ΠIΣΩ ΣΤΟ 1990, όταν η 20χρονη Mariah Carey ξεκινούσε την καριέρα της με το «Vision of Love», κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πού θα έφτανε αυτό το κορίτσι με τις καστανόξανθες μπούκλες και την υψίσυχνη, σχεδόν οπερατική φωνή. Ακόμη θυμάμαι να βλέπω ως έφηβη τη φιγούρα της στο βίντεο του MTV και αυτό το εντυπωσιακό R&B κομμάτι που δεν έμοιαζε με τίποτε απ' ό,τι άκουγα τότε.
Αυτό που δεν γνώριζα τότε, και συχνά παραβλέπεται στον ανεμοστρόβιλο των κουτσομπολιών που την αφορούν, ήταν ότι γράφει μόνη της τα τραγούδια της, από τα πρώτα της βήματα μέχρι σήμερα.
Πώς όμως να λάβεις υπόψη αυτήν τη μικρή, αλλά σημαντική λεπτομέρεια, όταν για χρόνια ήταν πιο γνωστή για τις εκκεντρικές δηλώσεις της και τη χλιδή που την περιτριγυρίζει; Όσον αφορά τις γυναίκες μουσικούς σήμερα, η δημιουργικότητα και οι ικανότητές τους παίζουν πάντοτε βασικό ρόλο στην εξέλιξή τους και στον τρόπο που της αντιμετωπίζει η μουσική βιομηχανία.
Πριν από τριάντα χρόνια, όμως, όταν εμφανίστηκε στο μουσικό προσκήνιο η Carey, η κατάσταση ήταν διαφορετική. Στην περίπτωσή της προείχε πάντοτε η φωνή και η ικανότητά της ως συνθέτριας και τραγουδοποιού έμπαινε σε δεύτερη μοίρα, κι ας υπογράμμιζε συχνά με περηφάνια και ενοχλητικό τρόπο ότι υπερείχε και στα τρία, ενώ αναφερόταν στο ταλέντο της στο τραγούδι ως κάτι αυτονόητο.
Mέσα σε όλη την παράνοια της καριέρα της, παραμένει η εμπορικότερη μουσικός της γενιάς της. Έχει πουλήσει πάνω από 200 εκατομμύρια άλμπουμ παγκοσμίως. Το μόνο συγκρότημα που την ξεπερνά σε πωλήσεις είναι οι Beatles.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι είχε καταντήσει καρικατούρα στο ποπ υποσυνείδητο, «η απόλυτη ενσάρκωση του στερεοτύπου της ντίβας», όπως έγραψαν στην «Guardian». Εν ολίγοις, μια διασημότητα που δεν μπορούσες να πάρεις και πολύ στα σοβαρά ως δημιουργό. Και πώς να την πάρεις στα σοβαρά, όταν διάβαζες εξωφρενικές δηλώσεις π.χ. ότι κάνει μπάνιο σε γάλα.
Η ψηφιακή γενιά βρήκε στo πρόσωπό της το απόλυτο meme όταν ξεστόμισε μια χαιρέκακη ατάκα για την Τζένιφερ Λόπεζ. «Δεν τη γνωρίζω» είχε πει με απορημένο ύφος σε έναν δημοσιογράφο, όταν η Λόπεζ ήταν στο απόγειο της καριέρας της και κάπως την κόντραρε σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Παραμένει ένα από τα θρυλικά ανέκδοτα της σύγχρονης showbiz και είναι μια ερώτηση που της κάνουν συνέχεια οι δημοσιογράφοι για να την ιντριγκάρουν.
Ένα άλλο στιγμιότυπο από τη ζωή της που έχει χαραχτεί στα κιτάπια της ποπ κουλτούρας, κι αυτό από τη δεκαετία του '90, ήταν το νυφικό της, που έμοιαζε περισσότερο με άσπρο μπαλόνι, ένα «γεγονός από μόνο του», όπως το περιέγραψε στην πρόσφατη αυτοβιογραφία της με τίτλο «The Meaning of Mariah Carey». Το φόρεσε σε ηλικία 23 ετών, όταν παντρεύτηκε τον 44χρονο τότε μάνατζέρ της και CEO της Sony, Τοmmy Mottola. Ήταν μια συναισθηματικά κακοποιητική σχέση, με τον Mottola να ελέγχει κάθε της κίνηση και την ίδια να κοιμάται με ένα βαλιτσάκι κάτω από το κρεβάτι, σε περίπτωση που τα πράγματα έφταναν στο απροχώρητο.
Το «The Meaning of Mariah Carey», που έγραψε μαζί με τη Michaela Angela Davis, μοιάζει με μυθιστόρημα γεμάτο σκληρές περιγραφές από τη βίαιη παιδική της ηλικία. Αν και αρκετές πτυχές της ζωής της είναι σχετικά γνωστές, είναι ο τρόπος που τις περιγράφει, γράφουν στην «Guardian», που το κάνουν τόσο ενδιαφέρον και επίκαιρο ανάγνωσμα. Π.χ. ο ρατσισμός που βίωσε όταν οι συμμαθήτριες και οι καθηγητές της ανακάλυψαν ότι έχει μαύρο πατέρα, η περίεργη σχέση που είχε με την προβληματική οικογένειά της, που, όταν έγινε διάσημη, πολλές φορές την έκανε να αισθάνεται σαν ένα «ATM με περούκα».
Καθώς μεγάλωνε, το σπίτι της συχνά γινόταν ένα επικίνδυνο περιβάλλον για παιδιά λόγω των άγριων καβγάδων της Ιρλανδής μητέρας της, που ήταν πρώην τραγουδίστρια της όπερας, και του πατέρα της με τα μεγαλύτερα αδέρφια της. Είναι σοκαριστική η αφήγηση του πώς η μεγαλύτερη αδερφή της προσπάθησε να την πουλήσει στον μαστροπό φίλο της όταν ήταν 12 χρονών. Εν μέρει αφήνει να εννοηθεί ότι η αυτή η συμπεριφορά ευθύνεται για τον διπολισμό που εκδήλωσε σε μεγαλύτερη ηλικία.
Συχνά αστειεύεται για όσα έχει βιώσει κάνοντας ειρωνικά σχόλια, όπως αυτό για τη μεγαλύτερη επιτυχία της, τον χριστουγεννιάτικο ύμνο «All I want for Christmas is you». «Στην πραγματικότητα, δεν ήθελα τόσο πολλά για τα Χριστούγεννα, σίγουρα όχι τους μπάτσους στο σπίτι μου!». Αυτές οι χιουμοριστικές και πνευματώδεις παρατηρήσεις της αποκαλύπτουν μια άλλη Mariah, πιο οξυδερκή και με μεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα απ' ό,τι θα περίμενε κανείς.
Μετά τον χωρισμό της με τον Mottola, η καριέρα της έπαθε μια μικρή καθίζηση. H έξυπνη κίνηση να πειραματιστεί με χιπ-χοπ ήχους δεν απέδωσε αμέσως καρπούς. Κατάφερε, όμως, να επιστρέψει θριαμβεύτρια με το «The Emancipation of Mimi» το 2005.
Για να είμαστε δίκαιοι, όμως, μέσα σε όλη την παράνοια της καριέρας της παραμένει η εμπορικότερη μουσικός της γενιάς της. Έχει πουλήσει πάνω από 200 εκατομμύρια άλμπουμ παγκοσμίως. Το μόνο συγκρότημα που την ξεπερνά σε πωλήσεις είναι οι Beatles. Επιπλέον, έχει το ρεκόρ των περισσότερων Νο1 επιτυχιών για σόλο καλλιτέχνη και γυναίκα τραγουδοποιό και παραγωγό, ενώ είναι και η μοναδική δημιουργός που είχε ένα Νο1 συστηματικά κάθε χρόνο για μια δεκαετία, τα '90s.
Δεν ξέρω αν σημαίνουν κάτι όλα αυτά, σίγουρα όμως δείχνουν μια απαράμιλλη συνέπεια που σπάνια συναντάς σε δημιουργούς. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 15 άλμπουμ μέχρι σήμερα, χώρια οι συλλογές και τα greatest hits. Ένας λόγος είναι ότι, παρά τα προσωπικά εμπόδια που αντιμετώπιζε κατά καιρούς, πάντοτε έβρισκε διαφυγή στη μουσική.
Δήλωσε πρόσφατα στην «Guardian» σχετικά με το αν ενοχλείται που την αποκαλούν ντίβα και δύσκολη. «Όχι, τι με νοιάζει; Ειλικρινά! Ω Θεέ μου, με αποκαλούν ντίβα, νομίζω πως θα βάλω τα κλάματα! Νομίζετε πως γενικά, ενώ είναι τόσα αυτά που έχουν σημασία για μένα, με πειράζει να με λένε ντίβα; Είμαι, b*tches, αυτό ακριβώς!» καταλήγει. Μαζί σου, Mariah!