρτου, κ.λπ. Προς τα εκεί πηγαίνει η τεχνολογία και είτε το θέλουμε, είτε όχι πρέπει να ακολουθήσουμε. Προσωπικά, θα μου άρεσε να παραμείνει το χαρτί, αλλά δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι με γοητεύει το να θέλω ένα βιβλίο εδώ και τώρα και να μπορώ να το έχω μπροστά μου, ακαριαία. Στη φυσική του μορφή θα έπρεπε να το περιμένω καιρό. Ναι, χάνεις το κομμάτι του αντικειμένου, που είναι το φετιχιστικό στοιχείο της όλης υπόθεσης, αλλά κερδίζεις σε χρήματα, σε χρόνο, σε πολλά.

Κάποτε, μου τηλεφώνησε μεταφράστρια λέγοντας μου: «Δεν μπορώ να ολοκληρώσω το βιβλίο γιατί ερωτεύτηκα. Δεν μπορώ να λειτουργήσω, έχω μπλοκάρει. Δώσε μου 3 μήνες». Στέλνω e-mail με τον πραγματικό λόγο της καθυστέρησης. Ειλικρίνεια και τελεία. Και έρχεται η απάντηση «δώσ' της 6 μήνες. Να περάσει καλά, να βγει καλύτερη η μετάφραση».

Κακά τα ψέματα, η δουλειά μας γίνεται όλο και περισσότερο ηλεκτρονική υπόθεση. Πέρσι μια ομάδα μεταφραστών με είχε ρωτήσει πώς βλέπω το μέλλον της δουλειάς τους. Είπα, «η δική σας δουλειά έχει μέλλον, σε αντίθεση με τη δική μας», ακριβώς λόγω αυτής της μετάλλαξης που έχει προκαλέσει η τεχνολογία. Μοιραία, αυξάνονται οι απαιτήσεις σε μεταφρασμένο κείμενο και μειώνονται σε κείμενο παραδοσιακής έκδοσης, όπως είναι το βιβλίο. Η πλατφόρμα στην οποία διακινούνται τα κείμενα, κακά τα ψέματα, είναι πλέον ηλεκτρονική. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, αν βρεθώ χωρίς βιβλίο, δεν θα αισθανθώ μοναξιά, γιατί έχω αποθηκευμένα καμιά 100στή PDF στη μνήμη του κινητού μου. Αν τα λάβεις υπ' όψιν σου όλα αυτά, ίσως αργήσεις λίγο παραπάνω να γίνεις δεινόσαυρος. Τρέχουν τόσο γρήγορα οι εξελίξεις που ξεπερνιέσαι πάρα πολύ σύντομα. Είμαστε στην εποχή της πρώτης άυλης ύλης και αυτό οφείλεται στο διαδίκτυο.

Facebook; Ναι, έχουμε σελίδα. Δεν τη δουλεύω εγώ, τη δουλεύει η κόρη μου. Εγώ τη βαριέμαι όλη αυτή τη διαδικασία, το να ποστάρω στον τοίχο σου, κι άντε πάλι στον δικό μου, δεν με διασκεδάζει καθόλου το «κάνω like , δεν κάνω like». Πλήττω αφόρητα με αυτό, αλλά υπάρχει επικοινωνία του εκδοτικού οίκου στα social media και θα συνεχίσει να υπάρχει, όπως πρέπει, απλώς δεν το κάνω εγώ, το κάνει άλλος, για να μη χάσουμε τα... τρένα της εποχής. Δεν με ενδιαφέρει να είμαι εκδότης αιχμής, αλλά δεν θέλω να γίνω και δεινόσαυρος. Έχω παιδιά και αυτό βοηθάει: αναγκαστικώς τα ακολουθώ. Δεν εννοώ να καπελώσω την επόμενη γενιά, ακόμη κι αν δεν μου αρέσει. Δεν πάει έτσι η ζωή, από ένα σημείο και μετά εσύ ακολουθείς τα παιδιά σου και όχι εκείνα εσένα.

Συζητώντας για Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία με έναν εκδότη που τη γνωρίζει όσο ελάχιστοι Facebook Twitter
Για να είμαστε ειλικρινείς, πιστεύω ότι και του χαρτιού οι μέρες είναι μετρημένες, απλώς θα αργήσει πάρα πολύ να εξαφανιστεί. Δεν θα συμβεί όμως, αυτό που συνέβη με το βινύλιο.... Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
 

 

Έχει κόψει το κάπνισμα εδώ και 3 χρόνια, καπνίζει ένα ηλεκτρονικό που κάπως το περιγελάει, τον ρωτάω αν τον αγχώνει κάτι, τι σχέση έχει με τους εκδότες των σκληρών deadlines και της αφόρητης πίεσης...

Επειδή, και με τους συγγραφείς και με τους μεταφραστές οι σχέσεις μου είναι προσωπικές – και με τους πράκτορες των δικαιωμάτων – ό,τι κι αν υπογράψουμε ξέρουν όλοι, ότι εάν χρειαστώ περισσότερο χρόνο, γιατί δεν προλαβαίνει ο μεταφραστής, γιατί δεν βγαίνει τα κείμενο όπως πρέπει ας λέει ό,τι θέλει το συμβόλαιο, δεν γίνεται. Και ξέρω ότι πάντα μου τον δίνουνε. Θα σου πω μια ιστορία. Κάποτε, μου τηλεφωνεί μεταφράστρια και την ακούω να μου λέει το εξής: «Δεν μπορώ να ολοκληρώσω το βιβλίο γιατί ερωτεύτηκα. Δεν μπορώ να λειτουργήσω, έχω μπλοκάρει. Δώσε μου 3 μήνες να μου φύγει η πρώτη καψούρα». Κλείνω το τηλέφωνο και στέλνω e-mail με τον πραγματικό λόγο της καθυστέρησης. Η μεταφράστρια ερωτεύθηκε και ζητάει 3 μήνες πίστωση χρόνου. Ειλικρίνεια και τελεία. Και έρχεται η απάντηση «δώσ' της 6 μήνες. Οι 3 από εμάς. Να περάσει καλά για να βγει καλύτερη η μετάφραση». Ο Χουλιαράς είχε γράψει κάποτε ένα εξαιρετικό κείμενο με τίτλο «Ο χρόνος είναι πάντα με το μέρος του». Θέλω να πω, πίσω από τι τρέχουμε ακριβώς; Πόση σημασία έχει αν θα βγει σε 6 μήνες ή ένα χρόνο κάτι; Η ύπαρξη πρέπει να τα βρίσκει με τον χρόνο, διαφορετικά πάει χαμένη. Ο χρόνος πάντα προηγείται γι' αυτό κι εγώ του αφήνω πάντα την προτεραιότητα. Αυτή η βιασύνη να προλάβουμε προθεσμίες δεν βγάζει πουθενά.

Άλλα εμβληματικά των εκδόσεων Opera: «Αγαπητέ Θεέ» (Έρικ Εμμάνουελ Σμιτ), «Ο κύριος Ιμπραήμ και τα άνθη του Κορανίου» (του ιδίου), «Ο Κλέφτης της Νοσταλγίας», (Ερβέ Λετελιέ).
Από τους νέους τίτλους ξεχωρίζει το τελευταίο του Ντανιέλ Τσαβαρία, «Είδα να φτάνει ένας γέρος», ο «Μουγγός Ουζμπέκος», το ολοκαίνουργιο του Σεπούλβεδα και τα δυο – από τα εννιά – εξαιρετικά δοκίμια του κορεάτη φιλοσόφου Μπιουνγκ – Τσουλ Χαν, «Η κοινωνία της κοπώσεως και η «Κοινωνία της Αλήθειας».

Info

Εκδόσεις Opera
www.operabooks.gr

Τηλ.: 210-3304546

Κωλέττη 23Α, Εξάρχεια

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ