ΧΘΕΣ ΠΕΘΑΝΑΝ ΔΥΟ ΕΠΙΦΑΝΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ από κορωνοϊό. Η είδηση μπορεί να είναι δημοσιογραφικά ελλιπής, δεν περιέχει όμως ψευδή στοιχεία. Τεχνικά, και η Ροζίτα Σώκου και ο Γιώργος Τράγκας καταρχήν δημοσιογράφοι υπήρξαν, παρότι η πρώτη είχε κατά καιρούς οικειοποιηθεί και μια σειρά από άλλες συγγενικές και μη ιδιότητες (μεταξύ άλλων: επιφανής cinéaste, πρώιμη τηλεπερσόνα, μεταφράστρια, θεατρολόγος, μέγιστη γκρούπι του Νουρέγιεφ) και ο δεύτερος έμοιαζε περισσότερο να λειτουργεί ως σκιώδης πολιτικός παράγοντας και ως one man παρακράτος.
Τεχνικά επίσης, και οι δύο κατέληξαν με τερματικό σταθμό τον Covid-19, γεγονός που για τον πρόεδρο των «Ελεύθερων Ανθρώπων» μοιάζει σαν ραντεβού (θανάτου) με την ύψιστη μορφή τραγικής ειρωνείας.
Είναι επίσης στατιστικά πολύ πιθανό να είχαν συναντηθεί τον περασμένο αιώνα σε κάποιο από τα πολλά και διάφορα μέσα που είχαν βρεθεί στη ζωή τους.
Κατά τα λοιπά, ουδεμία σχέση. Εκτός του ότι απείχαν ηλικιακά μεταξύ τους ένα τέταρτο του αιώνα (και μιάμιση γενιά), ήταν σα να αντιπροσώπευαν δύο διαφορετικές εποχές και δύο εκ διαμέτρου αντίθετες αντιλήψεις περί του δημοσιογραφικού «λειτουργήματος».
Ήταν περίπου βέβαιο, καθώς πλησίαζε το μοιραίο, πως για πολύ κόσμο όχι μόνο θα πήγαινε άκλαυτος αλλά και με συνοδεία από κατάρες αντί για ξόδι, λόγω της ψεκασμένης ρητορικής με την οποία «πήρε κόσμο στο λαιμό του».
Θα μπορούσε να φτάσει να πει κανείς μάλιστα ότι η κυριαρχία στο μιντιακό στερέωμα του ύφους και των τακτικών που μεταχειριζόταν ο εκλιπών για να κάνει την δουλειά του έδωσε τέλος και στα τελευταία προσχήματα που είχαν απομείνει για το σινάφι.
Φυσικά δεν ήταν ο μόνος υπεύθυνος, ούτε και ο χαμός του σημαίνει κάποιο τέλος εποχής. Οι επίγονοί του ζουν και βασιλεύουν και εξακολουθούν να λυμαίνονται τον χώρο, με λιγότερο κραυγαλέες μεθόδους, αλλά με τον ίδιο καιροσκοπικό κυνισμό.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα ιδιωτικά κανάλια τον αποχαιρέτησαν με τιμές πρωτοπόρου των σύγχρονων μέσων (αναγνωρίζοντας τη συμβολή του στην διαμόρφωση του χαρακτήρα τους), την ώρα που τα social media πλημμύριζαν από πανηγυρικές σχεδόν εκδηλώσεις μετά την αναγγελία του θανάτου του.
Ήταν περίπου βέβαιο, καθώς πλησίαζε το μοιραίο, πως για πολύ κόσμο όχι μόνο θα πήγαινε άκλαυτος αλλά και με συνοδεία από κατάρες αντί για ξόδι, λόγω της ψεκασμένης ρητορικής με την οποία «πήρε κόσμο στο λαιμό του».
Μου έκανε εντύπωση, πάντως, το πρωτοφανές μέγεθος της ιερής κατακραυγής απέναντι σε κάποιον που μόλις είχε πεθάνει. Ήταν σα να κατέπεσε ένα πολύ ισχυρό ταμπού. Υποτίθεται ότι είχαμε συμφωνήσει πως δεν κάνει να κακολογείς τον νεκρό, με το πτώμα ακόμα φρέσκο. De mortuis nil nisi bonum: Μόνο καλά να λες για τους νεκρούς.
Ήταν που ήταν όμως ετοιμόρροπη αυτή η σύμβαση, με τον θάνατο του Τράγκα κατέρρευσε εντελώς. Θυμάμαι ότι ακόμα και με τον Θέμο Αναστασιάδη είχε επικρατήσει μια σχετική διακριτικότητα στα social media, τουλάχιστον την πρώτη μέρα του θανάτου του. Με τον Τράγκα καμιά αναστολή, καμιά εκεχειρία, καμιά συγχώρεση, κανένα τυπικό δέος για το αμετάκλητο του θανάτου.
Περίεργο τέλος για κάποιον που η φωνή του σκίαζε κάποτε τα ερτζιανά απ’ άκρη σ’ άκρη στη χώρα και νόμιζες ότι θα δικάζει από το μικρόφωνο μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.