ΜΙΑ ΧΩΡΑ στον παγκόσμιο χάρτη μπορεί να είναι αδιάφορη για τους πολλούς, είναι όμως η πατρίδα κάποιων άλλων. Κι επειδή η πατρίδα ακουμπάει στον βαθύ ανθρώπινο πυρήνα, απαιτεί ελευθερία, δικαιοσύνη και σεβασμό.
«Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα αλλά γεγονός [...] Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την Πατρίδα τους. Αυτό είναι μια φυσική, πραγματική αγάπη. Η Πατρίδα, η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ταυτόχρονα ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό. Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου». (Μπακούνιν)
Δεν παίζεις με την πατρίδα του άλλου. Αγγίζεις τα όσια και τα ιερά.
Εισέρχεσαι στο άβατο της ύπαρξής του. Η πατρίδα έχει την αξιοπρέπεια, την περηφάνια και τα αισθήματα των ανθρώπων της.
Μας ξεφτίλισαν μία φορά στα Ίμια. Φτάνει ως εδώ.
Δεν αντέχεται να ξαναδιαβάσουμε στις ξένες εφημερίδες το περιπαιχτικό: «Οι Έλληνες κατάπιαν την περηφάνια τους».
Ούτε να κάνουμε έντρομοι νέες παραχωρήσεις, όπως στη συμφωνία της Μαδρίτης.
Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο.
Αλλά, φαντάζομαι, ούτε την ξεφτίλα. Ούτε την πατρίδα του ανυπόληπτη στον κόσμο και έρμαιο στις ορέξεις κάθε τραμπούκου.
Δεν είναι λόγια εύκολα.
Έχω βρεθεί δύο φορές με το όπλο στο χέρι. Πρώτα, επί της όχθης του Έβρου, τη δεκαετία του ’60 στο παρά ένα της σύγκρουσης. Και μετά τη δεκαετία του ’70 στην Επιστράτευση (επί τέσσερις μήνες λόγω βαθμού και ειδικότητας), με τους μπροστινούς μας να έχουν μεταλάβει.
Και τις δύο φορές ένιωσα αφάνταστη περηφάνια για τους δικούς μας.
Οι μεγαλύτεροι γραψαρχίδες και λουφαδόροι στρατιώτες, τις κρίσιμες στιγμές είχαν μεταλλαχτεί σε αρχάγγελους πολεμιστές.