Ο κινηματογράφος οφείλει την ύπαρξή του σε μια ατέλεια του ανθρώπινου ματιού, το λεγόμενο μεταίσθημα ή μετείκασμα, καθώς η κινηματογραφική ταινία δεν είναι τίποτε άλλο από μια σειρά ακίνητων φωτογραφιών που τραβήχτηκαν σε ίσα μεταξύ τους χρονικά διαστήματα και ανέλυσαν μια κίνηση που συνέλαβαν. Επομένως, το σινεμά είναι στην ουσία ένα κολάζ εικόνων που προβάλλονται σε μια οθόνη με μεγάλη ταχύτητα.
Ο Δήμος Τσορμπατζόγλου δημιουργεί κολάζ από το 2007 με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Με πρώτη ύλη χαρτιά, παλιές ταπετσαρίες, ψαλίδια και κόλλες συνθέτει εικόνες πάνω σε καμβά με μια τεχνική ιδιαίτερη που εμπεριέχει στοιχεία μωσαϊκού (www.papermosaic.gr). Τα «θερινά αστέρια» είναι μια σειρά από πορτρέτα Ελλήνων και ξένων ηθοποιών που θα εκτεθούν για δέκα μέρες στο ιδανικό τους περιβάλλον, σε έναν θερινό κινηματογράφο.
Στη Ριβιέρα της Αθήνας θα συναντηθούν η Μελίνα Μερκούρη, ο Γκρέγκορι Πεκ, η Μέριλιν Μονρόε, ο Πολ Νιούμαν και πολλοί άλλοι από τις 10 ως τις 19 Σεπτεμβρίου. Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν την Παρασκευή 10/9, παρουσία του καλλιτέχνη και του Σοστακόβιτς, του «διάσημου» γάτου του.
«Με το κολάζ, στη μορφή και την τεχνοτροπία που έχει τώρα, άρχισα να δουλεύω το 2007», λέει ο Δήμος. «Το ξεκίνησα για μένα, κάτι σαν εργόχειρο, σαν ασχολία για το σπίτι. Τηλεόραση δεν είχα για πολλά χρόνια και προτιμούσα να ασχολούμαι με άλλα πράγματα, πιο εποικοδομητικά και δημιουργικά: τα φυτά μου, το ενυδρείο ή κατασκευές.
Ένα από αυτά ήταν και το ψηφιδωτό. Ψηφιδωτό κανονικό, με πετρώματα που έκοβα στο χέρι. Ξεκίνησα φτιάχνοντας πορτρέτα Φαγιούμ και στην πορεία προτίμησα πιο σύγχρονα σχέδια, κυρίως πρόσωπα φίλων από δικές μου φωτογραφίες, που δούλευα με μαύρο και λευκό μάρμαρο. Πολύ σύντομα όμως κουράστηκα. Το ψηφιδωτό, αν δεν έχεις εργαστήριο ή έναν ιδιαίτερο χώρο για να δουλεύεις, δεν είναι και το πιο πρακτικό είδος τέχνης για να ασχοληθείς.
Όπως και να έχει, στην ουσία το χαρτί «νίκησε» την πέτρα. Όπως στο πέτρα-ψαλίδι-χαρτί, έτσι και γω συνέχισα να φτιάχνω ψηφιδωτά-κολάζ χωρίς να υπάρχει η κλασική, ας πούμε, αίσθηση του κολάζ, δηλαδή της σύνθεσης μιας εικόνας από άλλες, διαφορετικές εικόνες ή τμήματα αυτών που συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν μια ιδέα, ένα άλλο έργο τέχνης.
Η πέτρα είναι βαρύ, σκληρό υλικό και, όταν θρυμματιζόταν, γέμιζε το σπίτι. Συχνά πυκνά πατούσα με γυμνά πόδια θραύσματα. Ήταν αστείο, αλλά ταυτόχρονα εκνευριστικό σε έναν βαθμό.
Έχω ημιτελή έργα που ίσως κάποια στιγμή τα τελειώσω, δεν ξέρω.
Μετά από καιρό αποτύπωσα ένα από τα σχέδια σε καμβά και ξεκίνησα να το δουλεύω, αντικαθιστώντας τις μαρμάρινες ψηφίδες με χάρτινες. Ήταν έμπνευση της στιγμής, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη.
Το χαρτί, λόγω δουλειάς, το γνώριζα. Είναι υλικό ευέλικτο, με απίστευτες δυνατότητες στην εφαρμογή του και δίνει ένα αποτέλεσμα εξαιρετικό. Ως συντηρητής χειρογράφων έχω πιάσει χαρτιά αιώνων, δουλεύοντας στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους, και πάντα έμενα έκπληκτος με την αντοχή του, παρά την πάροδο τόσων χρόνων. Τα μεταγενέστερα βιομηχανικά χαρτιά υστερούν πολύ, βέβαια, σε αντοχές.
Τα τελευταία χρόνια εργάζομαι στο Τμήμα Διαχείρισης Ιστορικού Αρχείου Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, όπου υπάρχουν έγγραφα από την ίδρυση της Γενικής Εφορείας Αρχαιοτήτων το 1834. Εκεί οι οξειδώσεις στα χαρτιά είναι πολύ πιο έντονες απ’ όσο σε χειρόγραφα του δέκατου πέμπτου αιώνα ή και παλιότερων χειροποίητων χαρτιών.
Το καλό με την ιδιότητα του συντηρητή είναι ότι προσπαθώ να προστατέψω τα έργα ώστε να διατηρηθούν περισσότερο στο χρόνο. Εφαρμόζω, για παράδειγμα, υγρά φίλτρα για προστασία από την ακτινοβολία UV.
Όπως και να έχει, στην ουσία το χαρτί «νίκησε» την πέτρα. Όπως στο πέτρα-ψαλίδι-χαρτί, έτσι και γω συνέχισα να φτιάχνω ψηφιδωτά-κολάζ χωρίς να υπάρχει η κλασική, ας πούμε, αίσθηση του κολάζ, δηλαδή της σύνθεσης μιας εικόνας από άλλες, διαφορετικές εικόνες ή τμήματα αυτών που συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν μια ιδέα, ένα άλλο έργο τέχνης. Αυτός είναι ο λόγος που προτιμώ το paper mosaic από το κολάζ, αφού πρόκειται ξεκάθαρα για μωσαϊκά από χαρτί.
Δουλεύω τοπία, φιγούρες, αλλά κυρίως πορτρέτα. Με τα βλέμματα έχω μεγάλο έρωτα. Κάνω μεγέθυνση του σχεδίου σε τελάρο με καμβά και ξεκινάω πάντα από τα μάτια. Αν δεν με “κοιτάξει” το πρόσωπο που φτιάχνω, το θεωρώ μεγάλη αποτυχία, το παρατάω ή το πιάνω από την αρχή.
Έχοντας μεγάλο φόβο και ανασφάλεια έκανα την πρώτη μου έκθεση στη Θεσσαλονίκη το 2010 με έργα που δούλευα, χωρίς να έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι θα εκτεθούν κάπου εκτός από το ίδιο μου το σπίτι.
Με παρακίνησαν φίλοι να το κάνω, που έρχονταν σπίτι, τα έβλεπαν και τους άρεσαν πολύ. Μου το έλεγαν καιρό, αλλά στο πλαίσιο της ανασφάλειας που προανέφερα σκεφτόμουν ότι είναι φίλοι, τους αγαπώ, με αγαπάνε, είναι απλώς ευγενικοί και μου χαϊδεύουν και λίγο τα αυτιά.
Είχαν όμως δίκιο τελικά, γιατί άκουσα όμορφα πράγματα και από κόσμο που δεν με γνώριζε και όλο αυτό μου έδωσε ένα μεγάλο πουσάρισμα για να συνεχίσω.
Ακολούθησε έκθεση στην Αθήνα, ξανά στη Θεσσαλονίκη και πολλές συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις σε Μύκονο, Αϊντχόφεν, Μιλάνο, Δουβλίνο και Βρυξέλλες. Στις ομαδικές εκθέσεις του International Collage Festival “Collagistas” είχα την τύχη να γνωρίσω καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, που ασχολούνται αποκλειστικά με το κολάζ. Έχουμε γίνει σχεδόν σαν οικογένεια και ανυπομονούμε να περάσει όλη αυτή η κατάσταση της πανδημίας για να βρεθούμε ξανά όλοι μαζί, καθώς είναι η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που, λόγω περιορισμών, αναβλήθηκε το προγραμματισμένο φεστιβάλ που θα γινόταν στη Μαδρίτη.
Δουλεύοντας κυρίως με κόσμο από το εξωτερικό έστειλα έργα σε Ολλανδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στο Ισραήλ, αφήνοντας κατά κάποιον τρόπο σε δεύτερη μοίρα το ενδεχόμενο μιας έκθεσης.
Και εκεί, σαν από μηχανής θεά, ήρθε η Πέγκυ Ρίγγα, στέλνοντάς μου μήνυμα ένα βράδυ για να μου προτείνει τη συγκεκριμένη έκθεση στη Ριβιέρα. Είχα κάνει δυο-τρία πορτρέτα ηθοποιών στο παρελθόν. Τα είδε και σκέφτηκε ότι η κατάφυτη θερινή Ριβιέρα στο κέντρο της Αθήνας θα ήταν το ιδανικό μέρος για να συναντηθούν κάποια μεγάλα αστέρια του κινηματογράφου. Έτσι ακριβώς προέκυψε και ο τίτλος “Étoiles d’ été”.
Μου έθεσε, βέβαια, έναν όρο. Στα εγκαίνια να έχω συνοδοιπόρο τον γάτο μου, τον Σοστακόβιτς, που του έχει μεγάλη λατρεία. Ο Σοστακόβιτς είπε αβίαστα ένα μεγάλο “ναι”, έτσι επισημοποιήθηκε το γεγονός και ξεκίνησα να δουλεύω πορτρέτα της Μέριλιν Μονρόε, του Πολ Νιούμαν, της Ρόμι Σνάιντερ και άλλων διάσημων και αγαπημένων».
«Étoiles d’ été» του Δήμου Τσορμπατζόγλου, Ριβιέρα, Βαλτετσίου 46, Εξάρχεια, 10-19/9