Αν ζηλεύουμε κάτι στις επιλογές εξόδου της Ισπανίας μάλλον είναι η παράδοση των tapas bar, το γεγονός πως διαθέτει πολλά μέρη στα οποία δεν πίνουν ξεροσφύρι. Ακόμα κι αν ένα μαγαζί δεν έχει αυτόν τον υπότιτλο, συνηθίζουν να συνδέουν το ποτό με το φαγητό.
Έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία αλλά ακόμα θυμάμαι εκείνο το φοιτητόμπαρο στη Γρανάδα όπου με δυο cañas μάς έβγαλαν και δυο bocadillos (σάντουιτς δηλαδή), εμείς τους λέγαμε πως δεν τα έχουμε παραγγείλει και εκείνοι επέμεναν ότι είναι για εμάς, μας εξηγούσαν ότι θα μας τα σέρβιραν έτσι κι αλλιώς. Αυτός ο μεζές που έρχεται απρόσμενα είναι, νομίζω, πάντα μια ευχάριστη, ευπρόσδεκτη έκπληξη.
Στα δικά μας τώρα, στην Αθήνα συζητάμε όλο και πιο έντονα για το επίπεδο του bar food που ανεβαίνει χρόνο με τον χρόνο. Αλλά αν εξαιρέσουμε τα πιατάκια του Galaxy της Σταδίου –με το βουτυρωμένο και φρυγανισμένο ψωμί, τη γραβιέρα με την πικάντικη μουστάρδα, το αγγούρι και το καρότο στη δεύτερη παραγγελία, το ψιλοκομμένο τοστάκι με το λιωμένο τυρί και τη γλυκιά πάπρικα στην τρίτη ή τέταρτη γύρα– το να μας σερβίρουν «τσιμπιτά» στα μπαρ της πόλης δεν είναι κάτι που συμβαίνει αυθόρμητα, πρέπει να δούμε πρώτα τον κατάλογο και να τα παραγγείλουμε.
Έπειτα, σκεφτείτε, πόσες φορές έχετε σηκωθεί από ένα μαγαζί άρον-άρον γιατί κάποιος από την παρέα επέμενε πώς είναι ώρα να σταματήσετε να πίνετε και να ψάξετε να φάτε κάτι;
Αναλόγως με το τι θα επιλέξετε, στο Έπρεπε bar θα σας κεράσουν τηγανιτούς γίγαντες, τουρσιά δικά τους, χειροποίητα σοκολατάκια και τρουφάκια, μπισκότα παρμεζάνας. Αυτά είναι που θα σας έρθουν έτσι κι αλλιώς, τα «εκτός καταλόγου» τα οποία και θα διανθίσουν.
Στην Κυψέλη, στον πεζόδρομο της Αγίας Ζώνης που εδώ και λίγο καιρό έχει ανανεωθεί με νέα μαγαζιά και ζει μια δεύτερη, σε χαλαρούς ρυθμούς, ζωή εμφανίστηκε ένα μπαρ με όνομα που κάνει εντύπωση, που το έβαλε σκοπό να μην πίνουμε νηστικοί.
Η πολυπληθής ομάδα που βρίσκεται πίσω από το Έπρεπε bar –με τα περισσότερα μέλη της να ανήκουν σε αυτή που τρέχει τις δημοφιλείς Σεϋχέλλες του Μεταξουργείου– είχε κουραστεί να επισκέπτεται τις μπάρες και να της βγάζουν μόνο ξηρούς καρπούς ή πατατάκια για να συνοδεύσει το ποτό της.
Θα ξεκινήσω απ’ όσα βάζουν στα ποτήρια μας, το μαγαζί άλλωστε μας συστήνεται ως μπαρ και αυτό είναι. Στα cocktails, o έμπειρος bartender Νικόλας Μοσχονάς ανέλαβε να δημιουργήσει μια μικρή λίστα που βασίζεται στο τρίπτυχο εποχικότητα - zero waste φιλοσοφία - κλασικές συνταγές δοσμένες αλλιώς.
Θα δείτε τις μετρημένες πρώτες ύλες που επιλέγουν να επαναλαμβάνονται και να αξιοποιούνται σε διάφορες παρασκευές στον κατάλογο προκειμένου να αποφύγουν τη φύρα, ενώ, σε αυτή τη λογική, το μπαρ και η κουζίνα επικοινωνούν και συνεργάζονται.
Φυλάνε τις φλούδες των εσπεριδοειδών για να τις κάνουν πούδρα, χρησιμοποιούν τη σάρκα, τον χυμό τους που θα σερβιριστεί ατόφιος, κάνουν νερό από μανταρίνι για το dry martini τους. Άρωμα μανταρινιού βρίσκουμε και στη δική τους tiki εκδοχή για τη μαργαρίτα, την οποία πρέπει να δοκιμάσετε, της έχουν προσθέσει μπαχαράτο λικέρ μαγειρεμένο με curacao.
Ειδική και ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι το Ντάκιρι (έτσι το γράφουν) αφού είναι το cocktail στο οποίο προσπαθούν να αξιοποιούν ό,τι περισσεύει, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές τις μέρες φτιάχνεται με ένα σιρόπι από ρόκα, δυόσμο και περγαμόντο ενώ μέσα στις επόμενες θα το βρούμε με ελαιοσάκχαρα από λάιμ.
Με εξαίρεση το τζιν τόνικ που σύντομα θα σερβίρεται με φύλλα μαζεμένα από τις λεμονιές της περιοχής, αποφεύγουν τις γαρνιτούρες στα ποτά τους.
Η εποχικότητα διατρέχει από το φαγητό και τις παρασκευές για την cocktail list τους μέχρι την κάβα τους, αφού τα περιορισμένα και ιδιαίτερα αποστάγματα που επιλέγουν θα ανανεώνονται αναλόγως με τον καιρό.
Όταν έχει κρύο θα ενισχύουν τις επιλογές σε ρούμι, ουίσκι και κονιάκ, όσο καλοκαιριάζει θα αυξάνονται οι ετικέτες σε τζιν, οι προτάσεις σε βότκα και τα light rums. H σύντομη και ψαγμένη οινική τους λίστα αποτελείται μόνο από εγχώρια (προς το παρόν) φυσικά κρασιά, μόνο ελληνικά προς το παρόν, ενώ το μικροζυθοποιείο της Noctua φτιάχνει για εκείνους μια ελαφριά pilsner.
Αναλόγως με το τι θα επιλέξετε, στο Έπρεπε bar θα σας κεράσουν τηγανιτούς γίγαντες, τουρσιά δικά τους, χειροποίητα σοκολατάκια και τρουφάκια, μπισκότα παρμεζάνας. Αυτά είναι που θα σας έρθουν έτσι κι αλλιώς, τα «εκτός καταλόγου» τα οποία και θα διανθίσουν.
Αν θέλετε κάτι παραπάνω, η ομάδα που βρίσκεται πίσω από τις γεύσεις που σερβίρει το γαστροκαφενείο - στέκι του Μεταξουργείου ετοιμάζει στη νέα της κουζίνα φαγητό που τρώγεται με το χέρι, όλα γίνονται από το μηδέν.
Σε αυτό το μπαρ τσιμπάμε με το ποτό μας από το δικό τους ψωμί (προζυμένιο και σίκαλης, θα εναλλάσσονται) και βούτυρο μέχρι σαρδέλες σαβόρο με παντζάρι, ημίπαστο σκουμπρί, βενετσιάνικο baccalà mantecato και carne salada του Τρεντίνο με χρένο και βινεγκρέτ από μπίρα και μέλι, ταρτάκια με κρέμα αρακά και σπαράγγι, ένα χούμους με μπόλικα ανατολίτικα μπαχαρικά και έξτρα ρεβίθια από πάνω, μίνι burgers με μοσχαρίσια γλώσσα και σάλτσα béarnaise, κατσικίσιο καφαλοτύρι Ίου, χλωρομανούρα και ξινοτύρι Κιμώλου με μαρμελάδα που θα αλλάζει, όπως όλα.
Κάνουν pairing τα ποτά τους και με γλυκές προτάσεις, με έναν μπαμπά με μαρμελάδα αχλάδι και σπιτική σαντιγί, με μια τάρτα σοκολάτας με φιστίκι Αιγίνης και ανθό αλατιού. Τις Κυριακές θα ετοιμάζουν ένα πιο «μεσημεριανό μενού» και δεν θα κλείνουν αργά, θα απολαμβάνουμε τα ποτά μας εκεί μέχρι τις οκτώ το βράδυ.
Ο χώρος του είναι άνετος, μέσα δεν έβαλαν και δεν θα βάλουν τραπέζια. Στη μια του πλευρά, αυτό το μπαρ ανοίγει σχεδόν ολόκληρο, έτσι που το έξω επικοινωνεί απόλυτα με το μέσα και στον πάγκο του μπορούμε να καθίσουμε και από τις δύο πλευρές.
Από την Πέμπτη έως την Κυριακή οι DJs του έχουν ποικίλες διαθέσεις, κινούνται σε funk και hip hop, electro και dark wave ήχους, ακόμα και ελληνικά θα πετύχετε, νωρίς το απόγευμα άκουσα Φοίβο Δεληβοριά.
Όσο για το πώς προέκυψε το όνομα του μαγαζιού, όσοι βρίσκονται πίσω από αυτό ήθελαν καιρό να επικεντρωθούν στο ποτό και να το συνοδεύσουν με ποιοτικές δόσεις φαγητού, ήθελαν να κάνουν αυτό το διαφορετικό για την Αθήνα μαγαζί και να το χτίσουν όπως το είχαν φανταστεί. Συνεπώς, «Έπρεπε».
Αγίας Ζώνης 1, Κυψέλη