Η ΕΙΔΗΣΗ ΟΤΙ το αποθηκευμένο απόθεμα που απαρτίζεται από χιλιάδες βιβλία των εκδόσεων Γαβριηλίδη πολτοποιήθηκε ξεσήκωσε κυριολεκτικά θύελλα στα σόσιαλ μίντια. Το ότι η τράπεζα ήταν αυτή που προέβη στην πολτοποίηση οξύνει την κατάσταση και «ρίχνει λάδι» σε μια υπόθεση που δεν είναι άγνωστη ως πρακτική στον εκδοτικό χώρο.
Όμως δεν είναι ακριβώς αυτή η αλήθεια. Η πολτοποίηση, ή η καύση, ή η καταστροφή των βιβλίων δεν έχει επιβεβαιωθεί και το ακίνητο δεν ανήκει στην τράπεζα, όπως λανθασμένα γράφεται, αλλά σε ιδιώτη που φυσικά θα το πάρει πίσω ως ορίζει ο νόμος. Και όπως λένε οι πρώην εργαζόμενοι, ο Σάμης Γαβριηλίδης μεταφέρθηκε στην Αγίας Ειρήνης στήνοντας το δικό του τυπογραφείο ώστε να ακολουθήσει την πρακτική print on demand. Δεν ήθελε να περισσεύει αδιάθετο ούτε αντίτυπο. Η διατύπωση περί της πολτοποίησης των συγκεκριμένων βιβλίων είναι μια εικασία που ξεκίνησε από το Facebook, δεν έχει μέχρι τώρα επιβεβαιωθεί και έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση που δεν γίνεται χωρίς –τελικά– λόγο.
Στον δημόσιο αυτό διάλογο πολλοί έχουν διατυπώσει απόψεις όπως το να είχαν δοθεί τα βιβλία στο υπουργείο Παιδείας προκειμένου να σταλούν σε σχολικές βιβλιοθήκες ή να αξιοποιηθούν από άλλα υπουργεία, όπως το Πολιτισμού και το Διοικητικής Μεταρρύθμισης, προκειμένου να προωθηθούν.
Η πιθανολογούμενη πολτοποίηση των βιβλίων του εκδοτικού οίκου Γαβριηλίδη είναι ένα γεγονός που μπορεί να ανοίξει μια συζήτηση για την τύχη των βιβλίων όταν μένουν στις αποθήκες των εκδοτών.
Μόνο που οι διαδικασίες αυτές είναι πολύ πιο σύνθετες από όσο μπορεί να φανταστεί κανείς. Είναι αληθινά λυπηρό να πολτοποιείται πολιτιστικό απόθεμα, αλλά σε αυτή την περίπτωση λιγότερο πρόβλημα συνιστά η τράπεζα και μεγαλύτερο η φορολόγηση των αδιάθετων αντιτύπων από το κράτος, που αναγκάζει τους εκδότες να πολτοποιούν τα υπόλοιπα των εκδόσεων που δεν πουλήθηκαν, συχνά ενημερώνοντας τους συγγραφείς για να αγοράσουν κάποια από αυτά. Όσο για τα αδιάθετα βιβλία συγγραφέων που έχουν τελειώσει τα δικαιώματά τους, αυτά ένας εκδοτικός οίκος δεν μπορεί να τα κάνει τίποτα και παίρνουν τον δρόμο της καταστροφής.
Αλλά πόσα μπορεί να αγοράσει ένας συγγραφέας; Από την άλλη, δικαίως διαμαρτύρονται οι εν ζωή συγγραφείς που τα βιβλία τους καταστρέφονται. Αν και δεν γνωρίζουμε τον αριθμό των βιβλίων που υπάρχουν, αυτός δεν είναι μεγάλος. Η τράπεζα, η οποία κάνει κατάσχεση στα κινητά στοιχεία του εκδοτικού οίκου, τα προωθεί για αξιοποίηση ή για καταστροφή, αυτή είναι η συνήθης πρακτική. Πάντως, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες των συνεργατών του οίκου, βιβλία υπήρχαν στα ράφια ου ισογείου και του πρώτου ορόφου. Χιλιάδες σε αποθήκες δεν υπήρχαν.
Πριν περάσουμε στην υπόθεση του εκδοτικού οίκου Γαβριηλίδη, καλό είναι να θυμηθούμε ότι κάτι ανάλογο συνέβη και με τα Ελληνικά Γράμματα πριν από λίγα χρόνια. Όταν τον Φεβρουάριο του 2020, λοιπόν, πέθανε ο εκδότης Σάμης Γαβριηλίδης μετά από μάχη με τον καρκίνο, η κατάσταση ήταν πολύ πιο ζοφερή από αυτή που μπορούσαν να φανταστούν και οι πιο κοντινοί του άνθρωποι. Ο οίκος υπολειτουργούσε τους τελευταίους μήνες, έκλεισε, όπως και το Poems and Crimes, και ερημώθηκαν. Άνθρωποι που δούλευαν εκεί βρέθηκαν κυριολεκτικά στον δρόμο από τη μια μέρα στην άλλη, και έμειναν έκπληκτοι όταν διαπίστωσαν ότι υπήρχε διαχειριστικό και οικονομικό χάος, το οποίο ο Σάμης Γαβριηλίδης δεν είχε ομολογήσει σε κανέναν και κανένας δεν είχε εικόνα του μεγέθους των χρεών και της οικονομικής κατάστασης. Αντιθέτως, όσο ήταν εν ζωή, με το χαμόγελο έδειχνε ότι όλα ήταν υπό έλεγχο.
Ο Γαβριηλίδης είχε κάνει μια παλιά «ρομαντική διαθήκη» το 2009. Οι κληρονόμοι, τα ανίψια του, αποποιήθηκαν την κληρονομιά για ευνόητους λόγους. Γεγονός είναι ότι μετά τον θάνατό του Γαβριηλίδη είχαν μπλοκαριστεί τα πάντα, το κτίριο και το περιεχόμενό του και όλα τα περιουσιακά του στοιχεία.
Μάλιστα, η πίσω αυλή του Poems and Crimes έγινε χωματερή και οι περίοικοι κάλεσαν τον δήμο να την καθαρίσει γιατί αποτελούσε «υγειονομική βόμβα» στη γειτονιά.
Έναν χρόνο αργότερα, η τράπεζα προχώρησε στην κατάσχεση∙ εφόσον δεν υπάρχουν διαχειριστές ή κληρονόμοι, ορίζεται ορκωτός λογιστής και τα αντικείμενα παίρνουν τον συνήθη δρόμο των κατασχεμένων.
Θα μπορούσαν να ειδοποιηθούν οι συγγραφείς; Οι μεταφραστές; Ίσως αλλά, πολύ καθαρά και κυνικά, αυτό δεν είναι δουλειά της τράπεζας και δεν πρόκειται να γίνει κιόλας, αν θέλουμε να μιλήσουμε ρεαλιστικά. Η τράπεζα, αν δεν κατέστρεφε τα βιβλία και τα διατηρούσε –σε ποιον χώρο και ως τι; Ως προϊόν κατάσχεσης;–, θα έπρεπε να φορολογηθεί για αυτά και αν γινόταν και αυτό, δεν θα μπορούσε να τα πουλήσει ή να τα δωρίσει ή να τα διαθέσει, ο νόμος είναι σαφής για την εκποίηση ή την καταστροφή των κατασχεμένων.
«Όσο ξέρω τον χώρο του βιβλίου από τις εκδόσεις, οι περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι πολτοποιούν, μεταξύ τους και κάποιοι πολύ ποιοτικοί που δεν μπορεί να το φανταστεί κανείς. Όσα αντίτυπα τους μένουν κάποια στιγμή τα πολτοποιούν για φορολογικούς λόγους. Ακούγεται άσχημο, αλλά είναι λογικό και πρέπει να το καταλάβει κανείς. Όταν μπήκαν οι τράπεζες στα υπόγεια του Γαβριηλίδη και βρήκαν, για παράδειγμα, χιλιάδες αντίτυπα βιβλίων που μπορεί να μην είχαν πουληθεί καθόλου –από μια έκδοση χιλίων αντιτύπων να είχαν μείνει εννιακόσια– προχώρησαν σε αυτό. Δεν το βρήκα τόσο άσχημο, μπορεί κάποιος να το χαρακτηρίσει ανήθικο, φυσικά, αλλά είναι νόμιμο.
Καταλαβαίνω ότι ένας άνθρωπος έχει δώσει την ψυχή του για να γράψει ένα βιβλίο και δεν θα ήθελε να το δει να πολτοποιείται, δεν θα ήθελα να ήμουν στη θέση του ειλικρινά, από την άλλη έπρεπε να το περιμένουμε. Θα έπρεπε τα αντίτυπα που μένουν να διατίθενται σε βιβλιοθήκες, σε φυλακές, ή όπου μπορεί να δώσει κανείς βιβλίο. Είναι το πιο φυσιολογικό αλλά και περίπλοκο και ανοίγει και μια συζήτηση για το πώς λειτουργεί ο θεσμός των βιβλιοθηκών. Αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση» μας λέει ο Άγης Αθανασιάδης των εκδόσεων και του βιβλιοπωλείου Bibliotheque.
Στον χώρο των εκδόσεων κανένας δεν εξεπλάγη. Όλοι γνωρίζουν ότι το απόθεμα των προϊόντων μιας εταιρείας που διαλύεται πρέπει να καταστραφεί βάσει νόμου. Αλλιώς η εταιρεία οφείλει να πληρώσει φόρο, και στη συγκεκριμένη περίπτωση η εταιρεία δεν υφίσταται. Επίσης –σύμφωνα με τον νόμο– πρέπει να συνταχθεί πιστοποιητικό καταστροφής, τίποτα δεν μπορεί να δωρηθεί ή να πεταχτεί στον δρόμο, για παράδειγμα, μάλιστα απευθύνεται πρόσκληση να παραστεί στην πολτοποίηση ή καταστροφή του εμπορεύματος κάποιος υπάλληλος ως μάρτυρας.
Ο Σάμης Γαβριηλίδης ξεκίνησε την πορεία του στον χώρο του βιβλίου το 1977 με τις Εκδόσεις Πλέθρον και το 1988 ίδρυσε τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης. Για δεκαετίες, ο εκδοτικός οίκος αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους ανθρώπους των γραμμάτων. Το καλό όνομα του οίκου ενίσχυαν οι εκδόσεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, όπως του Πέτρου Μάρκαρη, του Θοδωρή Καλλιφατίδη, του Αργύρη Χιόνη, του Ηλία Παπαδημητρακόπουλου και φυσικά τα μεγάλα ονόματα της κλασικής λογοτεχνίας.
Τι σημαίνει για έναν συγγραφέα η καταστροφή των βιβλίων του; Όπως αφηγείται ο συγγραφέας Θόδωρος Γρηγοριάδης, η πολτοποίηση ενός βιβλίου είναι μια οδυνηρή εμπειρία για έναν συγγραφέα. Ο ίδιος ήταν στον Κέδρο, έναν κραταιό οίκο, έχοντας ήδη εκδώσει τρία βιβλία που είχαν κάνει μεγάλη επιτυχία και όταν εκδόθηκαν τα «Νερά της Χερσονήσου» το βιβλίο δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία. Έκανε τρεις-τέσσερις εκδόσεις και σταμάτησε να πουλάει.
«Με κάλεσε τότε η Κάτια Λεμπέση, κάπως απογοητευμένη – κι εγώ ήμουν απογοητευμένος γιατί πίστευα ότι αν σε αγαπούν οι αναγνώστες σε ακολουθούν, αλλά αυτό δεν ισχύει πάντα. Ήθελα να αλλάξω εκδότη και να πάω σε άλλον εκδοτικό οίκο γιατί υπήρχε και μια γκρίνια για τις πωλήσεις του βιβλίου. Όταν έφυγα, υπογράψαμε ένα ιδιωτικό συμφωνητικό ότι παραιτούμαι από τα πνευματικά μου δικαιώματα και εκείνοι δεν θα προωθούν τα βιβλία μου στα βιβλιοπωλεία.
Μετά από λίγο μου είπαν ότι τους είχε μείνει μια ολόκληρη έκδοση και με κάλεσαν να αγοράσω όσα βιβλία ήθελα με μεγάλη έκπτωση. Στα συμβόλαια που υπογράφουμε περιέχεται και η “καταστροφή” τους. Αν τα βιβλία δεν έχουν κάθε χρόνο ένα συγκεκριμένο τιράζ, ο εκδοτικός οίκος έχει το δικαίωμα βάσει συμβολαίου να τα πολτοποιήσει.
Εγώ πήρα κάποια βιβλία, όσα μπορούσα, που δώρισα στη συνέχεια. Ενώ ήξερα ότι υπήρχε στο συμβόλαιο η λέξη “πολτοποίηση”, ήταν πολύ άσχημο, ήταν μια μικρή ήττα. Έρχεσαι αντιμέτωπος με ένα πράγμα που δεν έχει σχέση με την λογοτεχνική διεργασία. Γιατί ήξερα ότι αυτό το βιβλίο και καλό είναι και διαβαζόταν και ακόμα και σήμερα το ζητούν. Αλλά αυτές είναι οι εκδοτικές πρακτικές. Γιατί τα αποθηκευμένα αντίτυπα φορολογούνται και από εκεί ξεκινάει το κακό. Ο εκδότης δεν μπορεί να κρατά βιβλία για δέκα και δεκαπέντε χρόνια.
Από την άλλη, αυτό που λένε “να δωρισθούν”, δεν υπάρχει πιο δύσκολη διαδικασία. Κάποτε έδωσα σε λύκειο στο οποίο δούλευα εκατό βιβλία και το πρώτο που μου είπε ο λυκειάρχης ήταν: “Υπάρχουν στον κατάλογο των εγκεκριμένων από το υπουργείο Παιδείας για τις σχολικές βιβλιοθήκες;”. Τα πήρα όπως ήταν και τα μοίρασα σε δανειστικές βιβλιοθήκες. Το λέω αυτό γιατί δεν μπορεί ξαφνικά να δωρισθούν χιλιάδες βιβλία.
Να μη φορολογείται η αποθήκη είναι το πιο λογικό, γιατί το βιβλίο είναι και ένα εμπόρευμα. Και ένας εκδοτικός οίκος πολλές φορές δεν μπορεί πρακτικά να αντιμετωπίσει αυτό που λέγεται “δωρεά”, είναι ένα ακριβό σπορ ακόμα και η ταχυδρόμηση των βιβλίων».
Ο συγγραφέας Απόστολος Δόλγερας, που έχει εκδώσει τα βιβλία του στον εκδοτικό οίκο του Σάμη Γαβριηλίδη, έγραψε σε μια ανάρτησή του στο Facebook:
«Επειδή η πολτοποίηση του αποθηκευμένου στοκ των βιβλίων από τις πιστώτριες τράπεζες πήρε διαστάσεις, θα ήθελα να παρέμβω στην συζήτηση.
Δυστυχώς, κατ’ αυτήν, ο Σάμης Γαβριηλίδης παρουσιάστηκε ως εκδότης ο οποίος προπληρωνόταν για όλες ή τουλάχιστον για τη μεγάλη πλειοψηφία των εκδόσεων του. Είναι αληθές μόνον για την ποίηση αγνώστων ποιητών και είναι αληθές επίσης ότι δεν υπάρχει εκδοτικός οίκος που θα εξέδιδε άγνωστους ποιητές με διαφορετικό τρόπο.
Πέραν όμως από αυτή την κατηγορία, ο Σάμης έχει εκδώσει πολλά βιβλία μυθοπλασιών και μη γνωστών σχετικά προσώπων. Σειρές μικρών διηγημάτων, δίγλωσσες κλασικές εκδόσεις, μεταφράσεις, αστυνομικά που ζητούνται και πωλούνται πιο εύκολα, μαρτυρίες και δοκίμια, πάντα μη προπληρωμένα από τον συγγραφέα. Έβγαλε καταξιωμένους ποιητές και συγγραφείς ή νέους που θα μείνουν, δεν είναι της ώρας ν’ αναφέρω ονόματα αλλά νομίζω ότι είναι αρκετοί.
Σ' αυτές τις περιπτώσεις έπαιρνε όλο το επιχειρηματικό ρίσκο μόνος του. Εμένα προσωπικά μου έχει εκδώσει έξι βιβλία (στο πρώτο ήμουν παντελώς άγνωστος), για τα οποία ουδέποτε κατέβαλα κάτι γι' αυτά.
Τα δύο πρώτα εκδόθηκαν σε τυπογραφείο. Το δεύτερο μπήκε για δύο εβδομάδες στα ευπώλητα. Όταν τέλειωσε το στοκ αυτών των βιβλίων τα επανεξέδωσε με τη νέα του μέθοδο, δηλαδή με Xerox υψηλής ποιότητας, όπως και τα επόμενα. Με το σύστημα αυτό είχε λύσει το οχληρό για κάθε εκδότη ζήτημα της αποθήκευσης. Πράγμα που του έλυσε τα χέρια. Έτσι ανάλογα με τη ζήτηση φρόντιζε να έχει ένα ανάλογα μικρό στοκ από κάθε τίτλο.
Το βαρύ πυροβολικό του εκδοτικού οίκου ήταν τα αστυνομικά του Πέτρου Μάρκαρη και τα βιβλία του Θοδωρή Καλλιφατίδη.
Μετά τον θάνατό του πληροφορήθηκα ότι θα μπορούσα να πάω, όπως και άλλοι συγγραφείς, στα γραφεία και να αγοράσω τα βιβλία μου. Στη γεμάτη με βιβλία υπόγεια αποθήκη του βρέθηκαν περί τα 60 με 70 συνολικά από τους έξι τίτλους μου. Διεπίστωσα ότι με έναν μέσο όρο 14 ευρώ θα έπρεπε συνολικά να πληρώσω πάνω από 800 €. Δεν το έκανα, αγόρασα τέσσερα από κάθε αντίτυπο για να πληρώσω λιγότερα χρήματα. Όπως έμαθα, τα χρήματα αυτά οι πιστώτριες τράπεζες τα διέθεσαν για την πληρωμή τρεχόντων υποχρεώσεων προς τους εργαζομένους.
Επίσης πρέπει να πω ότι προσωπικά μου δόθηκαν ευγενώς από τους κληρονόμους του τα τελικά PDF των βιβλίων μου, τα οποία ήδη έχω δώσει σε όποιον μου τα ζήτησε.
Όμως τελικά η αδυναμία διακίνησης ζητούμενων ή νέο-εκδομένων βιβλίων είναι μια οδυνηρή κατάσταση γι’ αυτούς που έκαναν τον κόπο να τα γράψουν και είχαν τη νόμιμη επιθυμία να τα δουν τυπωμένα.
Η πολτοποίηση από τις τράπεζες διαφέρει από εκείνη που κάνουν οι εκδοτικοί οίκοι στα αδιάθετά τους. Οι τελευταίοι νομίζω ότι τα πολτοποιούν για να μην πέσει η τιμή του προϊόντος ή κάποιου σχετικού στην αγορά, οι τράπεζες τι λόγο είχαν; Να εισπράξουν το αντίτιμο του ανακυκλωμένου χαρτιού;
Λόγω της πληθώρας των τίτλων, έστω και με περιορισμένο αριθμό ανά τίτλο, πιστεύω ότι ο όγκος των πολτοποιημένων δεν θα ήταν ευκαταφρόνητος. Επίσης πιστεύω ότι οποιαδήποτε λύση θα ήταν καλύτερη από την οριστική πολτοποίηση, ακόμη και εκείνη, να πεταχτούν στα σκουπίδια, καθώς απ’ εκεί θα βρίσκονταν στη δευτερεύουσα αγορά των ρακοσυλλεκτών και των παλαιοβιβλιοπωλείων.
Δεν θεωρώ ότι η συζήτηση αυτή έχει ή θα πρέπει να πάρει θετικό ή αρνητικό ιδεολογικό πρόσημο όσον αφορά τις τράπεζες. Κρίνεται μία ενέργειά τους και τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο».
Ένας από τους βασικούς συγγραφείς των εκδόσεων Γαβριηλίδης, ο Πέτρος Μάρκαρης, αλλά και ο Θοδωρής Καλλιφατίδης είναι ήδη στις εκδόσεις Κείμενα του Φοίβου Βλάχου. Οι υπόλοιποι θα ψάξουν να βρουν μια νέα φιλόξενη εκδοτική στέγη.
Η πιθανολογούμενη πολτοποίηση των βιβλίων του εκδοτικού οίκου Γαβριηλίδη είναι ένα γεγονός που μπορεί να ανοίξει μια συζήτηση για την τύχη των βιβλίων όταν μένουν στις αποθήκες των εκδοτών. Αν ανοίξει, θα είναι χρήσιμη, γιατί όπως όλα τα πράγματα που φουντώνουν γρήγορα στα σόσιαλ μίντια ξεχνιούνται εξίσου εύκολα, ειδικά αν η συζήτηση πάρει πολιτική τροπή.