Γεννήθηκα στη Δόξα, σε ένα χωριό της επαρχίας Διδυμοτείχου, όπου έζησα μέχρι τα 12 μου χρόνια. Σε ένα περιβάλλον καθαρά αγροτικό, με επαφή με τη φύση και τις εποχές και σε μια δεκαετία όπου δεν είχαμε ηλεκτρικό και το νερό το παίρναμε με στάμνες από μια πηγή έξω από το χωριό.
Το πιο αγαπημένο μου πράγμα ήταν το λευκό τοπίο τις μέρες του χειμώνα. Μερικές φορές έριχνε και δυο μέτρα χιόνι και θυμάμαι ότι για να πάω στο σχολείο ο πατέρας μου άνοιγε διάδρομο και τα τοιχώματα ήταν πιο ψηλά από μένα. Θυμάμαι κομμάτια από κρύσταλλο στις στέγες των σπιτιών που σαν παιδιά τα χρησιμοποιούσαμε ως γλειφιτζούρια.
Και τα καλοκαίρια παιχνίδια μέσα σε αχυρώνες, βουτιές σε παχιά στρώματα άχυρου, τα νυχτέρια-ξενύχτια στις αυλές των σπιτιών πάνω σε ψάθες και σε πολύχρωμα κιλίμια, όπου είτε ξεφλουδίζαμε καλαμπόκια, είτε ξεσποριάζαμε τα ηλιοτρόπια, παιχνίδια τις νύχτες που ήταν γεμάτες από πυγολαμπίδες, φωτεινά αστεράκια που τα κυνηγούσαμε για να διαπιστώσουμε με έκπληξη ότι πρόκειται περί εντόμων.
Δεν ξέρω ποια είμαι, από πού έρχομαι, γιατί είμαι εδώ και πού θα πάω, αλλά τουλάχιστον αυτήν τη γραμμή ανάμεσα στη γέννηση και στον θάνατο να προσπαθείς να την κάνεις όσο πιο φωτεινή και σημαντική γίνεται.
Την εποχή που ήμουν 12 χρόνων οι γονείς μου πήραν τη μεγάλη απόφαση να φύγουν από το χωριό μας για να δώσουν σε μένα καλύτερες συνθήκες ζωής και παιδείας. Αυτοί οι απλοί, αμόρφωτοι άνθρωποι που είχαν μόλις τελειώσει το δημοτικό ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους, έχασαν το σπίτι τους, το περιβάλλον τους, τους φίλους και συγγενείς τους και πήγαν στη μεγάλη πόλη, στη Θεσσαλονίκη.
Και το πλήρωσαν αυτό το πράγμα. Αυτοθυσιάστηκαν - η μητέρα μου που ήταν αρχόντισσα στο χωριό κατέληξε να καθαρίζει σκάλες και να πλένει ρούχα σε διάφορες κυρίες της γειτονιάς, μέχρι να δουλεύει σε εργοστάσια για να επιζήσουμε. Δεν ξέρω πώς θα ήταν τα πράγματα, αν μέναμε εκεί. Φαντάζομαι ότι μεγαλώνοντας θα τον έβρισκα τον δρόμο μου, αλλά σίγουρα αυτό διευκόλυνε τα πράγματα πολύ περισσότερο.
Δεν βάζω τα λεφτά πάνω απ' όλα. Αισθάνομαι ότι ως καλλιτέχνης, ως δημόσιο πρόσωπο, έχω μια ευθύνη απέναντι στην κοινωνία μέσα στην οποία ζω. Κι όταν είσαι ένας άνθρωπος σκεπτόμενος και ευαίσθητος και επικρίνεις όλο αυτό το χάλι που βλέπεις, δεν μπορείς να κάνεις τον εαυτό σου συνεργό σε αυτό το πράγμα. Είναι ένα ξεπούλημα. Τι να κάνεις, να πας σε αυτό τον κόσμο που ντρέπεσαι για το χάλι του να του δώσεις μια να χωθεί πιο κάτω;
Δεν υπάρχει πιο ριψοκίνδυνο πράγμα από την αναμέτρηση με τον ρόλο σε μια τραγωδία. Αισθάνεσαι ότι υπερβαίνεις τις δυνάμεις σου, τον εαυτό σου, τις αντοχές σου, χάνεις τον ύπνο σου κι αισθάνεσαι σαν να είσαι μέσα σε μια αρένα. Παρόλη την τιμή που νιώθεις ότι σου γίνεται, τη μαγεία του χώρου κι όλο αυτό που θεωρείται το απόγειο της καλλιτεχνικής πορείας ενός ηθοποιού, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει κυριολεκτικά ρωμαϊκή αρένα. Οι περισσότεροι έρχονται για να σε κανιβαλίσουν.
Κι ειδικά τώρα, έτσι όπως έχουν χωριστεί σε στρατόπεδα, οι πιο νεωτεριστικές και πρωτοποριακές τάσεις απ' τη μια και λίγο πιο ακαδημαϊκές και συντηρητικές απόψεις από την άλλη, συν ένας κακώς εννοούμενος εθνικισμός μέσα στην ιερότητα του χώρου, γίνεται το έλα να δεις. Δεν είχα την εμπειρία να με ξεφωνίσουν προσωπικά, αλλά έτυχε να είμαι θεατής και να είναι κάτω φίλοι μου αγαπημένοι, συνάδελφοι και πραγματικά αυτό ήταν αποτροπιαστικό.
Αυτό που αγαπώ στην Αθήνα είναι που διαρκώς, μέσα από την ύπαρξη των μνημείων της κυρίως, μου υπενθυμίζει ότι αυτός ο τόπος ήταν ένας τόπος πολιτισμού, ποίησης και φιλοσοφίας. Τα σημεία που πραγματικά μου αρέσουν είναι τα σημεία γύρω από την Ακρόπολη, η Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η Αρχαία Αγορά, η Πλάκα, ο Λυκαβηττός, όπου υπάρχουν μερικές κοιτίδες πρασίνου.
Πάντα έψαχνα να βρω ένα χώρο δίπλα σε πράσινο. Το παλιό μου σπίτι έβλεπε σε ένα αλσύλλιο στον Λυκαβηττό, τώρα μένω στου Γκύζη και βλέπω στο Πεδίον του Άρεως. Δεν μπορώ να βλέπω ντουβάρια.
Ο έρωτας έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Μου έχει δώσει στιγμές απόλυτης ευτυχίας, απόλαυσης, χαράς, πάθους, δύναμης, αλλά και πάρα πολλές στιγμές απελπισίας, οδύνης, πόνου. Νομίζω ότι από τα χειρότερα πράγματα που μπορούν να συμβούν είναι να βιώνεις έναν δυνατό έρωτα και να αισθάνεσαι ότι ο άλλος το προδίδει αυτό το πράγμα. Εκεί φτάνεις στα έσχατα σημεία, δηλαδή μπορεί να φτάσεις σε σημείο να χάσεις τον εαυτό σου, να μη θες να ζεις, να σέρνεσαι στα πατώματα.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει κάνει συμβιβασμούς, μεγαλύτερους ή μικρότερους. Το θέμα είναι να μπορέσεις πραγματικά να το αποφύγεις με το δυνατό μικρότερο κόστος. Μακάρι να μην είχες τις ανάγκες, τις οικονομικές υποχρεώσεις και να μπορούσες να πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου.
Όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με τις απαιτήσεις σου, λίγο νερό στο κρασί σου θα αναγκαστείς να το βάλεις. Απλώς, προσπαθώ να μη δίνω πολύ μεγάλη σημασία στο υλικό κομμάτι, δεν είμαι ο άνθρωπος που θέλει τα πολλά λεφτά, την πολύ λαμπερή ζωή, αυτά που θα μ' έκαναν να έχω εντελώς άλλου τύπου επαγγελματικές επιλογές. Προσπαθώ να μην προδίδω τον εαυτό μου πολύ και να μη μετανιώνω για τις επιλογές μου, αλλά δεν το έχω καταφέρει πάντα.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου το έχω ζήσει με λίγα. Παλιότερα ζούσα με ελάχιστα. Μέχρι πριν 6-7 χρόνια είχα φτάσει σε ένα σημείο να μην έχω να πληρώσω το ενοίκιό μου. Τα τελευταία χρόνια που έχω υποχρεώσεις οικογενειακές, τη συντήρηση των γονιών μου, ένα στεγαστικό δάνειο -έπεσα στην παγίδα, έβλεπα να περνάνε τα χρόνια και δεν είχα κεραμίδι πάνω απ' το κεφάλι μου- πρέπει να δουλεύω συνέχεια για να μπορώ να αντεπεξέλθω. Οπότε, αυτήν τη στιγμή αισθάνομαι τη μεγαλύτερη πίεση από ποτέ.
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που έχουν βρει ένα καταστάλαγμα σοφίας, είναι τόσο εντάξει με τον εαυτό τους και με τα απλά πράγματα. Πριν από μερικά χρόνια έκανα ένα ταξίδι στην Ινδία και έπαθα ένα πολιτισμικό σοκ βλέποντας την απίστευτη φτώχια, την εξαθλίωση, τις άθλιες συνθήκες.
Για μένα ήταν ένα μάθημα ζωής το πώς αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν με όλο αυτό το πράγμα, έβλεπες χαμόγελα, τα μάτια τους έλαμπαν, ήταν φωτεινά, λες πώς διάολο το καταφέρνουν αυτό το πράγμα; Σκεφτόμουν ότι θα γυρίσω πίσω και θα αντιμετωπίσω τη ζωή διαφορετικά, αλλά δεν τα κατάφερα.
Δεν ξέρω ποια είμαι, από πού έρχομαι, γιατί είμαι εδώ και πού θα πάω, αλλά τουλάχιστον αυτήν τη γραμμή ανάμεσα στη γέννηση και στον θάνατο να προσπαθείς να την κάνεις όσο πιο φωτεινή και σημαντική γίνεται.
Συνεχώς υπενθυμίζω στον εαυτό μου μην κλαις τη μοίρα σου, σκέψου τα αληθινά προβλήματα άλλων ανθρώπων και πόσο πιο σημαντικά είναι από τα δικά σου, σήκω από κει κάτω και συνέχισε. Η ομορφιά βρίσκεται μέσα σου, ψάξ' την και μοιράσου τη με τους άλλους. Εν οίδα ότι ουδέν οίδα.
Η συνέντευξη της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 2010 στην έντυπη LiFO.