Κανένας δεν είχε δει μέχρι πρόσφατα τα κολάζ του Τζιμ Τζάρμους. Ο σκηνοθέτης, του οποίου οι πρωταγωνιστές περιπλανιούνται στις πιο περίεργες γωνιές του κόσμου για να συναντηθούν με το απρόοπτο και το παράξενο της ζωής και του θανάτου, τα τελευταία είκοσι χρόνια είναι ένας αθόρυβος δημιουργός κολάζ, συνθέτοντας εικόνες που θυμίζουν τις ταινίες του, αδιέξοδες και αποκαλυπτικές, με κομμάτια χαρτιού από εφημερίδες σε λεπτά σέπια χαρτόνια.
Για πρώτη φορά τα εκθέτει μέχρι τις 30 Οκτωβρίου στην γκαλερί James Fuentes της Νέας Υόρκης και λέει ότι είναι ένα είδος διασκέδασης γι' αυτόν η δημιουργία μικρών ονειρικών κόσμων, στους οποίους μπαίνει για να ηρεμήσει και να ξεφύγει, και οι φέρουν τον τίτλο «Newsprint Collages».
«Δεν αναλύω τα κολάζ μου ούτε τα σκέφτομαι πολύ κριτικά. Όλα προέρχονται από εφημερίδες. Το φυσικό υλικό του χαρτιού των εφημερίδων σχεδόν έχει ξεπεραστεί, κι αυτό το βρίσκω ενδιαφέρον. Τώρα τα νέα μάς μεταδίδονται με πολλούς άλλους τρόπους, κυρίως ψηφιακούς.
Ο τρόπος με τον οποίο φτιάχνω τα κολάζ μου προσφέρει μια εικόνα της δημιουργικής διαδικασίας που συνήθως ακολουθώ. Είτε γράφω ένα σενάριο, είτε συνθέτω ένα μουσικό κομμάτι, είτε γυρίζω μια ταινία, πάντα σχεδιάζω τις παραλλαγές και τις επαναλήψεις. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πολύ συχνά προσπαθώ να τοποθετήσω φαινομενικά διαφορετικά στοιχεία το ένα δίπλα στο άλλο.
Ξεκινάω πάντα με κάτι που παίρνει αρκετό καιρό, τη συλλογή υλικών που σχετίζονται με κάποια ιδέα που αρχίζει να σχηματίζεται στο μυαλό μου. Μόλις συγκεντρώσω αρκετά, τότε κάθομαι και, ας πούμε, γράφω ένα σενάριο με βάση αυτά. Δεν ακολουθώ ακριβώς την ίδια διαδικασία με κάθε μέσο, αλλά σίγουρα η δουλειά μου καθορίζεται από τον τρόπο συγκέντρωσης των υλικών πριν από την παραγωγή», εξηγεί ο Τζάρμους.
Στα κολάζ του τού αρέσει να αφαιρεί κεφάλια, αφήνοντας ένα κενό, και να τα βάζει σε σώματα άλλων ανθρώπων ή ζώων. Για παράδειγμα, αντικαθιστά τα κεφάλια των παγκόσμιων ηγετών με αυτά του Πικάσο ή του Μπασκιά. Μέχρι σήμερα έχει δημιουργήσει περισσότερα από 500 κολάζ και η μονογραφία του που δημοσιεύτηκε αυτόν τον μήνα από τις εκδόσεις Anthology συγκεντρώνει τα πιο πρόσφατα παραδείγματα, που έγιναν τα τελευταία επτά χρόνια.
Ο Τζάρμους λέει ότι είδε τον Ουίλιαμ Μπάροουζ να φτιάχνει τα λευκώματα και τα σημειωματάριά του, ενώ δούλευε στο σετ της ταινίας «Burroughs: The Movie» το 1983. Ήταν γεμάτα αποκόμματα, με τα οποία χειριζόταν εκ νέου τόσο τις πληροφορίες όσο και τις λέξεις. Εκείνος και ο ζωγράφος, συγγραφέας και πρωτοπόρος εξερευνητής του ήχου Μπρίον Γκίζιν χρησιμοποίησαν αυτές τις μεθόδους για να δημιουργήσουν τα δικά τους κείμενα. «Το να τους βλέπω από κοντά επηρέασε τον τρόπο που εργάζομαι και, φυσικά, τα κολάζ που φτιάχνω σήμερα. Ήμουν πολύ τυχερός που πέρασα πολύ χρόνο με τον Μπάροουζ».
Μέσα στην πανδημία ο Τζάρμους απομονώθηκε στο σπίτι του, στο Catskills, 160 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Νέας Υόρκης, με τη γυναίκα του Σάρα Ντράιβερ, ηχογραφώντας μουσική και κάνοντας τέχνη.
Στα κολάζ του τού αρέσει να αφαιρεί κεφάλια, αφήνοντας ένα κενό, και να τα βάζει σε σώματα άλλων ανθρώπων ή ζώων. Για παράδειγμα, αντικαθιστά τα κεφάλια των παγκόσμιων ηγετών με αυτά του Πικάσο ή του Μπασκιά. Μέχρι σήμερα έχει δημιουργήσει περισσότερα από 500 κολάζ και η μονογραφία του που δημοσιεύτηκε αυτόν τον μήνα από τις εκδόσεις Anthology συγκεντρώνει τα πιο πρόσφατα παραδείγματα που έγιναν τα τελευταία επτά χρόνια.
Τα κολάζ του Τζάρμους είναι σουρεαλιστικά και αστεία και ταυτόχρονα διασκεδαστικά και τρομακτικά. Και του αρέσει να είναι τόσο μικροσκοπικά ώστε ο θεατής να σκύβει και να τα κοιτάζει από πολύ κοντά για να δει π.χ. μια μάσκα της μεξικάνικης Ημέρας των Νεκρών στο κεφάλι ενός πιανίστα, το ξανθό κεφάλι της Νίκο σε ένα ανδρικό σώμα με σακάκι και παπιγιόν, το κεφάλι της Γκλεν Γκλόουζ πάνω σε ένα σμόκιν, το κεφάλι ενός κογιότ στη θέση του κεφαλιού ενός συνεπιβάτη αυτοκινήτου.
Ο Τζάρμους δημιουργεί έναν κόσμο διαθλασμένης πραγματικότητας και ένα δικό του ειδησεογραφικό ημερολόγιο, στο οποίο αναμειγνύει ιστορικές περιόδους και γεγονότα, ακολουθώντας περίπου τη διαδικασία που ακολουθεί σε κάθε πρότζεκτ του, ακόμα και το πιο μικρό, με μια ελκυστική ευκολία που δεν μπορεί να έχει όταν κάνει τα γυρίσματα μιας μεγάλης παραγωγής.
«Έφτιαξα πολλά από αυτά τα τελευταία χρόνια, πριν πεθάνει η μητέρα μου, στο Κλίβελαντ. Έμενα μαζί της, στο σπίτι της, όπου είχα έναν χώρο και τα δούλευα. Με αυτόν τον τρόπο παραμερίζω τον πραγματικό κόσμο, να το πω έτσι», λέει στους ΝΥΤ.
Επιλέγει μόνο εφημερίδες, καθόλου περιοδικά, που αποθηκεύει στο γκαράζ του σε μεταλλικά συρτάρια, και έχει ένα ολόκληρο αρχείο με κεφάλια και εφημερίδες που ακόμα δεν έχει «ξεψαχνίσει». Τα δουλεύει οπουδήποτε, ακόμα και σε δωμάτια ξενοδοχείων, ανάμεσα στα αυστηρά χρονοδιαγράμματα των ταινιών του.
Ο Τζάρμους δουλεύει με τον παλιό τρόπο, ακολουθώντας τη μεγάλη παράδοση των κολάζ, και δεν είναι τυχαίο ότι ο αγαπημένος του καλλιτέχνης είναι ο Τζάσπερ Τζονς. Θαυμάζει τον Τζον Μπαλντεσάρι, που κάνει κάτι ακόμα πιο μικρό στα κολάζ του, το ελάχιστο: δεν αντικαθιστά πρόσωπα, αλλά βάζει στη θέση τους κύκλους από χρώμα.
Ο Τζάρμους αγαπά τα κολάζ του γιατί προέρχονται από κάτι εφήμερο, μια εφημερίδα που την επόμενη μέρα θα πεταχτεί και δεν θα έχει τόση σημασία. Λατρεύει τις εφημερίδες, κυρίως το να βλέπει σε παλιές ταινίες οτιδήποτε έχει σχέση με αυτές.
«Λατρεύω τις σκηνές με τα πιεστήρια και όλα αυτά που κυκλοφορούν στις παλιές ταινίες» λέει, ομολογώντας ότι το ψηφιακό είναι κάτι ψυχρό, αλλά δεν θέλει να μοιάζει με Λουδίτη, αφού οι τελευταίες του ταινίες γυρίστηκαν με ψηφιακές μηχανές. Τα κολάζ του είναι πάνω απ' όλα, το κομμάτι της παιδικότητας και του χιούμορ που έχει ανάγκη, ο τρόπος να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται, να υπονομεύει τα πράγματα γύρω του και τον εαυτό του.