Ελλάδα… Ω, είναι αγάπη μου. Νιώθω σαν να γεννήθηκα εδώ. Νομίζω ότι κάθε καλλιτέχνης που ανακαλύπτει την Ελλάδα πρέπει να αισθάνεται το ίδιο… »
Έτσι γράφει ο Αμερικανοϊάπωνας καλλιτέχνης Ισάμου Νογκούτσι για την Ελλάδα που επηρέασε καταλυτικά όχι μόνο το έργο αλλά και τον τρόπο που αντιλαμβανόταν τον κόσμο στην ολότητά του. Όταν το 2010 το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Άνδρου παρουσίασε για πρώτη φορά τα έργα του στην Ελλάδα, με τίτλο της έκθεσης «Ισάμου Νογκούτσι: Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση», η σύνδεση των πολιτισμών, και οι επιρροές του ήταν καθαρές και ευανάγνωστες. Και έδειχναν τη μεγάλη και σοβαρή σχέση με την Ελλάδα και την αρχαία ελληνική γλυπτική.
Στην τέχνη, η διπλή καταγωγή του Νογκούτσι ήταν αυτή που του επέτρεψε να συνδυάσει δημιουργικά στοιχεία, φαινομενικά ετερόκλητα, που ενώνουν τους δυο πολιτισμούς. Ωστόσο ο πλούτος των επιρροών από καλλιτέχνες και διαφορετικές σχολές αντί να τον δεσμεύσουν τον οδήγησαν σε ένα δρόμο καλλιτεχνική αυτονομίας και ανεξαρτησίας. Ο Νογκούτσι δε προσχώρησε ποτέ σε κάποιο συγκεκριμένο καλλιτεχνικό κίνημα, αλλά στη δουλειά του «διαβάζει» κάποιος τον βιομορφισμό των σουρεαλιστών και την ανατολική καλλιγραφία, την αρχαία ελληνική γλυπτική και τον Μπρανκούζι του οποίου η έκθεση το 1926 στη Νέα Υόρκη ήταν αυτή που άλλαξε βαθιά την καλλιτεχνική του κατεύθυνση.
Με την υποτροφία John Simon Guggenheim, ο Νογκούτσι πήγε στο Παρίσι και το 1927 εργάστηκε στο στούντιο του Μπρανκούζι. Επηρεάστηκε βαθιά από το έργο του και στράφηκε στον μοντερνισμό και την αφαίρεση, εμποτίζοντας τα εξαιρετικά φινιρισμένα κομμάτια του με μια λυρική και συναισθηματική εκφραστικότητα και με μια αύρα μυστηρίου.
Στην Ελλάδα ο Νογκούτσι βρήκε τον τόπο μέσα στον οποίο ισορροπούσε τον λεπτοφυή συναισθηματισμό της Ανατολής και τον στιβαρό ορθολογισμό της Δύσης για να δημιουργήσει ένα έργο ταυτόχρονα λεπτό και τολμηρό, παραδοσιακό και μοντέρνο, που έθεσε ένα νέο πρότυπο για την επανένταξη των τεχνών.
«Ο Μπρανκούζι έκανε αφηρημένη τέχνη. Έτσι κι εγώ ξεκίνησα από την αφηρημένη τέχνη. Ωστόσο, εξακολουθώ να πιστεύω ότι ο Μπρανκούζι επηρεάστηκε πολύ περισσότερο από την ελληνική τέχνη των προ-κλασικών χρόνων, από την αφρικανική τέχνη, η οποία θεωρείται η φυσική γενέτειρα της αφηρημένης τέχνης», γράφει.
Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ο Νογκούτσι σε όλη τη διάρκεια της μακράς πορείας του με τη δουλειά του απεικόνισε το σύγχρονο με την καθαρότητα, τη λιτότητα και την απλότητα του αρχαϊσμού, ανάπλασε τοπία, κήπους, παιδότοπους και χώρους αναψυχής σε διάφορες χώρες της Ασίας και της Αμερικής, ενώ τα πρωτοποριακά αντικείμενα που σχεδίασε επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό το σύγχρονο ντιζάιν.
Καλλιτέχνης με διπλή καταγωγή, ο Νογκούτσι με ένα μικρό όνομα που σημαίνει «Κουράγιο» (勇), γεννήθηκε το 1904 στο Λος Άντζελες και ήταν παιδί του Ιάπωνα ποιητή Γιόνε Νογκούτσι και της Αμερικανίδας συγγραφέως Λέονι Γκίλμουρ. Η αδερφή του Άιλς Γκίλμουρ ήταν πρωτοπόρος του αμερικανικού κινήματος σύγχρονου χορού τη δεκαετία του 30 και ένα από τα πρώτα μέλη της εταιρείας χορού που ίδρυσε η Μάρθα Γκράχαμ, με την οποία ο Νογκούτσι είχε μια μακροχρόνια συνεργασία από το 1935, σκηνογραφώντας τις παραστάσεις της και ερευνώντας τα ζητήματα του χώρου, των σωμάτων και των αντικειμένων.
«Ενδιαφέρομαι για τον γύρω χώρο, το διάστημα που περιβάλλει τα αντικείμενα - με ενδιαφέρει κι η κίνηση ανθρώπων σε σχέση με αυτά μέσα στον χώρο. Υπάρχει κάποιου είδους μαγεία σε αυτό. Είναι σαν να εφευρίσκεται μια σειρά, μια τάξη πραγμάτων. Πιστεύω ότι υπάρχει μια μυσταγωγική σχέση ανάμεσα στον χώρο, τα αντικείμενα και την κίνηση των θεατών, είτε γίνεται αυτό αντιληπτό είτε όχι. Κάθε καλλιτέχνης που εργάζεται σε αυτόν τον τομέα προσπαθεί να ερμηνεύσει αυτή τη σχέση με τον δικό του προσωπικό τρόπο. Είναι η σύνθεση και η ισορροπία αυτών των στοιχείων που δημιουργούν την ουσία του δράματος και - γιατί όχι; - την ουσία της ίδιας της ζωής», έγραφε.
Στην Ελλάδα ο Νογκούτσι βρήκε τον τόπο μέσα στον οποίο ισορροπούσε τον λεπτοφυή συναισθηματισμό της Ανατολής και τον στιβαρό ορθολογισμό της Δύσης για να δημιουργήσει ένα έργο ταυτόχρονα λεπτό και τολμηρό, παραδοσιακό και μοντέρνο, που έθεσε ένα νέο πρότυπο για την επανένταξη των τεχνών.
«Υπό τέτοιες συνθήκες, μπορώ να πω ότι έχω λίγη συνείδηση ενός Έλληνα… Ίσως αυτό μου επιτρέπει να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις με αγάπη και κατανόηση.», έγραψε.
Στο ψηφιοποιημένο αρχείο του ιδρύματος Νογκούτσι υπάρχουν επιστολές και σημειώσεις φύλλα αλληλογραφίας με Έλληνες φίλους του, καταγεγραμμένες εντυπώσεις και σημειώσεις που ο Ιάπωνας καλλιτέχνης ταξινομούσε σχολαστικά.
«Πίστεψα στον Απόλλωνα και στους θεούς του Ολύμπου πριν γνωρίσω κάτι άλλο» γράφει, ενώ κάτω από τον λαμπερό ήλιο της Ελλάδας αποτυπώνει αρχαϊκές φιγούρες, κίονες, μαρμάρινα πλακόστρωτα μονοπάτια, το θέαμα ανέγγιχτων τοπίων, μύθους, ιστορίες και ποιήματα, έννοιες, στοιχεία και εμπειρίες που ενσωματώνει και μεταφράζει συνεχώς στο δικό του καλλιτεχνικό έργο.
- [ ] «Σκέφτομαι την Ελλάδα με μεγάλη στοργή και θα ήθελα να την επισκεφθώ ξανά όπως συνήθιζα να κάνω κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50 όταν αγόραζα μάρμαρο από έναν Έλληνα έμπορο. Υπήρχε μια ομάδα καλλιτεχνών με μια γκαλερί - είχαν κι ένα περιοδικό στο οποίο αναδημοσίευαν τα έργα μου και η φίλη μου Νάτα Μελά που παντρεύτηκε τον γνωστό αρχιτέκτονα (εννοεί τον Άρη Κωνσταντινίδη) που έφτιαξε υπέροχα μέρη για τουρίστες ήταν μαζί τους, ήταν και ο κ. Καπράλος ( ο γλύπτης Χρήστος Καπράλος), και φυσικά κατά τα πρώτα χρόνια ο Χατζηκυριάκος Γκίκας και η σύζυγός του τους οποίους είχα προσκαλέσει σε μια ιταλική όπερα στην Σκάλα».
Ο Νογκούτσι ταξίδευε συχνά στην χώρα μας, μυήθηκε στη δημιουργική και πνευματική σκηνή της Ελλάδας κατά τις επισκέψεις του, δημιουργώντας ισχυρές φιλίες και δεσμούς. Διατηρούσε αλληλογραφία με πολλούς από τους φίλους που έκανε μέχρι το θάνατό του τον Δεκέμβριο του 1988. Στο τελευταίο του ταξίδι στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1988 είχε παρευρεθεί στο Συμπόσιο των Δελφών κατόπιν προσωπικής πρόσκλησης της επιμελήτριας Κατερίνας Κοσκινά.
«Έχετε πάει στους Δελφούς; Φυσικά κι έχετε πάει, αφού είστε Έλληνας. Τέλος πάντων, οι Δελφοί είναι το ιδανικό μέρος που μπορεί κανείς να δεί αυτό που περιγράφω για την σχέση χώρου, αντικειμένων και κίνησης, στην πιο τέλεια, την πιο ιδανική εφαρμογή του. Παρατηρήσατε πόσο αρμονικά συνδέεται ο χώρος με τα αντικείμενα και τις κινήσεις των ανθρώπων; Και πόσο τέλεια, πόσο σοφά ολόκληρο αυτό το τελετουργικό πλαισιώνεται από τη φύση; Κοιτάζοντας τα γύρω από τον χώρο μονοπάτια, δεν έχετε την εντύπωση ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι από εκείνα τα χρόνια που περπατούν ακόμα στους Δελφούς όπως τότε; Σα να απολιθώθηκε ο χρόνος πάνω στα μάρμαρα και τις πέτρες;»
Ο συγγραφέας, λογοτέχνης και κριτικός λογοτεχνίας, ο σημαντικός Έλληνας διανοούμενος Ζήσιμος Λορεντζάτος στέλνει στον Νογκούτσι τα Χριστούγεννα του 1969 το βιβλίο του “Αλφαβητάρι”, μια συλλογή με δέκα χαϊκού. Ο Νογκούτσι του απαντά:
Αγαπητέ κ. Λορεντζάτο,
Δεν μπορώ να σας ευχαριστήσω αρκετά που μου στείλατε το βιβλίο σας «Χαϊκού» στην ελληνική του έκδοση. Το ανακάλυψα κατά την επιστροφή μου από την Ιαπωνία πριν από περίπου 3 εβδομάδες. Αυτή η έκδοση είναι μια προσθήκη στους λόγους για τους οποίους πρέπει να είμαι ευγνώμων στον Έζρα Πάουντ. Θα πάρω το βιβλίο σας μαζί μου όταν επιστρέψω στην Ιαπωνία σε 2 εβδομάδες για να το δείξω στον μουσικό Τακεμίτσου που πιστεύω ότι θα κάνει τη μουσική για την διασκευή του Πάουντ στις «Τραχίνιες». (Ο Πάουντ μετέφρασε ο ίδιος τις «Τραχίνιες» του Σοφοκλή στα αγγλικά).
Με ευγνωμοσύνη και τις καλύτερες ευχές για το νέο έτος.
Isamu Noguchi
Με τον «Κολοσσό του Αμαρουσίου» του Χένρι Μίλερ υπό μάλης ο Νογκούτσι ταξιδεύει στην Ελλάδα, εκεί κάνει τη γνωριμία του με τον Γιώργο Κατσίμπαλη και περιγράφει γλαφυρά τη συνάντησή τους.
«Ταξίδευα με τον “Κολοσσό του Αμαρουσίου” του Χένρι Μίλερ και σύντομα συνάντησα τον ήρωά του, τον διανοούμενο συγγραφέα Γιώργο Κατσιμπάλη που με «μύησε» στο ούζο και τις λιχουδιές που σέρβιραν σε μικρά μαγαζάκια. Οι μονόλογοί του με πληθώρα απόψεων για την ιστορία και τα «κουτσομπολιά», μου έδωσαν πληροφορίες και γνώσεις που δεν θα μπορούσα να έχω αλλιώς. Εκτός ίσως από το βιβλίο του Μίλερ δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να επισκεφτώ την Πελοπόννησο παρά με ένα παλιό λεωφορείο που καταρρέει μεταξύ Ολυμπίας και Επιδαύρου. Όταν φτάνω σε αυτόν τον Ομφαλό του αρχαίου ελληνικού θεάτρου, ποιος άλλος εκτός από μένα θα μπορούσε να δει τους ήρωες πιο ξεκάθαρα; Ποιος άλλος εκτός από εμένα που είχα ήδη σχεδιάσει τόσα πολλά σκηνικά για τον μεγάλο Ελληνικό κύκλο των μπαλέτων της Μάρθα Γκράχαμ;
» Εξ άλλου, ανατράφηκα από την μητέρα μου με πίστη στον Θεό Απόλλωνα, όχι στον Χριστό, υπήρχε μια σχεδόν αφόρητη οικειότητα μεταξύ μας και δεν χρειαζόμουν ποτέ επιβεβαίωση. Εκτός από αυτήν που πηγάζει από την απόλαυση της αναγνώρισης και την ευγνωμοσύνη για όλη την ζωή.
» Είχα κάνει τα σκηνικά για τον Στραβίνσκι και Ορφέα του Μπαλανσίν μόλις την προηγούμενη χρονιά. Το 1956 θα έκανα την Κλυταιμνήστρα για τη Μάρθα (Γκράχαμ) κι ανακαλούσα στην μνήμη μου την Πύλη των Λεόντων και το τοπίο των Μυκηνών».
Ο Ισάμου Νογκούτσι, ένας καλλιτέχνης του κόσμου, ταξίδεψε σε όλη του τη ζωή και αγάπησε με πάθος την Ελλάδα. Στα τελευταία του χρόνια συντηρούσε στούντιο τόσο στην Ιαπωνία όσο και στη Νέα Υόρκη. Επηρεάστηκε από τον αντίκτυπο μεγάλων δημοσίων έργων στο Μεξικό, τα γήινα κεραμικά και τους γαλήνιους κήπους στην Ιαπωνία, τις λεπτές τεχνικές πινέλου μελάνης στην Κίνα, την καθαρότητα του μαρμάρου στην Ιταλία και από το ελληνικό μέτρο και κάλλος. Ενσωμάτωσε όλες αυτές τις εντυπώσεις στο έργο του, στο οποίο χρησιμοποίησε ένα ευρύ φάσμα υλικών, όπως ανοξείδωτο ατσάλι, μάρμαρο, χυτοσίδηρο, ξύλο balsa, χαλκό, φύλλο αλουμινίου, γρανίτη και νερό.
Το έργο του Νογκούτσι δεν ήταν γνωστό στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι το 1940, όταν ολοκλήρωσε ένα μεγάλης κλίμακας γλυπτό που συμβολίζει την ελευθερία του Τύπου, το οποίο τέθηκε σε λειτουργία το 1938 για το Associated Press Building στο Rockefeller Center της Νέας Υόρκης. Αυτό ήταν το πρώτο από τα πολυάριθμα διάσημα δημόσια έργα σε όλο τον κόσμο, που εκτείνονται από παιδικές χαρές έως πλατείες, κήπους έως σιντριβάνια, και όλα αντανακλούν την πίστη του στην κοινωνική σημασία της γλυπτικής. Στη δεκαετία του 1960, ο Νογκούτσι άρχισε να συνεργάζεται με τον χαράκτη Masatoshi Izumi στο νησί Shikoku της Ιαπωνίας, μια συνεργασία που θα συνεχιζόταν και για το υπόλοιπο της ζωής του. Από το 1961 έως το 1966, δούλεψε σε μια παιδική χαρά με τον αρχιτέκτονα Louis Kahn.
Το 1985, ο Νογκούτσι άνοιξε το Μουσείο Κήπου Isamu Noguchi (τώρα γνωστό ως Μουσείο Noguchi), στο Long Island City της Νέας Υόρκης. Το Μουσείο, που ιδρύθηκε και σχεδιάστηκε από τον καλλιτέχνη, σηματοδότησε το αποκορύφωμα της δέσμευσής του στους δημόσιους χώρους. Βρίσκεται σε ένα βιομηχανικό κτίριο της δεκαετίας του 1920 απέναντι από το οποίο ο καλλιτέχνης είχε ιδρύσει ένα στούντιο το 1960, διαθέτει έναν γαλήνιο υπαίθριο κήπο γλυπτικής και πολλές γκαλερί που εμφανίζουν το έργο του, μαζί με φωτογραφίες, σχέδια και μοντέλα από την καριέρα του.
To φωτογραφικό υλικό και τα κείμενα του Νογκούτσι που έχουν μεταφραστεί προέρχονται από τη δημοσίευση την έρευνας που έκαναν για τη σχέση του Νογκούτσι με την Ελλάδα και δημοσιεύθηκε στο site του Ιδρύματος του Ιάπωνα καλλιτέχνη με τίτλο “Noguchi in Greece, Greece Within Noguchi By Objects of Common Interest”, οι Έλληνες designers Ελένη Πεταλωτή και Λεωνίδας Τσαμπούκης.
Ελληνικά κείμενα και μεταφράσεις: Αργυρώ Μποζώνη