Η Κυψέλη είναι παράξενα ήσυχη, όπως ανεβαίνω την ανηφόρα για το στούντιο του Γιάννη Βαρελά. Το στούντιο είναι σε ένα παλιό κατάστημα που έκανε εκτυπώσεις και όλα έχουν μείνει ακίνητα στον χρόνο, η επιγραφή Lamda Digital είναι η υπενθύμιση μιας καινοτομίας του ’80 που εξαφανίστηκε, όπως και άλλα ίχνη της γειτονιάς, που τώρα έχει μια άλλη ζωή και νέους επιβάτες στο όχημα της ιστορίας της, μετανάστες και καλλιτέχνες και Ευρωπαίους που αγάπησαν την Αθήνα και τη φτηνή γη.
Το στούντιο είναι φτιαγμένο όπως τα τυπικά ισόγεια εργαστήρια-καταστήματα των τότε νεόδμητων πολυκατοικιών, ένας ισόγειος χώρος μπροστά, μερικά σκαλιά, ένας δεύτερος και ένα υπόγειο, και κάθε φορά έχω την εντύπωση ότι είναι σαν να χωρίζει και τη δραστηριότητα του Βαρελά. Τα μεγάλα εκτυφλωτικά τελάρα μπροστά, η «κουζίνα» του Βαρελά, χρώματα, σφουγγάρι, πινέλα. Στο πίσω μέρος άλλα υλικά, προπλάσματα, ένα μεγάλο τραπέζι εργασίας με πάγκους και το υπόγειο σαν μυστικό εργαστήριο, φωτογραφικό στούντιο, η καρδιά των περφόρμανς και των κατασκευών που συνοδεύουν και συνομιλούν με τα κρεμασμένα στους τοίχους έργα. Υπάρχει πάντα μια παράξενη τάξη-ακαταστασία, μια λοξή αρμονία που λίγο χάσκει, άλλοτε ήρεμα και άλλοτε ανησυχητικά, και παίρνει λίγο από την ατμόσφαιρα των έργων του.
Αν άλλαξε κάτι, αυτό είναι οι χρόνοι, δεν υπήρχε η φρενίτιδα της παραγωγής, υπήρχε ησυχία, εξού και τα έργα έχουν τη διάθεση του αναπτύγματος. Εμένα μου αρέσει να δουλεύω με σημειώσεις και, αφού δεν υπήρχε de facto χρόνος παράδοσης, μπόρεσα να ασχοληθώ με μια άλλη προοπτική, να κάνω πράγματα που ζυμώνονται και με τον χρόνο.
Αυτήν τη φορά, εκεί, στον δεύτερο χώρο του στούντιο, ο Γιάννης στέκεται μέσα σε έναν πορτοκαλεώνα, σαν να κύλησαν τα πορτοκάλια από τα τελάρα και έχουν βρεθεί μπροστά στα πόδια του – είναι 200 γλυπτά ζουμερά «μήλα των Εσπερίδων», μέρος της εγκατάστασης που θα συνοδεύει τη νέα του έκθεση, που θα δούμε στην γκαλερί The Breeder από τις 18 Μαρτίου. Η νέα δουλειά του Γιάννη Βαρελά, «Double Blind», δανείζεται τον τίτλο από τις διπλές τυφλές κλινικές μελέτες στις οποίες ούτε οι συμμετέχοντες ούτε οι πειραματιστές γνωρίζουν ποιος λαμβάνει μια συγκεκριμένη θεραπεία. Σε τέτοιες μελέτες, οι ερευνητές μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτό που είναι γνωστό ως εικονικό φάρμακο, συνήθως μια αδρανή ουσία, όπως ένα χάπι ζάχαρης, ένα placebo. Η μέθοδος επιλέγεται ώστε να μην μπορεί εύκολα κανένα από τα μέρη που συμμετέχουν να επηρεάσει το αποτέλεσμα ή να υπάρξει οποιαδήποτε προκατάληψη στην εξέλιξη της έρευνας.
Ο Βαρελάς είναι συνήθως λιγομίλητος όταν στέκεσαι μπροστά στα έργα του, σε αφήνει στην ησυχία σου, να πλησιάσεις και να απομακρυνθείς, κάποια στιγμή αρχίζει να μιλά χωρίς να περιμένει να ρωτήσεις, απαλλάσσοντάς σε από το άγχος της «σωστής ερώτησης». Για όσους έχουν παρακολουθήσει τη δουλειά ενός καλλιτέχνη που περισσότερο από κάθε άλλον της γενιάς του έχει εκθέσει σε μεγάλα μουσεία, γκαλερί και ιδρύματα και έχει πάρει μέρος σε μεγάλες φουάρ παγκοσμίως, αλλά και για όσους βλέπουν πρώτη φορά τα έργα του, υπάρχει πάντα μια ιστορία, μια αφήγηση που συνδέεται με το παρελθόν, αλλά στέκει αυτόνομα στο παρόν και έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο, τα μύχια και τη διάσταση της φύσης του.
Οι μεγάλες συνθέσεις στους πίνακες μπροστά μου, με εκτυφλωτικά χρώματα, σε προκαλούν να τις διαβάσεις. Όσο ανοιχτός είσαι σε αναγνώσεις, τόσο περισσότερα θα δεις, τόσο αλλιώτικα και παράταιρα θα συνδέσεις, θα κάνεις το δικό σου φανταστικό και φαντασιακό ταξίδι.
Μπορείς να βυθιστείς στο παχύφυλλο φόντο, στις κυρίαρχες ακίνητες φιγούρες που ποζάρουν σε κλασικές πόζες αλλά και στα στοιχεία του συντακτικού του Βαρελά, αυτά που έχουν περάσει από την προηγούμενη δουλειά του –το «Anima I»– και σε αυτήν, άσπρα πλαστικά βάζα με πλαστικά λουλούδια, πορτοκάλια, σπίτια μακρόστενα με μυτερές σκεπές, πολύχρωμες ομπρέλες παραλίας, εύκαμπτες αφηρημένες φόρμες. Υπάρχει κάτι «άβολο» στην ατμόσφαιρα, τη δημιουργούν τα πρόσωπα που «ρέουν», χωρίς να μπορείς να καταλάβεις αν αγωνιούν ή αδιαφορούν, αν ανησυχούν ή είναι ενοχλημένα, στερεωμένα σχεδόν σε σώματα απαθή και μη πάσχοντα, ενώ περιβάλλονται από σημάδια που ορίζουν άλλοτε αξεπέραστα, πότε-πότε πεπερασμένα, τα σύνορα μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίωσης σε εικόνες που θυμίζουν την ηρεμία μιας εξωτικής παραλίας ένα δευτερόλεπτο πριν ξεσπάσει ένα φονικό τσουνάμι.
«Οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται μέσα στη φαντασίωσή τους», λέει ο καλλιτέχνης, «με μια διάθεση εξωτική και λίγο αναχωρητική. Αυτό που τους καταπιέζει και δεν μπορούν να λειτουργήσουν μέσα σε αυτήν είναι η ίδια η “κανονική” τους κατάσταση, η αδυναμία να αποδράσουν από την πραγματικότητα του εγώ που τους καταπιέζει και τους καταπίνει. Οι ίδιοι αυτοί είναι οι δημιουργοί της δυστοπίας και του εγκλωβισμού τους. Και είναι η ίδια η φαντασίωση που τους συμπεριφέρεται έτσι, τους ζορίζει και τους περιβάλλει με τρόπο περίεργο, αφού, ενώ θέλησαν τόσο πολύ να μπουν σε αυτήν, δεν μπορούν να ξεπεράσουν τον αληθινό τους εαυτό. Έτσι, ενώ εκ πρώτης η φαντασίωση φαίνεται ειδυλλιακή, αυτοί μεταφέρουν την εμπειρία του εαυτού που, ενώ φαντάζονται ότι είναι κάτι άλλο, δεν μπορούν να ξεπεράσουν τη συνθήκη που έχουν οι ίδιοι δημιουργήσει. Και ενώ μας κοιτάζουν από αυτό το περιβάλλον, γίνεται ένα double blind παιχνίδι, όπου θεατής, φιγούρες και φόντο βρίσκονται σε μια διαδικασία διαρκούς μετατόπισης σε ένα νοητικό και φαντασιακό αφήγημα».
Ο Βαρελάς έφτασε στην Αθήνα από το Λος Άντζελες τον περασμένο Μάρτιο, για να μετακομίσει σε νέο σπίτι και να επιστρέψει. Τα σύνορα έκλεισαν και από τότε είναι εδώ, στο στούντιό του, σε μια ζόρικη, όπως λέει, συνθήκη, μια κατάσταση πρωτόγνωρη και περίεργη, που, παρά την έντασή της, δεν επηρέασε τον τρόπο της δουλειάς του, παρά μόνο ως προς τους χρόνους.
«Όπου κι αν βρίσκομαι, έχω ένα πρότζεκτ και το υλοποιώ» λέει. «Αν άλλαξε κάτι, αυτό είναι οι χρόνοι, δεν υπήρχε η φρενίτιδα της παραγωγής, υπήρχε ησυχία, εξού και τα έργα έχουν τη διάθεση του αναπτύγματος. Εμένα μου αρέσει να δουλεύω με σημειώσεις και, αφού δεν υπήρχε de facto χρόνος παράδοσης, μπόρεσα να ασχοληθώ με μια άλλη προοπτική, να κάνω πράγματα που ζυμώνονται και με τον χρόνο».
Πριν από ενάμιση χρόνο ο Γιάννης Βαρελάς με την έκθεση «Anima I» δημιούργησε ένα πεδίο χαρτογραφημένο με στοιχεία που υποδείκνυαν μια πληροφορία για το θέμα του έργου, για μια κεντρική φιγούρα. Μιλούσε για την ταυτότητα, σήμερα στο «Double Blind» μιλά για το φαντασιακό πεδίο των ανθρώπων, το πού βρίσκονται ή πού θέλουν να βρίσκονται, οπότε οι εικόνες του λειτουργούν ως σύνολο αποτύπωσης μιας συγκεκριμένης συνθήκης που εμπεριέχει και όλη τη λογική του τοπίου, με εικόνες πιο «κλασικές» και πιο ολοκληρωμένες.
«Ένας γενικός κανόνας στη δική μου παρατήρηση είναι οι αποτυπώσεις, αυτό που αποτυπώνει ο άνθρωπος γενικότερα, σε επίπεδο υπαρξιακό, πώς ζει στη ζωή του. Οπότε και η παιδική ζωγραφική και η έννοια της ταυτότητας και η τωρινή μου δουλειά έχει σχέση με τις αποτυπώσεις που προέρχονται είτε από προσωπικές εμπειρίες είτε παράγονται από ένα ον που προσπαθεί να εκφραστεί» λέει ο Βαρελάς. «Στη δική μου αποτύπωση αλλάζουν η θέση του παρατηρητή και η διάταξη των πραγμάτων και κάπως έτσι συνεχίζω, ψάχνοντας τι μπορεί αυτή να σημαίνει είτε ως αφήγηση, ως τραύμα, ως εμπειρία καλή και πάει λέγοντας».
Στο έργο του Βαρελά, η παραμορφωτική διάθεση, που δίνει και μια γλυπτική διάσταση στα έργα, συνυπάρχει με ευχάριστα φωτεινά χρώματα, άκακα λιοντάρια, ηλιόλουστα περιβάλλοντα, με στοιχεία ρεαλιστικά, αντικείμενα που για καθέναν έχουν άλλη σημασία και συγκροτούν έναν κόσμο ευχάριστο και ανυπόφορο την ίδια στιγμή.
«Και στη συγκεκριμένη και στην προηγούμενη δουλειά υπάρχουν αφορμές ρεαλιστικές και η αφήγηση επηρεάστηκε από τις καταστάσεις όπως δημιουργήθηκαν. Σαφώς πρόκειται για επινοημένα περιβάλλοντα, αλλά έχουν ένα έναυσμα ρεαλιστικό. Ακόμα και η δουλειά με την παιδική ζωγραφική είχε ένα κομμάτι ρεαλιστικό, είτε με μιμήσεις είτε με μεταφορές. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, πάντα έχεις μια σχέση με την πραγματικότητα που έχεις βιώσει σαν κανονικό σχήμα στη ζωή σου, δεν θα μπορούσες να μην έχεις.
Αυτό είναι και μια θέση, ο άνθρωπος παρατηρεί. Δεν μπορεί να αγνοήσει αυτό που βλέπει, μπορεί να το επεξεργαστεί ή να το μεταμορφώσει, να το απορρίψει, αλλά πάντα ξεκινά από κει, από το αντικείμενο της επιστασίας του. Μάλιστα, όσο εκπαιδεύεις το μάτι σου να βλέπει πράγματα, αρχίζεις να διαπιστώνεις διαφορετικές λεπτομέρειες, υφές, πάντα είναι κάτι απέναντί σου που το κοιτάς με ενδιαφέρον και πριν απ’ όλα ο άνθρωπος, αυτός είναι πάντα εκεί, αυτό είναι το θέμα μου».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.